Διακόσια χρόνια από τη διεθνή αναγνώριση της Ελληνικής Επαναστάσεως

Κωνσταντίνος Χολέβας, Πολιτικός Επιστήμων – Αρθρογράφος

Φέτος η επέτειος της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821 συμπίπτει με τη συμπλήρωση 200 ετών από την πρώτη διεθνή αναγνώριση του Αγώνος των Ελλήνων. Ήταν 25 Μαρτίου του 1823 όταν ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Γεώργιος Κάννιγκ έδωσε εντολή στις βρετανικές αρχές των Επτανήσων να θεωρούν ως εμπόλεμα τα ελληνικά πλοία που πραγματοποιούσαν αποκλεισμό των παραλίων της Πελοποννήσου από την πλευρά του Ιονίου πελάγους. Ο ναυτικός αποκλεισμός είχε στόχο την παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού των τουρκικών φρουρίων. Η Βρετανία κατείχε τα Ιόνια νησιά από το 1815 και πριν από την αναγνώριση χαρακτήριζε τα ελληνικά πολεμικά πλοία ως πειρατικά.

Η αναγνώριση αυτή θεωρείται ως μία ελληνική επιτυχία και αποτελεί ουσιαστικά την πρώτη διπλωματική πράξη υπέρ των αγωνιζομένων Ελλήνων. Βεβαίως ο Κάννιγκ προέβη σε αυτή την πράξη με απώτερο στόχο την εξασφάλιση των βρετανικών πλοίων. Με την αναγνώριση ως εμπολέμων κάθε ζημία που θα προκαλούσαν οι Έλληνες σε βρετανικά συμφέροντα θα έπρεπε να αποζημιωθεί από τις πρώτες ελληνικές κυβερνήσεις, οι οποίες είχαν εκλεγεί από τις Εθνικές Συνελεύσεις του Αγώνος. Ενώ όταν η Βρετανία μας χαρακτήριζε πειρατές δεν είχε δικαίωμα να ζητήσει αποζημιώσεις!

Η πράξη του Κάννιγκ ήλθε μετά από δύο χρόνια εχθρικής στάσης των Μεγάλων Δυνάμεων προς την Ελληνική Επανάσταση. Το Συνέδριο του Λάιμπαχ (Λιουμπλιάνας) το 1821 και της Βερόνας το 1822 δεν αντιμετώπισε θετικά την Ελληνική Επανάσταση. Άλλωστε ο προκάτοχος του Κάννιγκ, ο Λόρδος Κάστλρη, ήταν φίλος του Αυστριακού Καγκελλαρίου Μέττερνιχ και εχθρικά διατεθειμένος προς τους Έλληνες. Η αντιπαλότητα του Κάστλρη και του Μέττερνιχ προς τον ελληνικό αγώνα και προς τον Ιωάννη Καποδίστρια αποτέλεσε το θέμα της διατριβής του γνωστού και όχι συμπαθούς στους Έλληνες Χένρυ Κίσσιγκερ. Έχει τίτλο: A world restored, δηλ. ένας αποκατεστημένος κόσμος.

Αυτό που θα πρέπει να κρατήσουμε ως το κυριώτερο μήνυμα της βρετανικής αναγνώρισης είναι ότι ήλθε μετά από δύο χρόνια επιτυχιών και θυσιών των Ελλήνων. Ο Κάννιγκ αναγκάσθηκε να προβεί στη διεθνή αναγνώριση της Επαναστάσεως επειδή πείσθηκε ότι πρόκειται για τον αγώνα ενός λαού αποφασισμένου να νικήσει και να ελευθερωθεί. Τα δύο πρώτα χρόνια οι νίκες στο Βαλτέτσι, στα Δερβενάκια, στη Γραβιά και αλλού και οι διακηρύξεις της Α΄ Εθνικής Συνελεύσεως της Επιδαύρου παρουσίαζαν την εικόνα ενός λαού με αρχές και αξίες και με ικανούς αρχηγούς, όπως ο Θ. Κολοκοτρώνης, ο Κ. Κανάρης κ.ά. Σημαντική ήταν  η απήχηση των σφαγών στη Χίο και στη Νάουσα το 1822, οι οποίες είχαν αρχίσει να συγκινούν τη διεθνή κοινή γνώμη.

Το θετικό στοιχείο των δύο πρώτων χρόνων ήταν η ενότητα μεταξύ των Ελλήνων. Δυστυχώς αυτή η ενότητα άρχισε να χάνεται τα επόμενα χρόνια και οι δύο εμφύλιοι απείλησαν την έκβαση της Επαναστάσεως. Το 1838 ο Θ. Κολοκοτρώνης είπε στους μαθητές του πρώτου Γυμνασίου της Αθήνας ότι αν συνεχιζόταν το κλίμα ενότητας θα είχαμε φτάσει ίσως και ως την Κωνσταντινούπολη!

Ορθώς θεωρούμε φιλέλληνα τον Κάννιγκ και τού έχουμε αφιερώσει πλατεία στην Αθήνα. Αλλά ας μην ξεχνούμε ότι την πρώτη διεθνή αναγνώριση της Ελληνικής Επαναστάσεως την οφείλουμε στην ενότητα και στις θυσίες των προγόνων μας κατά τα πρώτα δύο χρόνια. Αυτή την ενότητα ας διαφυλάξουμε σήμερα. Η διχόνοια πάντα έβλαψε τον Ελληνισμό!

Άρθρο στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ 24.3.2023

Advertisement

ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ & ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821

Ευαγγελισμός της Θεοτόκου – Επανάσταση του ‘21: Δύο επαναστάσεις της Ορθόδοξης Πίστης – Ένα κοινό σύνθημα για Ελευθερία!

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι το πιο χαρμόσυνο μήνυμα της ανθρωπότητας, άλλα και ο πνευματικός οδηγός της επανάστασης του 1821

Συντάκτης: Ελευθέριος Ανδρώνης

Μεγάλη η σοφία της ελληνικής φυλής να εορτάζει δύο μεγάλες επαναστάσεις μαζί, μια πνευματική και μία εθνική, που στην ουσία της είναι κι εκείνη πνευματική. Η 25η Μαρτίου 1821, ημέρα κήρυξης της ελληνικής επανάστασης «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδος την ελευθερία», και ημέρα του Ευαγγελισμού.

Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι η απαρχή της μεγαλύτερης επανάστασης που γνώρισε η ανθρωπότητα. Αυτήν την επανάσταση είχε ως πυξίδα και οδηγό ο ιερός αγώνας της Ελληνορθοδοξίας για να ξεκινήσει το έπος του 1821.

Ο Ευαγγελισμός είναι η χαρμόσυνη είδηση που δόθηκε από τον αρχάγγελο Γαβριήλ προς τη Μαριάμ, για την επικείμενη γέννηση του Ιησού Χριστού, του Θεανθρώπου που σαρκώθηκε για να θέσει σε εφαρμογή το πάνσοφο σχέδιο Του, και ξεκίνησε μια εσωτερική επανάσταση μέσα στις ψυχές, ένα ξεσήκωμα απέναντι στην τυραννία των παθών και τον ζυγό της αμαρτίας, που είναι τα αληθινά αίτια κάθε σκλαβιάς και δυστυχίας.

«Μη φοβού, Μαριάμ- εύρες γαρ χάριν παρά τω Θεώ. και ιδού σύλληψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το άνομα αυτού Ιησούν. ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον αυτού του πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος».

Αυτό είναι το μεγάλο σύνθημα του αρχάγγελου Γαβριήλ, η προαναγγελία της επανάστασης απέναντι στο κράτος του θανάτου και του διαβόλου, το σάλπισμα που προμηνύει την απολύτρωση του ανθρώπου από τη συμφορά του Αδαμιαίου θρήνου. Ο Χριστός σήκωσε ολόκληρη την ανθρωπότητα επάνω στον σταυρό Του και άνοιξε τον δρόμο της σωτηρίας. Και ως νέος Αδάμ, έβαλε το θεμέλιο για την αρχή μιας νέας δημιουργίας, την περίοδο της Χάριτος.

«Σήμερον της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον και τού απ ‘ αιώνος μυστηρίου ή φανέρωσις ο Υιός τού Θεού Υιός τής Παρθένου γίνεται και Γαβριήλ την χάριν ευαγγελίζεται. Διό και ημείς συν αυτώ τη Θεοτόκω βοήσωμεν, Χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου».

Σήμερα είναι η κυριότερη μέρα της σωτηρίας μας και η φανέρωση του Μυστηρίου, πού ήταν από πολλά χρόνια κρυμμένο: Ο Υιός του Θεού θα γίνει άνθρωπος, Υιός της Παρθένου Μαρίας και ο αρχάγγελος Γαβριήλ αυτό το πασίχαρο μήνυμα φέρνει. Γι’ αυτό και εμείς μαζί μ’ αυτόν ας πούμε ζωηρά στην Παναγία: χαίρε, Κεχαριτωμένη, ο Κύριος είναι μαζί σου, λέει το χαρμόσυνο Απολυτίκιο του Ευαγγελισμού.

Η κυριότερη ημέρα για το σχέδιο σωτηρίας του ανθρώπου, έγινε και κυριότερη ημέρα για τη σωτηρία και την παλιγγενεσία ενός Έθνους. Χαράς ευαγγέλιο ο ερχομός του Χριστού, χαράς ευαγγέλιο και το ξεσήκωμα του ελληνικού λαού που Τον δόξασε όσο κανένας άλλος. Στο τέλος του δρόμου, η Ανάσταση του Θεανθρώπου, άλλα και η ανάσταση ενός ολόκληρου Έθνους που η Εσπερία είχε για πεθαμένο. Λοιπόν, δεν θα μπορούσε να υπάρξει πιο ταιριαστή μέρα για την επανάσταση του βασανισμένου και καταπιεσμένου ραγιά, από τη μέρα του Ευαγγελισμού.

Αγώνας για την Ορθόδοξη πίστη

Μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς, για μια ακόμη φορά η Ρωμιοσύνη αποφάσισε να δώσει αγώνα υπέρ πίστεως και πατρίδος βάζοντας ως αιχμή του απελευθερωτικού αγώνα την χάρη της Παναγίας, όπως είχε κάνει και στο ένδοξο Βυζαντινό παρελθόν, τότε που θριάμβευε κάτω από τη σκέπη της Υπέρμαχου Στρατηγού. Νεκραναστήθηκε στις ψυχές των αγωνιστών το υπερκόσμιο μήνυμα του «εν τούτω νίκα», και ο σταυρός μπήκε μπροστάρης σε όλα τα πεδία των μαχών. Και έτσι μια χούφτα Έλληνες ταπείνωναν μιλιούνια Τούρκων.

Απλοϊκοί άνθρωποι οι αγωνιστές του ‘21, κι όμως είχαν χαραγμένο στη συνείδηση πως δεν νοείται απελευθερωτικός αγώνας, χωρίς αγώνα πίστεως και χωρίς άνωθεν ευλογία. Η πίστη στον Θεό και στην Πατρίδα ήταν αδιαίρετη. Δεν μπορούσε κανείς να διανοηθεί το ένα δίχως το άλλο. Η επανάσταση ήταν πάνω απ’ όλα ξεσηκωμός της Ορθοδοξίας, απέναντι στην μουσουλμανική τυραννία. Ήταν η ύστατη προσπάθεια του Έλληνα να προστατέψει την πίστη του από το θρησκευτικό σκότος των Αγαρηνών.

Με αυτήν την ευλογία του μηνύματος του Ευαγγελισμού, ξεκίνησε το θαύμα της Επανάστασης. Γι’ αυτό η Επανάσταση του ‘21 διαφέρει παρασάγγας από κάθε άλλη επανάσταση της παγκόσμιας ιστορίας, που πάντοτε είχε κίνητρα ταξικά, κοινωνικά ή φυλετικά. Είναι βέβαιο πως αν η ελευθερία του ανθρώπου δεν συνοδεύεται από ελευθερία του πνεύματος, γρήγορα καταλήγει πάλι σε νέες μορφές σκλαβιάς. Δουλεία σε συμφέροντα, αιχμαλωσία σε εσωτερικές έριδες, υποταγή στη διαφθορά ή σκλάβωμα από νέους κατακτητές, φανερούς ή αφανείς.

Το βλέπουμε στην εποχή μας, και ειδικά στη βαβυλωνία της Δύσης όπου οι «ελευθερίες» είναι περισσότερες από ποτέ και παράλληλα οι αλυσίδες που ζώνουν τον άνθρωπο είναι πιο πολλές και πιο σφιχτοδεμένες από κάθε άλλη εποχή. Διότι δεν μπορεί να υπάρξει ελευθερία χωρίς αλήθεια, και κυρίως χωρίς την Αυτοαλήθεια, που είναι ο Χριστός.

Ο συγκλονιστικός όρκος του Ιερού Λόχου που ιδρύθηκε από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και ξεκίνησε την επανάσταση στην Μολδοβλαχία, δείχνει σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια την αναντίρρητη αλήθεια πως οι Έλληνες αποφάσισαν να χύσουν το αίμα τους για την πίστη και την πατρίδα ταυτόχρονα, και πως δεν θα μπορούσε να νοηθεί επανάσταση χωρίς την χάρη της Ορθοδοξίας.

«Ως Χριστιανός ορθόδοξος και υιός της ημετέρας Καθολικής Εκκλησίας, ορκίζομαι στο όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της Αγίας Τριάδας να μείνω πιστός εις την Πατρίδα μου και εις την Θρησκείαν μου.

Ορκίζομαι να ενωθώ με όλους τους αδελφούς μου Χριστιανούς δια την ελευθερίαν της Πατρίδος μας.

Ορκίζομαι να χύσω και αυτήν την υστέραν ρανίδα του αίματός μου υπέρ της θρησκείας και Πατρίδος μου.

Να αποθάνω μετά των αδελφών μου υπέρ της Ελευθερίας της Πατρίδος και της Θρησκείας μου…»

Έτσι ξεκινούσε, αυτός ο φοβερός όρκος. Με αυτό το πύρινο πνεύμα ρίχτηκαν στη μάχη και αψήφησαν τον θάνατο οι Έλληνες.

Οι ήρωες του ’21 ήταν πεπεισμένοι ότι η μοναδική εγγύηση της επιτυχούς έκβασης του αγώνα τους, ο μοναδικός τρόπος για να ολοκληρωθεί αυτό το θαύμα ήταν η βοήθεια του Τριαδικού Θεού, της Υπεραγίας Θεοτόκου και όλων των Αγίων. Σε αυτό πίστεψαν, αυτό υπηρέτησαν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους και έτσι νίκησαν. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά.

Ας ακούσουμε το μήνυμα τους με καθαρή καρδιά και ας το κρατάμε σαν φάρο φωτεινό απέναντι στο μηδενιστικό πνεύμα της εποχής μας, που ζητά να ισοπεδώσει όλα τα ιερά νοήματα που κρατούν αθάνατο το πνεύμα της ευλογημένης Ελλάδας.

sportime.gr,25 Μαρτίου 2023

Aποκαλυπτήρια του ψηφιδωτού της Παναγίας και του Θείου Βρέφους στην Αγιά Σοφιά

Σαν σήμερα, στις 29 Μαρτίου του 867, έγιναν τα αποκαλυπτήρια του ψηφιδωτού της Παναγίας και του Θείου Βρέφους στην Αγιά Σοφιά.

Το ψηφιδωτό της Παναγίας και του Θείου Βρέφους είναι το πρώτο, της περιόδου μετά την εικονομαχία.

Βρίσκεται εδώ και αιώνες στην κόγχη της αψίδας και είναι ένα από τα ωραιότερα της Αγια Σοφιάς.

Η Θεοτόκος κάθεται σε έναν θρόνο χωρίς πλάτη, κρατώντας τον Ιησού βρέφος, στα γόνατά Της.

Είναι ενδεδυμένη με ένα χιτώνα χρώματος μπλε, γεμάτο ιεροπρέπεια. Στη μαντήλα Της (όπως και στους δύο ώμους) φέρει 3 αστέρια. Αυτά έχουν συμβολική σημασία. Συμβολίζουν την άσπορο σύλληψη και την αγνεία της Παναγίας (*Παρθένος προ του Τόκου – κατά τον Τόκο – μετά τον Τόκο). Το δεξί χέρι της Παναγίας ακουμπά στον ώμο του Βρέφους ενώ το αριστερό βρίσκεται στο γόνατό Του.

Τα ενδύματα του Χριστού είναι στο χρώμα του χρυσού (κάτι που συνηθίζεται στην Βυζαντινή τέχνη, μιας και συμβολίζει την δόξα του Τριαδικού Θεού). Το δεξί Του χέρι βρίσκεται σε στάση ευλογίας ενώ με το αριστερό βαστά ένα ειλητάριο. Τα πόδια Του ακουμπούν σε ένα υποπόδιο το οποίο (όπως και ο θρόνος) είναι στολισμένο με πολύτιμους λίθους.

Τα αποκαλυπτήριά του στην Αγιά Σοφιά πραγματοποιήθηκαν στις 29 Μαρτίου του 867 επί Πατριαρχίας Φωτίου και ηγεμονίας Μιχαήλ Γ’ και Βασιλείου Α’.

https://anastasiosk.blogspot.com/2023/03/blog-post_763.html#more

Με ενέχυρο το είναι

Γ. Δ. Μαρκάκης

Όταν εκείνο το βράδυ της 24ης Ιουνίου ο μπόγιας απέτυχε να πνίξει τον κρατούμενο Ρήγα Βελεστινλή κι έτσι ένας από τους φρουρούς αναγκάστηκε να τραβήξει την πιστόλα του και να τον πυροβολήσει κατάστηθα γράφοντας τον επίλογο της επίγειας ζωής του ο θρύλος λέει, πως ο πεσμένος στο έδαφος Ρήγας Φεραίος ψέλλισε τα τελευταία του λόγια: “Αρκετόν σπόρον έσπειρα”. 

Το ημερολόγιο έδειχνε 1798 και θα χρειάζονταν 23 χρόνια ακόμα για να φανεί ότι η θυσία εκείνη στον Πύργο Νεϊμπόντα του Βελιγραδίου δεν είχε πάει χαμένη. 

Μα αν εμείς, σεβασμιώτατε, κυρίες και κύριοι, γνωρίζουμε το ευτυχές τέλος του εθνοαπελευθερωτικού αγώνα, αν απολαμβάνουμε τους ευκλεείς καρπούς εκείνης της θυσίας, αν γιορτάζουμε σήμερα το δέντρο της λευτεριάς που ποτίστηκε από το αίμα του πρωτοπόρου Ρήγα που τα χάρισε όλα σε μιαν ιδέα, την ιδέα της λευτεριάς της πατρίδας, εκείνος δεν είχε αυτό το προνόμιο,δεν είχε τη δυνατότητα να σιγουρευτεί πως η θυσία του δεν θα πάει χαμένη.

Κι όμως αγόγγυστα, με λεβεντιά και θάρρος, προχώρησε στη δικιά του προσωπική κατάθεση για την εθνική υπόθεση. Δίνοντας τα πάντα: ζωή, περιουσία, κόπο, χρόνο, κάθε δυνατότητα για μία προσωπική, ανθρώπινη ευτυχία. Γιατί ο Ρήγας αν και πονούσε το ίδιο με μας, υπέφερε, αγαπούσε, είχε μία τεράστια δίψα για ζωή οι στόχοι αυτοί παραμερίστηκαν για να υπηρετήσει τη μεγάλη του ιδέα: την πίστη στη λευτεριά όλων των λαών της Βαλκανικής και κυρίως των Ελλήνων.

Όμως δεν ήταν μόνος του, δεν ήταν ο μοναδικός που είχε το θλιβερό “προνόμιο” να φεύγει από τη ζωή, χωρίς να είναι σίγουρος ότι θυσία του δεν θα πάει χαμένη. Ο ιερομάρτυρας επίσκοπος Διονύσιος Φιλόσοφος που γδάρθηκε ζωντανός, ο παπα Θύμιος Βλαχάβας σαν γινόταν θύμα της τουρκικής αγριότητας, ο Γεωργάκης Ολύμπιος σαν βύθιζε το δαυλό του στο μπαρούτι της μονής του Σέχου, μέχρι τέλος ο Παπαφλέσσας και τα παλικάρια του που στάθηκαν εκεί, στο Μανιάκι περιμένοντας τα στίφη του Ιμπραήμ με τη βεβαιότητα ότι αυτοί, εκεί, θα πεθάνουν, όλη η ατελείωτη σειρά των πρωτοπόρων και ηρώων που καταθέτουν, χωρίς καμία σιγουριά, το είναι τους στην τράπεζα του μέλλοντος για να εισπράξουμε εμείς κεφάλαιο και τόκους είχαν κοντά σε όλα τα άλλα μαρτυρία να αντιμετωπίσουν και το σαράκι του ερωτήματος “Θα βγει κάτι από τη θυσία μου;”

Ας σταθούμε λοιπόν σήμερα, μπροστά στο άγαλμα της εμβληματικής μορφής του Παλαιών Πατρών Γερμανού κι ας αναλογιστούμε για μια στιγμή, πως όλοι αυτοί δεν υπήρξαν πλάσματα εξωτικά, δεν ήταν από μάρμαρο ή μέταλλο όπως τα αγάλματα και οι αδριάντες τους. Ήταν άνθρωποι που σήκωσαν λεβέντικα το ανάστημά τους κόντρα στο ρου της ιστορίας που επί τετρακόσια χρόνια βοούσε με τον πιο εμφατικό τρόπο πως οι Έλληνες θα μείνουν για πάντα σκλάβοι, απέναντι στις συμβουλές της λογικής, απέναντι στην εμπειρία των αμέτρητων αποτυχιών βάζοντας σύνορό τους το όνειρο. Κωδικοποιώντας την απόφασή τους σε τρεις λέξεις: Ελευθερία ή θάνατος! 

Ή θάνατος! Είναι ακριβή η τιμή της αποτυχίας σ ένα μεγάλο στοίχημα!

Κυρίες και κύριοι τέτοιους χρειαζόμαστε σε κάθε εποχή, οραματιστές, έτοιμους να βάλουν πρώτα απ’ όλα ενέχυρο τον εαυτό τους για ένα αύριο καλύτερο. 

Την καλοπέραση και το βόλεμά τους πρώτα. Την φήμη και την προσωπική τους υπόληψη ύστερα. Τα κάθε είδους προνόμια, τον, καλώς η κακώς εννοούμενο, εγωισμό τους. Τις γνώσεις τους, το χρόνο της ζωής τους. Τα παιδιά και τους/τις συζύγους. Χρειαζόμαστε ως έθνος, ως κοινωνία ως ανθρώπινος -πανανθρώπινος- πολιτισμός επενδυτές. 

Όχι επενδυτές χρηματικών κεφαλαίων αλλά επενδυτές θυσίας. Με όραμα και ελπίδα για μια κοινωνία που ενώ ζει στην άνεση και την ευζωία -κατά ένα ποσοστό τουλάχιστον- μοιάζει να έχει χάσει το δρόμο σε έναν ατέλειωτο δικαιωματισμό, σε μια παραζάλη αναζήτησης αξιών όπου συχνά τα πρώτα γίνονται έσχατα και τα έσχατα πρώτα. 

Αν η σημερινή εκδήλωση, αν η φετεινή επέτειος καταφέρει να παρακινήσει κάποιους, έστω λίγους, έστω ελάχιστους προς αυτή την κατεύθυνση τότε οι θυσίες εκείνων δεν πήγαν χαμένες. Εκείνη η ύστατη αγωνία μπροστά στο αβέβαιο της επιτυχίας, που αν και δεν εκστομήθηκε ποτές είναι σίγουρο ότι υπήρχε θα έχει επιτέλους δικαιωθεί.

Το παρόν αποτελεί σύντομη ομιλία που εκφωνήθηκε στην πλατεία Υψηλών Αλωνίων της Πάτρας την 24η Μαρτίου 2023 στα πλαίσια του επίσημου εορτασμού για την εθνική επέτειο.

https://anastasiosk.blogspot.com/2023/03/blog-post_404.html#more

Α΄ ΣΤΑΣΙΣ ΤΩΝ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΩΝ (2ο)

(†) ἐπισκόπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

Κάθε ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, ἐκεῖνο ποὺ πιστεύει καί αἰσθάνεται, δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κρύψει· νιώθει ἀνάγκη νὰ τὸ ἐκφράσῃ.

Καὶ τὸ ἐκφράζει μὲ διαφόρους τρόπους· μὲ τὴ λάμψι ἢ τὴ θλῖψι τοῦ προσώπου του, μὲ τὶς κινήσεις καὶ τοὺς μορφασμούς του, μὲ τὴν εὐγένεια, τὸ ὕφος καὶ τοὺς τρόπους του, πιὸ καθαρὰ μὲ τὴ γλῶσσα καὶ τὸν προφορικὸ λόγο του, καὶ πιὸ σταθερὰ μὲ τὸν γραπτὸ λόγο, τὰ κείμενά του. Αὐτὸ ὅμως ποὺ αἰσθάνεται κανεὶς τὸ ἐκφράζει καὶ μὲ τὸ τραγούδι του. Τὸ τραγούδι εἶνε ἔκφρασις τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου μας. Πές μου τί τραγουδᾷς, νὰ σοῦ πῶ ποιός εἶσαι. Σήμερα δυστυχῶς ἐπικρατοῦν τραγούδια ποὺ δὲν ἐξυψώνουν ἀλλὰ μᾶλλον ταπεινώνουν κ᾽ ἐξευτελίζουν τὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἱστορικὸς τοῦ μέλλοντος θὰ διαπιστώσῃ, ὅτι τὰ σημερινὰ τραγούδια, κατὰ 99%, εἶνε τραγούδια αἰσχροῦ ἔρωτα, καὶ θὰ ἀποφανθῇ ὅτι ἡ γενεά μας ὑπῆρξε πανσεξουαλική.

Ὑπῆρξε ὅμως κάποτε ἐποχή, ποὺ μέσα στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἔκαιγε μιὰ φλόγα ὄχι φυσικὴ καὶ γήινη, ἀλλὰ οὐράνια. Ἦταν ἡ φωτιὰ τοῦ θεϊκοῦ ἔρωτος. Καὶ ἐκδήλωσις ἀκριβῶς αὐτοῦ τοῦ ἔρωτος πρὸς τὸν Θεὸ εἶνε τὰ ποιήματα τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας.

Σήμερα δὲν μποροῦμε νὰ γράψουμε τέτοια ποιήματα καὶ τέτοια τραγούδια. Ὄχι γιατὶ δὲν ὑπάρχει μέλος, ἀλλὰ γιατὶ δὲν ὑπάρχει καρδιά· καρδιά, ποὺ ν᾿ ἀγαπάῃ τὸ Θεό, νὰ τὸν ἀγαπάῃ μὲ τόση ἔντασι ὅση τὸν ἀγάπησαν οἱ πρόγονοί μας.

Ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἐμπνευσμένα τραγούδια τῆς Ἐκκλησίας μας εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος. Ἔχει ἰδέες ὑψηλές, οὐρανογείτονες, οἱ ὁποῖες ντύνονται μὲ ἔκφρασι καὶ ὕφος ἀπαράμιλλο. Εἶνε ἰδέες, ποὺ ἀγγίζουν τὰ ἄστρα τ᾽ οὐρανοῦ καὶ ἐκφράζονται μὲ τὴν πιὸ εὐγενικὴ γλῶσσα τοῦ κόσμου, τὴν Ἑλληνική, τὴ μόνη ἱκανὴ ν᾽ ἀποδώσῃ καὶ τὴν τελευταία ἀπόχρωσι τῆς σκέψεως καὶ τοῦ αἰσθήματος. Νά τί εἶνε ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος· ἕνα ἀνυπέρβλητο ποίημα ποὺ θαυμάζουν οἱ αἰῶνες.

Κάθε ποίημα, ποὺ ἔχει δημιουργηθῆ καὶ τὸ διαβάζουμε, προῆλθε ἀπὸ κάποια αἰτία. Τὸ ποίημα λοιπὸν αὐτό, ὁ Ἀκάθιστος ὕμνος, πῶς δημιουργήθηκε; Ἡ ἱστορία μᾶς γυρίζει πίσω, στὶς συνθῆκες ὑπὸ τὶς ὁποῖες πρωτοακούστηκε.

Μὲ τὰ φτερὰ τὶς φαντασίας μας, ἀδελφοί μου, ἂς διασχίσουμε νοερὰ τὸν πέπλο τῶν αἰώνων καὶ ἂς βρεθοῦμε στὸ ἔτος 626 μ.Χ. στὴν πόλι τῶν ὀνείρων μας, τὴν Κωνσταντινούπολι. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη στὸ θρόνο τοῦ Βυζαντίου ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς γενναίους καὶ εὐσεβεῖς αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου, ὁ Ἡράκλειος. Ἐπὶ κεφαλῆς τῶν στρατευμάτων του εἶχε φύγει ἀπὸ τὴ Βασιλεύουσα καὶ βρισκόταν μακριά, στὰ ἀνατολικὰ σύνορα, γιὰ ν᾿ ἀποκρούσῃ ἕνα προαιώνιο κίνδυνο ποὺ διέτρεχε τότε ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, τοὺς Πέρσες.

Διεξῆγε μάχες στὰ πεδία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ τῆς Ἀρμενίας. Νικοῦσε, θριάμβευε καὶ ἀνανέωνε τὰ τρόπαια τῶν προγόνων μας. Ἡ πορεία τοῦ Ἡρακλείου ἦταν πορεία σχεδὸν στὰ ἴχνη τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου.

Ὁ βασιλιᾶς τῆς Περσίας Χοσρόης κλονιζόταν. Πονηρός ὅμως και πολυμήχανος, για να φέρῃ ἀντιπερισπασμὸ στὸν Ἡράκλειο, ἔστειλε μιὰ στρατιά, ἡ ὁποία ἔφτασε στὰ πρόθυρα τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Συγχρόνως συνεννοήθηκε μὲ τὸ βασιλιᾶ τῶν Ἀβάρων, μία βάρβαρη φυλὴ ποὺ κατέβηκε στὸν Δούναβι ποταμό· καὶ οἱ Ἄβαροι, ἔχοντας μαζί τους καὶ τοὺς Σλάβους, κατέβηκαν σὰν χιονοστιβάδα καὶ ἔφτασαν ἔξω ἀπὸ τὴν Πόλι.

Ἡ Κωνσταντινούπολις τώρα κινδυνεύει. Πολιορκεῖται ἀπὸ παντοῦ, καὶ ὁ στρατὸς λείπει. Μόνο μιὰ μικρὴ φρουρὰ τὴν ὑπερασπίζεται. Ὁ λαὸς προβάλλει ἀντίστασι μὲ ἡγέτας δύο σπουδαίους ἄνδρες – εὐτυχὴς μία πόλι ποὺ ἔχει στοὺς κόλπους της ἄνδρες ὑπερόχους.

Ὁ ἕνας ἦταν ὁ στρατηγὸς Βῶνος, καὶ ὁ ἄλλος ὁ ἐπίσκοπός της, ὁ πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Σέργιος. Ὁ ἕνας πολεμοῦσε πάνω στὰ τείχη, στὶς ἐπάλξεις τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κι ὁ ἄλλος ἐμψύχωνε τὸ λαὸ καὶ μὲ τὸν ἱερὸ κλῆρο ἀνέπεμπε στοὺς ναούς, μαζὶ μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά, θερμὲς δεήσεις στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο.

Θέλοντας νὰ ἐπιτύχουν κάποια χαλάρωσι στὴν σκληρὴ πολιορκία τῆς Πόλεως, οἱ δύο ἄνδρες ἔκριναν καλὸ νὰ στείλουν πρεσβεία στὸν χαγᾶνο (=τὸν ἡγεμόνα) τῶν Ἀβάρων. Αὐτὸς καθισμένος σὲ χρυσοστόλιστο θρόνο τοὺς δέχθηκε ἀγέρωχος καὶ τοὺς κράτησε ὄρθιους.

– Τί θέλετε; τοὺς ρώτησε.

– Εἴμαστε Χριστιανοί, τοῦ εἶπαν, ἀγαποῦμε τὴν εἰρήνη. Σὲ παρακαλοῦμε νὰ λυπηθῇς τὴν Πόλι καὶ νὰ λύσῃς τὴν πολιορκία.

Γέλασε ὁ χαγᾶνος καὶ ἀποκρίθηκε·

– Μέσα σὲ εἰκοσιτέσσερις ὧρες νὰ ἐγκαταλείψετε τὴν πόλι ὅλοι σας. Καὶ ἐκτὸς ἀπ᾽ τὸ πουκάμισο ποὺ φορᾶτε δὲν θὰ πάρετε τίποτε μαζί σας· ὅ,τι ἔχει ἡ Πόλι, εἶνε δικά μου.

Συγχρόνως τοὺς ἀπείλησε προσθέτοντας·

– Δὲν ὑπάρχει περίπτωσι νὰ σωθῆτε. Ὁ βασιλιᾶς σας μὲ τὸ στρατὸ βρίσκεται μακριὰ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ σᾶς ὑπερασπιστῇ. Μόνο ἂν γίνετε ψάρια καὶ κολυμπήσετε ἢ πουλιὰ καὶ πετάξετε, τότε μόνο θὰ σωθῆτε.

Ἔφυγαν περίλυποι οἱ πρέσβεις τοῦ Βυζαντίου. Ἐπέστρεψαν στὴν Πόλι καὶ πῆραν ἀπόφασι νὰ ἀγωνισθοῦν μέχρι ἐσχάτων· οἱ ἄντρες στὰ τείχη μὲ τὰ ὅπλα, καὶ τὰ γυναικόπαιδα στοὺς ναοὺς μὲ τὴν προσευχή.

Ὁ χαγᾶνος, βέβαιος γιὰ τὴ νίκη, πίστευε ὅτι σὲ λίγο θὰ μπῇ στὴν Πόλι, θὰ τὴν κυριεύσῃ. Ἀλλὰ στὴν ἱστορία τῶν λαῶν συμβαίνουν ὡρισμένα γεγονότα ποὺ δὲν ἑρμηνεύονται φυσικῶς καὶ ἀνθρωπίνως· γεγονότα ποὺ δείχνουν, ὅτι ὑπάρχουν ἀστάθμητοι παράγοντες οἱ ὁποῖοι κατευθύνουν τὴν ἱστορία, δείχνουν ὅτι ὑπάρχει θεία πρόνοια, ὑπάρχει Θεός!

Ἐνῷ ὁ χαγᾶνος περίμενε νὰ μπῇ στὴν Πόλι, τὴ νύχτα φύσηξε δυνατὸς ἄνεμος, ξέσπασε θύελλα, ποὺ σάρωσε ὅλο τὸν Βόσπορο. Τὰ 2 – 3 χιλιάδες πλοιάρια τῶν Ἀβάρων καὶ τῶν Περσῶν συγκρούστηκαν μεταξύ τους, τσακίστηκαν, διαλύθηκαν, ἔμειναν ξύλα ποὺ ἐπέπλεαν. Ὁ χαγᾶνος ἔντρομος, λέει κάποιος ἱστορικός –ἂς μὴν τὸ πιστεύουν οἱ ἄπιστοι, ἐμεῖς τὸ πιστεύουμε–, εἶδε στὰ τείχη μιὰ γυναῖκα μαυροφόρα νὰ προστατεύῃ ὁλόκληρη τὴν Πόλι. Ὁ στρατός τους πανικοβλήθηκε, καὶ τὸ πρωὶ ὁ πρὶν ἀγέρωχος χαγᾶνος περίφοβος τώρα ἔλυσε τὴν πολιορκία.

Τότε ὁ πατριάρχης Σέργιος κάλεσε ὅλους, ἄντρες γυναῖκες παιδιά, νὰ μαζευτοῦν στὸ ναὸ τῶν Βλαχερνῶν. Ἐκεῖ, ὄρθιοι ὅλη τὴ νύχτα, ἀνέπεμψαν στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο τὸν Ἀκάθιστο ὕμνο καὶ ἔψαλαν γιὰ πρώτη φορὰ τὸ κοντάκιο «Τῇ ὑπερμάχῳ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια…».

Ἀπὸ τότε, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ τὸ 626 μ.Χ., ἔχουν περάσει 1400 περίπου χρόνια. «Τὰ πάντα ῥεῖ», λέει ὁ ἀρχαῖος φιλόσοφος (Ἡράκλειτος παρὰ Μιχ. Ἰατροῦ Ε97 σ. 191, Π405 σ. 365), τὰ πάντα μεταβάλλονται. Ἀλλὰ μέσα στὴν διαρκῆ ῥοή, μεταβολὴ καὶ φθορά, τό τραγούδι αὐτό μένει ἀλώβητο ἀπό τό χρόνο, κι ἐξακολουθεῖ ν᾽ ἀναπέμπεται με την ἴδια πνοή.

Τὰ τραγούδια, ποὺ ἔκαναν ἐν τῷ μεταξὺ οἱ ἄνθρωποι, λησμονήθηκαν· ἀλλὰ τὸ τραγούδι αὐτὸ τῆς Παναγίας μένει ἀλησμόνητο καὶ συγκινεῖ κάθε ὀρθόδοξη καρδιὰ παντοῦ στὴ γῆ.

Ἔχει μεταφρασθῆ σὲ 25 μὲ 30 γλῶσσες, ἀπέκτησε μιὰ παγκοσμιότητα ποὺ δονεῖ ὅλη τὴν Ὀρθοδοξία. Ἑνώνει σὰν ἁλυσίδα ὅλους τοὺς ὀρθοδόξους, Ἕλληνες-Βουλγάρους-῾Ρουμάνους-Ρώσσους-Σέρβους, ἀκόμη κι ὅταν βρίσκονται κάτω ἀπὸ ἄθεα τυραννικὰ καθεστῶτα. Ὁ πανορθόδοξος αὐτὸς ὕμνος ἑνώνει ὅλη τὴν Ὀρθοδοξία, και εἶνε το καύχημα τοῦ Ἑλληνισμοῦ.

Ἀλλ᾽ ἐνῷ στοὺς ναοὺς ἀναπέμπεται ὕμνος στὴν Παναγία κι ἀκούγεται πρὸς αὐτὴν τὸ «Χαῖρε», ὅταν βγαίνουμε ἔξω, δὲν ἀκοῦμε «Χαῖρε»· ἀντιθέτως, πολὺ συχνά, ἀκούγονται φοβερὲς βλασφημίες τοῦ ὀνόματός της. Ἀντὶ ὕμνου ὕβρεις λοιπόν; Πρέπει ν᾿ ἀνοίξῃ ἡ γῆ νὰ μᾶς καταπιῇ. Καμμιά γυναίκα, καὶ ἡ πιὸ διεφθαρμένη, δὲν ὑβρίζεται ἔτσι. Νὰ κλάψουμε γι᾽ αὐτό.

Νεαρὸς εἰσπράκτορας λεωφορείου μοῦ ἔλεγε· Θὰ φύγω ἀπ᾽ τὴ δουλειά, δὲν ὑποφέρω τὶς βλασφημίες τῶν θείων… Εἴμαστε ἔθνος χριστιανικό; Πότε θὰ γίνουμε κράτος ὀρθόδοξο; Ξέρετε τι λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ἀδελφοί μου; Ἀκοῦς κάποιον νὰ βλαστημάῃ; συμβούλεψέ τον μία, δύο, τρεῖς φορές. Δὲν σ᾽ ἀκούει; χτύπα τον, ν᾽ ἁγιάσῃ τὸ χέρι σου.

Μὴν ἐπιτρέπετε σὲ κανένα νὰ βλαστημᾷ τὴν Παναγία, ποὺ εἶνε ἡ προστάτις τοῦ ἔθνους, ἡ μητέρα τῶν ὀρθοδόξων, τὸ καταφύγιο παντὸς θλιβομένου· σὲ κάθε δύσκολη στιγμὴ ἀκούγεται «Παναγία, σῶσε μας!». Ὁ τόπος αὐτὸς νὰ μείνῃ καθαρὸς ἀπὸ τὸ μίασμα αὐτό.

Ἂς ἀγωνισθοῦμε. Ἂν θέλουμε νὰ ζήσουμε, ἂν θέλουμε νὰ ἔχουμε τὴ χάρι καὶ τὴν προστασία τῆς Θεοτόκου, πρέπει νὰ σβήσουμε τὴ βλασφημία ἀπὸ τὸ σπίτι μας, ἀπὸ τὴ γειτονιά μας, ἀπὸ τὸν τόπο μας.