ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (3ο)

Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Δαιμονισμένος καί δαιμονικό φρόνημα

Ὁ δαιμονισμένος ἄνθρωπος πού μᾶς περιέγραψε ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος, ὑπέφερε κυριολεκτικά ἀπό τή βαρβαρότητα τοῦ σατανᾶ, πού «φιλοξενοῦσε» μέσα του. Τόν πετοῦσε στή φωτιά γιά νά τόν κάψει, στό νερό γιά νά τόν πνίξει καί ἄλλα πολλά καί φοβερά! Ὅμως ὁ δαιμονισμένος ὅταν δέν βρίσκεται σέ «κρίση», μπορεῖ νά ἀγωνίζεται γιά τή σωτηρία του, νά προσεύχεται, νά ἐκκλησιάζεται, νά ἐξομολογεῖται, νά κοινωνεῖ, κάτι πού δέν κάνει αὐτός πού εἶναι «ἄπιστος καί διεστραμμένος» (Μτ.17:17). Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι καλύτερα ἄνθρωπος δαιμονισμένος, παρά  «ἄπιστος καί διεστραμμένος», παρά ἄνθρωπος πού  ἔχει φρόνημα, νοῦ, σκεπτικό τοῦ διαβόλου! Ἄλλον, λοιπόν, δαιμονισμένο νά φοβόμαστε καί νά λυπούμαστε!

«Πές τό ἅγιος Θεός» εἶπαν σέ ἕνα διάβολο. Τό εἶπε. «Πές τό ἅγιος Ἰσχυρός», τό εἶπε. Πές τό «Ἅγιος Ἀθάνατος». Τό εἶπε. «Πές καί τό ἐλέησον ἡμᾶς!». «Ὄχι, δέν τό λέω!». Δέν ἤθελε νά ζητήσει τό ἔλεος τοῦ Κυρίου, γιατί δέν ἤθελε τή σωτηρία του. Εἶναι ταυτισμένος μέ τό θάνατο. Κάτι ἀνάλογο μπορεῖ νά συμβεῖ καί μέ τόν ἄνθρωπο: Νά μή νοιάζεται καί αὐτός οὔτε στό ἐλάχιστο γιά τή σωτηρία του· νά ἔχει διαβολικό φρόνημα. «Ὅταν οἱ δαίμονες κυριαρχήσουν στήν ψυχή μας καί μᾶς σκοτίσουν τόν νοῦ, δέν ὑπάρχει πλέον σέ ἐμᾶς τούς ἀθλίους οὔτε ἐπαγρύπνηση, οὔτε διάκριση, οὔτε αὐτογνωσία, οὔτε ντροπή, ἀλλά ἀναισθησία, τυφλότητα, ἀναλγησία (= ἀσπλαγχνία, σκληροκαρδία) (Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Λόγος 26: 7). Εἶναι ὅ,τι τό χειρότερο μπορεῖ νά κάνει ὁ διάβολος στόν ἄνθρωπο! Μέ ἄλλα λόγια, εἶναι καλύτερα νά σοῦ ἐμφανισθεῖ πρός στιγμή ὁ διάβολος μπροστά σου, αὐτοπροσώπως καί νά σέ κατατρομάξει, παρά νά ἀποκτήσεις τό φρόνημά του. Εἶναι ἀκόμα καλύτερα νά εἰσέλθει (ὁ διάβολος) μέσα στό σῶμα σου, νά γίνεις «δαιμονισμένος» καί νά βασανίζεσαι, ὅπως βασανίζονταν οἱ δαιμονισμένοι πού περιγράφονται στά Ἅγια Εὐαγγέλια ( Μτ. 8:28. Μκ. 9:18. Λκ. 8:29) παρά νά γίνεις ὅμοιος μέ αὐτόν στό «μυαλό» καί στήν «καρδιά».[1]

Αὐτό τό φρόνημα τό ἀποκτοῦν, ὅσοι ὑπηρετοῦν τό διάβολο (μέ τίς βαριές ἁμαρτίες καθώς ἐπίσης μέ τό ξεμάτιασμα, μέ τά μάγια, μέ τά μέντιουμ, εἴτε ἀκόμα μέ τήν ἁπλῆ παρακολούθηση διαφόρων σατανικῶν παιγνιδιῶν κ.λ.π.). Τό ἀποκτοῦν ἀκόμα καί ὅσοι (φεῦ!) ἐργάζονται στήν Ἐκκλησία, χωρίς συναίσθηση καί φόβο, καί πρωτίστως ὅσοι κοινωνοῦν ἀνάξια!   Μάλιστα δέ, ὁ πιό εὔκολος δρόμος γιά νά εἰσέλθει ὁ διάβολος στήν ψυχή τοῦ χριστιανοῦ, εἶναι ἡ ἀνάξια συμμετοχή του στή Θεία Εὐχαριστία· «τοῖς ἀναξίως μετέχουσι τούτοις μάλιστα ἐπιπηδᾶ καί ἐπιβαίνει συνεχῶς ὁ διάβολος» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἰς τήν προδοσίαν τοῦ Ἰούδα Α΄ P.G: 49: 380). Παράδειγμα ὁ Ἰούδας: Μόλις κοινώνησε «ἐμπῆκε μέσα του ὁ σατα­νᾶς!» (Ἰω. 13:27)· Ἡ ψυχή του παραδό­θηκε ἐξ ὁλοκλήρου στή «διαχείριση» τοῦ σατανᾶ, ἀποκτώντας ἔτσι «νοῦ», φρόνημα δια­βόλου! Μιά φορά κοινώνησε ἀνάξια, καί ὅμως ὁ διάβολος ἅρπαξε τήν εὐκαιρία καί μπῆκε μέσα του καί τόν νέκρωσε παντελῶς! Ἄν κοινωνοῦσε καί δεύτερη καί τρίτη φορά κ.ο.κ., σκεφθεῖτε πόσο πιό πολύ θά δαιμονιζόταν καί θά νεκρωνόταν ἡ ψυχή του! Σκε­φθεῖτε τώρα πόσο (φεῦ!) «δαιμονίζεται», νεκρώ­νεται, ἀλλοτριώνεται, διαστρέφεται ὁ ὁποιοσδή­ποτε ἤ λαϊκός ἤ μοναχός ἤ διάκονος ἤ ἱερέας ἤ ἀρχιερέας πού πάλιν καί πολλάκις κοινωνεῖ ἀνάξια!

Τό ἴδιο (ἀλλά  σέ λιγότερο βαθμό) ἰσχύει καί ὅταν «μεταχειριζόμαστε» ἀνάξια καί τά ἄλλα «Ἅγια» τῆς Ἐκκλησίας: Ὅταν μπαίνουμε στόν πανάγιο Οἶκο τοῦ Κυρίου μέ τήν ἴδια «εὐλάβεια», πού μπαίνουμε καί σέ ἕνα  super market· ὅταν ἐργαζόμαστε μέσα στόν ἱερό χῶρο τῆς ἐκκλησίας μέ τήν ἴδια ἄνεση, πού δουλεύουμε καί σέ ἕνα cafe bar· ὅταν παρακαλουθοῦμε τό πιό κορυφαῖο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας μας, τή Θεία Λειτουργία, χωρίς φόβο Θεοῦ· ὅταν, ὅταν, ὅταν· τότε ἀνοίγουμε τήν πόρτα στήν ψυχῆς μας στό διάβολο! Καί αὐτός ἁρπάζει τήν χρυσῆ αὐτή εὐκαιρία, καί εἰσέρχεται μέσα μας! Ἀποκτώντας ἔτσι καί ἐμεῖς πού κινούμαστε μέσα στήν Ἐκκλησία, φρόνημα διαβόλου! Μέ ἀποτέλεσμα νά μήν νοιαζόμαστε καθόλου γιά τήν ψυχή μας καί γιά  τήν σωτηρία μας! (Ἄς μήν ξεχνᾶμε ὅτι, τό « ὤ γενεά ἄπιστη καί διεστραμμένη» (Μτ. 17:17), καθώς ἐπίσης καί τά φοβερά «οὐαί» (Μτ. 23:13-33) εἰπώθησαν στούς γραμματεῖς καί φαρισαίους πού ὑπηρετοῦσαν τό Θεό!). «Ποτέ δέν σᾶς γνώρισα σάν δικούς Μου. Χαθῆτε ἀπό μπροστά Μου. Γιατί σεῖς στήν πραγματικότητα ὑπηρετούσατε τήν ἀνομία» (Μτ. 7:23. Λκ. 13:27), θά μᾶς εἰπεῖ ὁ Κύριος ἀνήμερα τῆς Κρίσεως! «Στῶμεν, καλῶς, στῶμεν μετά φόβου», πρός σωτηρία τῶν ψυχῶν ἡμῶν!

[1] «Νά τόν παραδώσουμε στό Σατανᾶ, γιά νά βασανισθεῖ τό σῶμα του, ὥστε νά σωθεῖ τό πνεῦμα του», εἶπε ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιά τόν αἱμομίκτη τῆς Κορίνθου  (Α΄ Κορ. 5:5). Πρᾶγμα πού σημαίνει, ὅτι οἱ δαιμονισμένοι ἐπειδή βασανίζονται σωματικά ἀπό τό διάβολο, θά ἔχουν ἔλεος ἀπό τόν Κύριο! Γι’αὐτό καί μερικοί ἀπό τούς Ὁσίους μας Πατέρες, ἀπό τή μεγάλη τους ταπείνωση, εὔχονταν νά δαιμονισθοῦν, γιά νά ἔχουν ἔλεος ἀπό τόν Κύριο!

Advertisement

 Ἄγγελος καί ψαλμωδία

Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Λέγεται, ὅτι ἕνας Ἄγγελος Κυρίου κατέβηκε ἐπί γῆς, καί εἰσῆλθε σέ Ναό, ὅπου γινόταν Λειτουργία. Ἀκούγοντας τόν ἕνα  ψάλτη, ἔνιωθε δυσφορία, ἀποστροφή· γύριζε ἀλλοῦ τό πρόσωπό του· λές καί ὀσφραινόταν πτῶμα σέ ἀποσύνθεση!  Καί ὁ ψάλτης ἦταν καλλίφωνος! Ὅμως, ἀκούγοντας τόν ἄλλο ψάλτη, λιγότερο καλλίφωνο, ἀγάλλιαζε ἡ καρδιά του· δέν χόρταινε νά τόν ἀκούει!

Ὁ Ἄγγελος κοιτοῦσε τίς καρδιές τους.  Ὁ πρῶτος  ἔψελνε ἐν ὑπερηφανείᾳ· κραύγασε, βοοῦσε. «Τό δέ βοᾶν καί κραυγάζειν οὐ κατεσταλμένου (ταπεινοῦ) ἤθους, ἀλλά θρασέος ἐστί καί γεγαυρωμένου» (Ἰωάννης Ζωναρᾶς). Καί αὐτό ἦταν γιά τόν Ἄγγελο ἀκαθαρσία, δυσωδία· «ἀκάθαρτος παρά Θεῷ πᾶς ὑψηλοκάρδιος» (Παρ. 16:5). Ὁ δεύτερος  ἔψελνε «μετά πολλῆς προσοχῆς καί κατανύξεως» (ΟΕ΄Πενθέκτης), εὐφραίνοντας τόν Ἄγγελο.

Ὅμως, ψέλνοντας ὁ πρῶτος κενοδόξως,  ἔδινε τροφή στήν  κενοδοξία του, μολύνοντας τήν ψυχή του, ἀλλά καί αὐξάνοντας (φεῦ!)  τήν κενοδοξία του!  Καί ὅσο ἔψελνε κενοδόξως, τόσο μόλυνε τήν ψυχή του, καί μεγάλωνε τό πάθος του! Ψέλνοντας ὁ δεύτερος (ἐν ταπεινώσει) καθάριζε τήν ψυχή του. Καί ὅσο ἔψελνε ἐν ταπεινώσει τόσο τήν καθάριζε! Ἐνῶ ὁ πρῶτος…

 Ἀλήθεια, ὡς Ἱερεῖς, ὅταν ψέλνουμε ἐν ὥρᾳ λατρείας, ἁγιάζουμε τήν ψυχή μας ἤ τή μολύνουμε; Νά ποῦμε καί τό ἄλλο; Ἔχουμε «ἀντιληφθεῖ» τά ἅγια λόγια, πού ἀναπέμπουμε στόν Κύριο; Ἔχουμε συναίσθηση τό τί λέμε;

«Διυλίζετε τόν κώνωπα· προσέχετε πῶς ψέλνετε, ἀλλά δέν προσέχετε τί ψέλνετε!», ἔλεγε ὁ Μ. Βασίλειος πρός τούς κληρικούς (P.G. 32: 765. Διασκευή).

Ἡ ψαλμωδία δέν εἶναι ἐπίδειξη φωνῆς, μουσικῆς, ἀλλά ἐπίκληση θείου ἐλέους.

Πρωί, πρωί εὐχόμαστε στόν Κύριο: «Δός ἡμῖν χάριν καί δύναμιν, ἵνα καταξιωθῶμεν ψάλλειν Σοι συνετῶς!». (Εὐχή ΣΤ΄ Ὄρθρου). Λοιπόν; Προσπαθοῦμε  νά τό  τηρήσουμε; 

https://anastasiosk.blogspot.com/2023/03/blog-post_776.html#more (22-03-2023)

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (3ο)

Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Πόσο ἀξίζει ἡ ζωή μας;

Κάποτε ὁ ἐθνικός ποιητής τῆς Σκωτίας, Ρόμπερτ Μπέρνς (1759-1796) ἔκανε βόλτα σέ μιά παραλία. Δίπλα του ἕνας κύριος παραπάτησε καί ἔπεσε στή θάλασσα. Κολύμπι δέν ἤξερε. Ὁ ποιητής βούτηξε στή θάλασσα, τόν ἔβγαλε ἔξω, τοῦ πρόσφερε τίς πρῶτες βοήθειες, τεχνητές ἀναπνοές, καί ὅτι ἄλλο μποροῦσε νά τοῦ κάνει, τοῦ τό ἔκανε. Ὁ «ναυαγός» σιγά-σιγά ἄνοιγε τά μάτια του, ὥσπου συνῆλθε παντελῶς! Στό τέλος ἔβγαλε ἀπό τό ἐσφραγισμένο δερμάτινο καί γεμᾶτο ἀπό λεφτά πορτοφόλι του, καί τοῦ ἔδωσε ἕνα ἀσήμαντο ποσό (θά λέγαμε ἕνα εὐρώ) σάν δεῖγμα εὐγνωμοσύνης, πού τόν ἔσωσε. Ὅσοι τόν εἶδαν, ἀγρίεψαν! Καί ὅρμησαν γιά νά τόν ξαναρίξουν στή θάλασσα, καί νά τόν πνίξουν! Μέ τό σκεπτικό: Τέτοιοι ἄνθρωποι εἶναι ἀνάξιοι γιά νά ζοῦν! «Ἀφῆστέ τον! (τούς εἶπε ὁ ποιητής). Ξέρει αὐτός καλύτερα ἀπό ἐμᾶς, πόσο πραγματικά ἀξίζει ἡ ζωή του!».

Ὁ Χριστός μᾶς εἶπε: «Τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὁλόκληρο τόν κόσμο, ἀλλά ὑποστεῖ ζημία στήν ψυχή του;» (Μκ. 8:36). Ὅσο ἀξίζει μιά ψυχή δέν ἀξίζει ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Καλύτερα νά γίνει ἐρείπιο ὁλόκληρο τό σύμπαν, παρά νά ζημιωθεῖ σέ κάτι ἡ ψυχή μας!  «Τί μπορεῖ νά δώσει ὁ ἄνθρωπος σάν ἀντάλλαγμα γιά τήν ψυχή του;» (Μκ. 8:37). Λέμε βέβαια ὅτι ἡ ζωή μας (ἡ ψυχή μας) εἶναι ἀνεκτίμητη, ὅμως μέ τά ἔργα μας δείχνουμε ὅτι ἀξίζει ἕνα «εὐρώ». Μέ τά λόγια μας λέμε ὅτι ἡ ζωή μας εἶναι πρᾶγμα ἱερό, ἐνῶ μέ τά ἔργα μας δείχνουμε ὅτι εἶναι (ἡ ζωή μας) πρᾶγμα ἀνίερο.

Ὅμως, ἐφόσον ἡ ζωή μας εἶναι πρᾶγμα ἱερό, θά πρέπει καί τά ἔργα μας νά εἶναι ἀνάλογα μέ τήν ἱερότητα τῆς ζωῆς μας. Δέν μπορεῖ δηλαδή ἀπό τή μιά μεριά νά λέμε ὅτι ἡ ζωή μας εἶναι πρᾶγμα ἱερό καί ἀπό τήν ἄλλη νά ζοῦμε ἁμαρτωλή ζωή! Εἶναι νά σάν κρατᾶμε στά χέρια μας ἕνα κύπελο (σάν αὐτό πού κρατᾶνε οἱ ὁμάδες ποδοσφαίρου, ὅταν βγαίνουν νικητές), νά φωνάζουμε στόν κόσμο καί νά λέμε ὅτι αὐτό τό κύπελο εἶναι εἶναι ἱερό καί τήν ἴδια στιγμή νά τό γεμίζουμε μέ σκουπίδια!

Μπορεῖ βέβαια μέ αὐτό νά κάνουμε τό κέφι μας, ἀλλά ἔτσι ὑποβιβάζουμε καί χαραμίζουμε τό κύπελο! Ἄν τό προσέχουμε σάν τά μάτια μας καί τό γεμίζουμε μέ πράγματα ἀντάξια τῆς ἀξίας του, τότε τό «ἀναβαθμίζουμε» καί τό διασώζουμε.

Κάτι ἀνάλογο λέει καί ὁ Χριστός γιά τή ζωή μας: Ὅποιος στή ζωή αὐτή καταφρονεῖ τίς ὁδηγίες Του καί ἐπιλέγει νά ζήσει ὅπως ὁ ἴδιος θέλει, αὐτός σκοτώνει τή ζωή του. «Ὅποιος θέλει νά σώσει τή ζωή του, θά τή χάσει» (Μκ. 8:35). Ἀντίθετα, ὅποιος τηρεῖ τίς  σωτήριες ὁδηγίες Του, ὅποιος δηλαδή στερεῖται τίς ἐφάμαρτες ἡδονές τοῦ κόσμου, αὐτός σώζει, ἁγιάζει τή ζωή του. «Ὅποιος ὅμως χάσει τή ζωή του ἐξαιτίας Μου καί ἐξαιτίας τοῦ Εὐαγγελίου, αὐτός θά τή σώσει» (Μκ. 8:35). Ὁ  ἐκ δεξιῶν  ληστής μπορεῖ νά ἔζησε στή γῆ καί σαράντα καί πενῆντα χρόνια. Ὅμως ἀπό ὅλα αὐτά τά χρόνια, ἀξία εἶχαν μόνο τά τελευταῖα του λεπτά πού πέρασε πάνω στό σταυρό του! Τότε πού ἐστράφη πρός τόν Κύριο, ζητώντας τό ἔλεός Του. Καί πέθανε μέ εἰρήνη καί ἐλπίδα! Ὡραῖος, ὁ καλύτερος θάνατος· ἄς ἦταν καρφωμένος στόν σταυρό!

Ζεῖς κατά Χριστόν; Ἔχεις θάνατο κατά Χριστόν· θάνατο μέ ἐλπίδα! Ἡ ζωή σου «φτιάχνει» τόν θάνατό σου! «Τέλος καλό, ὅλα καλά!». Ζεῖς κατά κόσμον; Θά ἔχεις θάνατο χωρίς ἐλπίδα! Θάνατο ἀπελπισιᾶς! «Τέλος κακό, ὅλα κακά!». Ὁ Vlad. Komarov ἦταν ὁ μοιραῖος ἐπιβάτης τοῦ διαστημόπλοιου «ΜΙR» πού ἀπό στιγμή σέ στιγμή περίμεναν νά πάρει φωτιά καί νά γίνει κάρβουνο. «Σύντροφε, Komarov! Ὁλόκληρη ἡ Σοβιετική Ἕνωση εἶναι ὑπερήφανη γιά σένα!», τοῦ ἔλεγε ὁ σοβιετικός ἡγέτης Alexei Kosygin. «Σύντροφοι! Κάντε ὅ,τι μπορεῖτε γιά μένα! Δέν θέλω νά πεθάνω!», τοῦ ἀπαντοῦσε ὁ Komarov. Σέ λίγο τό διαστημόπλοιο «ΜΙR» ἔπιασε φωτιά! (1967). Καί ἄκουσαν τίς κραυγές ὀργῆς καί ἀπελπισίας τοῦ Komarov γι’ αὐτόν τόν θάνατο χωρίς ἐλπίδα! «Τέλος κακό, ὅλα κακά!». Τί ὡραῖα πού θά ἦταν νά ἔλεγε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, πάρε με στήν ἀγκαλιά σου!».

Θά πρέπει νά τό συνειδητοποιήσουμε, ὅτι σάν χριστιανοί ἔχουμε ἅπαντες κληθεῖ, μοναχοί καί λαϊκοί νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ὁδηγίες τοῦ Χριστοῦ· ὅτι δέν ἔχουμε δυό Εὐαγγέλια· ἄλλο γιά τούς λαϊκούς καί ἄλλο γιά τούς μοναχούς, ἀλλά ἔχουμε ἕνα «κοινό» Εὐαγγέλιο, πού ἀπευθύνεται σέ ὅλες τίς κατηγορίες ἀνθρώπων. Ἡ διαφορά εἶναι στούς ἀνθρώπους  καί ὄχι στό Εὐαγγέλιο. Ἄλλοι ἀγωνίζονται μέ «πάθος» γιά νά τό ἐφαρμόσουν, ὅσο τό δυνατόν, σέ ἀπόλυτο βαθμό, νά μήν παραλείψουν οὔτε ἕνα «ἰῶτα» οὔτε μιά «κεραία» (Μτ.5:18), (εἶναι «τά φιλότιμα παιδιά τοῦ Θεοῦ», ὅπως ἔλεγε ὁ π. Παϊσιος) καί ἄλλοι λένε, «ναί, αὐτό εἶναι γιά μᾶς, ὄχι, αὐτό δέν εἶναι γιά μᾶς, ἀλλά εἶναι γιά τούς μοναχούς» καί ἄλλα σχετικά.

Καί στήν ἐποχή τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ὑπῆρχαν ἄνθρωποι ὀκνηροί πού ἔλεγαν τέτοια πράγματα. «Δέν εἴμαστε μοναχοί, ἄρα δέν εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά ζοῦμε μέ στερήσεις», ἔλεγαν στόν Ἅγιο Ἰωάννη! Καί ὁ μεγάλος Ἅγιος γινόταν ἔξω φρενῶν! «Τί λὲς βρὲ ἄνθρωπε; Μόνο οἱ μοναχοὶ ὑποχρεοῦνται νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Θεόν;» (KA΄ εἰς Γένεση P.G. 53: 183). «Διετάχθηκες νὰ βαδίζεις τὴν τεθλιμμένη ὁδό, καὶ ψάχνεις γιὰ ἀνάπαυση; Ἔχεις ἐντολὴ νὰ περάσεις ἀπὸ πόρτα στενή, καὶ σὺ ψάχνεις γιὰ εὐρύχωρη; Τί πιὸ χειρότερο καὶ πιὸ «στραβό» ἀπ’ αὐτό; Ἐνῶ πρόκειται ν’ ἀνεβεῖς στὸν οὐρανό, καὶ νὰ ἀποκτήσεις τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, ρωτᾶς ἂν ὑπάρχει καθ’ ὁδὸν καμμία δυσκολία;! Δὲν ντρέπεσαι; Δὲν κοκκινίζεις; Δὲν ἐξαφανίζεσαι ἀπὸ προσώπου γῆς; Ποτὲ κανέναν, ἀγαπητέ μου, δὲν τὸν κατέλαβε καθὼς πρέπει ἡ ἐπιθυμία τῶν οὐρανίων ἀγαθῶν. Ἂν τὸν κατελάμβανε, τότε ὅλα ὅσα τοῦ φαίνονται δυσάρεστα (καὶ ἡ νηστεία!..) «σκιὰν ἐνόμισε καὶ γέλωτα πολύν» (Πρός Δημήτριον μονάζοντα P.G.47:403)

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (3ο)

Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Πίστη στό Χριστό καί ἀγάπη στόν πλησίον

Οἱ συγγενεῖς πού μετέφεραν τόν παράλυτο ἄνθρωπό τους στό Χριστό, μᾶς ἔδειξαν τί πραγματικά σημαίνει ἀγάπη στόν πλησίον. Ὅμως ὁ Χριστός δέν ἔκανε καλά τόν ἄρρωστο ἄνθρωπό τους ἐξ αἰτίας τῆς ἀγάπης τους, ἀλλά ἐξ αἰτίας τῆς πίστεως πού εἶχαν στόν Χριστό. «Ὅταν ὁ Ἰησοῦς εἶδε τήν πίστη τους» (καί ὄχι τήν ἀγάπη τους) σημειώνει ὁ εὐαγγελιστής Μᾶρκος (Μκ. 2:5).

Ἡ πίστη στό Χριστό φέρνει τήν ἀγάπη στόν πλησίον. Ἐνῶ ἡ ἀπιστία στό Χριστό φέρνει τήν καταφρόνηση τοῦ πλησίον. Μέ ἄλλα λόγια, ἄν δέν πιστεύεις στό Χριστό, δέν μπορεῖς νά ἔχεις ἀγάπη (ἀληθινή) στόν πλησίον. Δέν μπορεῖς δηλαδή νά ξεχωρίσεις τήν πίστη στό Χριστό ἀπό τήν ἀγάπη στόν πλησίον. Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος παρομοιάζει τίς σχέσεις τῶν ἀνθρώπων μέ τό ἑξῆς ὡραῖο παράδειγμα: Οἱ ἀκτῖνες ἑνός κύκλου ὅσο πλησιάζουν πρός τό κέντρο τοῦ κύκλου, τόσο μεταξύ τους ἔρχονται πιό κοντά καί γίνονται ἕνα σῶμα. Ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπό τό κέντρο, τόσο ἀπομακρύνονται μεταξύ τους καί γίνονται ξένα, ἀνεξάρτητα κομμάτια, (φέρτε στό νοῦ σας τή ρόδα τοῦ ποδηλάτου). Τό κέντρο τοῦ κύκλου εἶναι ὁ Χριστός, ἐνῶ οἱ ἀκτῖνες του εἶναι οἱ συνάνθρωποί μας. Ὅσο πιό κοντά εἴμαστε στό Χριστό, τόσο πιό κοντά εἴμαστε καί μέ τούς συνάνθρώπους μας (γινόμαστε ἕνα σῶμα). Ἐνῶ ὅσο πιό μακρυά εἴμαστε ἀπό τό Χριστό, τόσο πιό μακρυά εἴμαστε ἀπό τούς συνανθρώπους μας (εἴμαστε ξένα, ἀνεξάρτητα σώματα, ὁπότε ὁ ἕνας δέν νιώθει τόν πόνο τοῦ ἄλλου).

Δέν μπορεῖς νά εἰπεῖς, ὅτι ἄλλο πρᾶγμα εἶναι ἡ ἀγάπη πρός τό Χριστό καί ἄλλο ἡ ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Δέν μπορεῖς νά ξεχωρίσεις τήν μία ἀγάπη ἀπό τήν ἄλλη. Ἀγαπᾶς τό Χριστό; Ἀγαπᾶς καί τόν πλησίον σου! Ἀγαπᾶς τόν πλησίον σου; Ἀγαπᾶς καί τό Χριστό! Πᾶς πιό κοντά στό Χριστό; Πᾶς καί πιό κοντά στόν πλησίον σου! Πᾶς πιό κοντά στό πλησίον σου; Πᾶς καί πιό κοντά στό Χριστό![1]

Ἄν λοιπόν θέλουμε νά αὐξήσουμε τήν πίστη μας στό Χριστό, ἄς δείξουμε τήν ἀγάπη μας στόν πλησίον μας· σέ αὐτόν πού βλέπουμε καθημερινά· στόν (τήν) δύστροπο σύζυγό μας, στό ἀτίθασσο παιδί μας, στόν δύσκολο ἀδερφό μας, στόν δύσκολο συνεργάτη μας, καί ὄχι στούς «μακράν» (λ.χ. στά ἄρρωστα καί πεινασμένα παιδιά τῆς  Ἀφρικῆς, πού δέν τά βλέπουμε καθημερινά, ἤ ἔστω τά βλέπουμε μιά δυό φορές τό χρόνο). 

Ὁ Θ. Ντοστογιέφσκυ στό μυθιστόρημά του «Ἀδελφοί Καραμαζώφ» ἀναφέρει τήν πικρή ἐξομολόγηση, αὐτοκριτική πού ἔκανε ἕνας γιατρός σχετικά μέ τό πόσο δύσκολο ἦταν νά ἀνεχθεῖ (!) τόν πλησίον του, καί πόσο εὔκολο ἦταν νά ἀγαπήσει τόν ξένο συνάνθρωπό του! Ἔλεγε λοιπόν: «Ἀπορῶ καί ἐγώ ὁ ἴδιος μέ τόν ἑαυτό μου. Ὅσο περισσότερο ἀγαπῶ τήν ἀνθρωπότητα γενικά, τόσο λιγότερο ἀγαπῶ τόν κάθε ἄνθρωπο χωριστά. Στίς ὀνειροπωλήσεις μου λαχταρῶ μέχρι πάθους νά ἐξυπηρετήσω τήν ἀνθρωπότητα. Καί ἴσως ἀλήθεια νά δεχόμουν ἀκόμα καί νά σταυρωθῶ γιά τούς ἀνθρώπους, ἄν παρουσιαζόταν ἀνάγκη. Ὅμως παρόλα αὐτά δέν μπορῶ οὔτε δύο μέρες νά ζήσω στό ἴδιο δωμάτιο μέ ἄλλον ἄνθρωπο. Δέν μπορῶ νά τό δεχτῶ. Αὐτό τό ξέρω ἀπό πεῖρα. Μόλις βρεθεῖ κάποιος κοντά μου, νιώθω πώς μοῦ περιορίζει τήν ἐλευθερία. Μπορῶ μέσα σ’ ἕνα εἰκοσιτράωρο νά μισήσω καί τόν πιό καλό ἄνθρωπο, εἴτε γιατί τρώει ἀργά, εἴτε γιατί ἔχει συνάχι καί σπουπίζει συνέχεια τή μύτη του μέ μανδήλι. Γίνομαι-δέν ξέρω πῶς- ἐχθρός τῶν ἀνθρώπων, μόλις οἱ σχέσεις μας γίνουν στενότερες. Μά γι’αὐτό, ὅσο περισσότερο μισῶ τούς ἀνθρώπους προσωπικά, τόσο περισσότερο ἀγαπῶ τήν ἀνθρωπότητα στό σύνολό της!».

Δέν ζοῦμε στήν ἔρημο, ἀλλά μέσα σέ μιά συγκεκριμένη κοινωνία ἀνθρώπων· κάθε μέρα συναστρεφόμαστε μέ τόν πλησίον μας, ἄρα κάθε μέρα καλούμαστε νά ἀγωνισθοῦμε· νά ἐφαρμόσουμε τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου: «Νά ἀγαπᾶς τόν πλησίον σου σάν τόν ἑαυτόν σου» (Μτ.22:39). Νά ἀγαπήσουμε τόν πλησίον μας σάν τόν ἑαυτό μας. Εἶναι ὁ μόνος τρόπος νά πλησιάσουμε τόν Κύριο καί νά γεμίσει ἡ ζωή μας μέ τήν εὐλογία Του. Ὁ νῦν Μητροπολίτης Μόρφου Κύπρου κ.κ. Νεόφυτος ὅταν ἦταν φοιτητής Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἐπισκέφθηκε τόν περίφημο Γέροντα Ἰάκωβο Τσαλίκη (+1991), καί ἔχοντας ὑπόψη του (ὁ φοιτητής) νά ἀκολουθήσει τόν μοναχισμό, τόν ρώτησε: «Γέροντα, ὅταν θά ἔρχεται κόσμος στό μοναστήρι, πῶς νά φερόμαστε ἐμεῖς οἱ μελλοντικοί μοναχοί τοῦ 21ου αἰῶνος;» Ἀπάντησε: «Νά ἀναπαύετε οἱ μελλοντικοί μοναχοί τόν κόσμο. Καί ξέρετε, γιατί; Διότι οἱ μελλοντικοί μοναχοί δέν θά εἶναι πιά  ἀσκητές!  Πολλά θά λένε, λίγα θά κάνουν. Ἀφοῦ δέν θά εἶναι  ἀσκητές, τουλάχιστον νά σωθοῦν διά τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλοξενίας. Τρία λοιπόν πράγματα νά προσέχετε στό μοναστήρι σας, ὅταν θά ἔρχεται ὁ κόσμος: Ἕνα χαμόγελο στούς ἀνθρώπους, ἕνα ποτήρι νερό, καί μιά καλή κουβέντα!».

Μακάρι νά τό κάνουμε καί ἐμεῖς σέ κάθε συνάνθρωπό μας (εἰκόνα τοῦ Θεοῦ!) πού μᾶς πλησιάζει! (Περισσότερα: Στήν Κυριακή ΣΤ΄ Ματθαίου).


[1] Ὅταν κοινωνοῦμε μέ τό Χριστό (μέσῳ τῆς Θείας Εὐχαριστίας) κοινωνοῦμε ταυτόχρονα καί μέ τόν πλησίον μας. Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι δέν νοεῖται Θεία Κοινωνία μέ μῖσος στήν καρδιά ἤ μέ σκληρόκαρδη καρδιά πρός τήν πλησίον μας. Ἄξιον παρατηρήσεως, ὅτι στήν πρώτη Ἐκκλησία μετά τήν Θεία Μετάληψη ἔβγαινε «δίσκος» ὑπέρ τῶν πτωχῶν (Ἅγιος Ἰουστῖνος, P.G. 6: 429. &  Α΄ Κορ.16:2-8 & Ρωμ. 15: 23-30). Θέλοντας μέ αὐτό ἡ Ἐκκλησία νά μᾶς εἰπεῖ ὅτι ἐφόσον κοινώνησες μέ τόν Χριστό, ἤδη κοινώνησες καί μέ τόν πλησίον σου, γι’αὐτό θά πρέπει νά τό δείξεις ἐμπράκτως, προσφέροντας «κάτι» στόν πλησίον! 

Ἀπάντηση σέ σχολιαστή

Ὑπό Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Τήν 1η Μαρτίου, ὁ φιλόξενος ἱστότοπος «anastasios», ἀνήρτησε τό ἄρθρο μας «Πορεία κατιοῦσα…», καί ἕνας ἀνώνυμος  σχολιαστής ἔγραψε: «Αξιοσημείωτο: Ο π. Βασίλειος για όλες τις αυξομοιώσεις των ημερών στις νηστείες έχει παραπομπές σε πατερικά κείμενα και σε κανόνες. Μόνο τον ισχυρισμό του ότι τον 8ο αι. οι ημέρες της νηστείας προ της Θ. Κοινωνίας αυξήθηκαν σε μια εβδομάδα δεν παραπέμπει πουθενά, ούτε σε πατερικά κείμενα ούτε σε κανόνες»
Ἐπειδή τό θέμα εἶναι σοβαρό, ἔχει σχέση μέ τό πῶς μεταλαμβάνουμε, ἀπαντᾶμε.
Ὁ  ΞΣΤ΄ τῆς Πενθέκτης ἐπιτρέπει τήν ἄνευ νηστείας καθημερινή μετάληψη, ἀλλά γιά τή Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα, ἡ ὁποία λογίζεται ὡς μία μέρα· προηγήθηκε ἄλλωστε καί ἡ ξηροφαγία τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς· καί τήν ἐπιτρέπει μέ τήν προϋπόθεση: «τήν ὅλην ἑβδομάδα ἐν ταῖς ἁγίαις ἐκκλησίαις δεῖ σχολάζειν ἀπαραλείπτως τούς πιστούς».

Δέν ἔχουμε Κανόνα πού νά ὁρίζει νηστεία πρό τῆς Θ. Κοινωνίας, γιατί οἱ Κανόνες θεσπίζονταν, ὅταν προέκυπτε πρόβλημα, καί ἐπέλυαν τό πρόβλημα. Ὅμως, οὐδέποτε, ἐκτός ἀπό τή σύγχρονη ἐποχή, προέκυψε πρόβλημα στήν Ἐκκλησία, ἄν οἱ πιστοί θά πρέπει νά νηστεύουν πρό τῆς Θ. Κοινωνίας, γιατί ἤδη νήστευαν. Ἄν θά ἔπρεπε νά θεσπισθεῖ Κανόνας, θά ἔπρεπε νά καταργήσει τή συγκεκριμένη νηστεία, ἀλλά τέτοιος Κανόνας οὐδέποτε θεσπίσθηκε.
Καθηγητής  Βλάσιος Φειδᾶς: «Βασική προϋπόθεση ὡς πρός τήν προπαρασκευή τῶν πιστῶν γιά τή Θ. Κοινωνία ἦταν (4ον αἰ. καί μετά) ἡ ἐν μετανοίᾳ καί νηστείᾳ πνευματική περισυλλογή καί ἐξομολόγηση» (Ἐκκλησιαστική Ἱστορία. Τόμος Β΄, Δεύτερη ἔκδοση, Ἀθῆναι 1994 σελ. 910). «Γιά τούς ἁπλούς πιστούς ἦταν ἀναγκαία μόνο μιά ἑβδομάδα νηστεία πρό τῶν τεσσάρων μεγάλων ἑορτῶν προφανῶς ὡς πνευματική προετοιμασία» (Αὐτόθι, σελ. 963).

Τά ἀνωτέρω ἐπιβεβαιώνονται καί ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες.
Ὁ Ἅγιος Συμεών Ἀρχιεπίσκοπος Θεσ/νίκης  στήν «Ἐγκύκλιο» «περί τοῦ πῶς χρεωστεῖ ὁ ἱερεύς καί ὁ διάκονος νά ὑπηρετῶσιν εἰς τήν Ἐκκλησία», ἡ ὁποία «Ἐγκύκλιος» εἶχε τήν ἔγκριση τῆς Πατριαρχικῆς Συνόδου, γράφει γιά τό θέμα:  «Ἐάν δέ θελήσωσιν (οἱ πιστοί) νά κοινωνήσωσι καί ἄλλοτε ἐκτός τῶν ἁγίων Τεσσαρακοστῶν… εἰς ἀνάγκην νά νηστεύωσιν καί τρεῖς ἡμέρας μόνο» (Ἅπαντα, σελ. 462,479). 
   Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης: «Οἱ δυνάμενοι δέ νηστεύειν πρό αὐτῆς καί ὁλόκληρον ἑβδομάδα καλῶς ποιοῦσιν» (Σχόλο στόν ΙΓ’ τῆς Πενθέκτης). Ὑπῆρχαν, δηλαδή, χριστιανοί πού νήστευαν καί  ὁλόκληρη ἑβδομάδα. Συνεπῶς, ὑπῆρχαν χριστιανοί, πού δέν νήστευαν ὁλόκληρη τήν ἑβδομάδα, ἀλλά νήστευαν καί αὐτοί.
Ὀρθόδοξη Ὁμολογία Πέτρου Μογίλα   Μητροπολίτου Κιέβου: «Ἡ ἑτοιμασία πρός τήν Μετάληψιν τῶν Φρικτῶν τούτων Μυστηρίων πρέπει νά γίνεται κατά τήν τάξιν τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν τῆς Ὀρθοδόξου, ἤγουν μέ καθαράν ἐξομολόγησιν καί νηστείαν καί κατάνυξιν». (Ἰωάννου Καρμίρη. Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεῖα, Β΄ σελ. 638).
Ὁ William Hepworth Dixon  ἐν ἔτει 1869 ἐπισκέφθηκε τή Ρωσία, καί εἶδε ἰδίοις ὄμμασιν, ὅτι οἱ ρῶσοι, πρίν κοινωνήσουν, νήστευαν αὐστηρῶς μιά ἑβδομάδα· δέν ἐπιτρεπόταν νά καπνίζουν, νά τρῶνε γλυκά, καί φαγητά μαγειρεμένα! (https://www.gutenberg.org).
Τό ἴδιο ἰσχύει   (μετά ἀπό ἔρευνα πού κάναμε) καί στίς Ἐκκλησίες τῆς Σερβίας, τῆς Ρουμανίας, τῆς Βουλγαρίας, τό ἴδιο καί στήν πατρίδα μας μέχρι περίπου τή δεκαετία τοῦ 1980. Αὐτόπτες μάρτυρες οἱ παππούδες καί  οἱ γιαγιάδες μας. Ἦταν μακρόχρονη Πανορθόδοξη Παράδοση.
«Προκαλῶ» τόν ἀγαπητό σχολιαστή, καί τόν ὁποιονδήποτε, νά παραθέσει ἔστω καί ἕνα ἁγιοπατερικό λόγο ἤ Κανόνα πού νά λέει ξεκάθαρα ὅτι δέν χρειάζεται νηστεία πρό τῆς Θ. Κοινωνίας. Ἀναμένουμε.

https://anastasiosk.blogspot.com (6/03/2023)