ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

π. Δημητρίου Μπόκου

Η Κιβωτός της Διαθήκης, το ιερότερο κειμήλιο του Ισραήλ, μετακινούμενη από τόπο σε τόπο, στεγαζόταν για αιώνες στη Σκηνή του Μαρτυρίου. Ο Δαυΐδ υποσχέθηκε στον Θεό με όρκο να μη δώσει ανάπαυση στον εαυτό του και να μην κοιμηθεί ποτέ ήσυχος, αν δεν βρει «τόπον τω Κυρίω, σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ», κατάλληλο τόπο και μόνιμη κατοικία για τον Θεό του λαού του.

Μετά από πολλές μετακινήσεις, η Κιβωτός μεταφέρθηκε επιτέλους από τον Δαυΐδ στην Ιερουσαλήμ και ειδικότερα στην ακρόπολή της, στον λόφο της Σιών. Εκεί ο Δαυΐδ θέλησε να χτίσει και ναό του Θεού, αλλά ο Θεός δεν του το επέτρεψε, γιατί η ζωή του ήταν γεμάτη πολέμους και αίματα. Ο ονομαστός ναός του Θεού χτίστηκε αργότερα από τον Σολομώντα τον υιό του.

Έκτοτε η Ιερουσαλήμ είναι η αγία πόλη του Θεού και η Σιών το θείο κατοικητήριό του επί της γης, το πνευματικό κέντρο της Οικουμένης. «Εκ Σιών η ευπρέπεια της ωραιότητος αυτού». Από τη Σιών ανατέλλει η λαμπρότητα της θεϊκής ομορφιάς. «Οφθήσεται ο Θεός των θεών εν Σιών». Είναι παγκοίνως αποδεκτό από τον Ισραήλ, ότι το επί γης σκήνωμα, η κατοικία του Θεού είναι η Σιών. «Και έσται σημεία και τέρατα εν τω οίκω Ισραήλ παρά Κυρίου Σαβαώθ, ος κατοικεί εν τω όρει Σιών».

Αν ο λαός μένει πιστός στον θείο νόμο, ο Θεός με τη σειρά του θα έχει πάντα υπό την απόλυτη προστασία του την αγία του πόλη. «Καταβήσεται Κύριος Σαβαώθ επιστρατεύσαι επί το όρος το Σιών, …υπερασπιεί Κύριος Σαβαώθ υπέρ Ιερουσαλήμ», θα την υπερασπίσει, θα τη γλυτώσει από κινδύνους, θα την περιποιηθεί, θα τη σώσει. Γι’ αυτό και έλεγαν: «Μακάριος ος έχει εν Σιών σπέρμα (απογόνους) και οικείους εν Ιερουσαλήμ» (Ψαλμ. 49, 2. 83, 8. Ησ. 8, 18. 31, 4-9).

Ο Θεός φέρεται να επιλέγει ο ίδιος την Σιών, «ηρετίσατο αυτήν εις κατοικίαν εαυτώ». Αυτή θα είναι η μόνιμη και αιώνια κατοικία του, «ώδε κατοικήσω, (δι)ότι ηρετισάμην (εξέλεξα) αυτήν». Είναι απολύτως φυσικό λοιπόν και ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού, ο Χριστός Κυρίου, να έχει ως σημείο αναφοράς του την Ιερουσαλήμ και την Σιών. Εκεί θα λάβει χώρα η όλη δραματουργία του θείου δράματος. Εκεί θα πάθει και θα σταυρωθεί ο Χριστός. «Ου γέγραπται, ει μή εν Ιερουσαλήμ αποκτανθήναι». Εκεί θα ταφεί. Εκεί θα λύσει τα έργα του διαβόλου, θα συντρίψει τους εχθρούς του, θα πολεμήσει δηλαδή την αμαρτία και τον θάνατο.

Εκεί και θα αναστηθεί «ενδόξως ως Θεός», «τη τρίτη ημέρα κατά τας Γραφάς». Ο ψαλμός θέλει πάλι προφητικά τον Θεό να λέει: «Εκεί εξανατελώ κέρας τω Δαυΐδ, ητοίμασα λύχνον τω Χριστώ μου· τους εχθρούς αυτού ενδύσω αισχύνην, επί δε αυτόν εξανθήσει το αγίασμά μου». Με την Ανάσταση ανέτειλε στη Σιών κέρας, ισχυρή δύναμη από τη γενιά του Δαυΐδ, το λαμπερό αιώνιο φως του Χριστού. Ο εχθροί του καταισχύνθηκαν, ενώ πάνω σ’ αυτόν ανθεί η θεϊκή αγιότητα (Ψαλμ. 131,13-18).

Με τη δόξα του Αναστάντος Κυρίου να ανατέλλει πάνω τους, η Σιών και η Ιερουσαλήμ αναβαθμίζονται πλήρως. Παραπέμπουν τώρα στη Νέα και Άνω Ιερουσαλήμ, στη Βασιλεία του Θεού. Η αγία Σιών είναι πλέον «μήτηρ των Εκκλησιών», αφού δέχεται «πρώτη άφεσιν αμαρτιών διά της Αναστάσεως». Δίκαια μέλπει ο υμνωδός: «Χόρευε νυν και αγάλλου, Σιών…».

Χριστός ανέστη! Χρόνια πολλά!

«Αντιύλη». Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, Πρέβεζα

Τηλ. 26820 23075/25861/6980 898 504. E-mail: antiyli.gr@gmail.com

ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΠΡΕΒΕΖΗΣ

ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ-ΕΚΚΛΗΣΗ

Η εκκλησία μας δυστυχώς κάηκε.

Τη νύχτα της Παρασκευής 22 προς 23 Μαρτίου 2024, εντοπίστηκε εστία πυρός στο Άγιο Βήμα, οφειλόμενη μάλλον, κατά την πιθανότερη εικασία-εξήγηση, σε βραχυκύκλωμα στις παλιές καλωδιώσεις απαρχαιωμένου, άνω των 60 ετών, θερμοσίφωνα.

Καταστράφηκαν ολοσχερώς το βόρειο τμήμα του Ιερού, γεμάτο με ξύλινα ντουλάπια, η βόρεια ξύλινη πύλη του, καλύμματα και στολές της Αγίας Τραπέζης και της Προσκομιδής που σκεπάστηκαν και μαύρισαν από τη στάχτη και τα αποκαΐδια, καθώς και μοκέτες του Ιερού. Η σημαντικότερη όμως ζημία είναι το μαύρισμα (κάπνισμα) όλου του ναού, από το δάπεδο μέχρι την οροφή, από τον αποπνικτικό καπνό που κατέκλυσε για πολλές ώρες τον χώρο.

Ο Ναός μας έπαυσε να είναι προσβάσιμος και χρησιμοποιήσιμος. Επί ένα μήνα και πλέον οι ιερές ακολουθίες και Λειτουργίες της Σαρακοστής τελούνται στον, οπωσδήποτε περιορισμένο, χώρο του παρεκκλησίου του Αγίου Χρήστου.

Από την πρώτη στιγμή βρισκόμαστε σε αγώνα δρόμου για την αποκατάσταση των ζημιών και την επαναλειτουργία του Ναού. Αναζητήθηκαν ειδικά συνεργεία και ανέλαβαν την πρώτη φάση των εργασιών αποκατάστασης. Επί τέσσερες εβδομάδες με απόλυτα εντατικούς ρυθμούς εργάστηκαν αλληλοδιαδόχως:

α) Συνεργείο γενικού καθαρισμού, που καθάρισε τα μη αγιογραφημένα μέρη του Ναού στο κεντρικό και τα παράπλευρα κλίτη και σε όλους τους βοηθητικούς χώρους του, το μαρμάρινο τέμπλο, τα ξύλινα στασίδια, τις καρέκλες, τους πολυελαίους και λοιπά φωτιστικά, τα αναλόγια, τα προσκυνητάρια και όλα τα υπόλοιπα πολλαπλά μικρά και μεγάλα αντικείμενα και έπιπλα που βρίσκονται εν χρήσει σε όλους τους χώρους του Ναού.

β) Συνεργείο βαψίματος, που έβαψε όλες τις μη αγιογραφημένες επιφάνειες του Ναού και όλων των βοηθητικών χώρων.

γ) Συνεργείο για την συναρμολόγηση και αποσυναρμολόγηση τεράστιας σκαλωσιάς για τις ανωτέρω εργασίες, λόγω του μεγάλου ύψους του Ναού.

δ) Ξυλουργικό συνεργείο για την αποκατάσταση των καταστραφέντων ξυλουργικών του Ιερού Βήματος (οι εργασίες ευρίσκονται εν εξελίξει).

ε) Ειδικό συνεργείο-πλυντήριο για τον καθαρισμό των μοκετών του Ναού.

Η δεύτερη φάση των εργασιών αποκατάστασης περιλαμβάνει τον καθαρισμό των εικόνων. Θα είναι πολύ πιο χρονοβόρα από την πρώτη και πιο πολυδάπανη, δεδομένου ότι θα γίνει από ειδικά συνεργεία συντηρητών-αγιογράφων. Με τη φάση αυτή θα ασχοληθούμε μετά το Πάσχα.

Ήδη βρισκόμαστε στην ευχάριστη θέση να ευελπιστούμε, ότι από την προσεχή Κυριακή των Βαΐων θα επαναρχίσει, συν Θεώ, η λειτουργία του Ναού μας και, παρά τη μη αποκατάσταση ακόμα του Ιερού Βήματος, θα επανέλθουμε σ’ αυτόν για τις μεγάλες εορτές της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα.

Η δαπάνη για την πρώτη φάση των εργασιών που έγιναν ή συνεχίζονται ακόμα, όπως και για τα διάφορα είδη που χρειάζονται αντικατάσταση (στολές Ιερού Βήματος, διάφορα ιερά σκεύη και αντικείμενα που δεν είναι πλέον χρησιμοποιήσιμα κ.λ.π.), υπολογίζεται ότι θα εγγίσει ή και θα ξεπεράσει τις 15.000 ευρώ.

Η δαπάνη για την δεύτερη φάση των εργασιών (συντήρηση-καθαρισμός εικόνων) υπολογίζεται ότι θα είναι κατά πολύ μεγαλύτερη. Οι δαπάνες αυτές ξεπερνούν σε πολλαπλό βαθμό τις οικονομικές δυνατότητες της ενορίας μας.

Και τώρα απευθυνόμαστε σε σας, αγαπητοί αδελφοί. Γνωρίζετε ίσως και από παλιότερες αναφορές μας, ότι η ενορία μας στερείται παντελώς οποιασδήποτε περιουσίας. Δεν διαθέτει απολύτως κανένα ακίνητο. Δεν εισπράττει ούτε ένα ευρώ από ενοίκια ή από κάποια εκμετάλλευση ακίνητης περιουσίας. Οι οικονομικές μας δυνατότητες ήταν πάντοτε και είναι μηδενικές. Στηρίζονται μόνο στο κεράκι που τυχόν θα ανάψει ο κάθε Χριστιανός που θα περάσει την πόρτα του ναού μας.

Γνωρίζουμε κι εμείς όμως ότι οι καιροί μας είναι πολύ δύσκολοι. Και ότι όλοι δοκιμάζεστε από τις συνέπειες των οικονομικών κρίσεων που μαστίζουν τη χώρα μας και τον κόσμο γενικότερα. Γι’ αυτό και δεν απαιτούμε τίποτε. Η ελπίδα μας επαφίεται στην καλή σας διάθεση. Αν εσείς θέλετε και νομίζετε ότι μπορείτε να συνεισφέρετε κάτι καλοπροαίρετα για την κάλυψη των υπέρογκων δαπανών αποκατάστασης του Ναού μας, η (όποια) προσφορά σας θα είναι ευχαρίστως και ευγνωμόνως δεκτή. Και ο Θεός ας ευλογεί την κάθε αγαθή σας προαίρεση. Ήδη αρκετοί Χριστιανοί εξεδήλωσαν την καλή τους πρόθεση και έσπευσαν από την πρώτη κιόλας στιγμή να προσφέρουν απλόχερα από το υστέρημά τους, πράγμα για το οποίο εκφράζουμε τη βαθύτατη ευγνωμοσύνη μας και τους ευχαριστούμε θερμά.

Χριστός ανέστη! Χρόνια πολλά!

(Μπορείτε να δίνετε την προσφορά σας στο Εκκλησιαστικό Συμβούλιο και τους Ιερείς, ή να την καταθέτετε στον Λογαριασμό της Εθνικής Τράπεζας 448/009070-06 IBAN GR33 0110 4480 0000 4480 0907 006, με παράλληλη ενημέρωσή μας, για τη λήψη σχετικής απόδειξης).

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ (4ο)

+ Μητροπ. Πρ. Φλωρίνης, Αυγουστίνου Καντιώτη

ΤΙ ΟΦΕΛΟΣ ΕΧΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ                                                                                                 

«Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ᾿ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς» (Ἰω. 20,24)

ΚΥΡΙΑΚΗ εἶνε σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἡμέρα τοῦ Κυρίου, οἱ ἐκκλησίες ὅλες λειτουργοῦν καὶ καλοῦν τοὺς πιστοὺς στὸν ἐκκλησιασμό. Στὴν παλιὰ ἐποχή, ποὺ οἱ ἄνθρωποι πίστευαν στὸ Θεό, μόλις ἄκουγαν νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα, τὰ πόδια τους ἔκαναν φτερὰ καὶ πήγαιναν ὅλοι στὴν ἐκκλησία. Τώρα οἱ ἄνθρωποι, λὲς κι ἔχουν μολύβια στὰ πόδια τους, δὲν πατοῦν στὴν ἐκκλησία. Κι ὅταν τοὺς πῇς, Γιατί δὲν πᾶτε στὴν ἐκκλησία; σοῦ ἀπαντοῦν· –Καὶ τί ἔχουμε ἐμεῖς νὰ κερδίσουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία; Σὲ τί θὰ ὠφεληθοῦμε;

Σ᾿ αὐτοὺς θ᾿ ἀπαντήσουμε τώρα. Θ᾿ ἀπαντήσω ὄχι ἐγώ, ἀλλὰ ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς, ποὺ ἑορτάζει σήμερα καὶ τὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάσαμε μιλάει γι᾿ αὐτόν.

Τί ἔκανε ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς; Ἔκανε καὶ αὐτὸς τὴν ἁμαρτία ποὺ κάνουν οἱ περισσότεροι· ἀπουσίασε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ὅταν εἶδε τὸ Χριστὸ νὰ τὸν καρφώνουν στὸ σταυρό, ἀπογοητεύτηκε. Εἶπε· Ἔσβησαν πιὰ οἱ ἐλπίδες μας σ᾿ αὐτόν…

Σκέφτηκε νὰ γυρίσῃ στὴν παλιά του δουλειά, στὸ ψάρεμα, μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ψαρᾶδες. Οἱ ἄλλοι μαθηταὶ μαζεύτηκαν, γιὰ νὰ κάνουν τὴν προσευχή τους καὶ νὰ θυμηθοῦν τὸ Χριστό. Ἔτσι ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἔλειπαν δυό· ὁ Ἰούδας, ποὺ τὸν πρόδωσε, καὶ ὁ Θωμᾶς. Τότε ὅμως ἔγινε τὸ πιὸ καταπληκτικὸ γεγονός, τότε ἦρθε τὸ μεγάλο μήνυμα. Ἐνῷ οἱ μαθηταὶ ἦταν κλεισμένοι, ἐκεῖ κατὰ τὸ ἡλιοβασίλεμα, ξαφνικά, «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων» (Ἰω. 20,19), μὲ κλειστὲς τὶς πόρτες καὶ τὰ παράθυρα, παρουσιάστηκε ὁ Χριστὸς μπροστά τους ὁλοζώντανος. Ἔμειναν κατάπληκτοι.

Καὶ ἡ πρώτη λέξι τοῦ Χριστοῦ ποιά ἦταν; «Εἰρήνη ὑμῖν», τοὺς εἶπε. Καὶ «ἐχάρησαν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον» (ἔ.ἀ. 20,20). Ὤ τί ἔχασε ὁ Θωμᾶς, ποὺ ἔλειπε τὴν ἡμέρα ἐκείνη! Πῆγαν καὶ τὸν βρῆκαν. Τὸν εἶδαν σκεπτικό, λυπημένο, καὶ τοῦ εἶπαν· –Θωμᾶ, τὰ ἔμαθες; Ἀνέστη ὁ Κύριος! Τὸν εἴδαμε. «Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον» (ἔ.ἀ. 20,25).

 – Ὄχι, λέει ὁ Θωμᾶς. Ἐὰν δὲν βάλω τὸ δάκτυλο μόνος μου στὰ σημάδια τῶν πληγῶν του, ἐγὼ δὲν πιστεύω. Μετὰ 8 ἡμέρες νάτοι πάλι οἱ μαθηταί. Ἀλλ᾿ αὐτὴ τὴ φορὰ πρῶτος ἀνάμεσά τους ὁ Θωμᾶς. Ἀπουσίασε μιὰ φορά, ἀλλὰ τὴ δευτέρα φορὰ ἦταν ἐκεῖ. Καὶ ξαφνικὰ παρουσιάζεται πάλι ὁλοζώντανος ὁ Χριστός.

Θωμᾶ, ἔλα ἐδῶ, τοῦ λέει. Βάλε τὸ δάκτυλό σου στὶς πληγές μου. Ἔλα νὰ δῇς, ὅτι ἐγώ εἶμαι, ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος. Καὶ ὁ Θωμᾶς τολμᾷ νὰ πλησιάσῃ τὸ Χριστό. Τότε πείσθηκε πλέον. Ἔσκυψε, προσκύνησε καὶ εἶπε ἐκεῖνα τὰ ὡραῖα λόγια, ποὺ εὔχομαι, ἀγαπητοί μου, νὰ γίνουν καὶ δικά μας λόγια. Τί εἶπε· «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (ἔ.ἀ. 20,29). Σᾶς ἐρωτῶ. Τὴν πρώτη φορὰ δὲν πῆγε στὴ σύναξι, καὶ στερήθηκε τὴν παρουσία τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ. Ἐὰν καὶ τὴ δεύτερη φορὰ ἀπουσίαζε ἀπὸ τὴν ἱερὰ συγκέντρωσι, δὲν θὰ γινόταν ἄπιστος; Τί μᾶς διδάσκει αὐτό; Ὁ Θωμᾶς μᾶς λέει· Ἐγὼ ἔλειψα μιὰ φορὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, καὶ κόντεψα νὰ γίνω ἄπιστος· γι᾿ αὐτὸ κι ἐσεῖς οἱ Χριστιανοὶ νὰ μὴ λείπετε ποτέ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Θὰ πῆτε· Ὁ Θωμᾶς εἶδε τὸν ἴδιο τὸ Χριστό· ἐμεῖς ὅμως τί βλέπουμε ἐδῶ πέρα;…

Αὐτὸ ποὺ θὰ σᾶς πῶ θὰ σᾶς φανῇ ἀπίστευτο. Ἐμεῖς ἔχουμε μάτια ζῳώδη. Τὰ παλιὰ τὰ χρόνια ἔμπαιναν μέσα στὴν ἐκκλησιὰ καὶ ἔβλεπαν ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους, ἔβλεπαν τὸ Χριστὸ μέσα στὸ ἅγιο δισκοπότηρο. Δὲν εἶνε ψέμα αὐτό. Τώρα τὰ μάτια τὰ δικά μας δὲν εἶνε μάτια ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων. Ὅταν λειτουργοῦσε ὁ ἅγιος Σπυρίδων, στὴν ἐκκλησία ἔβλεπαν ἀγγελούδια. «Ἀγγέλους», λέει τὸ ἀπολυτίκιό του, «ἀγγέλους ἔσχες συλλειτουργοῦντάς σοι, ἱερώτατε». Ἂν εἴχαμε μάτια ἀγγελικά, θὰ βλέπαμε ἐδῶ τὸ θαῦμα. Θὰ βλέπαμε ἐν μέσῳ ἡμῶν τὸν Χριστό.

Ὁρατὸς εἶνε ὁ Χριστός, ἀλλὰ μένει ἀόρατος σ᾿ ἐμᾶς, γιατὶ δεν ἔχομε «τελεβίζιον». Ὅπως αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τελεβίζιον δὲν βλέπει τίποτε, ἔτσι κι ἐμεῖς δὲν ἔχουμε πνευματικὸ τελεβίζιον. Καὶ τὸ τελεβίζιον, μὲ τὸ ὁποῖο μπορεῖς νὰ δῇς τὸ Χριστό, εἶνε ἡ πίστι. Ποῦ θὰ βλέπῃς τὸ Χριστό; Στὴν ἐκκλησία. Στὴ Ῥωσία οἱ ἄθεοι κατεδίωκαν τὴν Ἐκκλησία. Ἀλλ᾿ ὅσοι ἦταν μέσα στὴν ἐκκλησία, ὅταν περνοῦσαν τὰ ἅγια, γονάτιζαν καὶ ἔκλαιγαν. Καὶ τὸ «Πιστεύω» καὶ τὸ «Πάτερ ἡμῶν» τὸ ἔλεγαν γονατιστοί. Γιατὶ πίστευαν στὸ Θεό. Τώρα ἐδῶ μπαίνουν στὴν ἐκκλησία σὰν νὰ μπαίνουν σ᾿ ἕνα καφενεῖο, σ᾿ ἕνα χοροδιδασκαλεῖο. Δὲν ξέρουν ποῦ πᾶνε. Ἐξέλιπε ἡ πίστις ἀπὸ τὴ σημερινὴ γενεὰ τῶν Ἑλλήνων. Λοιπόν, «ἑωράκαμεν τὸν Κύριον». Ἂν εἶσαι μέσα στὴν Ἐκκλησία, τὰ λόγια ποὺ ἀκοῦς εἶνε λόγια τοῦ Χριστοῦ. Θέλεις καὶ κάτι ἄλλο περισσότερο; Βλέπεις τὴν ἁγία τράπεζα; Βλέπεις ἐπάνω κρασί; βλέπεις ψωμί; Τί γίνεται; Ἂν πιστεύῃς – «ὅσοι πιστοί» –, ἐκεῖνο τὸ ψιχουλάκι εἶνε ὁλόκληρος ὁ Χριστός, κι ἐκείνη ἡ σταλαγματιὰ εἶνε τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας! Αὐτὴ εἶνε ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων Χριστιανῶν. Λοιπὸν ἐδῶ στὸ ναὸ «ἑωράκαμεν τὸν Κύριον». Ὅπως οἱ μαθηταὶ ἦταν συγκεντρωμένοι καὶ τότε εἶπαν «ἑωράκαμεν τὸν Κύριον», ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς συγκεντρωμένοι ἐδῶ μέσα στὴν ἐκκλησία κάθε Κυριακὴ θὰ λέμε «ἑωράκαμεν τὸν Κύριον».

Βλέπουμε τὸν Κύριο. Τὸν βλέπουμε διὰ τῆς πίστεως, διὰ τῶν αἰσθήσεων, δι᾿ ὅλης τῆς ὑπάρξεώς μας. Μάλιστα! Εἶνε μεγάλο πρᾶγμα ἡ Ἐκκλησία. Θέλετε παραδείγματα;

  • Ξέρω ἄνθρωπο, ποὺ πῆρε μαχαίρι καὶ εἶχε σκοπὸ νὰ σφάξῃ ἄνθρωπο, νὰ κάνῃ ἔγκλημα. Ἀλλὰ δὲν τὸ ἔκανε. Ποιός τὸν σταμάτησε; Ἄκουσε τὴν καμπάνα καὶ μπῆκε στὴν ἐκκλησία μὲ τὸ μαχαίρι, ὅπως ἦταν. Καὶ τὴν ὥρα ἐκείνη ὁ ἱεροκήρυκας, κατὰ θείαν οἰκονομία, μιλοῦσε καὶ ἑρμήνευε τὸν Δεκάλογο. Ἑρμήνευε τὸ «οὐ φονεύσεις» (Ἔξ. 20,15). Ἔλεγε, ὅτι δὲν πρέπει οὔτε μυρμήγκι νὰ πατᾶμε, ὄχι ἄνθρωπο νὰ σκοτώνουμε. Καὶ αὐτός, ὅταν βγῆκε ἔξω, ἦταν διαφορετικός. Μπῆκε φονιᾶς, βγῆκε ἅγιος. Πέταξε τὸ μαχαίρι στὸ ποτάμι καὶ δὲν σκότωσε. Μέσα στὴν ἐκκλησία ἄλλαξε. Μπῆκε λύκος, βγῆκε ἀρνί.
  • Ξέρω ἕναν ἄλλο, ποὺ ἦταν τελείως ἀπελπισμένος καὶ σκεπτόταν ν᾿ αὐτοκτονήσῃ. Περνοῦσε ἔξω ἀπὸ μιὰ ἐκκλησία καὶ μπῆκε μέσα. Τί συνέβη μέσα στὴν καρδιά του τὴν ὥρα ἐκείνη, κι ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὴν ἐκκλησία ἦταν χαρούμενος! Μπῆκε ἀπελπισμένος, βγῆκε χαρούμενος. Καὶ δὲν αὐτοκτόνησε.
  • Ξέρω στὴν Ἀθήνα μία χήρα μὲ 7 παιδιά, σὲ μιὰ φτωχοσυνοικία τοῦ Περιστερίου, ποὺ δουλεύει σκληρά. Καὶ τὴ ρώτησα· –Πῶς ὑπέφερες αὐτὸ τὸ μαρτύριο; Ἐσύ, μιὰ γυναίκα μόνη, νὰ σηκώνεσαι νύχτα καὶ νὰ πηγαίνῃς νὰ πλένῃς καὶ νὰ καθαρίζῃς μέχρι τὰ μεσάνυχτα; Ποιός σοῦ ἔδωσε τέτοια δύναμι, νὰ κρατηθῇς τίμια καὶ εἰλικρινής; 

– Ὁ Χριστὸς μοῦ δίνει τὴ δύναμι, μοῦ λέει.

– Καὶ ποῦ εἶνε, τῆς λέω, ὁ Χριστός;

– Ἄ, ἐγώ, μοῦ ἀπαντᾷ, κάθε πρωί, πρὶν πάω στὴ δουλειά μου, περνῶ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία, ἀνάβω τὸ κερί μου, γονατίζω στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τὸν παρακαλῶ, καὶ παίρνω δύναμι.

Μεγάλο πρᾶγμα ἡ Ἐκκλησία! Προφήτευσε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅταν τὸν ρώτησαν πῶς θὰ καταλάβουν ὅτι ἦρθαν τὰ ἔσχατα χρόνια. Ἔκλαυσε καὶ εἶπε 10 σημάδια. Τὸ ἕνα σημάδι ποὺ εἶπε εἶνε αὐτό· Θὰ ἔρθουν χρόνια, ποὺ θ᾿ ἀδειάσουν οἱ ἐκκλησιὲς καὶ θὰ γεμίσουν οἱ φυλακές. Γίνεται αὐτὸ στὶς μέρες μας, ἀδελφοί μου. Κι ἀκόμα εἴμαστε στὴν ἀρχή. Ἡ Ἐκκλησία, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ μαντρί. Μπορεῖ τὸ πρόβατο τὴ νύχτα τοῦ χειμώνα, ποὺ χιονίζει ἔξω καὶ οὐρλιάζουν οἱ λύκοι, νὰ πῇ «Μαντρί, δὲν σὲ χρειάζομαι»;Ἂν δὲν μπῇ στὸ μαντρί, θὰ τὸ φάῃ ὁ λύκος. Μαντρὶ εἶνε ἡ Ἐκκλησία, τσομπάνος εἶνε ὁ Χριστός, πρόβατα εἴμαστε ἐμεῖς. Ὅσοι φύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θὰ τοὺς φάῃ ὁ «λύκος», οἱ αἱρέσεις καὶ τὰ ποικίλα ἄλλα θηρία. Ἐδῶ λοιπὸν στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ νὰ εἴμαστε. Νὰ μὴν ἀπουσιάζουμε κι ἐμεῖς ποτέ ἀπὸ τὴν ἱερὰ σύναξι, ἀλλὰ νὰ εἴμαστε πάντοτε παρόντες, γιὰ νὰ ἐπαναλάβουμε κι ἐμεῖς· «Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον». Νὰ ποῦμε κι ἐμεῖς σὰν τὸ Θωμᾶ· «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου».

ΑΝΑΣΤΑΣΗ 

π. Εφραὶμ Τριανταφυλλόπουλος

ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ
συναντούμε στην καθημερινή μας ζωή, όπου και ζούμε πολλές νεκραναστάσεις όλοι μας. Πολεμάς ένα πάθος, με τη χάρη Του το απενεργοποιείς ή μάλλον το μεταμορφώνεις. Ζεις. Υποχωρείς; Νεκρώνεσαι. Ξαναφωνάζεις βοήθεια! Ανίστασαι! Σε πολλά επίπεδα νεκρανασταίνεσαι. Βλέπουμε νεκραναστάσεις στις εξομολογήσεις όπου υπάρχει μετάνοια. Πρώην νεκροί που ξαναζούν: καινούργιοι, χαρούμενοι, αισιόδοξοι. Άλλοι δίχως μετάνοια κυκλοφορούμε ως άταφα πτώματα. Με μια κουβέντα ανασταίνουμε τον διπλανό μας και με μια κουβέντα μπορεί να τον δηλητηριάσουμε. Κοινωνάμε και σιγουρευόμαστε για τη θεραπεία παρακαλώντας τον Μέγα Ιατρό.
Όλα αυτά μέσα στο αναστημένο Σώμα Του καθημερινώς…
Μέχρι τέλους!
Χριστός Ανέστη φίλοι και αδελφοί! Για πάντα.

https://anastasiosk.blogspot.com

Καταδικασμένοι σε αθανασία

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Ένα από τα θεολογικότερα κείμενα για την Ανάσταση του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού είναι αυτό που έγραψε ο Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς) το 1936*. Γράφει:

«Οι άνθρωποι κατεδίκασαν τον Θεόν εις Θάνατον, ο Θεός όμως δια της αναστάσεως Του “καταδικάζει” τους ανθρώπους εις αθανασία….Οι άνθρωποι ήθελαν να καταστήσουν τον Θεόν θνητό, αλλ’ ο Θεός δια της Αναστάσεώς Του, κατέστησε τους ανθρώπους αθανάτους…Όλη η ιστορία του Χριστιανισμού δεν είναι κάτι άλλο παρά ιστορία ενός και μοναδικού θαύματος, του θαύματος της του Χριστού αναστάσεως, το οποίο συνεχίζεται διαρκώς εις όλας τας καρδίας των χριστιανών από ημέρας εις ημέραν, από έτους εις έτος, από αιώνος εις αιώνα μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας».

Ο Άγιος Ιουστίνος σημειώνει πως η αμαρτία βαθμιαίως σμικρύνει την ψυχή του ανθρώπου, την πλησιάζει προς τον θάνατο, την μεταβάλλει από αθάνατη εις θνητή, από άφθαρτη και απέραντη εις φθαρτή και πεπερασμένη. Όσο περισσότερες αμαρτίες έχει ο άνθρωπος, τόσο περισσότερο είναι θνητός. Και προσθέτει: «Εις τον ανθρώπινο κόσμο μας ο θάνατος είναι το μεγαλύτερο βάσανο και η πιο φρικιαστική απανθρωπία.Η απελευθέρωσις από αυτό το βάσανο και από αυτή την απανθρωπία είναι ακριβώς η σωτηρία. Αυτή τη σωτηρία δώρισε εις το ανθρώπινο γένος μόνο ο Νικητής του θανάτου – ο Αναστάς Θεάνθρωπος…Εις τέσσερις μόνο λέξεις συγκεφαλαιούνται και τα τέσσερα Ευαγγέλια του Χριστού: Χριστός Ανέστη! – Αληθώς Ανέστη!».

Τον ίδιο χρόνο (1936) που ο Άγιος Ιουστίνος έγραψε το αναφερθέν πόνημά του ο ποιητής και στοχαστής Γιώργος Σαραντάρης στο φιλοσοφικό του δοκίμιο «Συμβολή σε μια φιλοσοφία της ύπαρξης» έγραψε πως «ο χρόνος της ζωής ενός ανθρώπου είναι η αιωνιότητα, αλλά μονάχα σαν αγκαλιαστεί από τον Ιησού Χριστό…Τα σύνορα του Ανθρώπου είναι η αιωνιότητα» Και προσθέτει: «Για να υφίσταται η αιωνιότητα…είναι αναγκαία η πίστη σα στοιχείο ψυχολογικό, αλλά και εννοιολογικό συνάμα…Αν κανείς δεν προχωρήσει πέρα, μα τουναντίον πιστέψει μονάχα στην παρούσα ζωή τελικά δεν θα πιστέψει σε τίποτε, ή, όπως λ.χ. συνέβηκε στον Φρόϊντ, θα πιστέψει στη libido και ουσιαστικά στον θάνατο».

Στο επόμενο φιλοσοφικό δοκίμιό του «Η παρουσία του ανθρώπου», γραμμένο από τον Οκτώβριο του 1937 έως τον Φεβρουάριο του 1938, ο Γιώργος Σαραντάρης τονίζει ότι το παράδειγμα του Θεανθρώπου Χριστού είναι όχι μόνο για τους χριστιανούς όλων των εποχών, αλλά για όλα τα άτομα της γης και όλων των μελλούμενων εποχών, γιατί κάθε άνθρωπος όταν δώσει λόγο στη γέννησή του δεν μπορεί να αποφύγει το όραμα, το νόημα και την αλήθεια Του. Και διερωτάται: «Αλλά πώς, εμείς τα τωρινά άτομα, εμείς που έχουμε στις φλέβες μας το δηλητήριο του ηδονισμού των πρόσφατων αιώνων της ευρωπαϊκής ιστορίας και που κατά συνέπεια μας αποκλείεται η οδός της αγάπης…πώς οι τέτοιοι εμείς θα επιτύχουμε ο Θεάνθρωπος να διαμορφώσει ολάκερο το βίο μας, να βρίσκεται παρών σε όλες τις πράξεις μας, να γίνει έμμονη ενεργητική πίστη;». Και απαντά ότι για να πετύχουμε να ζήσουμε κατά Χριστό χρειάζεται θαρραλέα να αντικρύσουμε τον ηδονισμό μας και να απομακρυνθούμε από αυτόν, για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα του θανάτου και να ζήσουμε από αυτή τη ζωή την αιωνιότητα.

Αν δούμε την καθημερινότητα του σύγχρονου ανθρώπου, από την ώρα που γεννιέται έως τη θανή του, διαπιστώνουμε ότι, όπως σε κάθε εποχή, έτσι και τώρα κατευθύνεται από τις συνθήκες. Χαρακτηριστικό φαινόμενο αυτών των συνθηκών είναι στις μεγαλουπόλεις το πώς ζουν και το πώς κινούνται οι εργαζόμενοι προς και από τις εργασίες τους στους διαδρόμους του μετρό και στους δρόμους. Βλέπει κανείς στις δύο κατευθύνσεις  εκατομμύρια ανθρώπων να κινούνται με το ίδιο ταχύ βήμα, που θυμίζει βηματισμό στρατευμάτων. Το πρόγραμμα ζωής συγκεκριμένο, που δεν ευνοεί  τις σχέσεις των γονέων μεταξύ τους και  με τα παιδιά τους. Το διάβασμα ελαχιστοποιείται. Η προσέλευση σε πολιτισμικές εκδηλώσεις μειώνεται. Ο ηδονισμός και ο ατομισμός μαζί με τις συνθήκες διαβίωσης οδηγούν σε μείωση των γεννήσεων, σε απαξίωση του θεσμού της οικογένειας και σε αδιαφορία προς τον σκοπό της ζωής. Οδηγούν επίσης σε παράλογες έως και ανθρωποκτόνες διαθέσεις για την αρχή και το τέλος της ανθρώπινης ζωής.

Σε αυτές τις συνθήκες ζωής, όπως γράφει ο Άγιος Ιουστίνος (Πόποβιτς), για την ανθρώπινη ύπαρξη ο Αναστάς Θεάνθρωπος παραμένει τα πάντα εν πάσι: Ό, τι το Ωραίο, το Καλό, το Αληθές, το Προσφιλές, το Χαρμόσυνο, το Θείο, το Σοφό, το Αιώνιο. Γι’ αυτό και πάλιν και πολλάκις και αναρίθμητες φορές: Χριστός Ανέστη!- 

*Το κείμενο είναι μεταφρασμένο από τον αείμνηστο Μητροπολίτη πρ. Ερζεγοβίνης Αθανάσιο (Γιέβτιτς) στα ελληνικά και δημοσιεύεται στο βιβλίο «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος» του Εκδ. Οίκου «Αστήρ», Εκδ. 1969, σελ. 40-49.