ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΖ ΄ΛΟΥΚΑ (2ο). ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΙΟΥ

Του Ασωτου

(Λουκ. 15:11-32)

ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ

Ὁ Κύριος στόν ἐπίγειο δημόσιο βίο Του εἶχε «ἀδυναμία» στούς ἁμαρτωλούς. Αὐτό τό ἔβλεπαν οἱ ἁμαρτωλοί καί γι’αὐτό Τόν πλησίαζαν. «Ὅλοι οἱ τελῶνες καί οἱ ἁμαρτωλοί συνήθιζαν νά πλησιάζουν τόν Ἰησοῦ καί νά Τόν ἀκοῦνε» μᾶς πληροφορεῖ ὁ Λουκᾶς (Λκ. 15:1). Καί ὁ Χριστός συζητοῦσε καί συνέτρωγε μαζί τους (Λκ. 15:2). ( Ἔτσι πρέπει νά κάνει καί ὁ ποιμένας: Νά ἔχει ἀγάπη καί εὐσπλαγχνία στούς ἁμαρτωλούς, γιά νά ἔρθουν σέ μετάνοια). Ὅμως αὐτό τό ἄνοιγμα πού ἔκανε ὁ Χριστός πρός τούς ἁμαρτωλούς, δέν ἄρεσε στούς «καθαρούς» φαρισαίους καί γραμματεῖς καί γι’αὐτό Τόν σχολίαζαν. «Οἱ φαρισαῖοι καί οἱ γραμματεῖς διαμαρτύρονταν κι ἔλεγαν ὅτι αὐτός δέχεται ἁμαρτωλούς καί τρώει μαζί τους» (Λκ. 15:2). Καί ὁ Χριστός γιά νά τούς προβληματίσει, τούς εἶπε μεταξύ τῶν ἄλλων τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Προβάλλοντας ἀπό τή μιά μεριά τό δρᾶμα τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου καί ἀπό τήν ἄλλη τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ Πατέρα. Μέ ὁδηγό καί πάλι τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, θά δοῦμε τή συνέχεια τῆς παραβολῆς.

Παρόλο πού ὁ ἄσωτος «κατέφαγε» ὅλη τήν περιουσία τοῦ πατέρα του (τόν «νοῦ» του, δῶρο τοῦ Θεοῦ Πατέρα), εἶχε τή δύναμη νά «ξαναενώσει» τό νοῦ του, νά τόν βάλει νά σκεφθεῖ σωστά καί νά ἐπιστρέψει στό σπίτι τοῦ πατέρα του. (Κάτι πού δέν συμβαίνει μέ ὅλους τούς «ἄσωτους», γι’αὐτό πολλοί πεθαίνουν μακρυά ἀπό τό σπίτι τους· ἀμετανόητοι!). «Σηκώθηκε καί ἦρθε στόν πατέρα του. Ἐνῶ ἦταν ἀκόμα μακρυά τόν εἶδε ὁ πατέρας του καί τόν εὐσπλαγνίσθηκε» (Λκ. 15:20).

Ὅμως πῶς ἦρθε στόν πατέρα του, ἐνῶ ἦταν ἀκόμα μακρυά του; Εἶχε ἔρθει μέ τήν διάθεσή του, μέ τήν ψυχή του, ἐνῶ τό σῶμα του ἦταν ἀκόμα μακρυά του. Ὅμως ἔπρεπε καί τό σῶμα νά κόψει τίς ἁμαρτωλές συνήθειες καί νά ἀκολουθήσει τήν ψυχή. Κάτι πού δέν μποροῦσε νά τό κάνει ἀπό μόνος του, γι’αὐτό καί χρειάσθηκε τήν ἄνωθεν βοήθεια. Καί γι’αὐτό ἐνῶ ἦταν μακρυά (σωματικά) δέχθηκε ταχύτατα τήν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. «Ἐνῶ ἦταν ἀκόμα μακρυά τόν εἶδε ὁ πατέρας του καί τόν εὐσπλαγνίσθηκε» (Λκ. 15:20). Πού σημαίνει ὅτι ὁ πατέρας του τόν περίμενε· κοιτοῦσε καθημερινά νά ἰδεῖ, ἄν ἐρχόταν ὁ γυιός του. (Ἔτσι κάνει ὁ Θεός: Περιμένει ὅλους τούς ἁμαρτωλούς νά γυρίσουν. Συνεχῶς κοιτάει μακρυά νά ἰδεῖ, μήπως ξεκίνησαν γιά νά σπεύσει πρός βοήθειά τους!).

Προσέξτε πῶς ὁ Κύριος περιγράφει τήν «ἀντίδραση» τοῦ πατέρα, μόλις εἶδε ἀπό μακρυά τόν ἄσωτο υἱό του νά γυρίζει σπίτι: Δέν τόν περίμενε στήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του, ἀλλά ἔτρεξε καί τόν ὑποδέχθηκε· τόν ἀγκάλιασε σφικτά καί τόν καταφίλησε (Λκ. 15:20).[1] Καί ἐνῶ ὁ γυιός του τόν παρακάλεσε νά τόν δεχθεῖ σάν ἕναν ἀπό τούς ἐργάτες του, γιατί δέν ἦταν ἄξιος νά γίνει πιά παιδί του (Λκ. 15:17-19) αὐτός (ὁ πατέρας) ξέροντας πόσο ὁ γυιός του ὑπέφερε μακρυά του, ἀλλά καί βλέποντας τώρα τήν ταπείνωσή του καί τόν μαραθώνιο ἀγώνα πού ἔκανε γιά νά γυρίσει σπίτι, τόν δέχθηκε σάν παιδί του! Οἱ περαιτέρω «κινήσεις» του εἶχαν αὐτή τήν ἔννοια:

Οἱ δοῦλοι φοροῦσαν πρόχειρα ἐνδύματα· αὐτός ἔδωσε ἐντολή νά τόν ἐνδύσουν μέ τήν καλύτερη στολή· οἱ δοῦλοι γύριζαν ξυπόλυτοι· αὐτός ἔδωσε ἐντολή νά τοῦ φορέσουν ὑποδήματα. Δακτυλίδι στό χέρι φοροῦσαν μόνο τά παιδιά καί ὁ πατέρας γιά νά δείξει ὅτι εἶναι καί αὐτός γνήσιο παιδί του, ἔδωσε ἐντολή νά τοῦ φορέσουν δακτυλίδι (Λκ.15:22-23). (Φαντασθεῖτε τήν σκηνή: Τόν πρώην ἄσωτο υἱό νά στέκεται ὄρθιος καί οἱ δοῦλοι νά τοῦ φορᾶνε τά παππούτσια, τό δακτυλίδι καί τήν στολή! Ἔτσι ἔκαναν τότε καί στό βασιλιά!). Ὁ πατέρας δέν ἔμεινε σέ αὐτό: «Φέρτε τό σιτευτό μοσχάρι (ὄχι ἁπλά ἕνα μοσχάρι, ἀλλά τό καλύτερο!) καί σφάξτε το νά φᾶμε καί νά εύφρανθοῦμε, γιατί ὁ γυιός μου ἦταν νεκρός καί ἀναστήθηκε, ἦταν χαμένος καί βρέθηκε» (Λκ. 15:23-24).

Παραβολικές ἐκφράσεις, πού δείχνουν μέ πόση ἀγάπη καί χαρά δέχεται ὁ Θεός τούς ἁμαρτωλούς πού μετανιώνουν, (ἀλλά καί μέ πόση ἀγωνία καί λαχτάρα τούς περιμένει). Αὐτή ἡ ἀγάπη, αὐτή ἡ εὐσπλαγχνία, αὐτή ἡ ἀνεξικακία τοῦ Κυρίου μας πρός πάντα ἄνθρωπο, εἶναι ἡ μεγάλη μας ἐλπίδα σέ αὐτόν τόν κόσμο.

Τόν Νοέμβριο τοῦ 1987 εἶχαν φέρει στήν Ἀθήνα τήν ἱστορική εἰκόνα «Ἄξιον ἐστίν» Ἁγίου Ὄρους. Ἔγινε ξεσηκωμός! Ἑκατοντάδες ἄνθρωποι περίμεναν μέ ὑπομονή ἐπί ὧρες στήν «οὐρά», γιά νά τήν προσκυνήσουν. (Ἦταν ἐποχή πού μεσορανοῦσαν οἱ μαρξιστικές ἀπόψεις). Ἕνας δημοσιογράφος στήθηκε πρωί-πρωί ἀπέξω ἀπό τήν ἐκκλησία, πού ἦταν ἡ εἰκόνα τοῦ «Ἄξιόν ἐστί», καί ἔπαιρνε συνεντεύξεις ἀπό αὐτούς πού περίμεναν ἐπί ὧρες στήν «οὐρά». Ἔπεσε τό «μάτι» του πάνω σέ ἕναν χούλιγκαν…! Παρανεύθηκε! «Καί σύ ἐδῶ;!», τοῦ εἶπε ὁ δημοσιογράφος! Καί ἡ ἀπάντηση τοῦ χούλιγκαν: «Ὅλα τά δοκίμασα, καί ὅλα μέ ἀπαγοήτευσαν! Τέρμα! Μόνη ἐλπίδα ὁ Χριστός!». «Δόξα Σοι Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν ἡ ἐλπίς ἡμῶν δόξα Σοι» λέμε συνέχεια στήν Ἐκκλησία μας.

[1] Ὀ καλός πατέρας περίμενε τόν ἄσωτο υἱό του νά γυρίσει στό σπίτι του. Δέν πῆγε δηλαδή ψάχνοντας γι’αὐτόν. Ὄχι βέβαια ἀπό ἀδιαφορία, ἀλλά ἀπό σοφία καί διάκριση. Γιατί ὁ υἱός του ἦταν τόσο πολύ δεμένος μέ τίς ἡδονές πού δέν θά τόν ἄκουγε. Μπορεῖ νά ἔφευγε ἀκόμα πιό μακρυά του. Πρᾶγμα πού λέει σέ μᾶς τούς ἱερεῖς, ὅτι δέν εἶναι σωστό νά πηγαίνουμε σέ καφετέριες καί λοιπά γιά νά φέρουμε τούς ἁμαρτωλούς στήν ἐκκλησία, ἀλλά νά τούς περιμένουμε μέ ἀγάπη στήν ἐκκλησία! Διαφορετικά θά πρέπει σάν ἱερεῖς μέρα-νύχτα νά συχνάζουμε στίς καφετέριες…!

Σχολιάστε