Χαῖρε, ὀσφράδιον τοῦ πάντων Βασιλέως

Σοφία Μπεκρῆ, φιλόλογος-θεολόγος

Ἀληθινὰ στολίδια τοῦ λόγου ἀποτελοῦν πράγματι οἱ λέξεις καὶ οἱ φράσεις μὲ τὶς ὁποῖες ὁ ὑμνογράφος τοῦ Κανόνος τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου κοσμεῖ τὴν Παναγία Μητέρα μας: «ἔμψυχος βίβλος, τράπεζα, Παράδεισος», «ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή», «χώρα ἀνήροτος» (=ἀκαλλιέργητος, λόγῳ τῆς Παρθενίας της), «πύλη καὶ θύρα τοῦ Παραδείσου», «θρόνος πύρινος», «ὄρος πῖον καὶ τετυρωμένον» (=συμπαγὲς καὶ στερεό), «γέφυρα καὶ κλίμαξ», «οὐρανὸς καὶ πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν», «νυμφὼν καὶ παστάς τοῦ Λόγου», «ἄμπελος ἀληθινή» εἶναι μερικὲς μόνον ἀπὸ τὶς ὑπέροχες ποιητικὲς συλλήψεις τοῦ ἐμπνευσμένου δημιουργοῦ τοῦ Κανόνος στὴν προσπάθειά του νὰ ἀποδώσῃ τὸ ἀσύγκριτο μεγαλεῖο τῆς παρθενικῆς δόξης καὶ τὴν ἀνεκτίμητη προσφορά της στὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.

Εἶναι γνωστὴ ἄλλωστε ἡ τακτικὴ τῶν ποιητῶν, ἀπὸ τὸν Ὅμηρο κιόλας, νὰ χρησιμοποιοῦν γιὰ τὴν περιγραφή τους οἰκεῖες ἀπὸ τὴν φύση εἰκόνες, ὥστε νὰ ἐπιτυγχάνουν μεγαλύτερο αἰσθητικὸ ἀποτέλεσμα καὶ νὰ καθιστοῦν τὸ περιγραφόμενο πιὸ προσιτὸ στὸ «κοινό» των.

Εἶναι ὡστόσο ἀξιοθαύμαστο ὅτι, παρ’ ὅλον ὅτι ὁ ὑμνογράφος ἐξαντλεῖ σχεδὸν τὶς ἀναφορές του στὴν φύση, προκειμένου νὰ ζωντανέψῃ καλύτερα τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου στὰ μάτια μας, ὁμολογεῖ ἐν τέλει ὅτι «ῥητορεύουσα οὐ σθένει γλῶσσα, Δέσποινα, ὑμνολογῆσαί σε». Παραδέχεται κοινῶς ὅτι καὶ ὁ πλέον δεινὸς ρήτορας καὶ ὁ πλέον θεόπνευστος ὕμνος «ἡττῶνται» στὴν ἀπόδοση τοῦ μυστηρίου τῆς θεϊκῆς συλλήψεως ἀλλὰ καὶ στὴν περιγραφὴ τῆς παρθενικῆς μεγαλειότητος.

Σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐξαίρετες αὐτὲς περιγραφές του ὁ ὑμνογράφος καλεῖ τὴν Παρθένο «ὀσφράδιον τοῦ πάντων Βασιλέως», δηλ. ἄρωμα, εὐωδία τοῦ Βασιλιά τῶν ὅλων Χριστοῦ. Ὡς γνωστὸν τὸ ὀσφράδιον ἦταν ἀρωματικὸ φυτὸ ἤ οὐσία ποὺ ἔφεραν μαζί των οἱ βασιλεῖς στὸ Βυζάντιο, ὅταν εἰσέρχονταν στὸ «ἱπποφόρβιον», στὸν στάβλο τῶν ζώων, γιὰ νὰ ἀντέξουν τὴν δυσοσμία τοῦ χώρου. Ἐπίσης εἶχε ἰατρικὴ χρήση, καθ’ ὅτι, λόγῳ τῆς ἔντονης καὶ εὐχάριστης μυρωδιᾶς του, ἐχρησιμοποιεῖτο γιὰ τὴν ἐπαναφορὰ τῶν λιποθυμισμένων!

«Ὀσφράδιον» λοιπὸν ἀποκαλεῖται ἡ Παναγία μας, φυτὸ ἀρωματικὸ καὶ εὐωδιαστὸ ποὺ ἀνέπεμψε τὴν εὐωδία του καὶ σκόρπισε τὸ ἄρωμά του μέσα σὲ ἕνα ῥυπαρὸ περιβάλλον, ὅπου βλάστησε καὶ ἄνθισε. Ἀλλὰ πῶς κατάφερε, ἀλήθεια, ἡ Παναγία μας νὰ εὐωδιάσῃ στὸ δύσοσμο καὶ κακόφημο περιβάλλον τῆς Ναζαρέτ; («ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι;» Ἰωάν., Α’ 46). Οἱ σύγχρονοι παιδαγωγοὶ ποὺ ἐξαίρουν -ὀρθῶς- τὴν σημασία τοῦ περιβάλλοντος γιὰ τὴν ἀνατροφὴ καὶ τὴν ἐξέλιξη τοῦ νέου ἀνθρώπου θὰ δυσκολεύονταν σίγουρα νὰ δώσουν μιὰν ἀπάντηση!

Ἦταν μάλιστα τόσο μεγάλη ἡ διαφθορὰ καὶ τόσο προχωρημένη ἡ σήψη καὶ στὴν μικρὴ Ναζαρὲτ καὶ στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Παλαιστίνης τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, ὥστε δὲν ὑπῆρχε ἄνθρωπος καθαρὸς νὰ ἐνεργήσῃ τὸ σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων! Καὶ αὐτὸ δὲν ἦταν καθόλου ὑπερβολή, ἐὰν σκεφτοῦμε τὴν κατάσταση ποὺ περιγράφουν οἱ Εὐαγγελιστὲς καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τὴν παρανομία, τὴν ἀσωτεία, τὴν πορνεία καὶ τὶς ἄλλες ἠθικὲς παρεκτροπές, μὲ τὶς ὁποῖες βρέθηκε ἀντιμέτωπος ὁ Κύριος.

Ζώντας μέσα στὶς πραγματικὰ ἀντίξοες αὐτὲς συνθῆκες, πῶς μπόρεσε ἀλήθεια ἡ Μαριὰμ νὰ μὴν παρασυρθῆ καὶ νὰ διατηρηθῆ μακρυὰ ἀπὸ τὶς κακές ἐπιρροές; Ἡ ἀπάντηση εἶναι ὅτι ἡ Παναγία ἔζησε μέσα στὸν κόσμο ἀλλὰ δὲν ὑπῆρξε μία «ἐκ τοῦ κόσμου», δὲν ἐπηρεάστηκε δηλαδὴ ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Σὲ αὐτὸ συνετέλεσαν ἀσφαλῶς τὸ οἰκογενειακό της περιβάλλον καὶ τὸ παράδειγμα τῶν εὐσεβῶν καὶ συνετῶν γονέων της, ὅσο καὶ ἡ φροντίδα των νὰ ἐξασφαλίσουν γιὰ τὸ παιδί των ἕνα ἀντίστοιχο περιβάλλον, ὅταν πλέον ἐκεῖνοι θὰ εἶχαν φύγει ἀπὸ τὴν ζωή. Γι’ αὐτὸ μεταφύτευσαν τὸ βλαστάρι των στὸ πλέον κατάλληλο γιὰ τὸ μεγάλωμά του ὑγιὲς περιβάλλον τοῦ «οἴκου τοῦ Κυρίου», ὅπου ἡ Παναγία διατήρησε καὶ αὔξησε τὶς καλὲς συνήθειες τοῦ σπιτιοῦ της, τὴν προσευχή, τὴν νηστεία καὶ τὰ ἔργα ἐλέους, μὲ ἀποτέλεσμα ὄχι μόνον νὰ μὴν διαφθαρῆ ἀπὸ τὶς ἐξωτερικὲς κακὲς συνθῆκες ἀλλὰ καὶ νὰ ἀνθίσῃ καὶ νὰ καρποφορήσῃ ἀκόμα περισσότερο.

Ἔτσι τὸ ἄρωμα ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὰ καλά της ἔργα ἀναδύθηκε «εἰς τὰ ἄνω» καὶ ἡ πνευματική της εὐωδία συγ-κίνησε τὸν οὐράνιο Πατέρα, ὥστε νὰ τὴν ἐπιλέξῃ ὡς Μητέρα τοῦ Κυρίου καὶ ὄχημα τῆς δικῆς μας σωτηρίας. «Δὲν εἶχε ἐκείνη ἡ γενεὰ τῶν ἀνθρώπων κανέναν ἰσάξιο μὲ τὴν καθαρότητα τῆς Μαρίας, γιὰ νὰ δεχθῆ τὴν ἐπενέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος» (Μέγας Βασίλειος). Ἡ καθαρότητα καὶ ἡ ἁγνότητά της ἀλλὰ πρὸ πάντων ἡ ταπείνωση καὶ ἡ ὑπακοή της στὸ θέλημα τοῦ Οὐρανοῦ εὐαρέστησαν στὸν Θεὸ καὶ προσέλκυσαν τὴν θεία χάρη στὸ πρόσωπό της.

Ἑπομένως, ἐὰν ἡ Παναγία μπόρεσε μὲ τὸν δικό της προσωπικὸ ἀγῶνα καὶ τὴν συνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νὰ διατηρήσῃ τὴν εὐοσμία της σὲ ὅλη τὴν ἐπίγεια πορεία της καὶ νὰ καλύψῃ μὲ τὸ ἄρωμα τῆς ψυχῆς της καὶ τὴν ἁγνότητα τοῦ σώματός της τὴν δυσοσμία τοῦ κόσμου τῆς ἁμαρτίας, ἐμεῖς ἄραγε δὲν μποροῦμε νὰ κάνωμε τὸ ἴδιο στὴν ἐποχή μας; Μήπως καὶ ὁ δικός μας κόσμος δὲν ὄζει ἀπὸ τὶς ποικίλες δυσοσμίες καὶ δὲν βρίθει ἀπὸ παράνομα ἔργα καὶ ἀσεβεῖς πράξεις; Πῶς θὰ μπορέσωμε ὅμως νὰ ζήσωμε μέσα σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο καὶ νὰ ἀντέξωμε τὴν δυσοσμία του, ἐὰν δὲν καταστοῦμε καὶ ἐμεῖς «ὀσφράδια», ὅπως ἡ Παναγία; Ἐὰν δὲν ξεῥιζώσωμε τὸ μεγαλύτερο καρκίνωμα, τὸ ἐγώ μας, καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους κακοήθεις ὄγκους τῆς ἁμαρτίας, ποὺ ἀρρωσταίνουν τὴν ψυχή καὶ τὸ σῶμα μας;

Ἐὰν δὲν εὐωδιάσωμε οἱ ἴδιοι ἐσωτερικά, ὥστε τὸ ἄρωμά μας νὰ διαχυθῆ στὸν ἔξω κόσμο καὶ νὰ τὸν ἀρωματίσῃ, πῶς θὰ ὑπομείνωμε τὴν ὅλο καὶ αὐξανόμενη δυσωδία γύρω μας; Ἐὰν δὲν κατευθυνθῆ ἡ προσευχή μας ὡς θυμίαμα πρὸς τὸν Οὐρανό, πῶς θὰ προσελκύσωμε τὴν χάρη Του; Ἐὰν δὲν ἐξαγορευτοῦμε τὰ ἁμαρτήματά μας καὶ ἐὰν δὲν κοινωνήσωμε τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Κυρίου μας «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καὶ εἰς ζωὴν αἰώνιον», πῶς θὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὸν βόρβορο καὶ τὴν σαπίλα ποὺ μᾶς πνίγει; Ἀπὸ ποῦ θὰ ἀντλήσωμε δύναμη καὶ πῶς θὰ τραφοῦμε, ἐὰν ὄχι ἀπὸ τὶς πλουσιοπάροχες δωρεές Του;

Ἐὰν δὲν θέλωμε νὰ μαραθοῦμε πνευματικὰ καὶ σωματικά, δὲν ἔχομε παρὰ νὰ ἀκολουθήσωμε τὸν δρόμο τῆς Παναγίας μας, ἐκείνης ποὺ ἔγινε «τὸ ρόδον τὸ ἀμάραντον», «τὸ μῆλον τὸ εὔοσμον» καὶ «τὸ ἡδύπνοον κρίνον». Νὰ γίνωμε καὶ ἐμεῖς «Χριστοῦ εὐωδία», ποὺ θὰ ἀναβλύζωμε ἄρωμα ἀπὸ τὰ βάθη τῆς μετανοημένης μας ψυχῆς, ὥστε νὰ διαχέεται ἔξω μας καὶ γύρω μας ἡ εὐχάριστη μοσχοβολιὰ ποὺ θὰ εἶναι τόσο δυνατὴ καὶ ἔντονη, ὥστε νὰ ὑπερκαλύπτῃ τὶς δυσώδεις ἀποφορὲς τοῦ κόσμου.

Ἔτσι, ἀναζωογονημένοι ἀπὸ τὶς πνευματικὲς ὀσμὲς καὶ ἀπὸ τὶς φυσικὲς μοσχοβολιὲς ποὺ σκορπίζονται στὴν ἀτμόσφαιρα αὐτὴν τὴν περίοδο, θὰ φθάσωμε καὶ στὴν εὐωδία τῆς ἄλλης, τῆς ἀναστημένης ζωῆς, ποὺ εἴθε νὰ μᾶς συμπαρασύρῃ ὅλους στὰ μεθυστικά της ἀρώματα. Γένοιτο!

Advertisement

ΦΟΒΑΜΑΙ ΤΗΝ ΓΝΩΜΗ ΣΟΥ…

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Γιατί οι άνθρωποι δυσκολευόμαστε να αποδεχτούμε ότι ο άλλος έχει διαφορετική άποψη από εμάς, διαφορετικές επιλογές, συχνά δεν θέλει να συμπορευτεί μαζί μας, με αποτέλεσμα να μας κουράζει και μόνο η ιδέα να προσπαθήσουμε να συνθέσουμε κάτι το καινούργιο ή να αφήσουμε τον άλλον να ακολουθήσει τον δρόμο του, ακόμη κι αν δεν περνά από τον δικό μας; Δεν εννοούμε σε θέματα ανατροφής των παιδιών ή σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας. Δεν μπορούμε, για παράδειγμα, να αφήσουμε αντιδημοκρατικές συμπεριφορές να επικρατήσουν στο όνομα της πολυφωνίας και της ανοχής, εάν αυτές απειλούν την ζωή, την ασφάλεια, το ήθος της κοινωνίας, αν δηλαδή εκφράζονται με βία και απανθρωπιά. Από την άλλη, πόσο εύκολο είναι πάντοτε το να ορίσουμε πού ακριβώς έγκειται το όριο μεταξύ δημοκρατικού και μη; Το ίδιο συμβαίνει και στην σχέση γονέων και παιδιών. Οι γονείς έχουν τον τελικό λόγο σε ζητήματα ανατροφής, επιτρεπτής και μη συμπεριφοράς των παιδιών τους, ακόμη κι αν αυτά μπορεί να διαμαρτύρονται ή να αρνούνται να αποδεχτούν τις απόψεις των γονέων τους. Όμως κι εδώ τα όρια δεν είναι πάντοτε ευδιάκριτα στο τι μπορεί να επιτρέπεται και τι μπορεί να αποτελεί φόβο τον γονέων για την γνώμη ή τις πιθανές επιλογές του παιδιού τους, ιδίως κατά την εφηβεία.

Γενικότερα, οι άνθρωποι αισθανόμαστε ασφαλείς σε περιβάλλοντα στα οποία η δεδομένη αίσθηση του «ανήκειν» ταυτίζεται με το «συμφωνείν».  Δεν έχουμε εκπαιδευτεί στο «διαλέγεσθαι». Φοβόμαστε ότι η ελευθερία του άλλου είναι αμφισβήτηση στην αυθεντία μας ή σε ό,τι έχουμε φτάσει να πιστεύουμε ως σωστά και αυτονόητα. Γιατί όμως να μην είναι; Γιατί να μην μπορούμε να απολαύσουμε την πρόκληση του να επαναδιαμορφώσουμε την επιχειρηματολογία μας, την αίσθηση του σωστού και του λανθασμένου, να μην ασκήσουμε την ευλογία της αγάπης, η οποία ξεκινά από την απόφαση να σεβαστούμε την ελευθερία του άλλου, το πρόσωπό του, να μπορέσουμε να κατανοήσουμε εν ταπεινώσει και τα δικά μας όρια, αλλά και να μιμηθούμε τον Χριστό, ο Οποίος κανέναν δεν υποχρέωσε να Τον ακολουθήσει, οριοθέτησε στο ράπισμα που έλαβε από τον υπηρέτη του αρχιερέα Άννα την στάση που καλούμαστε να ακολουθήσουμε με την φράση «ει κακώς ελάλησα, μαρτύρησον περί του κακού . ει δε καλώς, τι με δέρεις;» (Ιωάν. 18,23), αλλά και σιώπησε στην εσκεμμένη αδυναμία των εχθρών Του να Τον κατανοήσουν.
 
Φοβόμαστε την γνώμη των άλλων, διότι δεν είμαστε βέβαιοι για την δική μας. Το «εγώ» μας έχει ανάγκη από την αποδοχή του άλλου, και μάλιστα εκείνου στον οποίο υπολογίζουμε, εκείνου με τον οποίο σχετιζόμαστε, διότι αισθανόμαστε πως οτιδήποτε λιγότερο είναι χτύπημα κατά της αξιοπιστίας και της προσωπικότητάς μας. Δεν μπορούμε να καταλάβουμε πως είναι τελικά ευλογία η οριοθέτηση των δυνατοτήτων μας και η ευκαιρία να αγαπήσουμε πέρα από τις όποιες απόψεις.
 
Κάποτε, και στον εκκλησιαστικό χώρο, υπάρχει ο φόβος της γνώμης του άλλου. Εκτός όμως από την οριοθέτηση της αλήθειας, που είναι χρέος όσων πιστεύουμε, πρέπει να απομένει η αγάπη. Η αμφισβήτηση μπορεί να είναι και μια αγωνία πως δεν έχουμε καταφέρει να βοηθήσουμε στην διάκριση της αλήθειας. Ότι ο λόγος μας δεν συναντά τον πλησίον, ίσως γιατί εμείς δεν τον διατυπώνουμε καθαρά ή δεν τον υπερασπιζόμαστε με την ζωή μας. Ας το δούμε με ταπείνωση.

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 29 Μαρτίου 2023

Πηγή: Βήματα

Ξεφτίλισε ὁ Χριστὸς τὸν παράδεισο

Ξεφτίλισε ὁ Χριστὸς τὸν παράδεισο βάζοντας μέσα ληστές, τελῶνες, πόρνες -ἔτσι λέει ὁ κόσμος. Μὰ λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Λάθος! Τὸν καλὸ γιατρό, πότε τὸν θαυμάζουμε; Ὅταν θεραπεύει ἀνίατες ἀσθένειες. Ἔτσι λοιπὸν στὴν περίπτωση τοῦ Χριστοῦ μας, τὸν θαυμάζουμε γιατὶ θεράπευσε τὰ ἀνίατα ψυχικὰ τραύματα τοῦ τελώνη, τοῦ ληστῆ, τῆς πόρνης. Ἔτσι, ἀναβάθμισε τὸν παράδεισο, θὰ λέγαμε…

π.Ιωσήφ Αγιορείτης της Βίγλας

Πηγή: ομάδα viber «Πνευματικά μηνύματα»

ΧΑΙΡΕΤΑΣ ΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ;

π. Δημητρίου Μπόκου

«Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε»

Ο δεκαεννιάχρονος βρετανός τουρίστας Λέβισον Γουντ, οπαδός των ακραίων αθλημάτων (extreme sports), φιλοδοξώντας να διασχίσει πεζός τις άγνωστες και άγριες περιοχές των Ιμαλαΐων, βρέθηκε, λόγω των πολεμικών αντιπαραθέσεων στην περιοχή, εγκλωβισμένος στα αφιλόξενα μέρη του Νεπάλ. Αλλά τον βοήθησε ο Μπίνοντ, ένας συνομήλικός του ντόπιος νεαρός που βρέθηκε μπροστά του. Τον έκρυψε για βδομάδες στο σπίτι του και τον φυγάδευσε με ασφάλεια. Οι δυο νέοι συνδέθηκαν με φιλία.

Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, ο βρετανός ξαναβρέθηκε στα μέρη εκείνα, επαναλαμβάνοντας την προσπάθειά του να διασχίσει με τα πόδια κατά μήκος τα Ιμαλάια, μια απόσταση 2.735 χιλιομέτρων (ή 4.000.000 βημάτων) από το Αφγανιστάν δυτικά μέχρι το βασίλειο του Μπουτάν ανατολικά, μέσα από πανέμορφες περιοχές, αλλά και άκρως επικίνδυνες, λόγω των υψηλών φυσικών δυσκολιών και της εμπόλεμης κατάστασης μεταξύ των εγχώριων φυλών. Το όλο εγχείρημα αποτυπώθηκε σε πέντε ντοκιμαντέρ με τίτλο: “Walking the Himalayas” (Περπατώντας τα Ιμαλάια).

Συνοδός του στο μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής ήταν ο ιθαγενής φίλος του, ο Μπίνοντ. Το πρόγραμμα του βρετανού ήταν να περάσουν οπωσδήποτε και από το χωριό του σωτήρα του, κοντά στην πόλη Ποκάρα του Νεπάλ, να χαιρετήσει και την οικογένειά του. Η συγκίνηση ήταν πολύ μεγάλη, όταν ο βρετανός αγκάλιαζε τα τρία παιδιά του Μπίνοντ και την Τσάντρα, τη σύζυγό του, που με κίνδυνο της ζωής της πριν από δεκατέσσερα χρόνια έκρυψε και περιποιήθηκε τον νεαρό άγνωστο ξένο στο φτωχικό της. Τα μάτια της φτωχής γυναίκας γέμισαν δάκρυα, όταν με το καλωσόρισμα τον έσφιξε στην αγκαλιά της. «Χαίρομαι πολύ που ήρθες μετά από τόσον καιρό», ήταν τα λόγια που επαναλάμβανε συγκινημένη. Μια βαθειά ανθρωπιά ξεχείλιζε απ’ τις καρδιές και ακτινοβολούσε στα ανυπόκριτα χαμόγελά τους.

Μια άλλη γυναίκα όμως, ταπεινή, φτωχή και κατά κόσμον ασήμαντη κι αυτή, φρόντισε, περιποιήθηκε και έκλεισε στην αγκαλιά της με απέραντη αγάπη, όχι μόνο έναν άνθρωπο, αλλά τον κόσμο ολόκληρο. Έκανε παιδί της τον κάθε άνθρωπο. Έγινε μάνα του ορφανεμένου, προστασία του κατατρεγμένου, σκέπη του φτωχού, παρηγοριά του αρρώστου. «Πάντων θλιβομένων η χαρά και αδικουμένων προστάτις και πενομένων τροφή…». Η Παναγία μητέρα μας!

Συγκατένευσε στη θεϊκή πρόσκληση να συνδράμει στη σωτηρία του κόσμου. Μα δεν αρκέστηκε στο να παραχωρήσει απλώς την αμόλυντη σάρκα της στον Υιό του Θεού για να γίνει και Υιός του ανθρώπου, δικός της γιος. Προχώρησε παραπέρα. Επιδίωξε μια απολύτως ενεργό μητρική σχέση με τον καθένα μας χωριστά. Ο Υιός της μας καταδέχθηκε «και ουκ επαισχύνεται» να μας ονομάζει αδελφούς του. Και η Μητέρα του θεώρησε αυτομάτως δικά της παιδιά όλους τους αδελφούς του Υιού της. Μας υιοθέτησε χωρίς δεύτερη σκέψη. Άνοιξε την πλατειά, ζεστή, πλούσια καρδιά της και μας έκλεισε όλους στοργικά στη μεγάλη της αγκαλιά.

Και η αγάπη της είναι αληθινή, πέρα από κάθε φαντασία. Γιατί η ίδια ξεπέρασε τα ανθρώπινα μέτρα, έσπασε το φράγμα του πεπερασμένου του ανθρώπου, ανυψώθηκε υπεράνω «πάσης κτίσεως». Κατάφερε να χωρέσει πραγματικά μέσα στην απροσμέτρητη αγάπη της τον κάθε άνθρωπο σαν μάνα του αληθινή κι ακόμα περισσότερο. Γιατί αγάπησε με τον τρόπο που αγαπάει ο Θεός. Φυσικό γι’ αυτήν που άγγιξε τα δευτερεία της Αγίας Τριάδος και έγινε «μετά Θεόν η Θεός». Και όπως είναι γνωστό, ο Θεός αγαπάει ασυγκρίτως περισσότερο και από τη φυσική μάνα (Ησ. 49, 15). «Και της φυσικής φιλοστοργίας ανώτερός εστιν ο έλεος του Θεού» (Άγ. Ιω. Χρυσόστομος). «Υπάρχει στον κόσμο μεγαλύτερη αγάπη από την αγάπη της μάνας; Είναι δυνατόν μια μητέρα να μη λυπηθεί το παιδί της; Να το ξεχάσει; Αλλά εγώ, λέγει ο Κύριος, σας έχω αγάπη που υπερβαίνει απείρως την αγάπη της μητέρας προς το παιδί της» (Άγ. Ιω. της Κρονστάνδης).

Με παρόμοιο τρόπο αγαπάει και η Παναγία. Έγινε η «Πλατυτέρα των ουρανών». Χωράμε όλοι μέσα στην αγκαλιά της. Πόσα έχει κάνει μέχρι τώρα για μας; Και πόσα συνεχίζει αδιάκοπα, κάθε μέρα, να κάνει; Μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία τα χέρια της θα είναι υψωμένα διαρκώς για χάρη μας προς τον Υιό της. Στα μάτια της τρέχουν ασταμάτητα τα δάκρυα για όσα παιδιά της υποφέρουν στην άβυσσο. Γι’ αυτό και όταν βλέπει τα παιδιά της να τη θυμούνται, χαίρεται αφάνταστα. Κλαίει από χαρά όταν τα βλέπει να επιστρέφουν ξανά κοντά της, να την επισκέπτονται για να της πουν την καλημέρα τους.

Τί θέλει μια μάνα από τα παιδιά της; Να τη θυμούνται λιγάκι. Να περνούν από την πόρτα της για μια απλή καλημέρα. Δεν θέλει περισσότερα και η Παναγία μας. Αν η απλοϊκή καλόκαρδη Τσάντρα χάρηκε τόσο πολύ, που ένας ξένος ένιωσε την ανάγκη να περάσει από την πόρτα της για να τη χαιρετήσει και να την ευχαριστήσει, πόσο χαίρεται η στοργική μάνα μας, η Παναγία, όταν βλέπει να την καλημερίζουν τα παιδιά της;

Και πώς λέμε την καλημέρα μας στην Παναγία; Πώς τη χαιρέτησε ο Αρχάγγελος; «Χαίρε, Κεχαριτωμένη Μαρία, ο Κύριος μετά σου». Και πάνω στον αρχαγγελικό αυτόν ασπασμό ο μεγάλος Ρωμανός ο μελωδός στιχούργησε μεγαλόπνοα τον θεσπέσιο θεομητορικό του ύμνο,τους Χαιρετισμούς. Και έγιναν οι Χαιρετισμοί, ο Ακάθιστος Ύμνος, το αγαπημένο τραγούδι της Παναγίας μας. Αυτό που θέλει να ακούει περισσότερο από μας. Να λοιπόν, πώς μπορούμε να χαιρετάμε καθημερινά την πανύμνητη μητέρα μας.

Η ίδια φανερώθηκε πολλές φορές σε άγιες ψυχές και δήλωσε καθαρά, ότι την ευχαριστεί πολύ να τη χαιρετούν τα παιδιά της με τον τρόπο αυτόν. «Όποιος με χαιρετάει μια φορά την ημέρα με τους Χαιρετισμούς, τους οποίους πολύ αγαπώ, θα τον προστατεύω, θα τον διαφυλάττω από κάθε κακό, θα τον προσέχω σε όλη τη ζωή του και κατά την ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας θα τον υπερασπισθώ μπροστά στον Υιό μου».

Και πράγματι! Ακόμα και ληστές έλεγαν κάθε μέρα το «Χαίρε» του αγγέλου προς την Παναγία και εκείνη τους προστάτευε από τη μισανθρωπία του δαίμονα. Η Χάρη της δεν επέτρεπε στην κακία του να τους αγγίξει. Η μητέρα μας αγρυπνάει για όλα τα παιδιά της.

Οι άγιοι αγαπούσαν ιδιαίτερα την Παναγία μας και καθημερινά την τιμούσαν με τους Χαιρετισμούς. Και μάλιστα τους έλεγαν όχι μόνο μία, αλλά πολλές φορές την ημέρα.

Ας θυμούμαστε κι εμείς καθημερινά τη Μητέρα μας. Και ας μην παραλείπουμε ποτέ να της λέμε την καλημέρα μας με τα θαυμάσια «Χαίρε» των Χαιρετισμών. Είναι τόσο εύκολο να τους λέμε είτε το βράδυ στο Μικρό Απόδειπνο, είτε χωριστά κάποια άλλη στιγμή. Και η Παναγία θα γίνεται όλο και περισσότερο φωτοδόχος λαμπάδα στη ζωή μας, «ακτίς νοητού ηλίου» και «βολίς του αδύτου φέγγους» στη ζοφερή νύχτα που ο άρχοντας του σκότους επιχειρεί να απλώσει στις ψυχές και στον κόσμο μας, ιδιαίτερα τώρα.

Ας μη λείψει ποτέ από το στόμα μας η γεμάτη θάμβος προσφώνηση του θεοφώτιστου μελωδού:

«Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε»!

Παρασκευή Ακαθίστου 3 Απριλίου 2020

«Αντιύλη». Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, Πρέβεζα

Τηλ. 26820 23075/25861/6980 898 504. E-mail: antiyli.gr@gmail.com