Διδακτικά (3ο Μέρος)

Ο ΑΔΙΚΑ ΦΥΛΑΚΙΣΜΕΝΟΣ ΠΟΥ ΣΥΓΧΩΡΕΣΕ ΤΟΝ ΑΛΗΘΙΝΟ ΕΝΟΧΟ

…Γιώργο,σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά…Και σ’ ευχαριστώ,γιατί ήσουν η αιτία να γνωρίσω τον Χριστό με την Εκκλησία Του και τα άγια Μυστήρια της. Εύχομαι να Τον γνωρίσεις κι εσύ,με μετάνοια και προσευχή! Τον αγκάλιασε τον φίλησε και έφυγε,ενώ κάποια δάκρυα κρυφά έτρεχαν από τα μάτια του.Ο θρίαμβος της δικαιοσύνης του Θεού ήλθε,ύστερα από 35 χρόνια!…

Πριν πολλά χρόνια και μετά την λήξη του εμφυλίου σπαραγμού και του αδελφοκτόνου πολέμου,σε κάποιο χωριό,έγινε ένας φόνος,για πολιτικούς μάλλον λόγους και εξαιτίας του μεγάλου φανατισμού,που επικρατούσε εκείνη την εποχή. Κατηγορήθηκε λοιπόν κάποιος χωριανός, ο Πέτρος και με τις μαρτυρίες πέντε συγχωριανών του δικάστηκε και καταδικάστηκε σε 30 χρόνια φυλάκιση. Ο κατηγορούμενος όμως ισχυρίζετο συνεχώς ότι ήτο αθώος…Κλείσθηκε σε αγροτικές φυλακές αλλά μέρα-νύχτα διαλαλούσε και μονολογούσε ότι ήτο αθώος. Σ’ αυτές τις φυλακές πήγαινε μια φορά το μήνα ένας ευλαβέστατος ιερεύς και λειτουργούσε στο εκκλησάκι που υπήρχε και κατόπιν εδέχετο για εξομολόγηση όσους εκ των φυλακισμένων το επιθυμούσαν.

Ύστερα από 5-6 μήνες,πήγε και ο εν λόγω χωριανός στον ευλαβή εκείνον ιερέα και εξομολόγο και ενώπιον του Αγίου Θεού και μπροστά στο πετραχήλι του Πνευματικού βεβαίωνε με όρκους ότι ήταν αθώος. Από τότε που εξομολογήθηκε μέσα στις φυλακές ο Πέτρος Γ. άλλαξε τελείως διαγωγή και έγινε ο άνθρωπος της προσευχής και της μελέτης του Ευαγγελίου, που του δώρισε εκείνος ο καλός ιερεύς. Μέσα σ’ έναν χρόνο αλλοιώθηκε τόσο πολύ που όλοι οι συγκρατούμενοι του και βαρυποινίτες άρχισαν να τον σέβονται και να του φέρονται φιλικά. Και με την Χάρι και τον φωτισμό του Θεού γρήγορα πείσθηκε ο ευλαβής ιερεύς για την αθωότητα του, ώστε του επέτρεπε να κοινωνά κάθε φορά που λειτουργούσε στις φυλακές. Ο ιερεύς προσπάθησε κάτι να κάμει μέσω κάποιων δικηγόρων αλλά οι μάρτυρες ήσαν απολύτως κατηγορηματικοί γιατί ήσαν δήθεν παρόντες στον φόνο. Παρά ταύτα ο εξομολόγος πίστευε ότι όντως ήτο αθώος και θύμα σκευωρίας. Ο Πέτρος Γ.,όχι μόνο προσηύχετο με το Όνομα του Ιησού Χριστού, που το έμαθε από το βιβλίο «Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού», αλλά μελετούσε το Ευαγγέλιο και κοινωνούσε των αχράντων Μυστηρίων, σκορπώντας σε όλους τους συγκρατούμενους του πολλή καλοσύνη. Συγχωρούσε δε με όλη του την καρδιά και τους κατηγόρους του και αυτόν ακόμα τον άγνωστο φονιά.-Δεν φταίνε,οι καημένοι,έλεγε. Φταίει το πολιτικό και ιδεολογικό πάθος, φταίει και ο διάβολος που τους σκοτείνιασε το μυαλό κι έτσι κρύψανε την αλήθεια. Θεέ μου,συγχώρεσε τους…και από μένα να’ ναι συγχωρεμένοι…και χάρισε τους πλούτη και αγαθά πολλά, αλλά χάρισε τους προπαντός και ιδιαιτέρως φωτισμό και υγεία.Έτσι πέρασαν 19 χρόνια. Κατόπιν,λόγω της καλής και αρίστης διαγωγής και επειδή έκανε και στις τότε αγροτικές φυλακές,όπου εμειώνετο η ποινή αποφυλακίσθηκε.Ήτο πλέον 50 ετών. Στο χωριό όμως δεν έγινε δεκτός, επειδή τον πίστευαν όλοι για φονιά και κυρίως οι συγγενείς του φονευμένου.Έτσι μετακόμισε σε μια γειτονική πόλη και έκαμε τον εργάτη, τον οικοδόμο και κυρίως τον μαραγκό, δουλειά που την έμαθε στην φυλακή. Η ζωή του όμως εξακολουθούσε να είναι ζωή ενός αληθινού χριστιανού, με την ακριβή συμμετοχή στα Μυστήρια, με την σωστή τήρηση των ευαγγελικών εντολών και ιδιαιτέρως με την προσευχή. Η προσευχή ήταν το οξυγόνο της ζωής του. Η Ευχή και το Ευαγγέλιο ήσαν γι’ αυτόν «άρτος ζωής» και «ύδωρ ζων». Μία κοπέλα 42 ετών θεολόγος σε κάποιο Γυμνάσιο της περιοχής, πληροφορήθηκε από τον Πνευματικό των φυλακών,που ήτο και δικός της Πνευματικός,τα πάντα για τον Πέτρο Γ. και ιδιαιτέρως για το πόσο ήτο αφοσιωμένος στον Χριστό και στην Εκκλησία Του. Πήγε τον βρήκε και κατόπιν τον ζήτησε η ίδια σε γάμο!…Από τον ευλογημένο αυτό γάμο προήλθαν δυο παιδιά υγιέστατα.Ύστερα από μερικά χρόνια, στο χωριό που έγινε ο φόνος, κάποιος αρρώστησε βαρεία με ανεξήγητους φοβερούς πόνους σε όλο του το σώμα. Η επιστήμη με τους γιατρούς και τις κλινικές εξετάσεις, που ήσαν προηγμένες, στάθηκαν αδύνατον να τον βοηθήσουν. Ούτε καν την αιτία δεν μπόρεσαν να εντοπίσουν.Έτσι, μια βραδιά στο σπίτι του,αφού επέστρεφε από το νοσοκομείο,σ’ αυτήν την φοβερή κατάσταση,άρχισε να κραυγάζει μέσα στους φοβερούς του πόνους ότι αυτός ήτο ο φονιάς και με τους τέσσερεις ψευδομάρτυρες, τους οποίους εξηγόρασε με μεγάλα χρηματικά ποσά, κατηγόρησαν τον Πέτρο Γ., που συμπτωματικά περνούσε από εκείνο το σταυροδρόμι,την ώρα που έγινε ο φόνος. Φώναξαν τον αστυνόμο του τμήματος του χωριού, υπέγραψε την ομολογία του κατονομάζοντας και τους τέσσερεις ψευδομάρτυρες και συνεργούς του. Ποιά νομική διαδικασία ακολουθήθηκε μετά,δεν γνωρίζω. Η ομολογία του όμως έκανε κρότο στο χωριό, προκαλώντας σύγχυση,ταραχές και πολλές κατάρες, οι οποίες βάραιναν τον φονιά. Παρά ταύτα,η ψυχή του φονιά δεν έφευγε. Κι αυτός εξακολουθούσε να τσιρίζει και να κραυγάζει. Ο Πέτρος Γ.,όπως ήτο επόμενον,το έμαθε.Δεν κίνησε όμως καμιά διαδικασία για την αποκατάσταση της τιμής του με αναθεώρηση της δίκης, με μηνύσεις κατά των ενόχων και άλλων ενδίκων νομίμων μέσων. Αλλά τί έκανε; Πήγε στο σπίτι του φονιά!…Οι πάντες πάγωσαν. Οι περισσότεροι χωρικοί, όταν τον είδαν να περνά μέσα από το χωριό, από την ντροπή τους κρύφθηκαν. Πάγωσε και ο φονιάς όταν τον αντίκρισε, και με γουρλωμένα τα μάτια από την έκπληξη και την φρίκη, τον άκουσε να του λέει: – Γιώργο,σε συγχωρώ με όλη μου την καρδιά…Και σ’ ευχαριστώ, γιατί ήσουν η αιτία να γνωρίσω τον Χριστό με την Εκκλησία Του και τα άγια Μυστήριά της. Εύχομαι να Τον γνωρίσεις κι εσύ, με μετάνοια και προσευχή! Τον αγκάλιασε τον φίλησε και έφυγε, ενώ κάποια δάκρυα κρυφά έτρεχαν από τα μάτια του. Ο θρίαμβος της δικαιοσύνης του Θεού ήλθε, ύστερα από 35 χρόνια! Αλλά υπήρξε και θρίαμβος εμπιστοσύνης, της πίστεως και της αδιαλείπτου προσευχής του αδικημένου Πέτρου Γ. στην Πρόνοια του Θεού. Και ταυτόχρονα στέφανος δόξης στην υπομονή και μακροθυμία, που έδειξε τόσα χρόνια. Ευλογήθηκε η μετέπειτα ζωή του, όπως προείπαμε, μ’ έναν χριστιανικό γάμο και με οικογένεια που ήτο «κατ’ οίκον εκκλησία» και με δύο τρισευλογημένα παιδιά. Και μάλιστα, μετά την ολοκάρδια συγχώρηση που έδωσε και την αγάπη που έδειξε προς όλους, πολλαπλασιάσθηκε η ευλογία του θεού στο σπιτικό του. Είχε την Χάρι του Θεού πάνω του,την ευλογία της Παναγίας,την προστασία των Αγίων και την συμπαράσταση των Αγγέλων.

Εκοιμήθη οσιακώς σε ηλικία 80 ετών,το 1999. Παρών στην κοίμηση του ήτο και ο εννενηντάχρονος ιερεύς των φυλακών,που μου διηγήθηκε αυτό το γεγονός,για να με διαβεβαιώσει ότι λίγο πριν το τέλος του Πέτρου Γ., Άγγελοι και Αρχάγγελοι πλημμύρισαν το δωμάτιό του, τους οποίους έβλεπε όχι μόνο ο ψυχορραγών με τα μάτια του, αλλά και ο εν λόγω ιερεύς. Αυτοί και παρέλαβαν την ψυχή του, μετά το τελευταίο σημείο του σταυρού που έκανε ο Πέτρος Γ., λέγοντας:- Άγγελε μου! Άγγελε μου…, δεν την αξίζω αυτή την τιμή…Και τούτο ειπών,εκοιμήθη!

Από το βιβλίο του Πρωτοπρεσβυτέρου π.Στεφάνου Αναγνωστοπούλου «Η Ευχή Μέσα στον Κόσμο»

 

ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΑΝ ΤΙΣ ΘΛΙΨΕΙΣ ΟΙ ΑΓΙΟΙ;

Ο Θεός είναι ο Πάνσοφος και Πανάγαθος Πατέρας μας. Όπως, λοιπόν, οι επίγειοι πατέρες προσπαθούν με διαφόρους τρόπους να αναθρέψουν σωστά τα παιδιά τους, έτσι και ο Ουράνιος Πατέρας μας με τα αγαθά που μας χαρίζει και με τις θλίψεις που επιτρέπει, επιδιώκει τη θεραπεία, καλλιέργεια και σωτηρία της αθάνατης ψυχής μας.

Αυτή την αλήθεια γνώριζαν οι Άγιοι, γι’ αυτό δεν θεωρούσαν τις θλίψεις δυστυχία και συμφορά. Γι’ αυτούς κακό, δυστυχία και συμφορά είναι μόνο η αμαρτία, διότι: α) η αμαρτία μας χωρίζει από το Θεό και το συνάνθρωπο και διχάζει τον ίδιο τον εαυτό μας και β) από την αμαρτία προέρχονται η φτώχεια, η πείνα, οι αρρώστιες, οι πόλεμοι και ο θάνατος.

Οι Άγιοι θεωρούσαν τις θλίψεις επίσκεψη Θεού, ευλογία, χαρά και πηγή αγιασμού. Γι’ αυτό ανησυχούσαν και εστενοχωρούντο όταν δεν είχαν θλίψεις, διότι αυτό το θεωρούσαν εγκατάλειψη Θεού, ενώ όταν είχαν θλίψεις, όχι μόνο δεν εστενοχωρούντο αλλά ευχαριστούσαν και εδόξαζαν τον Θεό γι’ αυτές, όπως εμείς τον ευχαριστούμε για την υγεία και για τα αγαθά που μας χαρίζει.

Ο πρωτοκορυφαίος και πρώτος στις θλίψεις απόστολος Παύλος έφτασε στο σημείο να χαίρεται και να καυχάται για τις θλίψεις που περνούσε για την αγάπη του Χριστού. Γράφει χαρακτηριστικά στις επιστολές του: «Χαίρω εν τοις παθήμασί μου» (Κολ.α΄24) και «ήδιστα ουν μάλλον καυχήσομαι εν ταις ασθενείαις μου, ίνα επισκηνώση επ’ εμέ η δύναμις του Χριστού» (Β΄ Κορ. ιβ΄9). Και έφθασε σε αυτό το θαυμαστό σημείο διότι γνώριζε ότι «όν αγαπά Κύριος παιδεύει, μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται επί το συμφέρον εις το μεταλαβείν της αγιότητος αυτού» (Εβρ. ιβ΄6,10) και ότι «ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς» (Ρωμ. η΄18).

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μιλώντας κάποτε για το σκοπό των θλίψεων είπε: «με τις θλίψεις ή σβήνουμε αμαρτίες ή κάνουμε λαμπρότερο το στεφάνι που θα μας χαρίσει ο Θεός στην αιώνια ζωή». Όταν δε ήταν στην εξορία έγραψε: «ο πόνος είναι η ανωτάτη ακαδημία στην οποία εφοίτησαν τα ευγενέστερα πνεύματα της ανθρωπότητας και στην οποία πρέπει να φοιτήσουμε όλοι». Η ζωή του παρά τις πολλές και μεγάλες δοκιμασίες ήταν μια διαρκής δοξολογία προς τον Θεό και την επισφράγισε με την μνημειώδη φράση του: «Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν».

Ο Αββάς Δωρόθεος, που αγαπούσε με όλη του την καρδιά το Θεό, έλεγε: «Σ’ αγαπώ Θεέ μου όχι από φόβο ούτε γιατί μου έχεις ετοιμάσει τον παράδεισο, σ’ αγαπώ γιατί σταυρώθηκες για μένα». Κάποτε γέμισε το σώμα του από πληγές. Τότε γεμάτος εμπιστοσύνη και υπακοή στο Θεό έλεγε: «Θεέ μου είμαι έτοιμος να δεχτώ από το χέρι Σου, ό,τι θέλεις. Θέλεις να γίνω λωβός; Θέλεις να γίνω λεπρός; Θέλεις να γίνω σκωληκόβρωτος; Ό,τι θέλεις, Θεέ μου, θα το δεχτώ. Μόνο ένα σε παρακαλώ μη μου στερήσεις, μη μου κλείσεις την πόρτα του παραδείσου».

Ο πολυδοκιμασμένος, νεώτερος άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, ο οποίος, όπως ο απόστολος Παύλος, είχε αρπαγεί στον ουρανό και είχε δει τις πολλές μονές που έχει ετοιμάσει ο Θεός για τους μετανοημένους ανθρώπους, είπε: «Αν γνώριζε ο άνθρωπος τι αγαθά του έχει ετοιμάσει ο Θεός στην αιώνια ζωή, θα είχε την υπομονή να ζήσει όλη την επίγεια ζωή του κλεισμένος μέσα σε ένα δωμάτιο όπου θα τον έτρωγαν σκουλήκια.

Πριν λίγα χρόνια με αξίωσε ο Θεός να συναντήσω τον πατέρα Εφραίμ της μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους. Τον παρακάλεσα να μου πει κάτι για να με στηρίξει στη δοκιμασία μου και εκείνος μου είπε: «Νικολάκη παιδάκι μου, δεκάρες να δώσουμε και θα πάρουμε χρυσάφι αμέτρητο».

Αληθινά, αδελφοί μου, δεκάρες είναι οι θλίψεις αυτής της πρόσκαιρης και μάταιης ζωής, χρυσάφι δε αμέτρητο είναι η ανείπωτη δόξα και ευτυχία της αιώνιας ζωής. Ας δώσουμε λοιπόν τις δεκάρες, ας υπομείνουμε αγόγγυστα τις θλίψεις της παρούσας ζωής, ατενίζοντας στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, στην Παναγία και στους Αγίους, οι οποίοι δια πολλών θλίψεων εισήλθαν στη βασιλεία των ουρανών, για να πάρουμε και μεις με τη χάρη και το έλεος του Θεού το αμέτρητο χρυσάφι της βασιλείας των Ουρανών.

 

 ΧΙΛΙΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΝΑ ΧΤΙΣΕΙΣ, ΑΝ ΔΕΝ ΜΠΕΙΣ ΜΕΣΑ ΔΕΝ ΣΩΖΕΣΑΙ

Ήμουν στο λεωφορείο και δίπλα μου καθόταν μία κυρία. Περνώντας έξω από έναν ιερό ναό έκανα το σταυρό μου. Παρακινούμενη από εμένα έκανε και εκείνη κάτι σαν σταυρό, γρήγορα-γρήγορα, κάτι σαν ανακάτεμα. Της λέω:

–  Αυτόν τον σταυρό που κάνεις δεν τον φοβάται ο διάβολος· έτσι όπως τον κάνεις είναι σαν να κοροϊδεύεις.

Θίχτηκε τότε εκείνη και λέει:

– Τι είναι αυτά που λέτε; Το ξέρετε πως εγώ είμαι πολύ πιστή και βοηθάω την εκκλησία όσο μπορώ;

Της απάντησα πως δεν το ήξερα και συνέχισα:

– Δηλαδή εκκλησιάζεστε, εξομολογείστε, κοινωνάτε και συμμετέχετε στα μυστήρια της Εκκλησίας;

– Δεν εκκλησιάζομαι συχνά, μου λέει, ούτε συμμετέχω ιδιαίτερα, αλλά βοηθάω όσο μπορώ την εκκλησία. Έχω δώσει ένα σωρό λεφτά για να χτιστούν εκκλησίες, για να εξοπλιστούν με τα απαραίτητα, για να αγιογραφηθούν τόσοι άγιοι….

– Χίλιες εκκλησίες να χτίσεις, αν δεν μπεις μέσα δεν σώζεσαι, της απάντησα. Η Εκκλησία σαν κιβωτός που είναι, το ξέρεις πως πρέπει να μπεις μέσα για να σωθείς; Ξέρεις τι απέγιναν αυτοί που έφτιαξαν την κιβωτό του Νώε; ΠΝΙΓΗΚΑΝ!

Πνίγηκαν, επειδή την κατασκεύασαν αλλά δεν πίστευαν στο κακό που ερχόταν και έμειναν απ’ έξω! Γι’ αυτό όσες εκκλησίες και να φτιάξει ο άνθρωπος και όσα μοναστήρια, αν δεν μπει μέσα στην κιβωτό που λέγεται Εκκλησία, να κοινωνάει το σώμα και το αίμα του Χριστού, δεν σώζεται.

Δημήτριος Παναγόπουλος (†)

 

Η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ, Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΚΑΙ Ο ΜΑΘΗΤΗΣ

Και ήταν κάποτε που έφτασε μια μικρή ιστορία στα αυτιά μου. Ιστορία μικρή, εύκολη, κατανοητή αλλά με νόημα που σε βάζει σε σκέψεις, σε ερωτήματα, σε προβληματισμούς…

Και έλεγε αυτή η ιστορία πως: Μια μέρα ένας μαθητής αποφάσισε να προκαλέσει τον δάσκαλό του.

Έτσι σκέφτηκε να του στήσει μια παγίδα. Έπιασε μια πεταλούδα και την κράτησε στη χούφτα του. Όταν θα πήγαινε στο δάσκαλο θα τον ρώταγε τι είχε στο χέρι του. Κι αν ο δάσκαλος το έβρισκε, τότε θα τον ρωτούσε εάν η πεταλούδα ήταν ζωντανή ή νεκρή. Στην περίπτωση που απαντούσε ότι η πεταλούδα ήταν ζωντανή, τότε θα έσφιγγε το χέρι του και θα τη σκότωνε και το αντίστροφο.

Όταν είχαν μάθημα λοιπόν, πλησίασε τον δάσκαλο, μπροστά σε όλους τους υπόλοιπους μαθητές, έτεινε το χέρι προς το μέρος του και τον ρώτησε:
– «Δάσκαλε, τι έχω στο χέρι μου;»

– «Την ψυχή σου έχεις παιδί μου», απάντησε ατάραχος ο δάσκαλος.

Ο μαθητής προβληματίστηκε για λίγο σκεπτόμενος την απάντηση. Κατέληξε ότι ο δάσκαλος είχε δίκιο. Η πεταλούδα ήταν μια ψυχή που θα μπορούσε να είναι και δική του. Ωστόσο, συνέχισε:

-«Και είναι ζωντανή η ψυχή μου δάσκαλε ή όχι;»

Ο δάσκαλος τον κοίταξε με καλοσύνη στα μάτια και του είπε χαμογελαστά:
– «από το χέρι σου εξαρτάται».

Τώρα αυτήν την μικρή ιστορία την λέω και σε εσάς και σας λέω ακόμη πως τίποτα δεν μπορεί να επηρεάσει την ψυχή μας παρά μόνο εάν το επιτρέψουμε εμείς οι ίδιοι!!!!!

O Δάσκαλος της ιστοριούλας είναι ο ίδιος ο Θεός, το παιδί ένας από εμάς και η πεταλούδα η ψυχή μας. Πραγματικά ωφέλιμη ιστορία με πολύ βαθύ νόημα. Σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό σε βάζει σε σκέψεις, έστω και για λίγο. Αυτό το λίγο μπορεί να είναι αρκετό να πάρεις καινούριες αποφάσεις βασισμένες σε κάτι όχι επιφανειακό αλλά βασισμένες στο συμφέρον της ψυχής σου της ίδιας.

Δύσκολο ε; Στα λόγια όλοι είμαστε άνετοι και θαρραλέοι στις πράξεις είναι εκεί που τα βρίσκουμε σκούρα. Λίγο όμως αν προσπαθήσουμε θα δούμε μια εσωτερική αναγέννηση η οποία θα μας εκπλήξει θα μας κάνει άλλον άνθρωπο. Στο χέρι μας είναι που θέλουμε να φτάσουμε. Η κορυφή του βουνού είναι ψηλά και μακριά από εδώ. Ο δρόμος δύσβατος, απόκρημνος στενός χωράει μόνον δύο, εσένανε και τον Δάσκαλο που θα είναι εκεί έστω κι αν δεν τον βλέπεις για να σε στηρίζει όχι με τον τρόπο που εσύ περιμένεις αλλά με τον τρόπο που Αυτός γνωρίζει πως θα μπορέσεις να οδηγηθείς στην κορυφή.

Εσύ επιλέγεις, από το δικό σου χέρι εξαρτάται αν θα προχωρήσεις και θα αποτελέσεις ίσως ακόμη και παράδειγμα προς μίμηση η θα μείνεις στάσιμος αλλά ποτέ σου δεν θα νιώθεις γεμάτος, ποτέ σου δεν θα είσαι πραγματικά ευτυχισμένος και ξέρεις γιατί; Γιατί μόνον ο Θεός μπορεί να σε γεμίσει εσωτερικά.

Μόνον ο Θεός μπορεί να σε ολοκληρώσει ως άνθρωπο. Μόνον αυτόν αν έχεις ως συνοδοιπόρο έχεις τα πάντα, αν έχεις όλους τους άλλους εκτός από Αυτόν, τότε λυπάμαι αλλά να ξέρεις πως δεν έχεις τίποτα και θα βασανίζεσαι σε όλη σου την ζωή για να βρεις κάτι που σε γεμίζει. Όσα κι αν κάνεις, όσα κι αν αποκτήσεις αν δεν καταφέρεις να έχεις τον Θεόν-Πατέρα-Δάσκαλο στην καρδιά σου τότε μόλις αποκτάς κάτι καινούριο πάλι άδειος θα αισθάνεσαι. Μόνον όταν φτάσεις και καταφέρεις αυτό που ίσως και να σε δυσκολεύει μόνο και μόνο στο άκουσμα, να έχεις Θεό μέσα σου, θα νιώσεις αγαλλίαση, ηρεμία, θα νιώσεις ο πιο πλούσιος άνθρωπος πάνω στην γη, μόνον τότε θα νιώσεις ολοκληρωμένος σαν άνθρωπος. Θα γίνεις κι εσύ ένας μικρός Θεός, όπως ο Σπυρίδων ο Τριμυθούντος, όπως ο Λουκάς ο Συμφερουπόλεως, όπως η Παρασκευή η αθληφόρος.

Τους ξέρεις αυτούς; Τους έχεις ακούσει; Ναι τους ξέρεις. Τους έχεις ζητήσει και την μεσιτεία τους στον Θεό. Μπορείς να τους μοιάσεις και να τους ξεπεράσεις; Μπορείς να φτάσεις πιο κοντά από ότι έφτασαν αυτοί στον ίδιον τον Θεόν. Ναι μπορείς γιατί ο Θεός για εκεί σε προορίζει, για τόσο ψηλά σε έχει. Εσύ είσαι αυτός που δεν θες και δεν κυνηγάς αυτό που θα σε κάνει ολοκληρωμένο σαν άνθρωπο και θα είναι αυτό μέσα στο οποίο δεν θα σου λείπει τίποτα γιατί θα τα έχεις όλα, θα έχεις Θεό. Στο χέρι σου είναι…..
Στο εύχομαι !!!!

Στο χέρι σου είναι μην το ξεχνάς

Ελπίζω να συναντηθούμε στην κορυφή…

 

ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΟΜΟΡΦΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ

Ο Μέγας Ἀντώνιος, ἀναλύοντας τήν ἔννοια τοῦ Θεοῦ, ἀναφέρει: «Ὁ Θεός εἶναι ἡ εὐτυχισμένη φύση, ἡ ὑπερτέλεια τελειότητα, ἡ πανέμορφη καί καλοσυνάτη δημιουργική αἰτία ὅλων τῶν ὄντων». Ἑπομένως ὁ Θεός προβάλλει στήν Πατερική Γραμματεία ὡς ἡ πηγή τῆς ὀμορφιᾶς τόσο τῆς ἀνθρώπινης ὅσο καί τῶν κτισμάτων εὐρύτερα.

Γιά τούς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν δυό εἴδη ὀμορφιᾶς. Ἡ σωματική καί ἡ ψυχική ἤ νοητική. Ἡ Ὀρθοδοξία μας καταφάσκει καί τίς δυό ὄψεις της. Νά τονίσουμε πώς αὐτή ἡ ἀντίληψη σχετίζεται μέ τή θέση τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ διφυοῦς τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἀναφέρει: «ὁ ἄνθρωπος εἶναι κράμα ὑλικό καί πνευματικό. Εἶναι ὕλη, διότι ἔχει σῶμα θνητό ἀλλά εἶναι καί πνεῦμα, γιατί ἔχει ψυχή ἀθάνατη. Ἔτσι, λοιπόν, στό μέν σῶμα ἀντιστοιχεῖ ἡ σωματική ὀμορφιά καί στήν ψυχή, ἡ ψυχική ὀμορφιά.

Μ’ αὐτό τό σκεπτικό ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος παρατηρεῖ: «ἄς μάθομεν τί εἶναι ἡ σωματική ὀμορφιά καί τί εἶναι ἡ νοητή ὀμορφιά. Ὑπάρχει ἡ ψυχή ὑπάρχει καί τό σῶμα. Δυό οὐσίες ὑπάρχουν, ὑπάρχει ἡ ὀμορφιά τοῦ σώματος καί ὑπάρχει καί ἡ ὀμορφιά τῆς ψυχῆς». Προχωρώντας δέ ἀναφέρει: «Τί εἶναι ἡ ὀμορφιά τοῦ σώματος; Φρύδι ἁπλωμένο, ὄμορφο μάτι γελαστό, μάγουλο κόκκινο, χείλη πορφυρά, λαιμός ὄρθιος, μαλλιά κυματιστά, δάκτυλα μακριά, σῶμα ὄρθιο».

Εἶναι χαρακτηριστικό πώς γιά τόν ἅγιο Ἰωάννη τό Χρυσόστομο ἡ σωματική ὀμορφιά ἔχει νά κάνει μέ τή φύση τοῦ ἀνθρώπου καί ὄχι μέ τήν προαίρεσή του. Δηλαδή, πιό ἁπλά, ὁ ἄνθρωπος γεννιέται ὄμορφος καί δέν γίνεται. Λέει ἐπιγραμματικά: «Τό κάλλος τῆς ὄψεως, φύσεως γίνεται καί οὐκ ἐκ προαιρέσεως». Γι’ αὐτό τό λόγο ὁ μεγάλος αὐτός πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποφαίνεται: «ἡ ἄσχημη γυναίκα κι ἄν ἀκόμα καλλωπισθεῖ ἄπειρες φορές δέν μπορεῖ νά γίνει ὄμορφη στό σῶμα», ἀφοῦ τά ἔργα τῆς φύσης εἶναι ἀκίνητα καί δέν ἀλλάζουν. Ἀναλύοντας στή συνέχεια τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς λέει: «βλέπε ἐκείνη τήν ὀμορφιά ἤ καλύτερα ἄκουέ την, γιατί δέν μπορεῖς νά τή δεῖς, γιατί εἶναι ἀόρατη». Ποιά εἶναι ἡ ὀμορφιά τῆς ψυχῆς; Ἀπαντᾶ ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Ἡ σωφροσύνη, ἡ ἐπιείκεια, ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ δικαιοσύνη, ἡ συντριβή τοῦ νοῦ». Ἀξίζει να σημειωθεῖ πώς γιά τήν ὀρθόδοξη σκέψη ἀκόμα καί τό σωματικό κάλλος μπορεῖ νά λειτουργήσει ἀναγωγικά. Δηλαδή μπορεῖ νά ὑψώσει τόν ἄνθρωπο πρός τό Θεό. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης, ἕνας μεγάλος Ρῶσος ἅγιος, ἀναφέρει ἐνδεικτικά: «Ὅταν ἀντικρίσεις μία ὡραία κόρη ἤ ἕνα πολύ ὡραῖο νέο, ἀμέσως νά ἀνυψωθεῖς πρός τήν ἁγία ὡραιότητα τήν αἰτία κάθε ὡραιότητας, τό Θεό. Δόξασέ τον πού ἀπό τόν πηλό δημιουργεῖ τέτοια ὀμορφιά. Συλλογίσου τήν ὡραιότητα τῶν ἁγίων, τῶν ἀγγέλων, τῆς Μητέρας τοῦ Θεοῦ πού εἶναι στολισμένοι μέ τή Θεία Δόξα». Γι’ αὐτό ἡ ἀνθρώπινη ὀμορφιά οὔτε θεοποιεῖται οὔτε ἀπολυτοποιεῖται στήν Ὀρθοδοξία.

Γιά τήν ὀρθόδοξη θεολογική σκέψη πολλές φορές ἡ ψυχική ὀμορφιά μπορεῖ νά ὑπερκαλύψει τίς σωματικές ἀτέλειες ἑνός ἀνθρώπου. Ἀντίθετα ἀπό μόνη της ἡ σωματική ὀμορφιά, ὅταν δέν συνοδεύεται καί ἀπό τήν ψυχική ὀμορφιά, πολλές φορές ἀπωθεῖ.

Ὁ Στάρετς Σαμψών Σίβερς, ἕνας μεγάλος σύγχρονος ὁμολογητής τῆς Ρωσίας, ἐπισημαίνει: «Δέν ὑπάρχουν ἄσχημες κοπέλες. Μία κοπέλα πού πραγματικά ἀγαπᾶ τό Θεό φαντάζει ὄμορφη ἔστω κι ἄν ἀκόμα ἔχει πρόσωπο ἀλόγου». Σέ ἕνα ἀνάλογο ὕφος ὁ πατήρ Γεώργιος Σαβέλσκι, βιογράφος τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, ἀναφέρει: «Ὁ ἅγιος εἶχε ἕνα συνηθισμένο πρόσωπο. Ὅμως ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού κατοικοῦσε μέσα του τόν ὀμόρφυνε καί τόν ἔκανε νά φαντάζει σάν ἐπίγειος ἄγγελος».

Σάββα Ἀλεξάνδρου

 

ΠΕΡΠΑΤΑ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ

Πολλές φορές αἰσθανόμαστε ὅτι δέν καταφέρνουμε τίποτα. Ὅτι πάλι διολισθαίνουμε στά ἴδια πάθη, στά ἴδια λάθη, σέ ἐκεῖνα πού μᾶς κάνουν νά νιώθουμε ἀδύναμοι, ἔνοχοι καί ἀμετανόητοι. Καί ὅμως εἴχαμε δώσει μίαν ὑπόσχεση στόν Θεό καί στόν ἑαυτό μας. Ἀναφωνήσαμε ἀποφασισμένοι«δέν θά τό ξανακάνω ποτέ πιά». Γονατίσαμε στήν προσευχή γι’ αὐτό τό θέμα μέ τήν καρδιά γεμάτη πόνο ἀλλά καί ἐλπίδα ὅτι δέν θά ξανασυμβεῖ.

Κι ὅμως, πάλι ἦρθε, πάλι συναντήσαμε τό πάθος, τήν ἀδυναμία, τό λάθος καί τήν ἀστοχία. Εἶναι τότε πού αἰσθανόμαστε ὅτι τίποτε δέν ἄλλαξε, ὅτι ὅλα εἶναι πάλι ἴδια, ὅτι ξεκινᾶμε ἀπ’ τήν ἀρχή.

Δέν εἶναι ὅμως ἔτσι. Ἄδικα χτυπᾶμε τόν ἑαυτό μας καί μάλιστα πιό σκληρά καί βίαια ἀπό ὅλους τούς δήμιους καί βασανιστές. Ξέρεις κάτι; Ἡ δική σου ματιά εἶναι ἡ πιό σκληρή.

Ὅταν βρίσκεσαι σέ ἕνα δρόμο καί κινεῖσαι, δέ σημαίνει ὅτι ἔφτασες καί στόν προορισμό. Μπορεῖ νά πέσεις, νά χτυπήσεις, νά λασπωθεῖς, νά χαθεῖς, ὅμως δέν παύεις νά εἶσαι μέσα στό δρόμο. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος τί λέει; Τό φοβερό δέν εἶναι νά πέσεις ἀλλά νά μείνεις κάτω.

Πόσο ἐγωισμό θέλει, ὥστε νά ἐπιθυμοῦμε νά φτάσουμε ἀμέσως στόν τερματισμό πρίν κάν ἀκόμη ξεκινήσουμε; Νά μήν κοιτᾶμε αὐτό ποῦ εἴμαστε ἀλλά ἐκεῖνο ποῦ θά ἔπρεπε νά εἴμαστε; Αὐτό εἶναι ἕνα συμβόλαιο θανάτου. Εἶναι μία σίγουρη ἀποτυχία πού, ἀργά ἤ γρήγορα, θά μᾶς ὁδηγήσει στήν αὐτοκαταστροφική ἀπόγνωση.

Ὅταν σέ ἔχουν δέσει μέ σχοινιά καί αὐτά εἶναι τά πάθη, δέν εἶναι δυνατόν νά λυθεῖς ἀμέσως. Ὅμως κάθε φορά πού ἐσύ θά παλεύεις καί θά ἀγωνίζεσαι, ἀκόμη καί ἄν δέν ἔχεις ἐλευθερωθεῖ, θά ἔχεις ἔστω καί λιγάκι κάνει πιό ἀνώδυνο τό σφίξιμο, θά ἔχεις λασκάρει τά σχοινιά, θά ἔχουν γίνει πιό ἄνετα. Ἔχεις λιγάκι κερδίσει τήν ἐλευθερία σου.

Δέν τό βλέπουμε ὅμως αὐτό. Δέν τό νιώθουμε. Ἐμεῖς αἰσθανόμαστε ὅτι εἴμαστε τό ἴδιο καί χειρότερα. Γιατί;

Μά γιατί δέν ἔχουμε μάθει νά ἐκτιμοῦμε τά ἁπλά μαθήματα, τά σιγαλά βήματα, τόν ἁρμονικό ρυθμό. Θέλουμε σπουδαία καί θαυμαστά, ὑψηλά καί μέγιστα. Θέλουμε νά μήν πονέσουμε, νά μήν δακρύσουμε, νά γίνουν ὅλα εὔκολα καί γρήγορα. Δυστυχῶς μές στήν ἀλαζονεία τῶν κατορθωμάτων μας δέν κατανοοῦμε ὅτι πολλές φορές μία πτώση μας ὠφελεῖ πολύ περισσότερο ἀπό μία μεγάλη «ἀρετή».

π. Χαράλαμπου Παπαδόπουλου

 

 Η ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΕΟ ΦΕΡΝΕΙ ΤΗΝ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΑΛΛΑ

Η αδιαφορία για τον Θεό φέρνει την αδιαφορία και για όλα τα άλλα, φέρνει την αποσύνθεση. Η πίστη στον Θεό είναι μεγάλη υπόθεση. Λατρεύει ο άνθρωπος τον Θεό και ύστερα αγαπάει τους γονείς του, το σπίτι του, τους συγγενείς του, την δουλειά του, το χωριό του, τον νόμο του, το κράτος του, την πατρίδα του.

Άγνοια δεν δικαιολογείται σήμερα στον κόσμο. Λείπει η καλή διάθεση, το φιλότιμο. Εκείνος που έχει καλή διάθεση για να γνωρίσει τον Χριστό, θα Τον γνωρίσει. Θα πάρει στροφή. Και αν δεν βρεθεί ούτε θεολόγος, ούτε ένας καλόγερος, και δεν ακούσει τον λόγο του Θεού, άμα έχει καλή διάθεση, θα πάρει στροφή ή από ένα φίδι ή από ένα θηρίο ή από μια αστραπή, από έναν κατακλυσμό, ή από κάποιο άλλο γεγονός. Θα τον οικονομήσει ο Θεός.
Και δίκαιο να έχει κανείς, όταν πάει να δικαιώσει τον εαυτό του, πάλι ανάπαυση δεν έχει, πόσο μάλλον να μην έχει δίκαιο και να δικαιολογεί την πτώση του με αναιδέστατο τρόπο. Γι” αυτό, όσο μπορούμε, να προσέχουμε την αναίδεια και την περιφρόνηση όχι μόνον προς τα θεία αλλά και προς τον πλησίον μας, διότι είναι εικόνα Θεού. Οι αναιδείς άνθρωποι βρίσκονται στο πρώτο στάδιο της βλασφημίας κατά του Αγίου Πνεύματος. Εκείνοι που περιφρονούν τα θεία βρίσκονται στο δεύτερο, και στο τρίτο βρίσκεται ο διάβολος.

Γέροντας Παΐσιος

 

ΕΠΤΑ ΩΦΕΛΙΜΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΗΓΟΡΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ.

Στον καιρό των θλίψεων θα ωφεληθείς πολύ, αν φέρνεις συχνά στο νου σου τις ακόλουθες σκέψεις, μελετώντας και αναλύοντάς τες σε βάθος και πλάτος με τον δικό σου τρόπο και λογισμό.

  1. Τι ήσουνα πρίν γεννηθείς, πρίν κάν συλληφθείς στη μήτρα της μητέρας σου; Δεν είχες μήτε σώμα μήτε ψυχή μήτε αίσθηση καμιά. Δεν ήσουνα τίποτα! Και το τίποτα, το μηδέν, είναι λιγότερο κι από ένα άχυρο, ένα χορταράκι, έναν κόκκο σκόνης. Γιατί αυτά έχουν ύπαρξη, εσύ όμως πρίν από τη σύλληψή σου δεν είχες.
  2. Στοχάσου την ευσπλαχνία του πανάγαθου Θεού, πού από το τίποτα σε δημιούργησε «κατ΄εικόνα» Του, δίνοντάς σου όχι μόνο το υπερθαύμαστο ανθρώπινο σώμα, αυτό το θαύμα των θαυμάτων, με την ποικιλία των οργάνων και των λειτουργιών και των αισθήσεων, αλλά και τη μοναδική θεοειδή ψυχή, με τον λογικό νου, τη θέληση, τη μνήμη και τις άλλες δυνάμεις.
  3. Αναλογίσου μετά απ΄αυτό, πόση πρέπει να είναι η ευγνωμοσύνη σου σ΄Εκείνον, τον ύψιστο και πανάγαθο Ευεργέτη σου, από τον οποίο πήρες δωρεάν τόσα χαρίσματα, πόσο χρωστάς να Τον αγαπάς, να Τον ευχαριστείς, να Τον δοξολογείς, να Τον υπηρετείς, και πόσο να προσέχεις, ώστε ποτέ να μην Του φταίξεις και να μην Τον πικράνεις.
  4. Αναλογίσου τώρα την αγνωμοσύνη σου απέναντι στον Πλάστη σου, μια και έκανες ακριβώς τα αντίθετα απ΄αυτά που έπρεπε. Αντί να Τον αγαπάς και να Τον ευχαριστείς και να Τον υμνείς και να Τον ευαρεστείς, εσύ Τον καταφρόνησες και Τον εγκατέλειψες και Τον λύπησες, προτιμώντας τα πρόσκαιρα πράγματα και τις εφάμαρτες ηδονές.
  5. Συλλογίσου πόσες τιμωρίες θα σου άξιζαν για την αχαριστία σου τούτη και πόσο δίκιο θα είχε ο Κύριος, αν σου στερούσε όλα όσα σου έδωσε, ακόμα και τη ζωή, το μεγαλύτερο δώρο Του. Αυτή η σκέψη, πιο πολύ απ΄όλες τις άλλες, θα σου εμπνεύσει θείο φόβο και θα σε βοηθήσει να υπομείνεις κάθε θλίψη, καθώς θα παραδεχθείς αναμφίβολα πώς υποφέρεις λιγότερο απ΄όσο σου πρέπει.
  6. Θαύμασε την άπειρη και ανερμήνευτη αγαθότητα του Θεού μας, πού, ενώ μπορεί αυτήν ακριβώς τη στιγμή να σε τιμωρήσει βαριά και να σε θανατώσει και να σε κολάσει αιώνια, περιμένει ο πολυεύσπλαχνος τη μετάνοιά σου. Κι αν σε παιδεύει τώρα με μικρές και παροδικές θλίψεις, το κάνει για το καλό σου, σαν στοργικός Πατέρας, για να βγεις από τον κακό δρόμο της αμαρτίας και να έρθεις στον ίσιο της αρετής, ώστε τελικά, λουσμένος και καθαρισμένος στο λουτρό των λυπηρών, ν΄αξιωθείς την απόλαυση του παραδείσου.
  7. Αποφάσισε, από δω κι εμπρός τουλάχιστον, να δαπανήσεις όλη την υπόλοιπη ζωή σου, τη ζωή που ανήκει σ΄Εκείνον και όχι σ΄εσένα, στη διακονία και στη δόξα Του. Να Τον τιμάς και να Τον ευχαριστείς ακατάπαυστα για τις ευεργεσίες Του, αλλά και ν΄αποδέχεσαι καρτερικά κι αγόγγυστα τις δοκιμασίες που παραχωρεί σαν φάρμακα και γιατρικά της κακίας σου. Να θυσιάσεις, τέλος, πρόθυμα, και τιμή και περιουσία και ζωή ακόμα, παρά να Τον αρνηθείς ή να παραβείς τις εντολές Του.
    Αυτά να σκέφτεσαι και να μελετάς, και θα δεις πόσο καρπό και πόση ωφέλεια θα σου δώσουν στον καιρό των θλίψεων.

Από το Γεροντικό

 

Η ΣΥΝΤΑΓΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ

Αδελφός τις απελθών εις ιατρόν, ηρώτησεν αυτόν, αν ευρίσκεται τάχα κανένα βότανον, με το οποίον να ημπορούσε τινάς να ιατρεύσει τας αμαρτίας του.

Ο δε ιατρός αποκριθείς προς αυτόν, είπε, ναι αδελφέ, γίνωσκε πως ευρίσκεται ένα πολλά θαυμαστό, και άκουσον.
Ύπαγε, λάβε την ρίζαν της πνευματικής πτωχείας και της ταπεινώσεως τα άνθη.

Και τα φύλλα της υπομονής και τους κλάδους της προσευχής.

Και ένωσον ομού, και τρίψον αυτό εις το ιγδίον της υπακοής.

Και θες αυτά εις το κόσκινον των αγαθών λογισμών.

Έπειτα βάλε αυτά εις το τζουκάλι της συνειδήσεως και μούσκεψέ τα με το νερόν από τους σταλαγμούς των δακρύων και τότε άναψον υποκάτωθεν τη φλόγα της θεϊκής αγάπης.

Και όταν βράσουν μερικόν, κένωσον αυτά εις το πινάκι της διακρίσεως και ανακάτωσον αυτά μετά ευχαριστίας.
Είτε ρουφιξε τα με το χουλιάρι της κατανύξεως και αποσπογγίσου μετά του μανδηλίου της εξομολογήσεως και ούτως αποκενώσεις των αμαρτιών σου τα πλήθη.

Ιωάννου του Κομνηνού
Προσκυνητάριον του Aγίου Όρους του Άθων

 

Ο ΓΑΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΗΝ ΒΑΡΚΟΥΛΑ…

Όταν επισκέφθηκαν το Μοναστήρι για πρώτη φορά ένας άνδρας με τη γυναίκα του, είχαν την ακόλουθη εμπειρία με τον Γέροντα, ο οποίος βέβαια δεν ήξερε τίποτα γι” αυτούς νωρίτερα.

Τον χαιρέτισαν, πήραν την ευχή του και έμειναν για λίγο δίπλα του σιωπηλοί.

Κάποια στιγμή, ρώτησε τα ονόματά τους. Έπειτα, εντελώς ξαφνικά, είπε στον σύζυγο:

– Εσένα θα σου κοπούν τα χέρια και τα πόδια!

Ο έκπληκτος επισκέπτης μόλις που κατάφερε να ψελλίσει:

– Γιατί, Γέροντα, θα μου κοπούν τα χέρια και τα πόδια;

– Γιατί της φωνάζεις; τον ρώτησε με αυστηρό, αλλά περίεργα όμορφο τρόπο, δείχνοντας τη γυναίκα του.

– Ναι, ναι, Γέροντα, πέστε τα, έκανε χαρούμενη αυτή, που κάποιος τόσο σπουδαίος πήρε το μέρος της.

Ο άντρας συγκλονίστηκε. Κατάλαβε αστραπιαία πως ήταν λάθος να μεταφέρει μέσα στο σπίτι του την ένταση της δουλειάς και να ξεσπά στη γυναίκα του άδικα, και χαμήλωσε το κεφάλι. Μέσα του ήλθαν τα πάνω κάτω.

Και τότε ο Γέροντας, αφού είδε την αλλαγή του, αφού κατάλαβε πώς ο φταίχτης συναισθάνθηκε το σφάλμα του, άλλαξε τελείως συμπεριφορά, άπλωσε το χέρι και τον χάιδεψε στο κεφάλι.

– Βρέ μανούλα μου, του είπε τρυφερά, άμα είσαι σε μια βάρκα… Έχεις μπει ποτέ σε βάρκα;

– Γέροντα, έχω μπει, ψέλλισε ντροπιασμένος ο άνθρωπος.

– Έχεις κάνει κουπί;

– Έχω κάνει.

– Με πόσα κουπιά;

– Με δύο.

– Έχεις κάνει βάρκα με ένα κουπί;

– Όχι.

– Άμα κάνεις βάρκα με ένα κουπί, πού θα πας;

– Δεν ξέρω.

– Θα γυρίζεις γύρω-γύρω, βρέ μπουμπούνα, έτσι; Έτσι είναι και με τη γυναίκα σου. Άμα τραβάς μόνο εσύ κουπί, δεν πάτε πουθενά.

Είστε μια βαρκούλα οι δύο σας, ο γάμος σας είναι μια βαρκούλα και σας έχουν ξαμολήσει μέσα στον ωκεανό.

Για να φτάσετε στο λιμάνι, πρέπει να τραβάτε και οι δύο κουπί.

Άμα τραβάς μόνο εσύ, δεν γίνεται.

Κατάλαβες;

(Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης – Ο Πνευματικός της Μονής Δαδίου, εκδόσεις Κυριακίδη, σελ. 165)

 

Η ΜΕΓΑΛΟΨΥΧΙΑ ΤΟΥ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗ

»…Κάποτε, τον είχε πλησιάσει αυτός που είχε σκοτώσει τον αδελφό του εκτελώντας εντολή των Τούρκων. Πίστευε ίσως ότι ο Γέρος του Μοριά δεν θα τον αναγνώριζε. Ήταν μάλιστα τόσο το θράσος του που φορώντας τον ολόχρυσο ντουλαμά του θύματος, τόλμησε να του ζητήσει και μια χάρη. Ο Κολοκοτρώνης αναστέναξε βαθιά. Άλλος θα όρμαγε πάνω του να τον σκοτώσει. Αυτός όμως έκανε το αντίθετο. Τον δέχθηκε με την καλοσύνη και την ταπεινότητα που του υπαγόρευε το μεγαλείο της γενναίας ψυχής του. Δεν τον εξυπηρέτησε μόνο, αλλά τον κράτησε φιλόξενα και για βραδινό φαγητό. 

Στο ίδιο τραπέζι έκατσε κι η μάνα του. Μόλις αναγνώρισε το χρυσοκέντητο επενδύτη του δολοφονημένου παιδιού της, ξέσπασε σε κλάματα. Μέσα στη δικαία της αγανάκτηση  τα έβαλε με τον Στρατηγό. «Πώς βάζεις στο τραπέζι μας το φονιά του αδελφού σου;» του είπε μέσα από τα αναφιλητά της. Αμέσως όμως πήρε μια αληθινά Χριστιανική απάντηση από το στόμα του μεγαλόψυχου γιου της: «Σώπασε μάνα, εγώ τον συγχώρεσα και αυτό το τραπέζωμα είναι το καλύτερο μνημόσυνο για τον μακαρίτη τον αδελφό μου!» και μη μπορώντας να κρατηθεί άλλο πια, ξέσπασε και εκείνος σε κλάματα».

 

ΟΠΩΣ ΣΕ ΑΝΑΠΑΥΕΙ, ΠΑΙΔΙ ΜΟΥ

Προσκυνητές: Ευλογείτε, Γέροντα.

Γέροντας: Ο Κύριος, παιδιά μου. Καλωσορίσατε στην καλύβη μας. φαίνεστε πολύ κουρασμένοι από την οδοιπορία. δροσίστε το πρόσωπό σας με το νεράκι αυτής της βρύσης, πάρτε από τον Αρχοντάρη το κέρασμα και ελάτε στην απλωταρία να συζητήσουμε.

Έπειτα από λίγη ώρα.

Προσκυνητές: Γέροντα, ήρθαμε, όπως μας είπες. Είναι ωραία εδώ. Από εδώ ψηλά η θέα είναι ανεμπόδιστη. Ο ήλιος δύει μέσα στο πέλαγος. Θεϊκό βράδυ.

Γέροντας: Χαίρομαι, που έχετε μάτια και ψυχή για να βλέπετε τα μεγαλεία του Θεού. Αυτό το μεγαλείο θα υμνήσουμε σε λίγο στον Εσπερινό και στη συνέχεια κατά την Αγρυπνία.

Προσκυνητές: Πότε θα αρχίσει και πότε θα τελειώσει η Αγρυπνία, Γέροντα;
Γέροντας: Θα αρχίσει σε λίγο και θα τελειώσει το πρωί με την ανατολή του ήλιου, οπότε και θα παρατεθεί Τράπεζα.

Ένας νεαρός προσκυνητής: Εγώ δε θα ‘ρθω στην Αγρυπνία, προτιμώ να κοιμηθώ.
Γέροντας: Όπως σε αναπαύει, παιδί μου.

Προσκυνητές: Αυτός ο νεαρός, Γέροντα, δεν ανήκει στη συντροφιά μας. ερχόταν μόνος και μας ακολούθησε, φαίνεται σαλεμένος.

ΓέρονταςΜην κατηγορείς το παιδί. Όλοι μια συντροφιά είμαστε, και ο Ιησούς μαζί μας. Γιατί στο όνομα Του είμαστε συνηγμένοι εδώ πάνω σ’ αυτή τη βίγλα του Θεού. Τώρα εγώ πηγαίνω στην εκκλησία. Χτύπησε το τάλαντο για τρίτη φορά.

Πρωί στην τράπεζα

Γέροντας: Καλή σας όρεξη. Φάτε και δοξολογήστε το Θεό «πάντων ένεκεν». Να ‘χετε την ευχή μου, γιατί ήρθατε όλοι στην εκκλησία. Σας είδα να προσεύχεσθε με πίστη. Αν και κουρασμένοι, ήρθατε όλοι.

Προσκυνητής: Όχι όλοι. Ο νεαρός, ο μουσάτος, δεν ήρθε. Είναι ιδιότροπος. Φαίνεται βαρεμένος.

Γέροντας: Μη μιλάς έτσι. Δεν πειράζει που δεν ήρθε. Μπορεί να προσευχήθηκε με μεγαλύτερη θέρμη στο Θεό και ας μην ήρθε στην εκκλησία. Μπορεί να έχει κάποιο λόγο που δεν ήρθε. Μην τον λες βαρεμένο και ιδιότροπο.

Άλλος προσκυνητής: Γέροντα, ήρθε ο νεαρός. Ήρθε κατά τα μεσάνυκτα. έκατσε σε μια άκρη. Εκεί κοντά καθόμουν κι εγώ. Μέσα στο σκοτάδι δε διακρινόταν. Είχε πέσει στα γόνατα και έκλαιγε με αναφιλητά. Όταν άκουσε από το Ευαγγέλιο τη δυστυχία του Ασώτου, τότε άρχισε να κλαίει με λυγμούς. Ποια ώρα έφυγε δεν είδα.

Γέροντας: Τώρα πού είναι;

Προσκυνητές: Έχει καθήσει σε μια πέτρα εκεί ψηλά και αγναντεύει τη θάλασσα… Εμείς θα φύγουμε. Ας μείνει αυτός εδώ.

Γέροντας: Μην τον αφήσετε μόνο. Πάρτε τούτη την ευλογία γι΄ αυτόν. Είναι λίγο ψωμί, δυο ντομάτες και λίγες ελιές. Το καημένο το παιδί δεν έφαγε τίποτα. Πώς θα περπατήσει;

Προσκυνητές: Γέροντα, να ‘τος έρχεται. Καλύτερα να τα δώσεις εσύ.

Γέροντας: Καλώς τον. Παιδί μου, η Τράπεζα σε περιμένει. Αν δεν θέλεις να φας στην Τράπεζα, πάρε μαζί σου αυτή την ευλογία.

Νεαρός: Γέροντα, θέλω να σου ζητήσω μια χάρη.

Γέροντας: Ποιά, παιδί μου;

Νεαρός: Γέροντα, αρνήθηκα να ‘ρθω στην αγρυπνία και μίλησα με απρέπεια κι εσύ με καλοσύνη μου απάντησες: «Όπως σε αναπαύει, παιδί μου». Έτσι θα μου απαντούσε ο πατέρας μου. Αλλά εγώ δε γνώρισα πατέρα, έζησα ορφανός. Θα μου επιτρέψεις να λέω εσένα πατέρα;

Γέροντας: Αν αυτό σε αναπαύει, να ‘ναι ευλογημένο. Όμως…

Νεαρός: Τι όμως, Γέροντα;

Γέροντας: Παιδί μου, εγώ σε λίγο φεύγω για τον ουρανό. θα μείνεις πάλι ορφανός. Πάρε για πατέρα σου τον πατέρα όλων μας, «τον εν τοις ουρανοίς».

Νεαρός: Θα κάνω υπακοή, Γέροντα. «Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, μη μ’ αφήσεις ποτέ ορφανό…».

Γέροντας: Αμήν… αμήν. Στην ευχή μου να πας. Τώρα δε θα είσαι ποτέ μόνος. Τώρα αν κλάψεις, θα είναι δάκρυα χαράς. Καλό δρόμο. Η Παναγία μαζί σου..

Πηγή: ΟΟΔΕ

 

Ο ΞΥΛΟΚΟΠΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΣΕΚΟΥΡΙ

Μια φορά και έναν καιρό, ένας σωματώδης και δυνατός ξυλοκόπος ζήτησε δουλειά σε κάποιο χονδρέμπορο ξυλείας. Ο έμπορος τον προσέλαβε με καλό μισθό και καλές συνθήκες δουλειάς. Έτσι ο ξυλοκόπος αποφάσισε να δώσει τον καλύτερο εαυτό του.

Το αφεντικό του έδωσε ένα τσεκούρι και του υπέδειξε που να δουλέψει. Την πρώτη μέρα ο ξυλοκόπος έφερε 18 κορμούς δένδρων.

» Συγχαρητήρια,» είπε το αφεντικό. «Συνέχισε έτσι!»

Χαρούμενος από τα λόγια του αφεντικού, ο ξυλοκόπος προσπάθησε ακόμη περισσότερο την επόμενη ημέρα αλλά μπόρεσε να φέρει μόνο 15 κορμούς. Την Τρίτη μέρα προσπάθησε ακόμα πιο πολύ, αλλά έφερε μόνο δέκα κορμούς. Κάθε μέρα, ενώ προσπαθούσε δυνατότερα, έφερνε όλο και πιο λίγους κορμούς.

 «Θα πρέπει να χάνω δυνάμεις», σκέφτηκε ο ξυλοκόπος. Τότε πήγε στο αφεντικό και ζήτησε συγνώμη, λέγοντας ότι δεν μπορούσε να καταλάβει τι έχει συμβεί.

» Πότε ήταν η τελευταία φορά που τρόχισες το τσεκούρι;» ρώτησε το αφεντικό.
» Να το τροχίσω; Δεν είχα χρόνο να το τροχίσω. Ήμουν πολύ απασχολημένος κόβοντας δέντρα.

Έτσι συμβαίνει και στην πραγματική μας ζωή. Δεν βρίσκουμε ποτέ χρόνο να ακονίσουμε «το τσεκούρι». Συμβαίνει καθημερινά να είμαστε όλο και πιο απασχολημένοι και παράλληλα πιο δυστυχισμένοι.

 .Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Μήπως ξεχάσαμε να είμαστε έξυπνοι; Δεν υπάρχει πρόβλημα στο να εργάζεται κάποιος πολύ σκληρά. Αλλά δεν πρέπει να εργάζεται τόσο σκληρά ώστε να παραμελεί τα σημαντικά καθημερινά πράγματα, όπως την προσωπική ζωή, την προσευχή, την οικογένεια, το διάβασμα κτλ. Όλοι χρειαζόμαστε χρόνο να χαλαρώσουμε, να σκεφτούμε, να μάθουμε και να αναπτυχθούμε.

 Αν δεν βρούμε χρόνο να τροχίσουμε «το τσεκούρι», γινόμαστε νωθροί και ο νους χάνει τις ικανότητες του.

 

ΛΟΙΠΟΝ, ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΣΤΟΝ ΘΕΟ;

Ένας άθεος καθηγητής της φιλοσοφίας συζητά με έναν φοιτητή του στο αμφιθέατρο του πανεπιστημίου, για την σχέση μεταξύ επιστήμης και πίστης στον Θεό.

Καθηγητής: Λοιπόν, πιστεύεις στον Θεό;
Φοιτητής: Βεβαίως, κύριε.

Καθ.: Είναι καλός ο Θεός;
Φοιτ.: Φυσικά.

Καθ.: Είναι ο Θεός παντοδύναμος;
Φοιτ.: Ναι

Καθ.: Ο αδερφός μου πέθανε από καρκίνο παρότι παρακαλούσε τον Θεό να τον γιατρέψει και προσευχόταν σε Αυτόν. Οι περισσότεροι από εμάς θα προσπαθούσαν να βοηθήσουν αυτούς που έχουν την ανάγκη τους. Πού είναι η καλοσύνη του Θεού λοιπόν;
Φοιτ.: ..

Καθ.: Δεν μπορείς να απαντήσεις, έτσι δεν είναι; Ας ξαναρχίσουμε νεαρέ μου. Είναι καλός ο Θεός;
Φοιτ.: Ναι.

Καθ.: Είναι καλός ο διάβολος;
Φοιτ.: Όχι.

Καθ.: Ποιος δημιούργησε τον διάβολο;
Φοιτ.: ο.. .. Θεός..

Καθ.: Σωστά.. Πες μου παιδί μου, υπάρχει κακό σ’ αυτόν τον κόσμο;
Φοιτ.: Ναι.

Καθ.: Το κακό βρίσκεται παντού, έτσι δεν είναι; Και ο Θεός έπλασε τα πάντα, σωστά;
Φοιτ.: Ναι.

Καθ.: Άρα λοιπόν ποιος δημιούργησε το κακό;
Φοιτ.: …

Καθ.: Υπάρχουν αρρώστιες; Ανηθικότητα; Μίσος; Ασχήμια; Όλα αυτά τα τρομερά στοιχεία υπάρχουν σ’ αυτόν τον κόσμο, έτσι δεν είναι;
Φοιτ.: Μάλιστα.

Καθ..: Λοιπόν, ποιος τα δημιούργησε;
Φοιτ.: …

Καθ.: Η επιστήμη λέει ότι χρησιμοποιείς τις 5 αισθήσεις σου για να αναγνωρίζεις το περιβάλλον γύρω σου και να προσαρμόζεσαι σε αυτό. Πες μου παιδί μου, έχεις δει ποτέ τον Θεό;
Φοιτ.: Όχι, κύριε.

Καθ.: Έχεις ποτέ αγγίξει το Θεό; Έχεις ποτέ γευτεί το Θεό, μυρίσει το Θεό; Και τέλος πάντων, έχεις ποτέ αντιληφθεί με κάποια από τις αισθήσεις σου το Θεό;
Φοιτ..: …Όχι, κύριε. Φοβάμαι πως όχι.

Καθ.: Και παρόλα αυτά πιστεύεις ακόμα σε Αυτόν;
Φοιτ.: Ναι.

Καθ.: Σύμφωνα με εμπειρικό, ελεγχόμενο και με δυνατότητα μελέτης των αποτελεσμάτων ενός φαινομένου πρωτόκολλο, η επιστήμη υποστηρίζει ότι ο Θεός δεν υπάρχει. Τι έχεις να απαντήσεις σε αυτό, παιδί μου;
Φοιτ.: Τίποτα. Εγώ έχω μόνο την πίστη μου.

Καθ.: Ναι, η πίστη. Και αυτό είναι το πρόβλημα της επιστήμης.

Φοιτ: Κύριε καθηγητά, υπάρχει κάτι που το ονομάζουμε θερμότητα;
Καθ.: Ναι.

Φοιτ.: Και υπάρχει κάτι που το ονομάζουμε κρύο;
Καθ.: Ναι.

Φοιτ.: Όχι, κύριε. Δεν υπάρχει. Μπορεί να έχεις μεγάλη θερμότητα, ακόμα περισσότερη θερμότητα, υπερθερμότητα, καύσωνα, λίγη θερμότητα ή καθόλου θερμότητα. Αλλά δεν υπάρχει τίποτα που να ονομάζεται κρύο. Μπορεί να χτυπήσουμε 458 βαθμούς υπό το μηδέν, που σημαίνει καθόλου θερμότητα, αλλά δεν μπορούμε να πάμε πιο κάτω από αυτό. Δεν υπάρχει τίποτα που να ονομάζεται «κρύο». «Κρύο» είναι μόνο μια λέξη, που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε την απουσία θερμότητας. Δεν μπορούμε να μετρήσουμε το κρύο. Η θερμότητα είναι ενέργεια. Το κρύο δεν είναι το αντίθετο της θερμότητας, κύριε, είναι απλά η απουσία της.

Στην αίθουσα επικρατεί σιγή…

Φοιτ.: Σκεφτείτε το σκοτάδι, καθηγητά. Υπάρχει κάτι που να ονομάζουμε σκοτάδι;
Καθ.: Ναι, τι είναι η νύχτα αν δεν υπάρχει σκοτάδι;

Φοιτ.: Κάνετε και πάλι λάθος, κύριε καθηγητά. Το «σκοτάδι» είναι η απουσία κάποιου άλλου παράγοντα. Μπορεί να έχεις λιγοστό φως, κανονικό φως, λαμπερό φως, εκτυφλωτικό φως.. Αλλά, όταν δεν έχεις φως, δεν έχεις τίποτα και αυτό το ονομάζουμε σκοτάδι, έτσι δεν είναι; Στην πραγματικότητα το σκοτάδι απλά δεν υπάρχει. Αν υπήρχε θα μπορούσες να κάνεις το σκοτάδι σκοτεινότερο.
Καθ.: Που θέλεις να καταλήξεις με όλα αυτά, νεαρέ μου;

Φοιτ.: Κύριε, θέλω να καταλήξω ότι η φιλοσοφική σας σκέψη είναι ελαττωματική…
Καθ..: Ελαττωματική!; Μήπως μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί;

Φοιτ.: Κύριε καθηγητά, σκέφτεστε μέσα στα όρια της δυαδικότητας. Υποστηρίζετε ότι υπάρχει η ζωή και μετά υπάρχει και ο θάνατος, ένας καλός Θεός και ένας κακός Θεός. Βλέπετε την έννοια του Θεού σαν κάτι τελικό, κάτι που μπορεί να μετρηθεί. Κύριε καθηγητά, η επιστήμη δεν μπορεί να εξηγήσει ούτε κάτι τόσο απλό όπως την σκέψη. Χρησιμοποιεί την ηλεκτρική και μαγνητική ενέργεια, αλλά δεν έχει δει ποτέ, πόσο μάλλον να καταλάβει απόλυτα, αυτήν την ενέργεια. Το να βλέπεις το θάνατο σαν το αντίθετο της ζωής είναι σαν να αγνοείς το γεγονός ότι ο θάνατος δεν μπορεί να υπάρξει αυτόνομος. Ο θάνατος δεν είναι το αντίθετο της ζωής: είναι απλά η απουσία της. Τώρα πείτε μου κάτι, κύριε καθηγητά. Διδάσκετε στους φοιτητές σας ότι εξελίχτηκαν από μια μαϊμού;
Καθ.: Εάν αναφέρεσαι στην φυσική εξελικτική πορεία, τότε ναι, και βέβαια.

Φοιτ.: Έχετε ποτέ παρακολουθήσει με τα μάτια σας την εξέλιξη;
Καθ.: ..

Φοιτ.: Εφόσον κανένας δεν παρακολούθησε ποτέ την διαδικασία εξέλιξης επιτόπου και κανένας δεν μπορεί να αποδείξει ότι αυτή η διαδικασία δεν σταματά ποτέ, τότε διδάσκεται την προσωπική σας άποψη επί του θέματος. Τότε μήπως δεν είστε επιστήμονας, αλλά απλά ένας κήρυκας;
Καθ.: ..

Φοιτ.(προς την τάξη): Υπάρχει κάποιος στην τάξη που να έχει δει τον εγκέφαλο του κ.καθηγητή; Που να έχει ακούσει ή νιώσει ή ακουμπήσει ή μυρίσει τον εγκέφαλο του κ.καθηγητή; Κανένας. Άρα σύμφωνα με τους κανόνες του εμπειρικού, ελεγχόμενου και με δυνατότητα προβολής πρωτόκολλου, η επιστήμη μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν έχετε εγκέφαλο, κύριε. Και αφού είναι έτσι τα πράγματα, τότε, με όλο τον σεβασμό, πώς μπορούμε να εμπιστευτούμε αυτά που διδάσκετε, κύριε;
Καθ.: Μου φαίνεται ότι απλά θα πρέπει να στηριχτείς στην πίστη σου, παιδί μου.

Φοιτ.: Αυτό είναι, κύριε.. Ο σύνδεσμος μεταξύ του ανθρώπου και του Θεού είναι η ΠΙΣΤΗ. Αυτή είναι που κινεί τα πράγματα και τα κρατάει ζωντανά..

Το όνομα του νεαρού φοιτητή ήταν ALBERT EINSTEIN.

http://www.newsbomb.gr