ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ (3ο)

+ Επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη

Ὅπου ὁ Χριστός, ἐκεῖ κ᾽ ἐμεῖς!

«Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας» (θ. Λειτ.)

ʻΕορτή δεσποτική, ἀγαπητοί μου ἔτσι ὀνομάζεται ἡ σημερινὴ ἑορτή, γιατὶ ἑορτάζει ὁ δεσπότης Χριστός. Στὸν Πόντο καὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία τὸ Χριστὸ τὸν ἔλεγαν «Ἀφέντη» ποὺ διαφεντεύει· «ἀφέντης» εἶνε αὐτὸς ποὺ δεσπόζει παντοῦ, ἐξουσιάζει τὰ πάντα.

Οἱ ἅγιοι ἑορτάζουν μιὰ φορὰ τὸ χρόνο, ὁ Χριστὸς ἑορτάζει πολλές. Δεσποτικὲς ἑορτὲς εἶνε τὰ Χριστούγεννα, τὰ Θεοφάνεια, ἡ Ὑπαπαντή, ἡ Μεταμόρφωσις, καὶ πρὸ παντὸς τὸ Πάσχα. Μετὰ τὴν Ἀνάστασι λοιπὸν ἔρχεται σήμερα ἡ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Ἀναλήψεως.

Τί ἑορτάζουμε σήμερα; Σύντομα καὶ ἁπλᾶ θὰ προσπαθήσουμε νὰ τὸ ἐξηγήσουμε.

Ὁ Χριστὸς μετὰ τὴνἀνάστασί του ἔμεινε σαράντα μέρες ἐπάνω στὴ Γῆ· καὶ ἐμφανιζόταν σὲ πολλούς. Τὸν εἶδαν οἱ μυροφόρες, οἱ ἀπόστολοι, ὁ Θωμᾶς ποὺ εἶπε «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (Ἰω. 20,28). Τελευταία ἐμφάνισί του εἶνε ἡ σημερινή. Ἀφοῦ βεβαιώθηκαν ὅλοι γιὰ τὴν ἀνάστασί του, ὁ Χριστὸς βγῆκε μαζί τους ἔξω ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα μέχρι τὴ Βηθανία, σ᾽ ἕνα βουναλάκι, στὸ Ὄρος τῶν Ἐλαιῶν (βλ. Λουκ. 24,50). Ἐκεῖ στάθηκε. Γύρω του ἦταν ἡ Παναγία, ὅλοι οἱ μαθηταὶ πλὴν τοῦ Ἰούδα, καὶ οἱ μυροφόρες γυναῖκες. Τοὺς εἶχε μιλήσει γιὰ τελευταία φορά, ὅπως ὁ πατέρας μιλάει στὰ παιδιά του· εἶπε λόγια χρυσᾶ, ἀνεκτίμητα, γιατὶ αὐτοὶ θὰ ἔμεναν στὸν κόσμο. Τοὺς εἶπε νὰ μὴ φύγουν ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα, ἕως ὅτου ἔλθῃ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, καὶ τότε πάνοπλοι νὰ βγοῦν νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιο σὲ ὅλο τὸν κόσμο.

Κάποιος ἀπὸ αὐτοὺς ρώτησε· Πότε, Κύριε, θὰ ἐγκαταστήσῃς τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Καὶ ὁ Χριστὸς ἀπήντησε –ἂς τ᾽ ἀκούσουν αὐτὸ καὶ οἱ χιλιασταί–, ὅτι δὲν εἶνε στὴν ἁρμοδιότητά τους νὰ γνωρίζουν «χρόνους καὶ καιροὺς» ποὺ ἔχει στὴν ἐξουσία του ὁ οὐράνιος Πατέρας (Πράξ. 1,6-7). Εἶνε ἄγνωστη ἡ ὥρα ποὺ θὰ ἔρθῃ ὁ Κύριος. Μπορεῖ ἡ δευτέρα παρουσία νὰ γίνῃ καὶ σήμερα, μπορεῖ καὶ αὔριο, ἢ καὶ μετὰ δέκα, ἑκατό, χίλια καὶ δυὸ χιλιάδες χρόνια. Θὰ ἔρθῃ ξαφνικά, ὅπως ὁ κλέφτης μέσ᾽ στὴ νύχτα (βλ. Ματθ. 24,43. Ἀπ. 3,3· 16,15· πρβλ. Α΄ Θεσ. 5,2. Β΄ Πέτρ. 3,10). Ὅπως δὲν γνωρίζουμε πότε θὰ πεθάνουμε, ἔτσι δὲν ξέρουμε καὶ πότε θὰ γίνῃ ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου. Ἀφοῦ τοὺς παρηγόρησε, σήκωσε τὰ χέρια καὶ τοὺς εὐλόγησε. Μεγάλο πρᾶγμα ἡ εὐλογία τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας! Μπορεῖ ὁ παπᾶς στὴν ἰδιωτική του ζωὴ νὰ μὴν εἶνε ὅπως πρέπει· φόρεσε ὅμως τὸ πετραχήλι καὶ ὕψωσε τὰ χέρια; τὰ χέρια του δὲν εἶνε πλέον χέρια ἀνθρώπου, εἶνε χέρια τοῦ Χριστοῦ.  Ἂν τὸ πιστεύῃς, ἔλα στὴν ἐκκλησία· ἂν δὲν τὸ πιστεύῃς, μὴν ἔρχεσαι. Εὐλογεῖ ὁ παπᾶς· εὐλογεῖ τὰ στέφανα τοῦ γάμου, τὸ νερὸ τοῦ βαπτίσματος στὴν κολυμβήθρα, τὰ χωράφια, τὰ ζῷα, τὰ πάντα. Ἔτσι ὁ Χριστὸς «εὐλόγησεν αὐτούς» (Λουκ. 24,50). Καὶ μετά; Ἔγινε κάτι ἐκπληκτικό. Τὰ ἅγια πόδια τοῦ Χριστοῦ μας, ποὺ περπάτησαν βουνὰ – λαγκάδια ὣς τὸ μικρότερο χωριό, τὰ πόδια ποὺ καρφώθηκαν στὸ σταυρὸ καὶ μάτωσαν, ἀποσπάσθηκαν καὶ δὲν ἄγγιζαν πιὰ τὴ γῆ. Ὁ Χριστὸς ἄρχισε νὰ ὑψώνεται, ν᾽ ἀνεβαίνῃ! «Ἀνεφέρετο», λέει, «εἰς τὸν οὐρανόν» (Λουκ. 24,51)· κι αὐτοὶ τὸν κοίταζαν μέχρι ποὺ τὸν ἔχασαν.

– Ἄ, ἀπίστευτα πράγματα, θὰ πῇ ὁ ἄπιστος. Ἀλλὰ τί τὸ παράξενο; Δὲν βλέπεις; Ὁ καπνὸς πάει πρὸς τὰ πάνω, ὁ ἀετὸς πετάει ψηλά, ὁ ἄνθρωπος ὑψώνεται μὲ ἀερόστατα καὶ ἀεροπλάνα, βγαίνει καὶ μὲ πυραύλους στὸ διάστημα. Ἂν λοιπὸν συμβαίνουν αὐτὰ ἐντὸς τῶν φυσικῶν ὅρων, πόσο μᾶλλον ὁ Χριστὸς ὡς Θεὸς ἔχει τὴ δύναμι ν᾽ ἀνυψώνεται στὸν φυσικὸ καὶ τὸν πνευματικὸ οὐρανό, πάνω ἀπὸ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους, στὸν κόσμο τῶν πνευμάτων, στὸν θρόνο τῆς ἁγίας Τριάδος;

Πῶς πῆγε ἐκεῖ, ὡς Θεός; Ὄχι· διότι ὡς Θεὸς δὲν ἔλειψε ποτέ ἀπ᾽ ἐκεῖ· ἐκεῖ ἦταν πάντοτε μετὰ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τώρα πῆγε ἐκεῖ καὶ ὡς ἄνθρωπος.

Τί μᾶς διδάσκει, ἀγαπητοί μου, μὲ ὅλο τὸ περιεχόμενό της ἡ σημερινὴ ἑορτή;

Ὁ ἄνθρωπος προτοῦ νὰ βαπτισθῇ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἕνα ἀδύναμο πλάσμα, ἕνα βεβαρημένο ἀπὸ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα ὄν, μία ἀφώτιστη ὕπαρξι. Μετὰ τὸ βάπτισμα γίνεται ἄγγελος. Τὸ νεοφώτιστο παιδάκι ἀστράφτει. Πολλὲς μανάδες στὸν Πόντο, ἅγιες γυναῖκες, ἔβλεπαν τὸ παιδί τους ὅταν ἔβγαινε ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα νὰ λάμπῃ· δὲν εἶνε πλέον τότε παιδὶ τοῦ ἄλφα ἢ τοῦ βῆτα, εἶνε παιδὶ τοῦ Χριστοῦ, εἶνε ἑνωμένο μὲ τὸ Χριστό.

Ὅπως τὸ κεφάλι μας εἶνε ἑνωμένο μὲ τὸ κορμί μας, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς εἶνε ἑνωμένος μὲ ὅλους τοὺς βαπτισμένους. Ὁ Χριστὸς εἶνε ἡ κεφαλή μας, κ᾽ ἐμεῖς εἴμαστε σῶμα του. «Ὑμεῖς ἐστε σῶμα Χριστοῦ», λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος (Α΄ Κορ. 12,27). Κι ὅπως τὸ κεφάλι δὲν χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα, ἔτσι καὶ ὁ Χριστὸς δὲν χωρίζεται ἀπὸ τὸ σῶμα τῶν πιστῶν του.

Ἔχετε δεῖ νὰ κολυμπᾷ κάποιος στὴ θάλασσα; Ἔξω ἀπ᾽ τὸ νερὸ βλέπεις μόνο τὸ κεφάλι, τὸ κορμί του εἶνε μέσα στὸ νερό. Κ᾽ ἐμεῖς λοιπόν, τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, κλῆρος καὶ λαός, εἴμαστε μέσα στὴ θάλασσα, βυθισμένοι σὲ ἀκάθαρτα νερά, καὶ παλεύουμε. Ἀλλὰ ἡ κεφαλή μας, ὁ Χριστός, εἶνε ἔξω ἀπὸ τὰ νερά, πάνω ἀπὸ τὴ διαφθορὰ τοῦ κόσμου· γι᾽ αὐτὸ δὲν φοβόμαστε. Ὅσο ὁ κολυμβητὴς ἔχει ἔξω τὸ κεφάλι του, δὲν φοβᾶται· ἂν βυθιστῇ, κινδυνεύει νὰ πνιγῇ. Κ᾽ ἐμεῖς, ὅσο εἴμαστε ἑνωμένοι μὲ τὴν κεφαλή μας, τὸ Χριστό, δὲν ὑπάρχει φόβος νὰ καταποντιστοῦμε. Κεφαλή μας δὲν εἶνε ὁ ἄλφα ἢ ὁ βῆτα ἄνθρωπος, ποὺ πεθαίνει· εἶνε ὁ Χριστός, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας.

Ἡ Ἀνάληψις λοιπὸν μᾶς διδάσκει ὅτι, ὅπου εἶν᾽ ὁ Χριστός, ἐκεῖ πρέπει νά ᾽μαστε κ᾽ ἐμεῖς. Ποῦ εἶνε ὁ Χριστός; Στὸν οὐρανό, στὸν κόσμο τῶν ἀθανάτων πνευμάτων. Κ᾽ ἐμεῖς λοιπὸν ἐκεῖ νὰ στρέφουμε νοῦ καὶ ψυχή. Προχθὲς ἦρθε στὴ μητρόπολι μιὰ μάνα καὶ ἔκλαιγε· Τὸ παιδί μου πῆγε στὴν Αὐστραλία, δουλεύει στὸ Σίδνεϋ· τὸ σκέπτομαι μέρα – νύχτα· στὴ Φλώρινα εἶνε τὸ κορμί μου, ἀλλὰ ἡ ψυχή μου εἶνε ἐκεῖ… Ἀκοῦτε τί εἶπε ἡ μάνα αὐτή; Ὅποιος ἀγαπάει, ταξιδεύει μὲ τὸ νοῦ του ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ ἀγαπητοί του. Κ᾽ ἐμεῖς, ἂν πάνω ἀπ᾽ ὅλα ἀγαποῦμε τὸ Χριστό, ἡ καρδιά μας θὰ πετάῃ κοντά του. Ὁ Χριστὸς εἶνε στὰ οὐράνια· κ᾽ ἐμεῖς λοιπὸν «ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας», ψηλὰ οἱ καρδιές μας! (θ. Λειτ.). Τὸ κάνουμε αὐτό; Δὲν τὸ κάνουμε. Τὰ ζῷα ἔχουν τὸ κεφάλι κάτω, ὁ ἄνθρωπος πρὸς τὰ πάνω, γιὰ νὰ νὰ κοιτάζῃ τὸν οὐρανό, ὅπου εἶνε ὁ προορισμός του. Ἀλλὰ ἐμεῖς παθαίνουμε ὅ,τι ἔπαθε ἕνας ἀετός, ποὺ τὸν ἔπιασαν, τοῦ ἔδεσαν βαρίδια στὰ πόδια, χτυποῦσε τὰ φτερά του, μὰ ἀπ᾽ τὸ βάρος δὲν μποροῦσε νὰ πετάξῃ· ὥσπου ἔσκασε. Θέλουμε κ᾽ ἐμεῖς, νὰ πετάξουμε (νὰ γίνουμε δίκαιοι, φιλάνθρωποι, εὐεργέτες, εὐσεβεῖς, ἅγιοι)· δὲν μᾶς ἀφήνουν ὅμως τὰ βαρίδια, τὰ ἐλαττώματα, οἱ ἀδυναμίες· κι ὁ ἀετός, ἀντὶ νὰ πετάῃ ψηλά, κυλιέται στὰ κόπρια.

Ἄνθρωπος θὰ πῇ, αὐτὸς ποὺ βλέπει ἄνω, τὸν οὐρανό. Ἀλλὰ μέσα σὲ χίλιους ζήτημα νὰ βρῇς ἕναν ἄνθρωπο. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Διογένης γύριζε μέρα-μεσημέρι μὲ τὸ φανάρι καὶ ἔλεγε «Ἄνθρωπον ζητῶ»· ἄνθρωπο μὲ καλωσύνη, ἀγάπη, εὐσέβεια, ἀλήθεια, τιμιότητα, εἰλικρίνεια, φόβο Θεοῦ! Ποῦ νὰ βρεθῇ τώρα; Σπάνιο πρᾶγμα. Γίναμε σὰν τὰ ζῷα· μᾶς ταιριάζει τὸ ῥητὸ τοῦ ψαλμῳδοῦ «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὡμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. 48,13,21). Πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο; λένε οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν εἶσαι πονηρὸς σὰν τὴν ἀλεποῦ, ἁρπακτικὸς σὰν γεράκι, σκληρὸς σὰν τὸ λύκο, αἱμοβόρος σὰν τὴν τίγρι, μνησίκακος σὰν τὴν καμήλα, φαρμακερὸς σὰν τὸ φίδι; Ἤξερα μιὰ νιόπαντρη κοπέλλα, ποὺ κάποιος τὴ συκοφάντησε μὲ ἀνώνυμο γράμμα, κι αὐτὴ ἔλειωσε σὰν τὸ κερὶ καὶ πέθανε· δὲν σκοτώνει κανεὶς μόνο μὲ μαχαίρι ἢ πιστόλι, σκοτώνει καὶ μὲ τὴ γλῶσσα. Χειρότεροι κι ἀπ᾽ τὰ θηρία γίναμε. Ἕνα λιοντάρι τρώει πέντε – δέκα ἀρνιὰ ἢ ἀνθρώπους καὶ τελείωσε. Ὁ ἄνθρωπος ἔγινε φοβερώτερο θηρίο, θηρίο ἐπιστημονικό· πατάει κουμπιά, ῥίχνει πυρηνικὲς βόμβες σὰν νταμιτζάνες καὶ θερίζει πόλεις ὁλόκληρες σὰν τὴ Θεσσαλονίκη, τὴν Ἀθήνα, τὸ Βελιγράδι, τὴ Σόφια, τὴ Μόσχα. Ζούγκλα ἔγινε ὁ κόσμος. Ἂς φοράῃ ὁ ἄλλος κουστούμι, ἂς μιλάῃ μὲ διπλωματία, ἂς ζῇ μὲ ὅλα τὰ σύγχρονα μέσα, ἂς ἔχῃ αὐτοκίνητα, τηλεοράσεις κ.τ.λ.· καλύτερα νὰ ἔλειπαν αὐτά. Στὸν Πόντο καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία φωτίζονταν μὲ δᾳδιά, ἀλλὰ εἶχαν καρδιά, ἀγάπη, ὁμόνοια, πολιτισμό. Τώρα καταντήσαμε χειρότερα κι ἀπ᾽ τὴ ζούγκλα.

Τί θὰ γίνῃ λοιπόν; ν᾽ἀπελπιστοῦμε; Ὄχι· μᾶς καλεῖ σήμερα τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο· «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας»! Πρὸς τὰ ἄνω, πρὸς τὸν οὐρανό, ἐκεῖ ποὺ εἶνε οἱ γονεῖς καὶ οἱ παπποῦδες μας, πρὸς τὴν αἰώνια πατρίδα μας. Ἐκεῖ ἡ καρδιά μας πάντοτε, γιὰ νά ᾽χουμε τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ· ἀμήν.

Advertisement

ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΣΤΕΠΤΟΥ & ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ

+ επισκόπου Αυγουστίνου Καντιώτη

Η θύρα
«Εγώ ειμί ή θύρα’ δι’ εμού εάν τις εισέλθη, σωθήσεται, και εισελεύσεται και εξελεύσεται, και νομήν ευρήσει» (Ίωάν. 10,9)


ΣΗΜΕΡΑ, αγαπητοί μου, είναι εορτή και πανήγυρης μεγάλη. Εορτάζουν δύο θρησκευτικές φυσιογνωμίες, δύο άγιοι, πού ή γλώσσα της Εκκλησίας τους ανέβασε πολύ ψηλά, στο επίπεδο των ισαποστόλων. Σήμερα είναι ή μνήμη των δύο αγίων θεοστέπτων βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και της σεβάσμιας μητρός του Ελένης.

Σήμερα, κοντά στους αγίους, εορτάζουν και όσοι και όσες φέρουν τα ωραία ονόματα τους. Μικροί και μεγάλοι, απλοί άνθρωποι του λαού άλλα και αξιωματούχοι και κυβερνείται και πρίγκιπες και βασιλείς εορτάζουν σήμερα. Δεν είπα τίποτε. Σήμερα εορτάζει ολόκληρος ό Ελληνικός λαός, εορτάζουν γενεές γενεών. Λίγα ονόματα στην Ιστορία του πολύπαθους και μαρτυρικού έθνους μας ηλεκτρίζουν τόσο όσο το όνομα Κωνσταντίνος. Το όνομα αυτό έφερε ό σημερινός άγιος, ό Κωνσταντίνος Α’ ό Μέγας (1337), ό ένδοξος και ηρωικός ιδρυτής της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, αλλά και ό τελευταίος μαρτυρικός αυτοκράτωρ του Βυζαντίου, ό Κωνσταντίνος ΙΑ’ ό Παλαιολόγος (1405-1453). Έτσι το όνομα Κωνσταντίνος έγινε σύμβολο, συνδέθηκε με τΙς παραδόσεις και τους θρύλους του γένους μας, και ιδίως με το όραμα της βασιλίδος των πόλεων, της Κωνσταντινου-πόλεως. Για αυτό ή σημερινή εορτή είναι θρησκευτική και εθνική. Δεν θα σας διηγηθώ τον βίο των σημερινών αγίων. Αντί ν’ ανοίξω το συναξάρι, την ιστορία, και να σας διηγηθώ τον βίο τους, θα μου επιτρέψετε να ρίξουμε ένα βλέμμα στο σημερινό ευαγγέλιο και μάλιστα στο τελευταίο ρητό. Το τελευταίο ρητό του σημερινού ευαγγελίου λέει: «Εγώ ειμί ή θύρα δι’ εμού εάν τις είσέλθη, σωθήσεται, και εισελεύσεται και εξελεύσεται, και νομήν ευρήσει» (Ιωάν.10,9).Τι σημαίνουν τα λόγια αυτά του Χριστού;

Για πρόβατα και βοσκούς μιλάει το ευαγγέλιο. Μας λέει ό Κύριος παραβολικός, ότι όπως τα άλογα πρόβατα αναπαύονται και ασφαλίζονται μέσα στο μαντρί, έτσι υπάρχει και μία άλλη μάνδρα, πνευματική. είναι ή Εκκλησία του, στην οποία αναπαύονται και ασφαλίζονται τα λογικά πρόβατα, οι άνθρωποι, έφ’ όσον βεβαίως το θέλουν. Όποιος δεν θέλει, είναι ελεύθερος να μείνει έξω από τη μάνδρα. Τα λόγια αυτά σημαίνουν, ότι ό κόσμος χωρίζεται σε δύο παρατάξεις, στη μία είναι οι έκτος της μάνδρας, στην άλλη οι εντός της μάνδρας,  οι μεν βρίσκονται κοντά στο Χριστό, οι άλλοι είναι μακριά από το Χριστό.

Πώς ζουν, αγαπητοί μου, οι έκτος της μάνδρας, αυτοί πού μένουν μακριά από το Χριστό; Ό άνθρωπος πού μένει έξω από τη μάνδρα του Χριστού δεν έχει ασφάλεια και ανάπαυση. Και πώς να έχει; Σάς ερωτώ: μπορεί το πρόβατο τη νύχτα να είναι ασφαλισμένο και αναπαυμένο έξω από το μαντρί του; μπορεί το πουλί να ζήση και να πετάξει χωρίς ατμοσφαιρικό αέρα; μπορεί το λουλούδι ν’ αντέξει έξω απ’ τη γλάστρα; μπορεί το ψάρι να ζήση έξω απ’ τη θάλασσα; Όσο μπορεί το ψάρι να ζήση έξω απ’ τη θάλασσα και το λουλούδι ν’ άνθηση έξω απ’ το περιβόλι και το πουλί να πετάξει χωρίς αέρα και το πρόβατο να ζήση έξω απ’ το μαντρί, άλλο τόσο μπορεί και ό άνθρωπος να ζήση έξω απ’ το μαντρί του Χριστού. Ότι είναι για το σώμα οι πνεύμονες και ή καρδιά — κι ακόμη παραπάνω —, αυτό για τον άνθρωπο είναι ό Χριστός. Δέ μπορείς να ζήσης χωρίς Χριστό.

Θα πει κανείς λόγια είναι αυτά. Όχι αγαπητοί μου είναι και πραγματικότης που την ζούμε σήμερα. Απόδειξης οι σύγχρονοι άνθρωποι. Τι πέτυχαν με τα γράμματα τις επιστήμες και τις θεωρίες τους ή με τα πλούτη τους θησαυρούς και τον τεχνικό πολιτισμό τους; Ένα μεγάλο κενό! Μικροί και μεγάλοι, ανεξαρτήτως ιδεολογικής τοποθετήσεως, από βορρά μέχρι νότου και από δυσμών μέχρι ανατολών, όλοι οι άνθρωποι φέρουν επάνω τους την αγωνία και το άγχος. Ή σημερινή γενεά περισσότερο από κάθε άλλη μπορούσε να ζήση ευτυχισμένη και όμως ζη στιγμές δραματικές. Γιατί; Διότι έφυγε ό «ατμοσφαιρικός αέρας», έφυγε το «άρωμα», έφυγε το «έδαφος», έφυγε ή «ζωή». Δέ βρίσκει ανάπαυση ό άνθρωπος, αγωνιά, σπαρταρά. Πάρτε το ψάρι, βγάλτε το απ’ τη θάλασσα, βάλτε το πάνω σε μια αμμουδιά — ας είναι και χρυσή —, αυτό σπαρταράει. Αν είχε γλώσσα, θα σου έλεγε: Δός μου το νερό, να πέσω μέσ’ στη θάλασσα, ν’ αναπνεύσω, να ζήσω. Έτσι και ό άνθρωπος.

Που ζητεί σήμερα ό άνθρωπος την ανάπαυση και την ασφάλεια; Χτυπάει πολλές πόρτες. Ρίξτε μια ματιά στην κοινωνία, από τις καλύβες των φτωχών μέχρι τα μέγαρα των πλουσίων. Όλοι ζητούν ανάπαυση και ασφάλεια στα χρήματα, στις ανέσεις, στις απολαύσεις, στις γυναίκες, στις διασκεδάσεις, στα σπορ και τον αθλητισμό, στις εκδρομές  και τον τουρισμό, στη γνώση και την πολιτική, σε εγκόσμια δηλαδή στηρίγματα. Ή πείρα της ζωής λέει, ότι σε κανένα απ’ αυτά δε βρίσκουν εκείνο πού ζητούν. Διότι χτυπούν λάθος πόρτα! Ποια είναι ή ασφάλεια του σημερινού άνθρωπου; Καμία ασφάλεια. Ταραχή  και ανασφάλεια χαρακτηρίζει τη ζωή. Το πρόβατο δεν είναι ασφαλισμένο τη νύχτα έξω από το μαντρί, κι ό άνθρωπος είναι ανασφαλής  και ανήσυχος έξω από τη Μάνδρα του Χριστού, την αγία αυτή Εκκλησία. Έξω απ’ το μαντρί το πρόβατο το τρώει ό λύκος, και έξω από την αγία Ορθοδοξία μας ό άνθρωπος θα πέσει θύμα ληστών, απατεώνων  και εκμεταλλευτών, πού ζητούν να τον παρασύρουν και να τον ρίξουν στις χαράδρες της απώλειας  και καταστροφής. Το τέλος του κόσμου είναι εκείνο πού είπε ό σοφός Σολομών «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης» (Έκκλ. 1,2).

Μη χτυπάτε, λοιπόν, άλλες πόρτες, αυτό πού ζητάτε δεν υπάρχει εκεί. «Εγώ ειμί ή θύρα», φωνάζει ό Χριστός. Μέσα στην ταλαιπωρία του κόσμου τούτου ακούγεται ή γλυκεία φωνή του’ «Εγώ ειμί ή θύρα», ή μόνη θύρα. «Εγώ ειμί ή θύρα, δι’ εμού εάν τις εισέλθει σωθήσεται, και εισελεύσεται και εξελεύσεται, και νομήν ευρήσει». Ω λόγια ανεκτίμητα, ω λόγια πού δεν υπάρχει ζυγαριά να τα ζύγιση! Τα λόγια αυτά του Χριστού έχουν βάθος  και πλάτος  και ύψος εννοιών. Οι άλλες θύρες είναι απατηλές παγίδες- ή θύρα του Χριστού είναι ασφαλές καταφύγιο, είναι γαλήνιο λιμάνι. Στις άλλες θύρες οι άνθρωποι το μόνο πού βρίσκουν είναι πικρά «κεράτια» σαν εκείνα πού έτρωγε ό άσωτος προσπαθώντας να κορέση την πείνα του (Λουκ.15,16), στην θύρα του Χριστού ό άνθρωπος βρίσκει το καθαρό φαγητό  και το σωτήριο φάρμακο, βρίσκει το άδολο γάλα αλλά  και την στερεά τροφή, το ύδωρ το ζών, τον άρτο της ζωής τον επιούσιον, βρίσκει τον μόσχο τον σιτευτό. «Εγώ ειμί ή θύρα». Εάν, αδελφοί μου, μακριά από το Χριστό υπάρχει ή αγωνία, το άγχος, ή πικρία  και ό θάνατος, κοντά στο Χριστό υπάρχει ή βεβαιότης, ή σιγουριά, ή αφοβία, ή ειρήνη, ή ηρεμία, ή αγαλλίασης ή πνευματική, υπάρχει το θέλγητρο του ουρανού. Λόγια είναι αυτά; Πώς θα μπορούσα να σας το περιγράψω! Θα ήθελα να έχω τη θεολογία του Χρυσοστόμου, την ποίηση του Δάντη, τα χαρίσματα των ρητόρων, τη χάρι των ζωγράφων, για να παραστήσω μπροστά σας τη χαρά  και την αγαλλίαση πού βρίσκουν όσοι περνούν την θύρα του Χριστού  και εισέρχονται στο βασίλειο του.

Με ένα λόγο, βρίσκουν αυτό πού ζητούν  και διψούν οι καρδιές όλων μας, μικρών  και μεγάλων, βρίσκουν τη σωτηρία. Όποιος περνά αυτή τη θύρα  και γίνεται πρόβατο της ποίμνής του Χριστού, φθάνει στον ουράνιο Πατέρα. Έτσι συνέβη  και με τον Μέγα Κωνσταντίνο, δέχθηκε την κλήση  και πέρασε την θύρα του Χριστού, πού είναι ή ζωή του κόσμου, το άλφα  και το ωμέγα, ό πνευματικός άξων γύρω από τον οποίο στρέφονται οι αιώνες. Ονόματα άλλων, πού θεωρούνται μεγάλοι, σβήνουν  και λησμονούνται- το όνομα του Χριστού θα ζή  και θα βασιλεύει εις αιώνας αιώνων « και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος» (Λουκ. 1,33).

Αδελφοί μου, θα ήθελα να σας μεταδώσω αυτό πού πιστεύω, αυτό πού γνωρίζω, ότι δεν υπάρχει υπό τον ουρανόν άλλο όνομα πού μπορεί να μας σώσει, παρά μόνο το όνομα του Ιησού Χριστού, ενώπιον του οποίου «πάν γόνυ κάμψει επουρανίων  και επιγείων και καταχθόνιων,  και πάσα γλώσσα εξομολογήσεται ότι Κύριος Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού πατρός» (Φιλ. 2,10-11), αμήν.

ΚΥΡΙΑΚΗ TΟΥ ΕΚ ΓΕΝΕΤΗΣ ΤΥΦΛΟΥ (3ο)

ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

«Ὁδηγοί τυφλοί»

Ἡ θρησκεία τοῦ Ἰσραήλ στά χρόνια τοῦ Χριστοῦ, ἦταν ὁ «Ἰουδαϊσμός». Οἱ φαρισαῖοι ἦταν «ἐκπρόσωποι» αὐτῆς τῆς θρησκείας· ἦταν δάσκαλοι, ὁδηγοί  τοῦ λαοῦ. Κατεῖχον τήν ἴδια  θέση πού κατεῖχε καί  ὁ Μωυσῆς (Μτ. 23:2-3).  Τό ἀξίωμα αὐτό  τούς  τό ἀναγνώριζε καί ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός. Εἶπε:  «Οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι ἔχουν καθίσει στήν καθέδρα τοῦ Μωυσῆ. Αὐτά πού σᾶς λένε, νά τηρεῖτε, νά τά τηρεῖτε καί νά τά κάνετε ὅλα»(Μτ. 23:2-3). Καί ὅπως ὁ Μωυσῆς εἶχε σάν σκοπό νά ὁδηγήσει τό λαό στή Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας (ὅπου θά γεννιόταν ὁ Μεσσίας) ἔτσι καί οἱ φαρισαῖοι εἶχαν σάν σκοπό νά ὁδηγήσουν τό λαό στό Μεσσία· νά ἐξηγήσουν στό λαό, ὅτι μέ βάση τίς Γραφές, αὐτός ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἀναμενόμενος Μεσσίας. Ὅμως γιά νά γινόταν αὐτό, ἔπρεπε πρῶτα οἱ ἴδιοι νά Τόν πιστέψουν. Δέν  Τόν πίστεψαν! (Ἤ καλύτερα, ἔκαναν ὅτι δέν Τόν  πίστευαν! Γιατί τά ντοκουμέντα μιλοῦσαν ἀπό μόνα τους!). (Μτ. 16:2-4. Ἰω. 7:28). 

Τόν καταφρονοῦσαν καί Τόν πολεμοῦσαν!  Καί τί δέν ἔλεγαν γιά τό  Χριστό στόν ἐκ γενετῆς τυφλό, γιά νά τόν κάνουν νά  μήν πιστέψει στόν εὐεργέτη του  Χριστό! (Ἰω. 9:13-33). Ἀφοῦ δέν τόν κατάφεραν, τόν πέταξαν ἔξω (πιθανώνατα ἀπό τήν Συναγωγή). (Ἰω. 9:34). Ἦταν μεγάλη προσβολή γιά ἕναν Ἰουδαῖο! (Ἰω. 9:22).

Ἡ συνέχεια:  Ὁ Χριστός, ξέροντας τήν ἀγαθή του διάθεση,  ἀλλά καί  τήν  ἄσχημη ψυχολογία του (Τόν πέταξαν ἔξω!),  ἔψαχνε  νά τόν βρεῖ  (Ἰω. 9:35) γιά νά τόν τονώσει, καί πάνω ἀπό ὅλα νά τόν κάνει νά  πιστέψει.  Καί τόν βρῆκε  στό Ναό. «Σύ πιστεύεις στόν Υἱό τοῦ Θεοῦ;», τόν ρώτησε.  «Ποιός εἶναι, Κύριε· γιά νά τοῦ δείξω ὅτι πιστεύω σέ Αὐτόν;» Τοῦ εἶπε ὁ Ἰησοῦς: «Τόν ξέρεις. Τόν ἔχεις ἰδεῖ! Εἶναι Ἐκεῖνος πού μιλάει μαζί σου!». «Καί ἐκεῖνος εἶπε: «Σέ πιστεύω Κύριε». Καί Τόν ἐπροσκύνησε!» (Ἰω. 9:35-38

Ἐκεῖ κοντά ἦταν φαίνεται καί οἱ φαρισαῖοι. Εἶδαν τό Χριστό πού συζητοῦσε μέ τόν (πρώην) τυφλό, καί Τόν πλησίασαν.  Καί ὁ Χριστός ἄφησε ὑπονοούμενα γιά τήν ψυχική τους τυφλότητα!  «Ἦρθα γιά νά φέρω σέ κρίση τόν κόσμο· ὥστε ἐκεῖνοι πού δέν βλέπουν, νά βλέπουν, καί ἐκεῖνοι πού βλέπουν νά γίνονται τυφλοί». (Ἰω. 9:39).[1]  «Μή καί εἴμαστε καί ἐμεῖς τυφλοί;», Τόν ρώτησαν οἱ φαρισαῖοι (Ἰω. 9:40). Τούς ἀπάντησε:  «Ἄν ἤσασταν τυφλοί (σωματικά) δέν θά εἴχατε ἁμαρτία» (Ἰω. 9:41). Ἐννοώντας, ὅτι ἄν ἦσαν  τυφλοί, δέν θά ἤξεραν   τίς Γραφές, ἄρα δέν θά τίς ἑρμήνευαν,   ἐνῶ τώρα πού τίς ἤξεραν, (γιατί δέν ἦταν τυφλοί) τίς ἑρμήνευαν λάθος, καί αὐτοί νόμιζαν ὅτι  τίς ἑρμήνευαν σωστά, (νόμιζαν ὅτι βλέπουν), γι’αὐτό καί εἶχαν  ἁμαρτία. «Ἀλλά τώρα λέγετε «βλέπουμε». (Ἰω. 9:41). 

Ὄχι ἐπειδή δέν ἤξεραν τίς Γραφές, ἀλλά ἐπειδή τίς ἑρμήνευαν σύμφωνα μέ αὐτά πού εἶχαν αὐτοί στό μυαλό τους, καί ὄχι σύμφωνα μέ αὐτά πού ἔλεγαν οἱ Γραφές. Εἶχαν σάν ὁδηγό τά ἁμαρτωλά τους πάθη τους καί ὄχι τίς θεόπνευστες Γραφές. Καί αὐτοί νόμιζαν, ὅτι εἶχαν σάν ὁδηγό τίς Γραφές. (Ἔτσι, σάν πλάνη καί ἀπάτη  λειτουργοῦν τά πάθη στόν ἄνθρωπο: Τοῦ καλύπτουν τήν ἀλήθεια, καί τοῦ παρουσιάζουν σάν ἀλήθεια ἕνα  ψέμα, πού «μαγείρεψαν» τά πάθη τους! Καί ἄν αὐτός ὁ ἄνθρωπος  ἔχει νά κάνει μόνο μέ τόν ἑαυτό του, τότε ζημιώνει μόνο τόν ἑαυτό του,   ἄν ὅμως ἔχει νά κάνει μέ χιλιάδες ἀνθρώπους, πού ἐξαρτῶνται ἀπό τά λόγια σου, τότε τό κακό εἶναι πολύ μεγάλο καί ἀθεραπευτο!).

Καί ἦταν (οἱ φαρισαῖοι)  δάσκαλοι, ὁδηγοί τοῦ λαοῦ, ἀλλά ἦταν  «ὁδηγοί τυφλοί» (Μτ. 23:24). Μετέδιδαν στό λαό  τίς διεστραμμένες τους ἑρμηνεῖες γύρω ἀπό τόν Μεσσία, βυθίζοντας ἔτσι τό λαό στό σκοτάδι! Ἔκαναν  τά πάντα, ὥστε ὁ λαός νά μήν πιστέψει  στό Χριστό! Καταλαβαίνουμε τό μεγάλο καί ἀσυγχώρητο ἔγκλημά τους;   «Γι’αὐτό ἡ ἁμαρτία σας θά εἶναι πάντοτε ἐπάνω σας» , τούς εἶπε ὁ Χριστός! (Ἰω. 9:41). 

Οἱ φαρισαῖοι κάθησαν στήν «καθέδρα» τοῦ Μωυσέως (Μτ. 23:2-3), ἐνῶ οἱ   ἱερεῖς καί οἱ  ἀρχιερεῖς κάθονται στήν  «καθέδρα» τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι «εἰς τύπον  καί εἰς τόπον Χριστοῦ». Ἄν καί αὐτοί  διδάσκουν  στό λαό πράγματα πού δέν ἔχουν σχέση μέ τό γράμμα καί τό πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἁμαρτία τους αὐτή θά εἶναι γιά πάντα ἀσυγχώρητη! (Ἰω. 9:41). Δέν εἶναι ἄλλωστε τυχαῖο ὅτι ὁ Χριστός εὐθύς μετά ἀπό αὐτά (Ἰω. 9-41) μίλησε γιά τόν καλό καί γιά τόν κακό ποιμένα (Ἰω. 10:1-18).

 «Πρίν μιλήσεις, βούτα τή γλώσσα στό μυαλό σου» (Κινέζικη παροιμία). Ἄν αὐτό ἰσχύει γιά τόν ἁπλό  ἄνθρωπο, πόσο μᾶλλον ἰσχύει γιά τόν   ποιμένα, πού εἶναι ὁδηγός ψυχῶν! Πρόσχωμεν! 


[1] Λέγοντας «ἐκεῖνοι πού δέν βλέπουν, νά βλέπουν, καί ἐκεῖνοι πού βλέπουν νά γίνονται τυφλοί») (Ἰω. 9:39), ἐννοοῦσε  τό  ἀποτέλεσμα πού θά ἔφερνε ὁ ἐρχομός Του στή γῆ        καί   πρωτίστως τούς φαρισαίους,  πού ἐνῶ  ἔβλεπαν, ἔγιναν τυφλοί. Κάτι ἀνάλογο λέει καί ὁ Παῦλος: «Ὁ νόμος μπῆκε γιά νά πλεονάσει τό παράπτωμα» (Ρωμ. 5:20).  Ὁ   νόμος δέν μπῆκε γι’αὐτόν τόν σκοπό  (γιά νά πλεονάσει ἡ ἁμαρτία) ἀλλά γιά νά ἐμποδίσει τήν ἁμαρτία. Καί ἐπειδή δέν τήν ἐμπόδισε, γι’αὐτό καί ὁ Παῦλος ἔγραψε τό ἀποτέλεσμα πού ἔφερε ὁ νόμος. Τό ἴδιο ἰσχύει  καί γιά τίς προφητεῖες γιά τό Χριστό.  Ὁ Χριστός δέν γεννήθηκε ἐπειδή τό προεῖπαν  οἱ προφῆτες, ἀλλά ἐπειδή θά γεννιόταν, γι’αὐτό τό προεῖπαν οἱ  προφῆτες.  Καί ὁ τυφλός δέν γεννήθηκε τυφλός, γιά νά δείξει ὁ Ἰησοῦς τήν Θεότητά Του, ἀλλά ἐπειδή γεννήθηκε τυφλός, ἔδειξε τή Θεότητά Του (Ἰω. 9:3).

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ (3ο)

ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Ὁ Χριστός καί οἱ πόρνες

            Οἱ  γραμματεῖς, οἱ φαρισαῖοι γιά νά δείξουν στόν κόσμο ὅτι δέν εἶχαν  σχέση μέ τήν ἁμαρτία, ὅταν ἔβλεπαν μπροστά τους ἄνθρωπο ἁμαρτωλό (τελώνη, πόρνο),   ἔφευγαν μακρυά του. (Ἄν ὑπῆρχε ἀνάγκη  νά συζητήσουν μέ τίς πόρνες,  τίς κρατοῦσαν σέ ἀπόσταση  τουλάχιστον δύο μέτρα μακρυά τους!).  Ἀντίθετα, ὁ Χριστός δεχόταν τούς τελῶνες καί τούς ἁμαρτωλούς, συζητοῦσε,  ἔτρωγε μαζί τους, ἐξαγριώνοντας τούς γραμματεῖς καί φαρισαίους  (Λκ. 15:1-2).

          Μέ πόση καλωσύνη συμπεριφέρθηκε  ὁ καθαρώτατος Χριστός στή μοιχαλίδα Σαμαρείτιδα! (Εἶχε κάνει πέντε νόμιμους γάμους, γιατί στόν τόπο της  ἐπιτρεπόταν ἡ πολυγαμία. Ὅμως τελευταῖα ζοῦσε παράνομα·   μέ  ξένο ἄνδρα. Καί ἀπό ὅτι φαίνεται, μέ τέτοιο «βιογραφικό»,  κανένας δέν ἤθελε νά τήν παντρευθεῖ,   γι’αὐτό καί κατάντησε μοιχαλίδα). Ὁ Κύριος στήν ἀρχή-ἀρχή δέν τῆς εἶπε τίποτε γιά τήν ἁμαρτία της, πού ἡ ἁμαρτία ἦταν γιά τόν Χριστό  δυσωδία!  Ὅταν ὅμως ἔκρινε  ὅτι  ἦρθε ἡ κατάλληλη στιγμή,  γιά νά τῆς τό εἰπεῖ,  τῆς τό εἶπε πολύ πλάγια:  «Πήγαινε καί φώναξε τόν ἄνδρα σου, καί ἔλα ἐδῶ μαζί του!» (Ἰω.5:16). «Δέν ἔχω ἄνδρα!».  (Ἰω. 5:17). «Καλά τό  εἶπες! Δέν ἔχω ἄνδρα!». Γιατί μέχρι τώρα ἐπῆρες πέντε ἄνδρες· καί αὐτός πού ἔχεις τώρα, δέν εἶναι δικό σου ἄνδρας. Αὐτό πού εἶπες εἶναι ἀληθινό!» (Ἰω. 5:17). Δέν τῆς εἶπε: «Ντροπή σου! Μοιχαλίδα…!». Ὅπως θά τῆς λέγαμε ἐμεῖς  οἱ «καθαροί!».

        Ὁ Μωυσῆς ὅριζε ὅτι  οἱ μοιχαλίδες θά πρέπει νά λιθοβολοῦνται (Λευτ. 20:10 & Δευτ. 22:23) ἐνῶ    ὁ Χριστός τίς κάλυπτε καί τίς συγχωροῦσε. Καί αὐτό τό ἤξεραν οἱ φαρισαῖοι.   Καί καθώς  δίδασκε στό προαύλιο τοῦ Ναοῦ  (Ἰω. 1:1-2) Τοῦ ἔφεραν μιά γυναίκα πού τήν ἔπιασαν νά μοιχεύει! Τόν ρώτησαν: «Διδάσκαλε, ἡ γυναίκα αὐτή συνελήφθη ἐπ’αὐτοφώρω νά μοιχεύει. Καί στό Νόμο μας ὁ Μωυσῆς μᾶς ἔχει δώσει ἐντολή, τίς τέτοιες νά τίς λιθοβολοῦμε. Σύ τί λές;» (Ἰω. 8:6). Ἄν τήν συγχωροῦσε, θά Τόν κατηγοροῦσαν ἐνώπιον τοῦ κόσμου, ὅτι δέν σέβεται τόν νόμο τοῦ Μωυσῆ! «Ἀλλά ὁ Ἰησοῦς ,ἀντί νά ἀπαντήσει,  ἔσκυψε κάτω καί ἔγραφε μέ τό δάκτυλό Του στό χῶμα» (Ἰω.8:6). Ἔγραφε τίς  ἁμαρτίες τους! (Ἱερ.17:13). Ὁ καθένας διάβαζε τίς δικές του ἁμαρτίες, καί κανενός ἄλλου·  οὔτε ὁ λαός πού παρακολουθοῦσε ἐναγωνίως τό σκηνικό, μποροῦσε νά τίς διαβάσει, διαφορετικά θά γινόταν χαμός…! Πάντα ἀγαθός ὁ Κύριος!  Καί γράφοντας, τούς εἶπε,  «πρῶτος πέτρα νά ρίξει ὁ ἀπό σᾶς ὁ ἀναμάρτητος» (Ἰω. 8:7), ὅ,τι δηλαδή ὅριζε ὁ νόμος! ( Δευτ. 17:7) Καί   αὐτοί ἄρχισαν κατά σειρά νά φεύγουν, ἀρχίζοντας ἀπό τόν μεγαλύτερο! (Ἰω.8:9). Καί ἐνῶ εἶχαν ἔρθει μέ ὀργή καί μέ κακία γιά νά διασύρουν τό Χριστό, ἔφυγαν ἀμίλητοι! Εἶχαν, φαίνεται καί αὐτοί  ὑποπέσει στό ἴδιο καί  βαρύ ἁμάρτημα τῆς μοιχείας!  «Ἐσύ (…) διαγρραφἠ  ἔκανες αὐτό αὐτό, μοίχευσες μέ αὐτή τήν κυρία…!», ἔγραφε ὁ Χριστός! 

        Φεύγοντας λοιπόν οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι ἀπό τό Ναό, παρέμειναν στό Ναό  ὁ Χριστός, ὁ λαός,  καί ἡ μοιχαλίδα, πού στεκόταν ὄρθια καί στή μέση! (Ἰω.8:9). «Τότε ὁ Χριστός ἀνασήκωσε τό κεφάλι Του καί τήν ἐρώτησε: «Γυναίκα, ποῦ εἶναι οἱ κατήγοροί σου;Δέν σέ κατεδίκασε κανένας!» (Ἰω.8:10). Ἡ προσφώνηση «γυναίκα», ἦταν τότε προσφώνηση σεβασμοῦ, πού σήμαινε «καλή μου κυρία, καλή γυναίκα!». (Ἔτσι ὁ Χριστός προσφώνησε τήν πόρνη! Ἀπό τόν ξευτελισμό πού ἔπαθε, εἶχε γίνει ἐρείπιο, καί  τά ἐρείπια χρειάζονται ἀναστήλωση, καί ὄχι θάψιμο). Καί ὁ Χριστός τήν «ἔδιωξε» λέγοντάς της: «Πήγαινε στό καλό. Καί ἀπό τώρα καί πέρα μήν ξαναμαρτήσεις πιά». (Ἰω. 8:11)

Κάποια μέρα συνέλαβαν τόν γνωστό (τότε νεαρό)  Ὄσκαρ Οὐάιλντ. Τόν ἔδεσαν μέ χειροπέδες καί τόν ὁδηγοῦσαν στή φυλακή. Ὁ κόσμος τόν γιουχάιζε! Ἕνας  σεβάσμιος κύριος, ἔβγαλε τό καπέλο του, ἔσκυψε καί τόν χαιρέτισε ἐγκάρδια! «Αὐτός ὁ κύριος μέ αὐτό πού μοῦ  ἔκανε  ἀπό τήν Κόλαση μέ πῆγε στόν Παράδεισο», ἔλεγε ἀργότερα ὁ Ὄσκαρ Οὐάιλντ.« Εἶναι  ἀνόητο καί ἀπάνθρωπο (λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης)  νά τρέφουμε κακία ἐναντίον τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι  σάν νά ρίχνουμε  στή φωτιά ἕνα σῶμα, πού εἶναι ἤδη καμμένο. Σέ ἕνα τέτοιο ἄνθρωπο, χρωστοῦμε διπλῆ ἀγάπη, ἀλλά καί θερμή προσευχή στόν Θεό. Οὔτε νά τόν κρίνουμε, ἀλλ΄οὔτε καί νά χαιρόμαστε  γιά τό κατάντημά του». (Ἡ ἐν Χριστῷ ζωή μου, σελ. 54, 89).

          Ἐμεῖς οἱ «καθαροί», ὅταν ἰδοῦμε μπροστά μας ἕναν πόρνο, ἕναν μοιχό  τόν πυροβολοῦμε!   (Ἔτσι  ἔκαναν   καί οἱ φαρισαῖοι!). Ἀντί νά μισοῦμε τήν ἁμαρτία, μισοῦμε τόν ἄνθρωπο, πού κάνει τήν ἁμαρτία. Ἀντίστροφα ὁ  Χριστός ἀγαποῦσε τόν ἄνθρωπο, μισοῦσε τήν ἁμαρτία.  Στίς πόρνες (στούς τελῶνες καί λοιπούς)   ἔδειχνε ἀγάπη, μακροθυμία, γιατί ἤθελε  νά τούς κερδίσει, νά τούς σώσει καί ὄχι νά τούς ἐξοντώσει. Τήν ἴδια συμπεριφορά καί καί γιά τόν ἴδιο λόγο ἔδειξε καί στή μοιχαλίδα Σαμαρείτιδα. Καί τήν κέρδισε! (Ἄν τήν ἔδιωχνε;!). Καί αὐτή πίστεψε στό Χριστό· βαπτίσθηκε,  λαμβάνοντας τό ὄνομα Φωτεινή. Στή συνέχεια ὁδήγησε στό Χριστό τά δυό της παιδιά, Ἰωσῆ καί Φωτεινό, καί τίς τρεῖς ἀδελφές της, Φωτώ, Φωτίδα καί Παρασκευή. Καί ἔγιναν ὅλοι τους μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ! (Μνήμη τους  26 Φεβρουαρίου).

          Ἄς ἔχουμε λοιπόν τόν Χριστό σάν ὁδηγό στή ζωή μας, ἰδιαίτερα στό  πῶς νά συμπεριφερόμαστε στούς ἁμαρτωλούς,  προκειμένου νά ἔρθουν σέ μετάνοια, γιά νά βροῦμε καί ἐμεῖς ἔλεος ἀπό τόν πολυέλεο Θεό.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ (3ο)

ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Ἁμαρτία καί δῶρα τοῦ Θεοῦ

«Βλέπεις; Ἔγινες καλά! Μή ξανακάμεις ἁμαρτία, γιά νά μή πάθεις καί χειρότερα!», εἶπε ὁ Χριστός στόν πρώην παραλυτικό (Ἰω. 5:14). Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι αἰτία τῆς ἀρρώστιας του ἦταν ἡ ἁμαρτία του!

Προσοχή: Μέ τήν μακρόχρονη παραλυσία του δέν ξεχρέωσε πλήρως τήν ἁμαρτία του (πού εἶχε κάνει χρόνια πρίν). Ἁπλά ὁ Χριστός τόν συμπόνεσε καί τοῦ διέγραψε τό ὑπόλοιπο χρέος του. Ἄν ὁ Χριστός δέν τοῦ ἔκανε αὐτή τή χάρη, ἄν δηλαδή δέν τόν θεράπευε ἐκείνη τή στιγμή, θά ἦταν παράλυτος σέ ὅλη του τή ζωή καί θά πέθαινε παράλυτος. Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία δέν εἶναι κάτι τό ἀσήμαντο, ἀλλά εἶναι τό πιό σοβαρό πρᾶγμα πού μπορεῖ νά κάνει ὁ ἄνθρωπος στή γῆ! Τόσο σοβαρό πρᾶγμα εἶναι, ὥστε χρειάσθηκε νά σταυρωθεῖ ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πρός ἐξάλειψή της!

Μά τόσοι καί τόσοι ἄνθρωποι ἁμαρτάνουν! Παρόλο αὐτό δέν εἶναι παράλυτοι, ἀλλά ὄρθιοι καί ὑγιέστατοι! Γιατί λοιπόν νά μήν πληρώνουν καί αὐτοί τίς ἁμαρτίες τους, ὅπως τίς πλήρωσε καί ὁ παράλυτος;

Ἄν ὁ κάθε ἄνθρωπος πού ἁμαρτάνει, πλήρωνε «ἐδῶ καί τώρα» τήν ἁμαρτία του, τότε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τῆς γῆς θά ἦταν παράλυτοι, γιατί κανένας ἄνθρωπος δέν εἶναι ἀναμάρτητος. Ὅλη ἡ γῆ θά ἦταν ἕνα ἀπέραντο Ἵδρυμα Ἀναπήρων, χωρίς νά εἶναι οὔτε ἕνας ὑγιής! Γι’αὐτό, λοιπόν, ὁ σοφός Θεός προνοεῖ, ὥστε νά μήν πληρώνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἐδῶ καί τώρα τίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά λίγοι! Γιά νά ὁδηγοῦνται καί οἱ ὑπόλοιποι στή μετάνοια. Ἄν ὅμως δέν  μετανιώσουν, δέν θά «γλυτώσουν» τό τίμημα τῆς ἁμαρτίας. Θά τό πληρώσουν καί μέ τό παραπάνω (στήν φοβερή αἰώνια Κόλαση!). Διαφορετικά ὁ Θεός θά ἦταν ἄδικος! Ἐπειδή λοιπόν εἶναι δίκαιος, ὅλοι, ὅσοι ἁμαρτάνουν, (ἄν δέν μετανιώσουν), θά πληρώσουν τό τίμημα τῶν ἁμαρτιῶν τους.

Ὁ Χριστός δέν εἶπε στόν παραλυτικό «μήν ξαναμαρτάνεις, γιά νά μήν πάθεις τά ἴδια», ἀλλά «μήν πάθεις χειρότερα» (Ἰω. 5:14). Καί γιατί νά πάθει χειρότερα; Γιατί δηλαδή νά μήν πληρώσει τήν ἁμαρτία του μέ τό ἴδιο τίμημα, πού τήν πλήρωσε καί πρίν;

Τώρα ὁ Θεός τοῦ ἔκανε ἕνα μεγάλο δῶρο: Τοῦ ξόφλησε τό ὑπόλοιπο χρέος! Θά πρέπει λοιπόν ἀπό ἐδῶ καί στό ἑξῆς νά ἐκτιμήσει αὐτό τό δῶρο καί νά εἶναι πιό προσεκτικός. Μέ ἄλλα λόγια, ἄν καί τώρα, μετά ἀπό αὐτό τό δῶρο πού ἔλαβε ἀπό τό Χριστό, ἁμάρτανε καί πάλι, ἡ ἁμαρτία του θά ἦταν πιό βαριά, γιατί ἀκριβῶς καταφρόνησε τό δῶρο πού τοῦ ἔκανε ὁ Χριστός!

Καί αὐτό σημαίνει: Ὅποιος ἔχει λάβει ἀπό τό Θεό κάποια «χάρη», «εὐλογία» καί μετά τό ρίξει στήν ἁμαρτία, θά τιμωρηθεῖ πολύ αὐστηρά (Βλ. Α΄Βασιλ. 12:8-9 & Ἀμώς 2:11-14). Παράδειγμα: Ἔχεις βαπτισθεῖ, εἶσαι δηλαδή χριστιανός, καί κλέβεις. Τήν ἴδια ἁμαρτία κάνει καί ἕνας ἀβάπτιστος. Ὅμως ἡ δική σου ἁμαρτία σου ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ εἶναι πιό βαριά, γιατί ἐσύ ἔχεις δεχθεῖ τήν χάρη τῆς βαπτίσεως. Ἄλλο παράδειγμα: Ἐσύ κοινώνησες σήμερα, ἐνῶ ὁ ἀδελφός σου δέν κοινώνησε. Ἁμαρτάνεις ἐσύ, ἁμαρτάνει καί ὁ ἀδερφός σου. Ὅμως ἡ δική σου ἁμαρτία εἶναι πιό μεγάλη! Καί ἄλλο παράδειγμα: Εἶσαι ἱερέας ἤ ἀρχιερέας καί ἁμαρτάνεις. Ἡ ἁμαρτία σου εἶναι πιό βαριά σέ σχέση μέ αὐτόν πού δέν ἔχει λάβει τό χάρισμα τῆς ἱερωσύνης ἤ τῆς ἀρχιερωσύνης. Στήν Παλαιά Διαθήκη, ἄν ἁμάρτανε ἀρχιερέας, πρόσφερε ὡς θυσία ἕνα μοσχάρι (Λευ.4:3). Ἄν ἁμάρτανε ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος, πρόσφερε μία γίδα (Λευ.4:27-29). Ἐνῶ ἄν ἁμάρτανε ὁλόκληρος ὁ λαός πρόσφερε ὡς θυσία ἕνα μοσχάρι (Λευ. 4:13), ὅτι πρόσφερε καί ὁ ἀρχιερέας! (Βλέπετε, ὅτι ὅσο ζυγίζει ἡ ἁμαρτία ἑνός ἀρχιερέα ζυγίζει ἡ ἁμαρτία ἑνός ὁλόκληρου λαοῦ!).

Καί ὅσοι πρόκειται νά δεχθοῦν κάποια «εὐλογία», χάρη ἀπό τόν Κύριο, θά πρέπει νά εἶναι ἤδη καί αὐτοί καθαροί! «Ἁγνίσασθε εἰς αὔριον καί φάγεσθε κρέα» (Ἀριθμ. 11:18), εἶπε ὁ Θεός στούς Ἰσραηλίτες. Ὄχι ἐπειδή θά ἔτρωγαν κρέας, ἀλλά ἐπειδή αὐτό τό κρέας πού θά ἔτρωγαν, θά τούς τό ἔδινε Αὐτός ὁ Ἴδιος ὁ Θεός! Πόσο μᾶλλον αὐτό ἰσχύει γιά ἄλλα, ἀνώτερα δῶρα πού μᾶς δίδει ὁ Θεός. Οἱ κατηχούμενοι λ.χ. δέν νήστευαν (σαράντα μέρες καί μάλιστα αὐστηρά!), γιά νά ἀδυνατίσουν, ὥστε νά εἶναι πιό «εὐκίνητοι», ὅταν θά ἔμπαιναν στό νερό, ἀλλά νήστευαν γιά νά δεχθοῦν τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού χαριζόταν κατά τή Βάπτισή τους. Τό ἴδιο φυσικά ἰσχύει καί ὅταν πρόκειται νά δεχθοῦμε, νά μεταλάβουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου. Προετοιμαζόμαστε, ὅσο τό δυνατόν, μέ νηστεῖες, μέ προσευχές γιά νά δεχθοῦμε τό μεγάλο αὐτό δῶρο. « Πρόσχωμεν! Τά ἅγια τοῖς ἁγίοις!», ἐκφωνεῖ ὁ ἱερέας λίγο πρό τῆς Θ. Κοινωνίας.