Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Ψάχνοντας γιά τό Μεσσία
«Τρέχει ὁ Φίλιππος καί εὑρίσκει τόν Ναθαναήλ, καί τοῦ λέγει: «Αὐτόν, γιά τόν ὁποῖο γράφει ὁ Μωυσῆς στόν Νόμο καί οἱ Προφῆτες, Τόν εὑρήκαμε! Εἶναι ὁ Ἰησοῦς, ὁ Υἱός τοῦ Ἰωσήφ ἀπό τήν Ναζαρέτ» (Ἰω. 1:45). Τόν βρῆκαν, γιατί Τόν ἀναζητοῦσαν. Ὅσοι δέν Τόν βρῆκαν, ἀκόμα Τόν ψάχνουν. Γιατί ὅλοι θέλουν ἕναν Μεσσία, ἕναν Θεό ἀκόμα καί αὐτοί πού λένε ὅτι δέν θέλουν!
Καί τοῦτο, γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι πλασμένος «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ», (Γεν.1:27). Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι καί νά θέλει, δέν μπορεῖ νά ἀρνηθεῖ τόν δημιουργό του, γιατί ἀκριβῶς εἶναι «χαραγμένος» μέσα του! Ἡ Πίστη εἶναι μέσα στό D.N.A. μας, λέει ὁ Francis S. Collins. Ἀκόμα καί αὐτός πού λέει ὅτι δέν πιστεύει στό Θεό, θέλοντας καί μή, πιστεύει στά κρυφά, ὑποσυνείδητα ἤ τουλάχιστον τόν ἀπασχολεῖ τό πρόβλημα «Θεός» (καί ἄρα δέν ὑπάρχουν ἄθεοι!).
Κρατῶ σάν «θησαυρό» ἕνα ἰδιόχειρο, χειρόγραφο κείμενο πού μοῦ ἔφερε ἡ πεθερά ἑνός νεαροῦ, ἀθηναίου δεδηλωμένου ἀθέου, ὅπου φαίνεται καθαρά ἡ κραυγή του πρός τό Θεό, πού δέν πίστευε ὅτι ὑπάρχει….! Ἔγραφε: «Θεέ μου! Ἄν ὑπάρχεις κάπου ἐκεῖ ψηλά, ἄν ὑπάρχει κάτι πού θά μέ κρίνει, ἄς ἀκούσει κάποια λόγια ἀπό ἕναν ἴσκιο σάν κι΄ἐμένα, πού ξυπνᾶ καί κοιμᾶται μέσα στούς ἐφιάλτες…! Θεέ μου, ἄν ὑπάρχεις, κοίταξε γρήγορα νά μέ στείλεις κάτω ἀπό τό χῶμα, κοίταξε νά σταματήσεις αὐτήν τήν ἀνοησία, πού εἶμαι ἐγώ! Ἀναρωτιέμαι, γιατί γεννήθηκα, γιατί ὑπάρχω, γιατί;». (Ὑπογραφή· ἡμερομηνία 2.11.2002). Βλέπετε, ὅτι πρόβλημα μέ τό Θεό ἔχουν ὅσοι δέν Τόν πιστεύουν, γιατί ἀκριβῶς πᾶνε ἀντίθετα μέ τήν φύση τους, μέ τό D.N.A. τους. Ἔχουν ἐπίσης πρόβλημα καί μέ τή ζωή! «Ἀναρωτιέμαι, γιατί γεννήθηκα, γιατί ὑπάρχω, γιατί;», κραύγαζε ὁ συγκεκριμένος ἄθεος νεαρός. Μετά ἀπό τρία χρόνια (2005) πέθανε ἀπό ἀνακοπή. Καί ἔτσι (ἀναζητώντας τό Θεό) ἔκλεισε ἡ ἐπίγεια ζωή του.
Ὁ ἄνθρωπος δέν ἀναζητεῖ ἕναν ἄγνωστο, ἀφηρημένο Μεσσία, ἀλλά αὐτόν τόν συγκεκριμένο Μεσσία, πού ἀναζητοῦσαν οἱ Φίλιππος καί Ναθαναήλ, γιατί αὐτός ὁ συγκεκριμένος Μεσσίας ἔπλασε τόν ἄνθρωπο κατ’εἰκόνα Του. (Γεν.1:27). «Ὅποιος ψάχνει γιά τήν ἀλήθεια, ψάχνει χωρίς νά τό καταλαβαίνει γιά σένα πού εἶσαι ἡ μόνη ἀλήθεια πού ἀξίζει νά μάθει κανείς.Ὅλοι σέ φωνάζουμε χωρίς νά τό ξέρουμε». (Τζοβάνι Παπίνι). Ὅταν ὁ Ρωσσικός στρατός εἰσῆλθε (1956) στήν Οὐγγαρία γιά νά καταστείλει τή λαϊκή ἐξέργεση, ἕνας λοχαγός (τοῦ Ρωσσικοῦ στρατοῦ) πῆγε σέ μιά ἐκκλησιά καί ζήτησε νά ἰδεῖ κατ΄ ἰδίαν τόν παπᾶ. Μπῆκαν στό γραφεῖο, ἔκλεισαν τήν πόρτα καί ὁ λοχαγός (πού ὑπέστη παιδιόθεν πλύση ἐγκεφάλου) εἶπε στόν παπᾶ: «Ἡ πίστη σας εἶναι ἕνα σκέτο ψέμα! Τήν φτιάξατε σεῖς οἱ παπάδες γιά νά παραπλανᾶτε τό λαό! Ναί ἤ ὄχι; Ἄν δέν μοῦ δηλώσεις ὅτι ἡ πίστη σου εἶναι ἕνα ψέμα, θά σέ ἐκτελέσω ἐπί τόπου!». Ἔβγαλε τό πιστόλι, τό ἀκούμπησε στόν κρόταφο τοῦ παπᾶ καί τοῦ εἶπε: «Πές μου; Πίστεψες ποτέ ὅτι ὁ Χριστός ἦταν Υἱός Θεοῦ; Πίστεψες ποτέ στή διδασκαλία Του, περί Παραδείσου καί Κολάσεως;». Ὁ παπᾶς σκέφθηκε: Ἄν ἀπαντήσω «ὄχι», κερδίζω μέν τήν παροῦσα ζωή, ἀλλά γίνομαι ἀρνητής τοῦ Χριστοῦ. Ἄν τοῦ εἰπῶ «ναί», χάνω τήν παροῦσα ζωή, ἀλλά κερδίζω τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Καί τοῦ ἀπάντησε: «Ναί! Πιστεύω καί ὁμολογῶ ὅτι ὁ Χριστός εἶναι Θεός! Ναί! Πιστεύω ὅτι ὑπάρχει Παράδεισος καί Κόλαση! Καί σκότωσέ με!». Ὁ λοχαγός πέταξε τό πιστόλι, ἀγκάλιασε τόν παπᾶ καί τοῦ εἶπε, κλαίγοντας: «Αὐτό μέ βασάνιζε! Ἤθελα νά ἐξακριβώσω, ἄν ἡ πίστη σας εἶναι ἀληθινή! Σέ εὐχαριστῶ! Μέ ἔκανες τώρα καί μένα νά πιστέψω!».
«Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε». Δηλαδή αὐτός πού εἴτε μικρός εἴτε μεγάλος, ἔχει βαπτισθεῖ στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἔχει «φορέσει» τόν Χριστό. Ἄν στή συνέχεια γίνει ἄθεος, τό πρόβλημά του δέν θά εἶναι ἕνας ἄγνωστος Θεός, ἀλλά ὁ συγκεκριμένος Θεός, Ἰησοῦς Χριστός, γιατί Αὐτόν «φόρεσε» κατά τήν Βάπτισή του (καί τό Βάπτισμα παραμένει ἀνεξάλειπτο!).
Ἡ ἀποκοπή του ἀπό τόν Χριστό, τόν κάνει νά νιώθει ὄχι ἁπλά ἕνα ψυχικό κενό (πού τό νιώθει καί ὁ ἄθεος πού δέν ἔχει βαπτισθεῖ) ἀλλά καί ἐνοχές! Ἔτσι, ἀλλιῶς νιώθει ὅταν βλέπει τή φωτογραφία τοῦ Μάρξ ἤ τοῦ Λένιν ἤ τοῦ Τσεκαβάρα καί ἀλλιῶς (ἀνεπιθύμητα συναισθήματα) ὅταν βλέπει τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἄν βέβαια ἔχει τό κουράγιο νά τήν ἀτενίσει! Καί τό «κακό» δέν σταματάει ἐδῶ: Θά προτιμοῦσε πρωί-πρωί νά ἰδεῖ μπροστά του τόν τρομοκράτη Μπίν Λάντεν, παρά ἕναν τυχόντα ἱερέα, «ἀντιπρόσωπο» τοῦ Χριστοῦ. Θά προτιμοῦσε νά ἐπισκεφθεῖ τίς φυλακές ἤ τά νοσοκομεῖα παρά τίς ἐκκλησιές…! «Ὅταν περνοῦσα ἀπέξω ἀπό τήν ἐκκλησία, κόβονταν τά πόδια μου!», μοῦ εἶπε ἕνας πρώην ἄθεος λίγο πρίν πεθάνει.
Ὅμως, ὑπάρχει πιθανότητα σέ αὐτή τήν ἄσχημη ψυχολογική κατάσταση πού βιώνει ἕνας τέτοιος ἄθεος, νά «διεισδύσει» καί τό μῖσος κατά τοῦ Χριστοῦ! (Καί νά γίνει φανατικός πολέμιος τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του!). Ἐκλήθην (1999) νά ἐξομολογήσω ἕναν ἀσθενῆ στό Πανεπιστημιακό Νοσοκομεῖο τοῦ Ρίου. Ἀφοῦ τόν ἐξομολόγησα, εἶπα νά εἰπῶ μιά «καλημέρα» καί στόν ἀσθενῆ, πού ἦταν στό διπλανό κρεβάτι. Θυμᾶμαι ἀκόμα τό σκηνικό: Ἀναστατώθηκε, μέ ἀγριοκοίταξε, κατακιτρίνιασε ἀπό τόν θυμό του, καί μοῦ εἶπε: «Εἶμαι ἄθεος! Φύγε!». «Φεύγω· καί ὅποιος χάσει….!», τοῦ εἶπα. Ἦταν, δυστυχῶς, «παιδί» τῶν ἀρχιερέων, γραμματέων καί φαρισαίων, πού σταύρωσαν τόν Ἰησοῦ.
Ὅμως, ὁ Ἰησοῦς πάνω στό Σταυρό ἔχει πάντα τά χέρια Του ἁπλωμένα! Ἕτοιμα νά ἀγκαλιάσουν αὐτούς πού Τόν ἀρνοῦνται καί Τόν σταυρώνουν καθημερινά! Τούς περιμένει· τούς παρακαλεῖ: «Ἐλᾶτε, ὅλοι οἱ κουρασμένοι καί ψυχικά φορτισμένοι σέ Μένα. Καί ἐγώ θά σᾶς ἀναπαύσω!» (Μτ. 11:28).
Μακάρι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι νά ἀποκτήσουν τήν ἄδολη καρδιά τοῦ Ναθαναήλ, γιά νά μπορέσουν νά πλησιάσουν τόν Σωτῆρα τοῦ κόσμου, Ἰησοῦ Χριστό. Καί νά σώσουν ἔτσι τή ζωή τους, πού εἶναι τό πιό μεγάλο πρᾶγμα πάνω στή γῆ.