Εἶναι ἀρχαία παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας νά μήν κηδεύεται αὐτός πού αὐτοκτονεῖ, ἐκτός ἄν εἶναι τρελός ἤ δαιμονισμένος (ΙΔ΄ Ἀπόκρισις Τιμοθέου, Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας). Μέχρι στή δεκαετία περίπου τοῦ 1980 ἡ Ἐκκλησία στήν πατρίδα μας δέν κήδευε τόν αὐτόχειρα, ἀλλά οὔτε καί ἐπέτρεπε τήν ταφή του σέ νεκροταφεῖο. Τόν ἔθαβαν ἔξω στά χωράφια, ὅπως ἔθαβαν τά ζῶα. Καί τό ἀξιοπρόσεκτο εἶναι πώς οἱ συγγενεῖς τοῦ νεκροῦ τό «τυπικό» αὐτό τό δέχονταν ἀδιαμαρτύρητα, γιατί εἶχαν ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στίς διατάξεις τῆς Ἐκκλησίας. Πίστευαν, πώς ὅ,τι κάνει ἡ Ἐκκλησία τό κάνει πρός σωτηρία, καί ὄχι πρός ἀπώλεια. Καί ἀναμφίβολα ἔτσι εἶναι.
Ἡ Ἐκκλησία δέν κηδεύει τόν αὐτόχειρα, γιατί θέλει νά βάλει «φρένο» σ’ αὐτή τήν ἁμαρτία. «Τό ὅτι θά μέ θάψουν σάν σκυλί, μέ κάνει νά μήν αὐτοκτονῶ», ἔλεγαν παλαιότερα στήν ἐξομολόγηση. Ὑπάρχει καί ἄλλος λόγος, πού ἡ Ἐκκλησία δέν κηδεύει τόν αὐτόχειρα.
Ἡ κηδεία εἶναι τιμή γιά τόν νεκρό. Ὁ ἱερέας δέν περιμένει νά φέρουν τό νεκρό στό Ναό, ἀλλά πάει ὁ ἴδιος στό σπίτι τοῦ νεκροῦ, καί φέρνει τόν νεκρό στό Ναό, μέ λαμπάδες καί ἑξαπτέρυγα, ψέλνοντας καθ’ὁδόν, κατά τό τυπικό, τό «Ἅγιος ὁ Θεός», ὅπως γίνεται στίς Λιτανεῖες. Τίθεται στό κέντρο τοῦ Ναοῦ (καί ὄχι στόν Πρόναο, ἤ στό προαύλιο), ψέλνοντας τά σχετικά τροπάρια τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας. Ὁ ἱερέας καί πάλι συνοδεύει τόν νεκρό γιά τήν τελευταία του κατοικία, καί πάλι μέ λαμπάδες καί ἑξαπτέρυγα! Τέτοια τιμή προσφέρει ἡ Ἐκκλησία στόν νεκρό.
Ὅμως, ὅταν ἕνας πεθαίνει στήν ἁμαρτία, ὅπως εἶναι ἡ αὐτοκτονία, πρέπει νά τιμᾶται ἀπό τήν Ἐκκλησία; Καί ἄν τιμηθεῖ (κηδευθεῖ) ὠφελεῖται ἤ ζημιώνεται ἡ ψυχή του; Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, ἀφοῦ ἀναφέρει μερικά σχετικά περιστατικά, καταλήγει στό συμπέρασμα: «Εἶναι λοιπόν φανερό, ὅτι ὅσοι ἔχουν διαπράξει βαριές ἁμαρτίες, σέ τίποτε δέν ὠφελοῦνται ἀπό τόν ἐνταφιασμό τους σέ ἱερούς τόπους (=πόσο μᾶλλον ὅταν «διαβάζονται» μέσα στόν Ναό), ἀλλά λαμβάνουν περισσότερο κρῖμα. Συνένοχοι εἶναι σ’ αὐτό καί ὅσοι τούς θάβουν» (Εὐεργετινός τ. Δ’ Ὑπόθεση ΛΣΤ’. Κεφάλαιο Α΄ 2).
Εἶναι ὄντως ἀποκαρδιωτικό, ἀλλά καί ἄκρως ταπεινωτικό, ὅταν ὁ ἄνθρωπος, αὐτό τό ἀριστούργημα τῆς δημιουργίας, καί προπαντός ὁ χριστιανός ὡς μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, νά κλείνει τόν κύκλο τῆς ἐπίγειας βιοτῆς του, χωρίς τήν παρουσία τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας, καί νά θάβεται σάν ἄλογo ὄν. Ἀκόμα καί ὁ πιό ἄσπλαγχνος λυγίζει μπρός σ’ αὐτό τό «ἀπάνθρωπο» συμβάν. Ὁ Θεός δέν συγκινεῖται; Δέν θά ἐλεήσει αὐτό τό «ἀδικοχαμένο» πλᾶσμα Του; Καί βέβαια θά τό ἐλεήσει. «Ὁ πανάγαθος Θεός ψάχνει γιά εὐκαιρίες, γιά νά μᾶς κατακλύσει μέ τό ἔλεός Του. Γι’ αὐτό σᾶς παρακαλῶ: Προκειμένου ὁ νεκρός μας ἀδελφός νά βρεῖ ἔλεος ἀπό τόν Κύριο, θάψτε τον χωρίς τή νεκρώσιμη ἀκολουθία», εἶπε ὁ Ὅσιος Παχώμιος ὁ Μέγας σέ συγγενεῖς πού κήδευαν ἕναν καλόγηρο, πού ζοῦσε σέ ἀμέλεια. Τό ἔκαναν. Καί ἡ ψυχή τοῦ νεκροῦ, ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς καταφρονήσεως, βρῆκε ἔλεος ἀπό τόν πολυέλεο Θεό ( Εὐεργετινός . τ .Δ´, Ὑπόθεση ΛΖ΄. Κεφ. Γ΄). Πρᾶγμα πού σημαίνει, πώς ὅταν ὁ αὐτόχειρας δέν κηδεύεται, ἀλλά θάβεται σάν ζῶο, γι’αὐτή τήν περιφρόνηση, κερδίζει τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ, καί βρίσκει ἔλεος.
Ὅμως, σήμερα ἡ ἐν Ἑλλάδι Ἐκκλησία κηδεύει, κατ’ οἰκονομία, τόν αὐτόχειρα, πρός χάρη τῶν συγγενῶν του. Τώρα, ἄν αὐτή ἡ οἰκονομία, εἶναι πρός ὄφελος τοῦ συγκεκριμένου νεκροῦ, αὐτό μόνο ὁ Κύριος τό γνωρίζει. Ὅμως, ὑπάρχει θέμα.
Ἕνας σκοτώνει τή γυναίκα του, τό παιδί του, τή πεθερά του, καί στό τέλος αὐτοκτονεῖ. Καί ἡ Ἐκκλησία τόν τιμᾶ, κηδεύοντάς τον. Παρακαλεῖ τόν Κύριο νά ἀναπαύσει τόν δοῦλον, τόν ὁποῖον ὁ Κύριος « μετέστησεν ἐκ τῶν προσκαίρων». Μά δέν τόν μετέστησεν ὁ Κύριος. Γι’αὐτό, ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὁ Πενταπόλεως λέει, πώς ὅταν ἡ Ἐκκλησία κηδεύει τόν αὐτόχειρα, ψεύδεται ἐνώπιον τοῦ Κυρίου! Καί νά ἦταν μόνο αὐτό; Ἡ Ἐκκλησία θά ψάλει καί γι’ αὐτόν πού σκότωσε ἐν ψυχρῷ τρεῖς ἀνθρώπους, καί στό τέλος αὐτοκτόνησε, τό «μακαρία ἡ ὁδός ᾖ πορεύῃ σήμερον, ὅτι ἡτοιμάσθη σοι τόπος ἀναπαύσεως». Κάτι λοιπόν πρέπει νά γίνει.
Ἐφόσον ἡ Ἐκκλησία κηδεύει τόν αὐτόχειρα, θά πρέπει ἀπό τήν ἐν χρήσει νεκρώσιμη ἀκολουθία νά ἀποσιωπῶνται τά τροπάρια πού δέν ἔχουν σχέση μέ τήν συγκεκριμένη περίπτωση ἤ τό καλύτερο, νά γίνει μιά ἄλλη νεκρώσιμη ἀκολουθία (ὅπως ἔχει γίνει γιά τά νήπια, γιά τούς ἑτεροδόξους καί γιά ἄλλους) μέ ἄλλα τροπάρια, μέ ἄλλες «εὐχές», μέ ἄλλο εὐαγγέλιο, ἀπόστολο κ.λ.π. (ὅπως ἔχει γίνει καί γι’αὐτούς πού παντρεύονται γιά δεύτερη φορά, « ἀκολουθία εἰς δίγαμον»).
Ἄλλωστε, τόσες καί τόσες ἀνώφελες καινοτομίες γίνονται σήμερα στήν Ἐκκλησία, καί μάλιστα μέ σκανδαλώδη ἄνεση, γιατί, λοιπόν, νά θεωρεῖται ἁμάρτημα αὐτή ἡ συγκεκριμένη ἀλλαγή; Ἀλήθεια, αὐτοί πού πρωτοστατοῦν σ’ αὐτές τίς καινοτομίες (ἐνίοτε ἐπιζήμιες), ἐδῶ, πού ὄντως ὑπάρχει λόγος, θά κάνουν κάτι, ὥστε νά εἰσαχθεῖ στήν Ἐκκλησία μιά εἰδική νεκρώσιμη ἀκολουθία γιά τούς αὐτοκτονοῦντες;
Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
anastasiosk.blogspot.gr (18-1-2018)