ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΕ΄ ΛΟΥΚΑ

(Λουκ. 19:1-10)

ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Τοῦ Ζακχαίου

Ἤθελε νά ἰδεῖ τόν Κύριο

Στήν Ἱεριχώ ἔγινε ἕνα μεγάλο πανηγύρι! Καί δέν ἔγινε σέ κανένα μπαράκι ἤ σέ κάποιο μεγάλο κέντρο διασκεδάσεως, μέ ἐκλεκτούς τραγουδιστές καί χορευτές, ἀλλά ἔγινε σέ ἕνα ἀσύγκριτα καλύτερο «κέντρο»: Μέσα στήν «ἄπειρη» ψυχή ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου (τοῦ Ζακχαίου) πού γνώρισε τό Χριστό, καί χάρηκε τόσο πολύ, ὥστε ἔγινε ἄλλος ἄνθρωπος!

Ἡ Ἱεριχώ ἦταν κόμβος συγκοινωνίας Ἰουδαίας, Περραίας καί Αἰγύπτου. Ἦταν ἀκόμα καί τό παγκόσμιο κέντρο ἐξαγωγῆς βαλσάμου. Οἱ τελῶνες ἦταν εἰσπράκτορες τῶν διοδίων. Ὁ Ζακχαῖος ἦταν «ἀρχιτελώνης», δηλαδή διεθυντής εἰσπρακτόρων. Τότε οἱ «μίζες» ἦταν καθημερινό φαινόμενο, γι’αὐτό καί οἱ τελῶνες εἶχαν ἄσχημο ὄνομα. Ὁ δέ Ζακχαῖος κυνηγοῦσε τόσο πολύ τό χρῆμα, ὥστε κρυβόταν σέ ἕνα δένδρο, σέ μιά συκομορέα (εἶχε φύλλα μουριάς καί καρπούς συκιάς, μέ χαμηλά καί ὁριζόντια κλαδιά) πού ἦταν δίπλα ἀπό τήν «ὑπηρεσία» του, καί κοιτοῦσε νά ἰδεῖ, μήπως κάποιος «πελάτης» τοῦ ξέφευγε, καί δέν πλήρωνε τούς φόρους! Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πόσο πλούσιος ἦταν ὁ Ζακχαῖος. «Ἦταν πλούσιος» σημειώνει ὁ Λουκᾶς. (Λουκ. 19:2).

Αὐτός λοιπόν ὁ πλούσιος ἄνθρωπος, πού πλούτισε μέ ἀτιμίες, εἶχε ἀκούσει πολλά γιά τό Χριστό καί μέσα του ἄναψε ἡ ἐπιθυμία νά Τόν ἰδεῖ· ὄχι μέ τά μάτια τοῦ σώματος, ὅπως Τόν ἔβλεπε ὁ περίεργος ὄχλος, ἀλλά μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του. Καί ὁ καρδιογνώστης Χριστός εἶπε νά τόν βοηθήσει, ἀλλά μέ τέτοιο τρόπο, πού νά μήν καταργοῦσε τήν ἐλευθερία του.

Ὁ Ἰησοῦς ἀνέβαινε στά Ἱεροσόλυμα γιά νά σταυρωθεῖ καί φθάνοντας στήν Ἱεριχώ (πόλη τοῦ Ζακχαίου) ὑπῆρχαν δύο τρόποι γιά νά συνεχίσει τό ταξίδι του: Ἤ νά περάσει ἔξω ἀπό τήν πόλη ἤ μέσα ἀπό τήν πόλη. Καί «μπῆκε στήν Ἱεριχώ καί περνοῦσε μέσα ἀπό τήν πόλη» (Λουκ. 19:1). Γιά νά συναντήσει τόν κλέφτη Ζακχαῖο!

Ὁ Χριστός ἤδη διέσχιζε τήν πόλη, συνοδευόμενος ἀπό πλήθη λαοῦ· ἀνάμεσά τους «χώθηκε» καί ὁ Ζακχαῖος (πού κατά τήν παράδοση ἦταν νάνος!). «Προσπαθοῦσε νά ἰδεῖ ποιός εἶναι ὁ Ἰησοῦς, δέν μποροῦσε ὅμως ἐξαιτίας τοῦ πλήθους καί γιατί ἦταν κοντός» (Λουκ. 19:3). Ὁ Χριστός τόν ἔβλεπε νά τεντώνει τό λαιμό του, τόν ἔβλεπε νά ἀγχώνεται, ἀλλά μέχρι τώρα δέν ἔκανε (ὁ Χριστός) καμία «κίνηση» γιά νά τόν βοηθήσει! Ἤθελε νά τόν κάνει, ὥστε νά ἀνάψει πιό πολύ ὁ ζῆλος του γι’ Αὐτόν. Γιά νά εἶναι ἡ ἐπιλογή του ἐλεύθερη καί ἐκ καρδίας. Πραγματικά ὁ ζῆλος του φούντωσε! Ἀποκόπηκε ἀπό τό πλῆθος καί ἔτρεξε σάν μικρό παιδάκι μπροστά-μπροστά καί ἀνέβηκε πάνω στή γνωστή του συκομορέα καί περίμενε…!

Φθάνοντας ὁ Χριστός μπροστά ἀπό τήν συκομορέα, σταμάτησε. Γιά νά θαυμάσει ὁ κόσμος τήν μεγάλη καρδιά αὐτοῦ τοῦ μικρόσωμου Ζακχαίου. «Ζακχαῖε!», τοῦ φώναξε ὁ Χριστός (Λουκ. 19:1). Καί ξέροντας τόν πόθο τῆς καρδίας του, τοῦ εἶπε: «Κατέβα γρήγορα, γιατί σήμερα πρέπει νά μείνω στό σπίτι σου» (Λουκ. 19:5). Ὄχι ἁπλά «κατέβα», ἀλλά «κατέβα γρήγορα». Σάν νά τοῦ ἔλεγε: «Μέ τέτοιο ζῆλο πού βλέπω στήν καρδιά σου, δέν «ἀντέχω» ἄλλο νά μένω μακρυά σου! Προτιμῶ νά εἶμαι μέ σένα, μέ τόν «ἕνα», παρά μέ αὐτό τό πλῆθος, πού μέ ἀκολουθεῖ, χωρίς νά ξέρει γιατί μέ ἀκολουθεῖ! Ὄχι ἁπλά θά μείνω στό σπίτι σου, «ἀλλά πρέπει νά μείνω» (Λουκ. 19:5), εἶμαι «ὑποχρεωμένος», ὅταν βλέπω τέτοιες καρδιές νά μένω μαζί τους, χωρίς ἀναβολές! «Ἐδῶ καί τώρα!». Ὁ Ζακχαῖος κατέβηκε ἀπό τό δένδρο· ἔτρεξε στό σπίτι του καί περίμενε τόν Χριστό. «Καί Τόν ὑποδέχθηκε μέ χαρά!».(Λουκ. 19:7). Τέτοια χαρά δέν ἔνιωσε ποτέ μέχρι τότε στήν ψυχή του, ὅσα «εὐρώ» καί ἄν ἔβγαζε τήν ἡμέρα.

Ὅμως τά πλήθη πού συνόδευαν τό Χριστό καί ξέροντας πόσο ἁμαρτωλός ἦταν ὁ Ζακχαῖος, σκανδαλίσθηκαν, βλέποντας τό Χριστό, νά πηγαίνει στό σπίτι του. «Ὅλοι ὅσοι τά εἶδαν αὐτά διαμαρτύρονταν κι ἔλεγαν ὅτι πῆγε νά μείνει στό σπίτι ἑνός ἁμαρτωλοῦ» (Λουκ. 19:7). (Δέν εἶχαν «ἄδικο» ἀπό τή μεριά τους. Καί ἐμεῖς ἀπό τή μεριά μας ἄν βλέπαμε ἕναν λ.χ. ἅγιο ἀρχιερέα νά ἀκολουθεῖται ἀπό πλήθη λαοῦ, καί ξαφνικά νά ἀφήνει ὅλο αὐτό τό πλῆθος, καί νά πηγαίνει ἀπό μόνος του στό σπίτι ἑνός πασίγνωστου κλέφτη, νά κάθεται στό τραπέζι καί νά συντρώγει μαζί του, θά σκανδαλιζόμασταν!). «Σήμερα σέ αὐτό τό σπίτι ἦλθε σωτηρία» εἶπε ὁ Χριστός στό Ζακχαῖο (Λουκ. 19:9). Στέλνοντας ἔτσι τό μήνυμα στούς φαρισαίους, ὅτι ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός εἶναι Σωτῆρας. Καί ἐπειδή εἶναι Σωτῆρας, ἦρθε στή γῆ «νά ἀναζητήσει καί νά σώσει τό χαμένο» (Λουκ. 19:10). Καί ὁ Ζακχαῖος ἦταν πρόβατο χαμένο, καί ὁ Χριστός σάν καλός ποιμένας τό ἀναζήτησε! Τώρα ὁ Ζακχαῖος κατάλαβε καλά τί σημαίνει σωτῆρας Χριστός!

Ὁ Ζακχαῖος λοιπόν ἤθελε νά ἰδεῖ τόν Κύριο, καί ἐπειδή ἤθελε Τόν εἶδε. (Τόν βοήθησε πολύ καί ὁ Χριστός). Ἐμεῖς πῶς πᾶμε στό θέμα αὐτό; Ἔχουμε πόθο νά γνωρίσουμε τόν Κύριο; Τρέχουμε μπροστά ἀπό τό πλῆθος; (Ξεπερνᾶμε τά ἐμπόδια;) Ἀνεβαίνουμε πάνω στήν συκομορέα, (δείχνουμε ταπείνωση); Ἤ καθόμαστε στήν πολυθρόνα καί περιμένουμε νά Τόν ἰδοῦμε;

ΣΑΒΒΑΤΟ 30-1-2021 ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΡΙΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ & ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΩΝ

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ζωὴ. Ἡ σκανδαλώδης κατάστασι στὴν ἐποχή τους

Ἑορτάζουν σήμερα, ἀγαπητοί μου, διδάσκαλοι καὶ μαθηταί, ἡ Ἑλληνικὴ παιδεία, ὅλος ὁ ὀρθόδοξος κόσμος· ἑορτάζουν οἱ «τρεῖς μέγιστοι φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος» (ἀπολυτ.), Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Μὲ ποιά ἐγκώμια νὰ ἐπαινέσουμε «οὓς ἐδόξασεν ἡ Τριὰς ἀξίως»; (αἶν.). Ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος, «ἐπιλείψει με ὁ χρόνος διηγούμενον» (Ἑβρ. 11,32) τὰ κατορθώματά τους. Ὑπῆρξαν πολύεδροι ἀδάμαντες. Ἀλλ᾽ ἀπ᾽ ὅλες τὶς πλευρές τους ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ δοῦμε ποιά ἦταν ἡ δική τους στάσι ἀπέναντι στὴν ἐκκλησιαστικὴ κατάστασι τῆς ἐποχῆς τους.

Πλοῖο εἶνε, ἀγαπητοί μου, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μὲ κατάρτι τὸν τίμιο σταυρό, ἄγκυρα τὴν ἐλπίδα, καὶ ταξιδεύει μὲ οὔριο ἄνεμο τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο. Κυβερνήτη ἔχει τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ ἐπιβάτες τοὺς βαπτισμένους πιστούς. Ξεκίνησε ἀπὸ τὶς ἀκτὲς τῆς Γαλιλαίας καὶ πλέει συνεχῶς· περνάει ἀπὸ πελάγη καὶ ἀκρωτήρια, μέσα ἀπὸ ὑφάλους καὶ σκοπέλους, ἄλλοτε σὲ γαλήνη καὶ ἄλλοτε σὲ θύελλες καὶ καταιγίδες. Ἀλλὰ ἕνα εἶνε βέβαιο, ὅτι τὸ πλοῖο αὐτὸ κανένα κῦμα, κανένας σατανᾶς, δὲν θὰ μπορέσῃ ποτὲ νὰ τὸ καταποντίσῃ. Ὅπως εἶπε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «κλυδωνίζεται, ἀλλ᾽ οὐ καταποντίζεται· χειμάζεται, ἀλλὰ ναυάγιον οὐχ ὑπομένει» (Ἑ.Π. Migne 52,397-8). Ὅλα τὰ σκάνδαλα ἱερέων, ἀρχιερέων, ἀρχιεπισκόπων, πατριαρχῶν, ὅλη ἡ φαυλότης τῶν χριστιανῶν, τὸ σκάφος τοῦ Χριστοῦ δὲν μποροῦν νὰ τὸ καταποντίσουν. Θὰ ποντοπορῇ διὰ μέσου τῶν αἰώνων, ἕως ὅτου ῥίξῃ τὴν ἄγκυρά του στὸ λιμάνι τῆς αἰωνιότητος. Ἔχοντας λοιπὸν στὸ νοῦ μας τὴν εἰκόνα αὐτή, ἐρωτοῦμε· ποιά ἦταν ἡ κατάστασι τῆς Ἐκκλησίας τὸν Δ΄ (4ο) αἰῶνα, τότε ποὺ ἔζησαν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι; Ἦταν γαλήνη; Ὄχι γαλήνη. Τρικυμία! Εἶχαν βέβαια σταματήσει οἱ φοβεροὶ διωγμοί, συνετάρασσαν ὅμως τὴν Ἐκκλησία ἄλλοι βίαιοι ἄνεμοι, εἴτε ἀπὸ αἱρέσεις καὶ δογματικὲς ἔριδες, εἴτε ἀπὸ κακοδιοίκησι, φαυλότητα καὶ ἀθλιότητα τῶν ποιμένων. Λέει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· «Ἡ τῆς Ἐκκλησίας γαλήνη, δεξαμένη φθόρους ἀνθρώπους, ζάλης καὶ ναυαγίων πληροῦται πολλῶν» (Ἑ.Π. Migne 48,654). Τὰ λέει ὁ Χρυσόστομος αὐτά, δὲν τὰ λέω ἐγώ· μπῆκαν στὴν Ἐκκλησία στοιχεῖα διεφθαρμένα ποὺ τὴ γεμίζουν ἀπὸ ναυάγια πνευματικὰ καὶ ἠθικά. Δὲν εἶχε λοιπὸν γαλήνη ἡ Ἐκκλησία τότε, συνεταράσσετο ἀπὸ κακοὺς ποιμένες, καὶ οἱ πατέρες στὰ ἔργα τους τοὺς ζωγραφίζουν μὲ τὸ πινέλλο τῆς ἀληθείας, χωρὶς κακία καὶ ἐμπάθεια. Ἰδού μερικὲς πινελλιὲς ἀπ᾽ τὸ χρωστῆρα τους.

  Πρῶτο ἐλάττωμα ἡ ἀμάθεια, ἡ ἄγνοια. Ἐνῷ ὁ κληρικὸς καὶ μάλιστα ὁ ἐπίσκοπος πρέπει νὰ εἶνε νοῦς καὶ ὀφθαλμὸς ὁρῶν καὶ νὰ ἔχῃ καλὴ γνῶσι, ἐκεῖνοι ἐκτὸς ἐλαχίστων εἶχαν ἀμάθεια· ἄγνοια τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης, τῶν νόμων καὶ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ὅτι, ἐνῷ γιὰ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα ἀπαιτοῦνται προσόντα καὶ ἐξάσκησι, γιὰ τὸ ἀνώτερο ἀπ᾽ ὅλα, τὴν ἱερωσύνη, αὐτὸ δὲν ἰσχύει. Ἡ ποιμαντικὴ καὶ μάλιστα ἡ ἐπισκοπική, λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, εἶνε «τέχνη τις τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν» (Ἑ.Π. Migne 35,425A). Ἐνῷ λοιπὸν γιὰ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα χρειάζεται προπαίδεια καὶ χρόνια ἐκπαιδεύσεως, γιὰ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα δὲν χρειάζεται. Ἀμαθέστατοι ἄνδρες, ποὺ ἀγνοοῦσαν καὶ τὸ ἀλφάβητο τῆς Ὀρθοδοξίας, κατώρθωναν νὰ καταλαμβάνουν μεγάλους θρόνους.

   Ἐκτὸς ἀπὸ ἀμάθεια οἱ περισσότεροι ποιμένες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης διακρίνονταν καὶ ἀπὸ αὐθάδεια. Ἐνῷ οἱ εὐλαβεῖς καὶ ταπεινοὶ ἀπέφευγαν τὰ ἀξιώματα, κρύβονταν σὲ σπήλαια, ἔκοβαν ἀκόμη καὶ τ᾽ αὐτιά τους, νὰ μὴν εἶνε ἀρτιμελεῖς καὶ ν᾽ ἀποφύγουν ἔτσι τὴν ἱερωσύνη αὐτοὶ ὡρμοῦσαν καὶ κατελάμβαναν θέσεις ὑψηλές. Θλιβερὸ θέαμα, λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος, νὰ βλέπῃς τὸν ἀστοιχείωτο, ποὺ δὲν μπορεῖ οὔτε νὰ διαβάσῃ τὸ Εὐαγγέλιο, νὰ εἶνε προϊστάμενος σοφῶν πρεσβυτέρων· νὰ βλέπῃς τὸ νεαρό, ποὺ ἀκόμα δὲν ἔβγαλε γένεια, νὰ κρατάῃ ποιμαντορικὴ ῥάβδο καὶ νὰ διοικῇ πρεσβύτας· νὰ βλέπῃς τοὺς ἀκρατεῖς καὶ λάγνους νὰ κυβερνοῦν τοὺς σώφρονας.

  Ἄλλο σοβαρὸ ἐλάττωμα τῶν κληρικῶν τῆς ἐποχῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἦταν ἡ ἀνηθικότης μὲ τὴ στενὴ ἔννοια. Τότε παρουσιάστηκε αὐτὴ ἡ πληγή, ποὺ ὑπάρχει μέχρι σήμερα. Ἐνῷ οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ ἄγαμοι ἐν γένει κληρικοὶ ἔχουν ὑποσχεθῆ στὸ Θεὸ νὰ μείνουν παρθένοι, ἐκεῖνοι ζοῦσαν μιὰ συμβίωσι πού, ὅπως λέει ὁ Ναζιανζηνός, ἦταν «ἄγαμος γάμος» (Ἑ.Π. Migne 38,90Α). Στὶς ἐπισκοπές τους παρουσιάστηκαν γυναῖκες «συνείσακτοι». Προφασιζόμενοι δηλαδὴ αὐτοί, νεώτατοι ἐπίσκοποι, ὅτι ἔχουν ἀνάγκη ὑπηρεσιῶν, νὰ τοὺς μαγειρεύουν καὶ νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν, προσέλαβαν στὶς κατοικίες τους γυναῖκες, καὶ καλογριὲς ἀκόμα, ποὺ ἔμεναν ἐκεῖ ἡμέρα καὶ νύχτα, καὶ ἡ συμβίωσι μαζί τους δημιουργοῦσε σκανδαλισμό.

  Μία ἐπὶ πλέον κακία τους ἦταν ἡ φιλαργυρία, μὲ τὴν ὁποία γίνονταν πάμπλουτοι ἐκμεταλλευόμενοι τὰ ἱερὰ καὶ ὅσια. Λέει κάπου ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· Σὲ ἤξερα φτωχόπαιδο, οἱ γονεῖς σου ζοῦσαν ἀπὸ ἐλεημοσύνες· τώρα σὲ βλέπω νὰ κατοικῇς σὲ μέγαρα καὶ νά ᾽χῃς πλοῦτο περισσότερο ἀπ᾽ τὸν Κροῖσο καὶ τὸ Μίδα.

  Ἀλλὰ δὲν σᾶς εἶπα ἀκόμη τίποτα. Στὴν ἀμάθεια, τὴν αὐθάδεια, τὴ φαυλότητα καὶ τὴ φιλαργυρία – πλεονεξία τῶν ἀρχιερέων προσετέθη καὶ τὸ στέμμα τῆς κακίας τους, ἡ θεομπαιξία. Ἦταν θεομπαῖχτες! Τὸ λένε ὁ ἅγιος Γρηγόριος καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· γιὰ νὰ πάρουν τὸ θρόνο, γιὰ νὰ γίνουν ἐπίσκοποι καὶ μητροπολῖται, ἀφοῦ χρησιμοποιοῦσαν ἄτιμα μέσα, κατόπιν παρίσταναν καὶ τοὺς …θεοσεβεῖς. Λέει καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος σὲ μία ἐπιστολή του, ὅτι ἕνας δοῦλος, ποὺ τὸν εἶχαν στὸν ἀλευρόμυλο νὰ γυρίζῃ τὶς μυλόπετρες, εἶπε· Τί κάθομαι ἐδῶ κι ἀλέθω; δὲν πάω νὰ γίνω δεσπότης νὰ ζῶ καλά;… Προσκολλήθηκε λοιπὸν σὲ μιὰ κυρία τῆς ἀριστοκρατίας καὶ δι᾽ αὐτῆς κατώρθωσε νὰ πάρῃ ἕναν ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους θρόνους, νὰ γίνῃ μητροπολίτης. Καὶ σὰ νὰ μὴν ἔφτανε αὐτό, τὴν ἑπομένη πάνω ἀπὸ τὸ θρόνο ἰσχυριζόταν· Μὲ ἐξέλεξε τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο… Ὤ τῆς θεομπαιξίας καὶ τῆς ἀναιδείας σου, λέει, ν᾽ ἀνακατεύῃς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο μὲ τὶς ἀθλιότητές σου! Προσκυνοῦσαν ναυάρχους, στρατηγούς, γυναῖκες, τὸν ἕνα – τὸν ἄλλο, παραγκώνιζαν ἐναρέτους καὶ ἀξίους, καὶ κατόπιν ὑποδύονταν τὸν εὐλαβῆ. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνὸς τοὺς χαρακτήριζε ὡς ἄγευστους ἀπὸ ζωὴ σκληραγωγίας, ἀδοκίμαστους σὲ ἀντιξοότητες, σὰν ἀπὸ ζάχαρη. Ἦταν ζαχαρᾶτοι, ἀτσαλάκωτοι – νὰ μεταχειριστῶ τὴ λέξι αὐτή. Τὸν γενναῖο ἀξιωματικὸ θὰ τὸν δῇς σκονισμένο, ἀπεριποίητο. Τὰ παλληκάρια τοῦ ᾽12, ποὺ ἔφτασαν μέχρι τὴ Σόφια καὶ τὴν Ἄγκυρα, τοὺς ἔβλεπε κανεὶς μέσ᾽ στὴ μάχη κνισαλέους ὅπως θά ᾽λεγε ὁ Ὅμηρος, τραυματισμένους, ματωμένους, ἀνακατεμένους· δὲν διέκρινες ἂν εἶνε ἀξιωματικός, συνταγματάρχης, ἢ ἁπλὸς μαχητής. Κ᾽ ἐνῷ αὐτοὶ στὴν πρώτη γραμμὴ πολεμοῦσαν μὲ τὸ σάλπισμα «ἐμπρός!», στὴν Ἀθήνα ἔβλεπες, «στοῦ Ζαχαράτου» (κοσμικὸ καφφενεῖο τῆς πλατείας Συντάγματος), κάτι κουραμπιέδες ὅπως ἔλεγε ὁ λαός, κάτι ἄκαπνοι, ποὺ δὲν γνώρισαν ποτέ τὸν καπνὸ τῆς μάχης, νὰ κάθωνται σκοτώνοντας τὸν καιρό τους. Ἔτσι καὶ οἱ ἐκκλησιαστικοὶ τῆς ἐποχῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Ἦταν κάτι καλομαθημένα ἀνθρωπάρια, ποὺ ποτέ τους δὲν ἀσκήτεψαν γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δὲν γνώρισαν τὸ δάκρυ καὶ τὸν πόνο, δὲν ἄνοιξαν τὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, δὲν δίδαξαν τὸ λαό· κάτι «ἄνδρες οὐκ ἄνδρες» ὅπως λέει ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός· ἄντρες χωρὶς ἀνδρεία, ἄντρες ἄνανδροι, ἄντρες στὸ ὄνομα ἀλλ᾽ ὄχι στὸ φρόνημα. Καταλαβαίνετε γιατί τὸ ἔλεγε ὁ ἅγιος Γρηγόριος τὸ «ἄνδρες οὐκ ἄνδρες»! Αὐτοὶ κατώρθωναν νὰ καταλαμβάνουν καίριες θέσεις καὶ νὰ κατευθύνουν τὴν Ἐκκλησία, μὲ σμήνη νεαρῶν καιροσκόπων κολάκων γύρω τους. Ὅταν ὅμως παρουσιάζωνται τέτοια φαινόμενα, ὅταν τέτοια πρόσωπα κυριαρχοῦν, στὸ πρόσωπο αὐτῶν, ὅπως λέει κάποιος συγγραφεύς, θριαμβεύει ἡ κακία· καὶ ἡ νίκη τῆς κακίας κατὰ τῆς ἀρετῆς εἶνε σύμπτωμα καταπτώσεως.

Τέτοια μὲ λίγα λόγια ἦταν, ἀγαπητοί μου, ἡ κατάστασι τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἐποχὴ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν. Καὶ γεννᾶται τὸ ἐρώτημα· τί ἔκαναν ἐκεῖνοι ἀπέναντι σὲ ὅλ᾽ αὐτά; Ἔβλεπαν τὰ σκάνδαλα καὶ τὴ διαφθορὰ καὶ ἔκλειναν τὰ μάτια τους, ἔφραζαν τ᾽ αὐτιά τους καὶ σιωποῦσαν ἀδιαφορώντας γιὰ τὴν Ἐκκλησία; Ὄχι! ἀντέδρασαν ἐναντίον τῆς διαφθορᾶς. Ποιά ὅμως ἦταν ἡ ἀντίδρασι τῶν πατέρων, θὰ χρειαστῇ νὰ δοῦμε σὲ ἄλλη ἰδιαίτερη ὁμιλία, ποὺ θὰ κάνουμε σὺν Θεῷ ἐν καιρῷ.

(†) ἐπίσκοπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

 

Απαραίτητες διευκρινίσεις για το θέμα της μορφής της γλώσσας

Πρέβεζα, 25 Ιανουαρίου 2021

Αγαπητοί αδελφοί,

Διάβασα τα δύο κείμενα του αγαπητού μου π. Βασιλείου Μπακογιάννη, που αναρτήθηκαν καθώς και τα σχόλια που προέκυψαν και έκανα την σκέψη, αν συμφωνείτε, να συμμετάσχω στον προβληματισμό με κάποιες σκέψεις που είχα διατυπώσει και παλαιότερα.

Το θέμα είναι οδυνηρό ήδη προ πολλών ετών, αλλά πλέον οι βαφτισμένοι νεώτεροι χριστιανοί (;) το βρίσκουν βάσιμο εμπόδιο συμμετοχής στην Λατρεία γενικώς και στην Ευχαριστία ειδικότερα. Αφού, λένε, η Εκκλησία είναι το Πατρικό μας σπίτι, πώς γίνεται να μιλιέται εκεί μέσα μια γλώσσα ακατανόητη σε μας; Ατυχώς σε μια τέτοια «αντιλογία» ισχύει η παροιμία «απορία ψάλτου… βήξ» όσες ευσεβείς σκεψούλες και αν αντιπαραθέτουμε.

Συνημμένα ο οβολός μου.

Απαραίτητες διευκρινίσεις

για το θέμα της μορφής της γλώσσας

Προσευχή είναι η πιο συνηθισμένη και κοι­νή θρησκευτική λέξη και ενέργεια. Αφορά χριστιανούς αλλά και ειδωλολάτρες. Αφορά συνειδητοποιημένους πιστούς αλλά και εξ έθους θρησκευομένους.

Για την Εκκλησία του Χριστού προσευχή είναι η αναστροφή του ενδιαφέροντος και της προσοχής του ανθρώπου από τον εαυτό του προς τον Χριστό. Η προσπάθεια ελευ­θερίας από την εγωιστική αυτοαναφορικό­τητα στην ελευθερία της αγάπης.

Το μέγεθος και το βάρος της εγωιστικής φίλαυτης αγάπης κάνει κατ᾿ αναλογίαν δύ­σκολη την προσευχή. Ενώ όλες οι θρησκευ­τικές εκφράσεις και εκδηλώσεις συνηθίζο­νται, για την προσευχή ισχύει ὅτι «ἕως τή στερνή μας πνοή, χρειάζεται ἀγῶνα» (ἀββᾶς Ἀγάθων Θ΄, Εἶπε Γέρων, ἐκδ. Ἀστέρος, 1996).

Η προσευχή των χριστιανών έχει δύο μορφές. Την προσωπική ή οικογενειακή, στο «ταμιεῖον» (Ματθ. 6,6), όπως λέει το Ευαγ­γέλιο, και την από κοινού με τους αδελφούς στις λατρευτικές συνάξεις και την Ευχαρι­στία. Η Εκκλησία με την κοινή προσευχή ως σώμα και «οικογένεια» Χριστού προ­σπαθεί, με την μουσική επένδυση των λό­γων της κοινής λατρείας και προσευχής, να διευκολύνει τα μέλη της στο να προσεύχο­νται. Όμως πλέον είμαστε σε εποχή που η εκ «φύσεως» δυσκολία αυξήθηκε και από την έλλειψη κατανοήσεως της γλώσσας. Η μετάφραση είναι πλέον αδήριτος ανάγκη. Την επιβάλλει η πραγματικότητα.

Το θέμα είναι μεγάλο και οι ενστάσεις πολλές. Ας δούμε τις βασικότερες.

Πρώτη ένσταση είναι ότι χάνεται (με την μετάφραση) η ομορφιά και η ακριβολογία της αρχαίας γλώσσας. Αυτό το «επιχείρημα» μοιάζει με την ένσταση των αρχαίων εκεί­νων αιρετικών που θεωρούσαν τον τρόπο γέννησης του Χριστού διά της φυσικής αν­θρώπινης οδού, ως πράγμα «ακαλλές»! Κατ᾿ αναλογίαν, κάποιοι, θεωρούν την χρήση της καθημερινής γλώσσας απαράδεκτη για την ομορφιά της Θ. Λειτουργίας, ξεχνώντας ότι «πᾶσα ἡ δόξα τῆς θυγατρός τοῦ Βασιλέως ἔσωθεν» (Ψαλμ. 44,14).

Δεν είναι η γλωσσική μορφή το ουσιώδες, η γλώσσα είναι το περιτύλιγμα. Άραγε δεν θα ειδωλολατρεί η Εκκλησία του Χριστού «θεοποιώντας» ένα γλωσσικό σχήμα, αφού στην δική μας Εκκλησία δεν υπήρξε ποτέ δι­δασκαλία για ιερές γλώσσες ή γλώσσες του Σταυρού; (ελληνικά, λατινικά, εβραϊκά, στην επιγραφή του Πιλάτου στον Σταυρό!).

Δεν είναι το κάλλος της γλώσσης ο λόγος που χρησιμοποιήθηκαν τα ελληνικά, αλλά η διάδοσή τους σχεδόν «ἀπ’ ἄκρου εἰς ἄκρον» του τότε μεσογειακού κόσμου. Αν άλλη γλώσσα μιλιόταν, θα γινόταν χρήση εκείνης, ως επικρατούσης γλώσσας.

Η ποιητική δυναμική και η ακριβολογία της αρχαίας ελληνικής γλώσσας είναι με­γάλα και σπουδαία θέματα και όποιος τα αγνοεί λαθεύει. Αλλ᾿ όμως δεν μπορεί να είναι προαπαιτούμενα για την σχέση με τον Χριστό και την Εκκλησία. Μακάρι να γινό­ταν να συνδυαστούν. Σήμερα όμως, σε μια εποχή «φασιστικής» απλοποίησης των πά­ντων, είναι εξωπραγματικό να πιστεύουμε ότι μπορούν να συνδυαστούν, και τελικώς να κλείνουμε τον δρόμο προς τον Χριστό στους περισσότερους, «διά τήν παράδοσιν ἡμῶν».

Δεύτερη ένσταση είναι ότι η γλώσσα εί­ναι πλέον καθιερωμένη παράδοση της Εκ­κλησίας και δεν επιτρέπεται αλλαγή, αφού εξαγιάστηκε από την χρήση αιώνων. Όμως είναι θεολογική τραγωδία να μην έχουμε ξεκάθαρο μέσα μας το ότι παράδοση είναι ο Χριστός και η διδασκαλία της σωτηρίας των ανθρώπων και όχι τα καιρικά σχήμα­τα. Αποκάλυψη είναι ο Χριστός, και συ­νεπώς τα βιβλικά κείμενα έχουν αξία (σε όποια γλώσσα) επειδή είναι Λόγος για την Αποκάλυψη-Χριστό! Καθετί που εμποδί­ζει την γνωριμία με τον Χριστό πρέπει να «αἴρεται», για να γίνεται εύκολος και καθα­ρός από εμπόδια ο δρόμος προς τον Χριστό. Άλλωστε ο Χριστός δεν ήρθε να εξαγιάσει πολιτιστικά εκδηλώματα, και αυτό μας το έδειξε με την στάση Του για τις παραδόσεις των Εβραίων (Μάρκ. 7, 8-9) και την γλώσσα τους (Μάρκ. 7, 6-7). Και όπως διασαφηνίζει για δική μας χρήση ένας σύγχρονος άγιος, ο όσιος Σιλουανός: «Και αν υποτεθεί πως για την α΄ ή β΄ αιτία η Εκκλησία θα έχανε όλα τα βιβλία της, δηλαδή την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, τα έργα των Πατέρων και τα Λειτουργικά βιβλία, τότε η παράδοση θα αποκαθιστούσε την αγία Γραφή, έστω όχι με τις ίδιες λέξεις, έστω σε άλλη «γλώσσα», αλλά πάντως θα την αποκαθιστούσε» Γέρ. Σιλουανός σελ. 92. Για να μη θυμίσουμε εν προκειμένω την επισήμανση του αγίου Ιερομάρτυρα Κυπριανού, επισκόπου Καρ­χηδόνος (258 μ.Χ.) ότι «η επίκληση της αρ­χαιότητος μιας παραδόσεως δεν είναι απα­ραιτήτως τεκμήριο γνησιότητος, μπορεί να είναι χρονία πλάνη»!

Η ένσταση για το ότι την εποχή της Τουρκοκρατίας (που ήταν εποχή άγνοιας και σκοταδιού) δεν χρειάστηκε αλλαγή της γλώσσας και συνεπώς ούτε και σήμερα, εί­ναι απλώς εξωπραγματική. Η Τουρκοκρα­τία έχει τα δικά της δεδομένα και οι κοι­νότητες των Ρωμιών τότε είναι κολεκτιβι­στικές. Έχουν το σχήμα κοινότητας, αλλά ουσιαστικά τα πρόσωπα υπάρχουν μόνο ως υπηρέτες της συντήρησης της κολεκτιβιστι­κής κοινότητας. Έξω από το μαντρί το πρό­βατο το έτρωγε ο λύκος! Η Εκκλησία του Χριστού όμως δεν φιλοδοξεί να είναι… μα­ντρί! Τότε, ίσως χρειαζόταν να είναι, τώρα, και να θέλει, δεν γίνεται. Τότε οι άνθρωποι υπήρχαν επειδή υπήρχε η κοινότητα, σήμε­ρα είμαστε στο εντελώς αντίθετο σχήμα της αυτονομίας, ούτε καν της συνειδητής ενορι­ακής σχέσεως. Τότε ο άνθρωπος είχε μόνο υποχρεώσεις. Σήμερα έχει μόνο δικαιώμα­τα. Το «τώρα» είναι άθλιο κατά την γνώμη κάποιων, αλλά και το «τότε» δεν πρέπει να γοητεύει την Εκκλησία του Χριστού!

Η ελευθερία να πραγματοποιήσει κανείς είτε το καλό είτε το κακό, είναι όρος απα­ράβατος και προϋπόθεση ανυπέρθετη για την συμμετοχή στην Εκκλησία… «ὅστις θέ­λει…».

Για τους τότε χριστιανούς δεν υπήρχε θέμα γλώσσας, όχι επειδή καταλάβαιναν τα λεγόμενα και τα τελούμενα, αλλά για­τί εμπιστευόντουσαν τον παπά και τον δε­σπότη. Σήμερα οι άνθρωποι ούτε θέλουν να εμπιστευθούν ούτε… μπορούν, αφού οι ίδι­οι οι κληρικοί ζουν με τρόπο αναξιόπιστο, και στα κηρύγματα ακόμα «πιπιλίζουν» την γνωστή καραμέλα, ότι τα Μυστήρια τελού­νται από τον Χριστό. Φυσικά από τον Χρι­στό τελούνται, αλλά δια των ιερέων. Αν ο κληρικός δεν «παίζει» ρόλο, τότε έφτασε η εποχή χειροτονίας ρομπότ για διπλή εξα­σφάλιση: και παροχή υπηρεσιών και έλλει­ψη προβλημάτων.

Είναι προφανές λοιπόν ότι δεν υπάρχει αναλογία δεδομένων. Το επιχείρημα είναι εξωπραγματικό. Πρέπει να δούμε και να αντιμετωπίσουμε τα τωρινά δεδομένα, σή­μερα. Οι πρόγονοί μας αντιμετώπισαν τα θέματα που είχαν, όπως τότε αυτοί έκριναν, και τώρα πλέον αυτοί βρίσκονται στην κρί­ση του Θεού. Για μας είναι υπεκφυγή να αναζητούμε στο παρελθόν μοτίβα λύσεων των προβλημάτων του «τώρα».

Η βασική αρχή της «υπ’ ουρανόν» Εκ­κλησίας να μη επιβάλλει μια γλώσσα, αλλά η προσευχή να γίνεται στις τοπικές γλώσσες και τα ιδιώματα, είναι καθοδηγητική και για τη σημερινή ελληνική πραγματικότητα.

Και στις δύο μορφές προσευχής που προα­ναφέραμε επιδιώκεται το ίδιο σκοπούμενο. Να αγαπήσουμε τον Χριστό βαθύτερα και ουσιαστικότερα και να Τον βλέπουμε στο πρόσωπο κάθε αδελφού. Να προσευχόμα­στε με αμεσότητα. Η γνώση και η συνείδηση των λεγομένων είναι απαραίτητη προϋπό­θεση σχέσεως. Και οπωσδήποτε, απαιτείται «θράσος» να ζητάμε να μας ακούσει, ενώ εμείς δεν καταλάβαμε τί Του είπαμε!!!

Η ανάγκη και το σωστό είναι, ο χριστι­ανός, «συναγόμενος» στην Ευχαριστία ή στις ακολουθίες, να μπορεί να προσεύχε­ται μαζί με τον ιερέα, και όχι να πρέπει να σκέφτεται τι λέει ο ιερέας, ακόμη και αν είναι κατανοητή η γλώσσα. Πολύ περισ­σότερο όταν ο χριστιανός βρίσκεται στην κατάσταση που επισημαίνει ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορ. 14,16), δηλαδή να μη μπο­ρεί να πει το αμήν, αφού τίποτε δεν κατά­λαβε από τα λεγόμενα!

Τα Μυστήρια της εκκλησίας και εξηγού­νται και κατανοούνται, όσον αφορά στην προσευχή και τα τελούμενα.

Άγνωστο-Μυστήριο είναι ο τρόπος πα­ρέμβασης του Χριστού δια του Αγίου Πνεύ­ματος, στην μεταβολή των Δώρων της Ευχα­ριστίας ή του Ευχελαίου ή της καθιέρωσης των χειροτονιών ή του Αγιασμού και γενικώς των όποιων Μυστηρίων ή πράξεων.

Ο Χριστός και οι ενέργειές Του είναι υπέρ λόγον. Τα τελούμενα από μας και δι᾿ ημών είναι και πρέπει να είναι στο χώρο της λογι­κής και της κατανόησης. Αλλιώς είναι στον χώρο της μαγείας. Και ο ιερέας, αντί διά­κονος της σωτηρίας των αδελφών, καταντά «ο μάγος της φυλής». Χωρίς τουλάχιστον γνώση-κατανόηση των λεγομένων στην Θ. Ευχαριστία ή τα Μυστήρια, ο δρόμος εί­ναι επικινδύνως ολισθηρός για ένα «μαγι­κό» προσανατολισμό στον οποίον, από μεν τους κληρικούς, θα ισχύει το «ἡ ἰσχύς ἐν τῇ ἀσαφείᾳ», από δε τους πιστούς, μια αφα­σιακή «συμμετοχή» σε λεγόμενα και τελού­μενα που δεν ζητούν την δική τους μετοχή, παρά μόνον σωματικά, και από των οποί­ων την τελετουργία αναμένεται η σωτηρία! (Γαλάτας 5, 2)

Δεχθείτε λοιπόν αδελφοί τον αυτές τις σκέψεις σαν μια έκφραση αγωνίας στην αυτονόητη «απαίτηση» της ανάγκης να κατανοεί ο σημερινός άνθρωπος τουλάχιστον τα λεγόμενα, σ’ όποια πνευματική ηλικία και αν ευρίσκεται. Άλλωστε κάτι τέτοιο έχει στόχο και σκοπό, όχι το να γίνει «ιεραποστολικό τρύκ» ή «επικοινωνιακό εφέ», αλλά υποδομή και συνθήκη καρποφορίας για τους χριστια­νούς που βρίσκονται ήδη μέσα στην Εκ­κλησία. Δεν αυταπατόμαστε ότι με τέτοιες προσπάθειες θα συνάξουμε τα τέκνα του Θεού τα διεσκορπισμένα, αυτό είναι πολύ δύσκολη υπόθεση, αλλά προσπαθούμε να υπάρξουν συνθήκες «γῆς ἀγαθῆς» (Λουκ. 8,8) ώστε, όσοι θέλουν, να μπορούν να κάνουν «καρπόν, ὅ μέν ἑκατόν, ὅ δέ ἑξήκοντα, ὅ δέ τριάκο­ντα» (Ματθ. 13,8).

Ας ευχόμεθα, όλοι υπέρ όλων.

π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος

Αναστάσιος (25-01-2021)

 

ΔΕΥΤΕΡΑ 25-1-2021 ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ή ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΥ

Ἡ μεγάλη βελανιδιὰ Οἱ ῥίζες της· παράγοντες ποὺ τὸν διαμόρφωσαν

Δὲν ἔχει μόνο ὁ οὐρανός, ἀγαπητοί μου, τὰ ἄστρα του, ἔχει καὶ ἡ Ἐκκλησία τὰ δικά της, ποὺ δὲν θὰ σβήσουν ποτέ· «ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὐτῶν» (Ματθ. 13,43). Τὰ πνευματικὰ ἄστρα τῆς Ἐκκλησίας εἶνε οἱ ἅγιοί της, ποὺ εἶνε ἀμέτρητοι. Τὸν Ἰανουάριο ἑορτάζουν· τὴν 1η τοῦ μηνὸς ὁ Μέγας Βασίλειος, στὶς 4 οἱ Ἑβδομήκοντα ἀπόστολοι, στὶς 10 ὁ Γρηγόριος Νύσσης, στὶς 15 ὁ Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης, στὶς 17 ὁ Μέγας Ἀντώνιος, στὶς 18 ὁ Μέγας Ἀθανάσιος καὶ ὁ Κύριλλος Ἀλεξανδρείας, στὶς 19 ὁ Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς ποὺ ἀντέστη κατὰ τοῦ πάπα, στὶς 20 ὁ Μέγας Εὐθύμιος, στὶς 21 ὁ Μάξιμος ὁ ὁμολογητής, καὶ τέλος στὶς 30 ἑορτάζουμε «τοὺς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας…· Βασίλειον τὸν μέγαν καὶ τὸν θεολόγον Γρηγόριον σὺν τῷ κλεινῷ Ἰωάννῃ τῷ τὴν γλῶτταν χρυσορρήμονι» (ἀπολυτ.). Γιὰ τοὺς δύο ἐκ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἔχω μιλήσει ἄλλοτε· ὑπολείπεται νὰ μιλήσω γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο. Τὸ θέμα μας λοιπὸν τώρα θὰ εἶνε αὐτός· ἑορτάζει ἰδιαιτέρως στὶς 25 Ἰανουαρίου καὶ μαζὶ μὲ τοὺς δύο ἄλλους συνεορτάζει στὶς 30 τοῦ μηνός.

Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ἀγαπητοί μου, εἶνε μιὰ ὑψηλόκορφη βελανιδιά, ἕνα καρποφόρο δένδρο, ποὺ ἐφύτευσε ἡ δεξιὰ τοῦ Κυρίου (πρβλ. Ψαλμ. 79,16) στὸν κῆπο τῆς Ὀρθοδοξίας, δέντρο «πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων» (ἔ.ἀ. 1,3) καὶ τοῦ ὁποίου οἱ καρποὶ καὶ τὰ φύλλα εἶνε «εἰς θεραπείαν τῶν ἐθνῶν» (πρβλ. Ἀπ. 22,2). Ἀλλ᾽ ὅπως κάθε δέντρο ξεκινᾷ ἀπὸ ἕνα σπόρο καὶ κατόπιν μεγαλώνει, ἔτσι καὶ τὰ μεγάλα ἀναστήματα τῆς Ἐκκλησίας δὲν ἐμφανίζονται ξαφνικά· προηγεῖται διεργασία, παράγοντες καὶ γεγονότα ποὺ ἐπιδροῦν στὴν διαμόρφωσί τους. Προτοῦ λοιπὸν νὰ καθίσουμε κ᾽ ἐμεῖς κάτω ἀπ᾽ τὴ σκιὰ τοῦ πνευματικοῦ αὐτοῦ δέντρου, γιὰ ν᾽ ἀπολαύσουμε τὴν πνοὴ τῶν φύλλων του καὶ τοὺς καρπούς του, ἂς δοῦμε τὴ ῥίζα του· νὰ ἐξετάσουμε δηλαδὴ ποιοί παράγοντες συνετέλεσαν στὴν διαμόρφωσι τοῦ χαρακτῆρος τοῦ μεγάλου αὐτοῦ ἀνδρὸς τῆς Ἐκκλησίας.

  1. Ἡ μητέρα του. Ἔχετε δεῖ φυτώρια; Εἶνε ἐκτάσεις, ὅπου καλλιεργοῦνται δεντράκια γιὰ μεταφύτευσι. Φυτώριο πνευματικὸ τῶν ἀνθρώπων εἶνε ἡ οἰκογένεια. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὀφείλει τὸ ζῆν στοὺς γονεῖς, τὸ «εὖ ζῆν» στοὺς δασκάλους, καὶ τὸ κατὰ Χριστὸν ζῆν –τὸ σπουδαιότερο– στὴν ἁγία μητέρα του, τὴ Νόννα. Ἡ Νόννα ἦλθε σὲ γάμο. Ὁ σύζυγός της δὲν ἦταν Χριστιανός, ἦταν αἱρετικός· ἀνῆκε στὴν αἵρεσι τῶν ὑψισταρίων, μεῖγμα ἰουδαϊκῶν, χριστιανικῶν καὶ εἰδωλολατρικῶν στοιχείων. Ἦταν μία «ἀγριέλαιος», μιὰ ἀγριελιά (῾Ρωμ. 11,17,24), ποὺ τὸν ἐμβολίασε ἡ πιστὴ σύζυγός του. Λιγώτερο μὲ τὰ λόγια καὶ πιὸ πολὺ μὲ τὴ ζωή της τὸν ἔκανε νὰ προσέλθῃ στὴν Ἐκκλησία, νὰ βαπτισθῇ καὶ νὰ γίνῃ ζωντανὸ μέλος της, τέλος δὲ καὶ ἐπίσκοπος· τότε ἐπίσκοποι γίνονταν καὶ ἔγγαμοι. Τὸ ζεῦγος ἦταν ἄτεκνο. Ἡ Νόννα προσευχόταν· Θεέ μου, ἂν μοῦ δώσῃς ἀγόρι, θὰ εἶνε δικό σου. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος δηλαδὴ ἦταν ἀφιερωμένος «ἐκ κοιλίας μητρὸς» αὐτοῦ (πρβλ. Γαλ. 1,15). Καρπὸς νηστείας καὶ προσευχῶν τῆς μητέρας του, «δοτός» (Α΄ Βασ. 1,11), τάμα· τὸν εἶχε τάξει ἡ μάνα του. Γεννήθηκε καὶ μεγαλώνοντας ἔδειξε σπάνια εὐφυΐα. Τὸ πρῶτο βιβλίο του ἦταν ἡ ἁγία Γραφή. Εὐτυχισμένα τὰ παιδιά, ποὺ ἀπ᾽ τὸ χέρι τῶν γονέων παίρνουν τὸ Εὐαγγέλιο. Ὅταν ἤμουν μικρός –ἂς ἐπιτραπῇ αὐτὴ ἡ ἐξομολόγησις–, μοῦ ἔφερε ὁ μακαρίτης ὁ πατέρας μου ἕνα Ψαλτήρι, καὶ μέχρι σήμερα ποὺ τὸ ἀνοίγω, δακρύζω στὴν ἀνάμνησί του.

  2. Οἱ περιπέτειές του. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ οἰκογενειακὸ περιβάλλον, στὴν διαμόρφωσι τοῦ χαρακτῆρος του συνετέλεσαν διάφορα γεγονότα. Δὲν ἔμεινε στὴν πατρίδα του τὴ Ναζιανζό. Ἔφυγε γιὰ σπουδὲς στὴν Καισάρεια, ὅπου πρώτη φορὰ γνωρίστηκε μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο, μετὰ στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, κατόπιν στὴν Ἀλεξάνδρεια, καὶ τέλος στὴν Ἀθήνα. Στὸ ταξίδι του μὲ πλοῖο, στὸ πέλαγος μεταξὺ ῾Ρόδου καὶ Κρήτης, κινδύνευσε· καὶ τότε, νέος 18 ἐτῶν καὶ ἀβάπτιστος ἀκόμη, ὑποσχέθηκε, ἂν σωθῇ ν᾽ ἀφιερώσῃ τὸν ἑαυτό του στὸ Θεό, σύμφωνα καὶ μὲ τὸ τάμα τῆς μητέρας. Τὸ πλοῖο ἔφθασε σῷο στὸν Πειραιᾶ. Ἐκείνη ἡ θύελλα βοήθησε νὰ γεννηθῇ ἕνας ἅγιος! Ὁ ἴδιος στὰ Ἔπη – τραγούδια του λέει· Θεέ μου, πῶς ὁδηγεῖς τὸν ἄνθρωπο στὴ σωτηρία! Μυστηριώδεις οἱ δρόμοι διὰ τῶν ὁποίων ὁδηγοῦνται οἱ ἄνθρωποι στὸ Θεό. Ὅλα τὰ κατευθύνει ἡ θεία Πρόνοια πρὸς σωτηρία. Ἐπ᾽ αὐτοῦ θὰ χρειαζόταν ἰδιαίτερο κήρυγμα. Ἐδῶ ἀναφέρω μόνο τὸ ἑξῆς. Στὸ Ἅγιο Ὄρος, ποὺ πῆγα ἐπανειλημμμένως, εὐλαβεῖς μοναχοί, ποὺ ρώτησα πῶς βρέθηκαν ἐκεῖ, μοῦ ἔλεγαν· Ἤμασταν κ᾽ ἐμεῖς παιδιὰ ἄπιστα, ποὺ τὰ διέφθειρε ἡ Βαβυλώνα αὐτή. Ἀλλὰ ἔγινε ὁ ἀλβανικὸς πόλεμος καὶ –ἂς ἔχῃ δόξα ὁ Θεός– τὸ χέρι του μᾶς ἅρπαξε καὶ μᾶς ἔστειλε στὸ μέτωπο, ὅπου ἔπεφταν ὅλμοι καὶ βλέπαμε συντρόφους μας νὰ θερίζωνται σὰν τὰ στάχυα. Ἐκεῖ γονατίσαμε καὶ εἴπαμε· Παναγία, σῶσε μας! ἂν εἶνε θέλημα Θεοῦ νὰ ζήσουμε, δὲν θέλουμε πιὰ νὰ πᾶμε στὸν κόσμο· θὰ πᾶμε στὸν Ἅγιο Ὄρος, νὰ κλάψουμε τοὺς σκοτωμένους καὶ νὰ ζήσουμε κατὰ Θεόν. Καὶ ἐκπλήρωσαν τὸ τάμα τους. Ἡ περιπέτεια τοῦ πολέμου πολὺ κόσμο ὡδήγησε κοντὰ στὸν Κύριο. Ἔτσι καὶ ἡ τρικυμία μεταξὺ ῾Ρόδου καὶ Κρήτης συνετέλεσε νὰ λάβῃ τὴν ὁριστική του ἀπόφασι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός.

  3. Ἡ φιλία του. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μητέρα καὶ τὴ φουρτούνα, συνετέλεσε σ᾽ αὐτὸ καὶ ἡ φιλία. Στὴν διεφθαρμένη Ἀθήνα ζοῦσαν νέοι, ὀπαδοὶ τῆς ἐπικουρείου θεωρίας, μὲ δασκάλους εἰδωλολάτρες καὶ μὲ πρόγραμμα τὸ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α΄ Κορ. 15,32). Ἐξαίρεσι μέσα στὸν φοιτητικὸ κόσμο ἀποτελοῦσε ὁ Χριστιανὸς Καππαδόκης Βασίλειος. Σοβαρός, ἀξιοπρεπής, νουνεχής, εἵλκυε τὴν ἐκτίμησι ὅλων, καὶ εἰδωλολατρῶν ἀκόμα. Μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο γνωρίστηκε στενώτερα καὶ συνδέθηκαν μὲ ἱερὴ φιλία. Οἱ πόθοι καὶ τὰ ὄνειρά τους ταυτίσθηκαν. Ἤμασταν, ἔλεγε ὁ Γρηγόριος, μία ψυχὴ σὲ δύο σώματα. Ἔτσι κατώρθωσαν νὰ σταθοῦν κόντρα στὸ ῥεῦμα· ὁ ἕνας ἐνίσχυε τὸν ἄλλο. Καί, ὅπως λέει ὁ Γρηγόριος πάλι, Στὴν Ἀθήνα δύο δρόμους γνωρίζαμε, ἐκεῖνον ποὺ ὁδηγεῖ στὸ πανεπιστήμιο καὶ ἐκεῖνον ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Ἐκκλησία. Ἀπευθυνόμενος στοὺς νέους λέω· Παιδιὰ ποὺ σπουδάζετε, σᾶς παρακαλῶ ἐγὼ ὁ πρεσβύτης, προσέξτε μὴ περιπλανηθῆτε στοὺς λαβυρίνθους τῆς κοσμικῆς ζωῆς, μὴ σᾶς παραπλανήσουν κακοὶ φίλοι. Συνδενθῆτε μὲ τὸ Χριστὸ καὶ μὲ φίλους ποὺ πιστεύουν σ᾽ αὐτόν. Ἐξομολογεῖσθε τὰ ἁμαρτήματά σας σὲ καλοὺς πνευματικοὺς καὶ κλεῖστε τὰ αὐτιά σας στὶς φωνὲς τοῦ ὑλισμοῦ. Ἂν ἕνας καθηγητὴς προσβάλλῃ τὴν πίστι στὸ Χριστό, διαμαρτυρηθῆτε, ὑπερασπισθῆτε τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλ. 2, 9)· τὸ νὰ σιωπήσετε εἶνε ἁμαρτία! Ὄχι, δὲν θὰ παίζουμε κρυφτούλι, ἂν θέλουμε νὰ θριαμβεύσῃ ἡ Ὀρθοδοξία. Σᾶς ὁρκίζω στὸ ὄνομα Ἰησοῦ Χριστοῦ, μὴν ἀφήσετε νὰ ὑβρίζεται ἐκεῖνος ποὺ εἶπε «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσῃ ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· ὅστις δ᾽ ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ. 10,32-33).

  4. Ἡ ἔρημος. Παράγοντες λοιπόν, ποὺ διαμόρφωσαν τὸν ἅγιο Γρηγόριο, ἦταν ἡ οἰκογένεια – πρὸ παντὸς ἡ μητέρα του, δεύτερον ἡ περιπέτεια στὸ πέλαγος, τρίτον ἡ φιλία μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο, καὶ τέταρτον κάτι ποὺ θὰ γελάσουν μερικοί· ἡ ἔρημος! Ὕστερα ἀπὸ τόσες σπουδές (ἀστρονομία, ἰατρική, φυσική…), ἡ μεγάλη αὐτὴ διάνοια δὲν ἱκανοποιήθηκε, ἀλλ᾽ ἀνεχώρησε στὴν ἔρημο. Καὶ ἐκεῖ ἐπὶ ἀρκετὰ χρόνια μαζὶ μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο ἀσκήθηκαν μὲ σκληραγωγία στὴ μελέτη τῶν Γραφῶν. Ἡ ἔρημος εἶνε τὸ σχολεῖο ποὺ τρέφει τὰ μεγάλα πνεύματα. Ἐκεῖ ἔζησε ὁ Μωυσῆς 40 χρόνια, στὸ ὄρος Χωρήβ· ἐκεῖ ὁ προφήτης Ἠλίας, στὸ Καρμήλιο ὄρος· ἐκεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ βαπτιστής· ἐκεῖ ἐπὶ 40 ἡμέρες ἔμεινε καὶ ὁ Κύριός μας καὶ νίκησε τοὺς πειρασμούς. Ἡ ζωὴ στὴν ἔρημο ἀνυψώνει. Ἡ Ἐκκλησία μας ψάλλει· «Τοῖς ἐρημικοῖς ζωὴ μακαρία ἐστὶ θεϊκῷ ἔρωτι πτερουμένοις» (ἀναβ. πλ. α΄)· ἀπὸ τὴν ἔρημο ὁ δρόμος ὁδηγεῖ πρὸς τὸν οὐρανό.

Ἐὰν σήμερα, ἀδελφοί μου, ὑπάρχῃ λειψανδρία στὴν Ἐκκλησία (δὲν ὑπάρχουν πνευματικοὶ χαρισματοῦχοι, ἱεροκήρυκες ποὺ νὰ σείουν τοὺς ἄμβωνες, ἐπίσκοποι ποὺ ν᾽ ἀστράφτουν καὶ νὰ βροντοῦν, μεγάλοι πατέρες ὅπως στὴν ἀρχαία ἐποχή), αἰτία εἶνε ὅτι λείπει ἡ ἔρημος. Ὑπάρχει μόνο νόησις, σχολές, πανεπιστήμια, ἀλλὰ λείπει ἡ ἔρημος. Πρέπει νὰ ἐπανέλθουμε στὴν ἔρημο. Ἐὰν δὲν ἐπανέλθουμε στὴν ἔρημο, εἶνε ἀδύνατον ἡ Ἐκκλησία μας νὰ «ἀνθήσῃ ὡς κρίνον» (Ἠσ. 35,1).

(†) ἐπίσκοπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

 

ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΑΝΑΛΑΒΗ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ ΑΠΟΪΕΡΟΠΟΙΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ;

Νοιώθουμε ἐδῶ καί σχεδόν ἕνα χρόνο μιά πρωτόγνωρη ψυχική ὀδύνη, ὅλοι οἱ Πιστοί τοῦ Μόνου Ἀληθινοῦ Θεοῦ μας, βλέποντας νά ἀποϊεροποιεῖται ἀπό τούς πολιτικούς ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη καί Λατρεία μας, καί ἀκολούθως νά ραπίζεται, νά χλευάζεται, καί νά τίθεται στό περιθώριο τῆς ζωῆς τῆς Πατρίδος μας ἀπό τούς πολυποίκιλους κόλακες τῆς Ἐξουσίας, μέ μοχλό ἕνα ψευδέστατο φόβητρο, τόν Κορώνα ἰό, τόν ὁποῖον ὑψώνουν μέσῳ τῆς Τηλεοπτικῆς εἰκονικῆς (γράφε πλασματικῆς) πραγματικότητος, ὡς φοβερόν καί μοναδικόν ἐπίβουλον τῆς ἀνθρωπίνης ὑγείας, γιά νά «καμφθῇ πᾶν γόνυ» καί νά παραδοθῇ, ἄνευ ὅρων στίς διαθέσεις καί τά κελεύσματα τοῦ ἐπιγείου Καίσαρος!

Τό περίεργο, ὅμως, δέν εἶναι πώς ἡ Παγκόσμια Πολιτική σπεῖρα ἔχει ἐπιδοθεῖ σέ μιά ἄνευ προηγουμένου λυσσαλέα προσπάθεια νά ξεριζώση τόν Χριστιανισμό ἀπό «προσώπου τῆς γῆς», καί ὅτι οἱ ἐγχώριοι δορυφόροι τοῦ Παγκοσμίου Κυβερνοχώρου, Ἑλληνόφωνοι Κυβερνῆτες μας, ὡς πρόθυμοι ὑπηρέτες τους, ἐπιδεικνύουν ὑπερβάλλοντα ἀντιεκκλησιαστικό ζῆλο, ἀλλά αὐτό, πού ἔχει ἀφήσει ἄφωνο τό συνειδητοποιημένο Πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡ ἀπόλυτη καί παθητική ἀποδοχή ἀπό τήν πλειοψηφία τῶν Μελῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Διοικήσεως ὅλης αὐτῆς τῆς περιπαικτικῆς συμπεριφορᾶς, σέ σημεῖο, πού νά δημιουργεῖ ἔντονες ὑπόνοιες ὅτι «καί συνευδοκοῦσι τοῖς πράττουσι»!

Προσωπικά ἔχω παραθέσει ὅλα τά ἀποδεικτικά στοιχεῖα καί ἔχω ἀναπτύξει τό σκεπτικό (ὅπως ἔχουν πράξει καί πλῆθος ἄλλοι ἱκανώτεροί μου ἀπό τό Ἐσωτερικό καί τό Ἐξωτερικό), πού ἀποδεικνύει ὅτι ἡ περιβόητη “Πανδημία” εἶναι μιά παγκόσμια πολιτική σκευωρία γιά «νά ἀλλάξουν (ὅπως νομίζουν) τά πάντα», δεδομένου ὅτι οἱ συνολικοί θάνατοι στήν Πατρίδα μας φέτος ἦσαν (ὑπολογισμένοι σέ 44 ἑβδομάδες) 106.322, ἐνῶ, στήν ἀντίστοιχη περίοδο πέρυσι ἦσαν 105.529! Αὐτό λέγεται Πανδημία; Καί νά σημειώσουμε ὅτι μέ τά στοιχεῖα πάντοτε τῆς ΕΛΣΤΑΤ (Ἑλληνική Στατιστική Ὑπηρεσία), φέτος εἴχαμε λιγότερους θανάτους ἀπό 13 χρονιές κατά τή διάρκεια τῆς 20ετίας 2000-2020! Ἰδιαιτέρως ἀποδεικτικοί τῶν ἰσχυρισμῶν μας εἶναι οἱ ἀριθμοί τῶν ἐτησίων θανάτων τῶν ἐτῶν 2015(121.183),2016(118.788), 2017(124.489) καί 2018(120.297)! Αὐτά εἶναι τά συντριπτικά στοιχεῖα, πού ἀγνόησαν οἱ ἰθύνοντες καί συνεχίζουν νά ἀγνοοῦν, γιά τούς λόγους, πού μόνο ἐκεῖνοι γνωρίζουν, ὑποχρεώνοντάς μας νά συμμετέχουμε στό παιχνίδι τῶν πολιτικῶν, κλείνοντας τίς Ἐκκλησίες μας καί ἐμποδίζοντας τόν λαό μας νά ἐκκλησιασθῇ!

Ἀποτέλεσμα ὅλων αὐτῶν εἶναι, μετά ἀπό 2020 χρόνια(!) Ζωηφόρου καί Ζωοποιοῦ τοῦ Λαοῦ μας Ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἡ πρωτοφανής ἀποϊεροποίηση τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας! Ἀποϊεροποίηση, πού δέν ἔγινε ποτέ ἄλλοτε στή δισχιλιετία, οὔτε καί μέ τήν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας, γιατί τότε ἐπλήττετο μόνο ἡ προσκύνησις τῶν Ἁγίων Εἰκόνων, ἐνῶ σήμερα ἐμποδίζεται καί ἡ προσκύνησις τῶν Ἁγίων Εἰκόνων ὡς μεταδοτική μολυσμοῦ, ἀλλά ἀκόμη καί ἡ προσέλευση στούς Ἱ. Ναούς καί ἡ συμμετοχή στίς Ἱ. Ἀκολουθίες καί στά Μυστήρια τῶν Ἱ. Ναῶν, ὡς τἄχα συγχρωτισμός σέ …ἰογενές περιβάλλον! Καί τό φρικτότερον! Βλασφημεῖται εὐθέως ὑπό τῶν Κυβερνώντων ἡ Θεία Κοινωνία καί διασαλπίζεται ἀπό τά Μ.Μ.Ε. ὡς ἕνα ἁπλό ψωμί καί κρασί(!), καί ὅτι πρέπει νά …προφυλαχθοῦμε, γιά νά μή μᾶς μεταδώση –μέσῳ τῆς Ἱερᾶς Λαβίδος– κορώνα ἰό!

Ὅλα αὐτά οἱ Ἐκκλησιαστικοί μας οἰακοστρόφοι τά ἀντιλαμβάνονται καί τά κρίνουν μέ τήν Ποιμαντική τους εὐθύνη ὡς ἀπολύτως φυσιολογικά καί ἀναμενόμενα μέτρα, προκειμένου νά προφυλαχθῇ ὁ Λαός μας ἀπό τήν διαβόητη “πανδημία”, δίδοντες ἀπόλυτη πίστη στά κυβερνητικῶς ἐξαγγελλόμενα, χωρίς νά αἰσθάνονται τήν ἀνάγκη, πρῶτον, καί, κυρίως, νά ἀνακαλέσουν στό Ἱεροσυνοδικό τους σκεπτικό τό δισχιλιετές φρόνημα τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ ὅτι οἱ Ἱεροί μας Ναοί εἶναι «ἰατρεῖα ψυχῶν καί σωμάτων» καί οὐδέποτε χῶροι μεταδόσεως μολυσματικῶν ἀσθενειῶν και, δεύτερον, νά διασταυρώσουν τά Κυβερνητικῶς προπαγανδιζόμενα μέ τήν ἔρευνα τῆς Ἐπιστημονικῆς Πραγματικότητος, οὔτε, βεβαίως, νά θέσουν πρός τούς Κυβερνῶντες τά ἐρωτήματα καί τίς ἐνστάσεις τοῦ Ἑλληνικοῦ Λαοῦ, θρησκευομένου καί μή, πού δέν ἀρέσκεται στό νά “τρώη κουτόχορτο”! 

Προσπαθοῦμε ἐπί ἕνα, σχεδόν, χρόνο, ἐμεῖς οἱ Πρεσβύτεροι νά κατανοήσουμε αὐτήν τήν ἀκατανόητη συμπεριφορά, καί γι’ αὐτό γράφω καί σήμερα, μέ ὅλον τόν ἐγκάρδιο σεβασμό πρός τήν Ἀρχιερωσύνη, τόν ὁποῖο, πέραν τῆς ἐκ βρέφους διδαχῆς «τῶν Ἱερῶν Γραμμάτων», πηγαῖα αἰσθάνομαι, ἰδίως κατά τήν Τέλεση τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὅμως, εὑρισκόμεθα μπροστά στό θέαμα καί στίς ἀπεγνωσμένες ἐρωτήσεις ἀνθρώπων «ἐν ἀπορίᾳ καί σάλῳ», ἀλλά καί «ἀποψυχόντων ἀνθρώπων ἀπό φόβου καί προσδοκίας τῶν ἐπερχομένων τῇ οἰκουμένῃ» (Λουκ. 21, 25-26), οἱ ὁποῖοι καθόλου δέν φοβοῦνται νά μήν ἀρρωστήσουν μέσῳ τοῦ Κορώνα ἰοῦ, ἀλλά φοβοῦνται τά δεινά, πού τούς περιμένουν, μέσῳ τῶν Παγκοσμίως Κυβερνώντων! Γι’ αὐτά ἀπεγνωσμένα μᾶς ἐρωτοῦν, γιά τήν ὁλοκληρωτική παράδοση τῶν Ἱ. Ναῶν ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Ἱεραρχία στήν Κρατική ἐξουσία, καί γιά ὅσα αὐτή ἡ παράδοση συνεπάγεται, πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν συνέβη σέ ΚΑΝΕΝΑ ΑΛΛΟ ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΚΡΑΤΟΣ, πλήν τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Κύπρου! Ἀντί πειστικῶν Θεολογικῶν καί Πνευματικῶν ἀπαντήσεων στηρίξεως, ἀκοῦνε οἱ ἄνθρωποι, ἀπό ἐπίσημα ἐξουσιοδοτημένους ἐκκλησιαστικῶς ἁρμοδίους, ἀπίστευτες “θεολογικές” κατασκευές, χωρίς νά ἀντιλαμβάνονται αὐτοί οἱ “ἁρμόδιοι” ὅτι, ὄχι μόνο πλήττουν καίρια τήν Δογματική τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλά ὅτι καί γίνονται καταγέλαστοι ἀπό τούς κατηρτισμένους Πνευματικά Πιστούς, ἀφοῦ κατ’ οὐσίαν ἐπαναλαμβάνουν σάν καλοί μαθητές τήν “θεολογία” τῶν Κρατικῶν Ἀρχῶν, τῶν Δημοσιογράφων καί τῶν ἀμοραλιστῶν ψευδεπιστημόνων!

Η ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΝΑΩΝ ΣΤΟΝ ΚΑΙΣΑΡΑ!

Αὐτή, λοιπόν, ἡ παράδοση τῶν Ὀρθοδόξων Ναῶν στόν Καίσαρα, εἶναι ἡ Πρώτη καί Βασική Αἰτία τῆς σημερινῆς ἀποϊεροποιήσεως τῆς Ἐκκλησίας καί γι’ αὐτήν τήν ἀποϊεροποίηση θά κληθοῦν στό μέλλον οἱ ὑπαίτιοι νά δώσουν Λόγο στήν Ἐκκλησία, στήν Ὁποία δέν εἶναι ἄγνωστος ὁ Ἀναθεματισμός Κληρικῶν καί μετά θάνατον, ὅταν χρειάσθηκε ἡ Ἐκκλησία νά προστατεύσῃ τό Ποίμνιό Της μέ τήν Ἀλήθεια Της, πού ἐκκλησιαστικά πρόσωπα Τήν ἐνόθευσαν καί ἔβλαψαν ψυχές «ὑπέρ ὧν, Χριστός ἀπέθανε»!

Ἡ παράδοση τῶν Ναῶν στήν Κρατική καί, κατά συνεκδοχήν στήν Ἀστυνομική Ἐξουσία, δέν εἶναι ἀπόδοσις «τῶν τοῦ Καίσαροςτῷ Καίσαρι», ἀλλά, ὅπως ἔχουμε ἀπό μηνῶν εἰπεῖ στίς διαδικτυακές ὁμιλίες μας, πρόκειται γία τήν ἀπόδοση καί «τῶν τοῦ Θεοῦ, τῷ Καίσαρι»! Ἀπό ποῦ παρελάβαμε τήν βλασφημία ὅτι ὁ χῶρος τῶν Ναῶν ἀνήκει στήν Πολιτεία, ὅταν ἀκόμη καί ἀπό τό Κοσμικό Δίκαιο γνωρίζουν καί οἱ πρωτοετεῖς φοιτηταί ὅτι τό ΑΣΥΛΟ ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΚΤΙΡΙΟ, ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ ΙΔΕΑ! Ὅταν δέν ὁρίζῃς τό οἴκημα, δέν ὁρίζεις ὁτιδήποτε συμβαίνει ἤ τελεῖται ἐν αὐτῷ, παρεκτός ἄν γίνῃ φόνος καί, ἀκόμη καί γιά τήν ἐπέμβαση αὐτήν, πρέπει νά κληθοῦν οἱ ἀστυνομικές ἀρχές ἀπό τόν Ὑπεύθυνο τοῦ Ἀσύλου χώρου. Τελικά, καταργήθηκε τό ΑΣΥΛΟ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ; «Πῶς παρεδώσαμε τῇ φθορᾷ (τούς Ναούς μας) καί συνεζεύχθημεν τῷ θανάτῳ» τῆς βλασφημίας καί ἀποϊεροποιήσεως τῶν «βαθέων τῆς Πίστεως»; Δέν εἶναι ντροπή νά παραμένῃ τό Ἄσυλο τῶν Σχολείων καί τῶν Πανεπιστημίων, στά ὁποῖα δέν ἐπετράπη ἡ εἴσοδος καί ὁ ἔλεγχος τῶν Ἀστυνομικῶν Ἀρχῶν κατά τό διάστημα λειτουργίας τους ἐπί κορώνα ἰοῦ, καί νά ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος στούς Ἱερούς μας Ναούς στούς Ἀστυνομικούς νά εἰσέρχονται, ὄχι γιά νά προσκυνήσουν καί νά προσευχηθοῦν, ἀλλά γιά νά ἐλέγξουν Κληρικούς καί ἐκκλησιαζομένους καί νά τούς συλλάβουν ὡς ὑπεραρίθμους(!), ἐπιβάλλοντές τους χρηματικά πρόστιμα γιά τό … “ἔγκλημα” τοῦ Ἐκκλησιασμοῦ καί, μάλιστα, κατά τήν Φρικτή ὥρα τῆς Θείας Λατρείας;

Ο ΝΑΟΣ «ΤΟΠΟΣ ΦΟΒΕΡΟΣ, ΟΙΚΟΣ ΘΕΟΥ»!

Ἔχουμε εἰπεῖ ἀρκετά καί ἔγραψαν καί ἄλλοι περί τῆς Ἱερότητος τῶν Ναῶν καί ὅτι ἡ Λειτουργία τους γίνεται μετά ἀπό τήν Τέλεση Ἐγκαινίων, ὥστε νά παύσῃ τοῦ λοιποῦ νά εἶναι ψιλός τόπος ἀλλά νά εἶναι «Τόπος Φοβερός, Οἶκος Θεοῦ»! Νά ἐπεξηγήσουμε, ὅμως, πώς ἡ Χρῖσις τοῦ Ναοῦ μέ τό Ἅγιον Μῦρον, κατά τόν ἐγκαινιασμό του, σημαίνει κάτι πολύ σημαντικό: Τήν τέλεση Ἑνός τῶν Ἑπτά Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ Μυστηρίου τοῦ Ἁγίου Χρίσματος, τό ὁποῖο τελεῖται μόνο σέ ἀνθρώπους, μετά τό Ἅγιον Βάπτισμα τῶν Πιστῶν, ὅπως, βεβαίως, καί ὅλα τά ἄλλα Ἱερά Μυστήρια, ἐνῶ ὁ Ναός δέν εἶναι ἄνθρωπος! Γιατί; Διότι ὁ ἐγκαινιαζόμενος Ναός ἀφιερώνεται σέ κάποιον Ἅγιο, ἤ στήν Ὑπεραγία Θεοτόκον, πού ἔλαβαν τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διά τῆς Βαπτίσεώς τους ἄλλοι δι’ Ὕδατος, ἄλλοι διά τοῦ Οὐρανίου Πυρός Βαπτίσματος, ὅπως ἡ Θεοτόκος καί οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, εἴτε διά τοῦ Μαρτυρίου, τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Αἵματος. Ὁ Ναός, λοιπόν, εἶναι Πρόσωπο καί γι’ αὐτό δέχεται Πρόσωπα Πιστῶν καί ὄχι ἀριθμό ἀτόμων, σύμφωνα μέ τίς Κυβερνητικές ἀξιολογήσεις καί προδιαγραφές! Γιά τόν Ναό καί τά ἐν Αὐτῷ τελούμενα «σιγησάτῳ πᾶσα σάρξ βροτεία καί στήτῳ μετά φόβου καί τρόμου καί μηδέν γήινον λογιζέσθῳ». Γι’ αὐτό καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Θεσσαλονίκης, ὁ Θεολόγος τῶν ἐν τῷ Ναῷ τελεσιουργουμένων καί Θεοπρεπῶς ἀναλύσας μέ κάθε ἀκρίβεια, «πῶς ἐν Οἴκῳ Θεοῦ ἀναστρέφεσθαι», γράφει ὅτι ὁ ἁγιασθείς Ναός «τοῦ Θεοῦ εἶναι Οἶκος καί Ὁ Θεός εἶναι εἰς αὐτόν καί ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ εἰς τόν ὁποῖον ὠνομάσθη ὁ Ναός, μένει πλέον ἐκεῖ ὡς εἰς ἕν κατοίκημα ἴδιόν του, καί ὅτι μέ τήν ψυχήν ἐπιδημεῖ ἐκεῖ ἀϋλως, πολλάκις δέ καί μέ τά ἅγιά του λείψανα, τά ὁποῖα εἶναι ἐκεῖ βεβλημένα καί διά τῆς Θείας Δυνάμεως καί Χάριτος θαυματουργεῖ καί μέ τά λείψανα, ἐπειδή καί ἐμεῖς διπλοῖ ὄντες, διπλῶς καί τά δῶρα λαμβάνομεν. Διά τοῦτο καί εἰς αὐτά τά ὑλικά ἐφίσταται ἡ Θεία Χάρις καί ἐπιφοιτῶσα διαμένει καί ἐνεργεῖ δι’ ἡμᾶς εὐδοκίᾳ τοῦ Πατρός καί ἐλέει τοῦ δι’ ἡμᾶς Σαρκωθέντος καί διπλῶς ἡμᾶς ἀναπλάσαντος Υἱοῦ καί δι’ ἐπιδημίας καί οἰκτιρμῶν τοῦ συνεργοῦ αὐτῷ καί ἀχωρίστου Ἁγίου Πνεύματος». (Ἅπαντα, σελ. 144) Καί συμπεραίνει ὁ ἅγιος Συμεών: «Βλέπομεν προφανέστατα ὅτι Θεῖαι ὄντως Δυνάμεις ἐνεργοῦνται εἰς τούς Ναούς καί ἐμφάνειαι Ἀγγέλων καί Ἁγίων καί θαύματα τελοῦνται καί ζητήματα δίδονται καί ἰάματα χαρίζονται. Καί αὐτά τά ἄψυχα εἰς τούς Ναούς, καθώς ὕδατα καί λίθοι καί στύλοι καί ἄμφια καί σίδηρα, ἔχουσι Ἐνέργειαν καί Χάριν ὄχι ἀφ’ ἑαυτῶν ἐπειδή εἶναι ἄψυχα καί κτίσματα Θεοῦ, καθώς καί τά ἄλλα καί δέν ἔχουσι μόνα των κανέν προτέρημα, ἀλλά αὐτά τά ἐνεργεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καί τό Θεῖον Ὄνομα, εἰς τό ὁποῖον ἐπωνομάσθησαν, διά νά ἁγιασθῶμεν καί ἡμεῖς. Ὅπου, λοιπόν, εἶναι Θεοῦ ὀνομασία καί ἐπίκλησις τοῦ Ποιητοῦ τοῦ παντός, τῆς Μακαρίας Τριάδος, τοῦ Μόνου ὄντως Θεοῦ, ἐκεῖ ἅγια πάντα καί ὅλα ἐνεργοῦν καί σώζουν διά τῆς ἐν αὐτοῖς Χάριτος»! Αὐτό πού ὁ ἅγιος Συμεών βλέπει «προφανέστατα», ἐπιτρέπεται νά μή τό βλέπουμε ἐμεῖς οἱ σημερινοί Ποιμένες τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ καί νά ἐπιμένουμε στή βλασφημία ὅτι στούς Ἱ. Ναούς δέν ἔχουμε ἀσφάλεια ἀλλά κινδυνεύουμε νά μολυνθοῦμε ἀπό ἰώσεις καί ἀσθένειες, ὅπως καί στούς ἄλλους δημόσιους ἤ ἰδιωτικούς χώρους; Ποιά ἁγιοπατερική συμφωνία ἔχουν ὅσοι Ἱερᾶρχαι ἤ Κληρικοί συντάσσονται μέ τήν Κυβερνητική βλασφημία περί τῶν Ἱερῶν Ναῶν;

Ἀγνοοῦν οἱ Ποιμένες μας, πέρα ἀπό ἐκεῖνα, πού μᾶς παραγγέλει ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, ὅτι ἀνέκαθεν γιά τόν Λαό τοῦ Θεοῦ, ὄχι μόνο μετά τήν Σάρκωση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ἀλλά ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη, ὅτι, ὅπου προηγεῖτο «ὅρασις Θεοῦ», ὁ Τόπος ἐκεῖνος ἐλογίζετο «Ἅγιος καί φοβερός» καί ἔπρεπε νά πλησιάζεται «μετά φόβου καί τρόμου» καί ἀπό ἀνθρώπους κεκαθαρμένους καί ὄχι νά θεωρεῖται τόπος, πού ἔχει ἀνάγκη καθάρσεως; Ἀκόμη καί οἱ πέτρες, πού χρησιμοποίησε σάν προσκέφαλό του ὁ Ἰακώβ, ἔγιναν Θυσιαστήριον, ἐπειδή, ἐπάνω σ’ αὐτό τό προσκέφαλο εἶδε «κατ’ ὄναρ» Κλίμακα, «ἐστηριγμένην ἐν τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον καὶ κατέβαινον ἐπ᾿ αὐτῆς, ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ᾿ αὐτῆς… καὶ ἐξηγέρθη ᾿Ιακὼβ ἐκ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ καὶ εἶπεν· ὅτι ἔστι Κύριος ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ, ἐγὼ δὲ οὐκ ᾔδειν. καὶ ἐφοβήθη καὶ εἶπεν· ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος· οὐκ ἔστι τοῦτο ἀλλ᾿ ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ. καὶ ἀνέστη ᾿Ιακὼβ τὸ πρωΐ καὶ ἔλαβε τὸν λίθον, ὃν ὑπέθηκεν ἐκεῖ πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ, καὶ ἔστησεν αὐτὸν στύλην καὶ ἐπέχεεν ἔλαιον ἐπὶ τὸ ἄκρον αὐτῆς. καὶ ἐκάλεσε τὸ ὄνομα τοῦ τόπου ἐκείνου Οἶκος Θεοῦ»! (Γέν. 28,11-19).

Ἄς ἀναλογισθοῦμε τήν «Σκηνήν τοῦ Μαρτυρίου», πού τόσο συχνά μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς προτύπωση τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, γιατί Ἐκείνη ἔγινε ὁ Ναός ὁ Ἅγιος καί ἡ «Κλῖμαξ ἡ Ἐπουράνιος», γιά ὅλους μας καί Αὐτή εἶναι ΝΥΝ καί ΑΕΙ Ἐκείνη, πού, δίδει μέ τήν ὐπόστασή Της σέ κάθε Ναό τό Περιβάλλον, πού εἶναι ἀπαραίτητο γιά νά γίνῃ «Κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ»: «Καὶ ἐκάλυψεν ἡ νεφέλη τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, καὶ δόξης Κυρίου ἐπλήσθη ἡ σκηνή· καὶ οὐκ ἠδυνάσθη Μωυσῆς εἰσελθεῖν εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, ὅτι ἐπεσκίαζεν ἐπ᾿ αὐτὴν ἡ νεφέλη καὶ δόξης Κυρίου ἐνεπλήσθη ἡ σκηνή. ἡνίκα δ᾿ ἂν ἀνέβη ἡ νεφέλη ἀπὸ τῆς σκηνῆς, ἀνεζεύγνυσαν οἱ υἱοὶ ᾿Ισραὴλ σὺν τῇ ἀπαρτίᾳ αὐτῶν· εἰ δὲ μὴ ἀνέβη ἡ νεφέλη, οὐκ ἀνεζεύγνυσαν ἕως ἡμέρας, ἧς ἀνέβη ἡ νεφέλη· νεφέλη γὰρ ἦν ἐπὶ τῆς σκηνῆς ἡμέρας καὶ πῦρ ἦν ἐπ᾿ αὐτῆς νυκτὸς ἐναντίον παντὸς ᾿Ισραήλ, ἐν πάσαις ταῖς ἀναζυγαῖς αὐτῶν» (Ἔξ. 40,28-32). Ἐάν ἡ «σκιά» τῶν μετά Χριστόν Ναῶν, δηλαδή «ἡ Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου», εἶχε τέτοιαδόξα νύκτα καί ἡμέρα, ποιός θά συγκρίνῃ τήν νυχθήμερη Δόξα τῶν Ὀρθοδόξων Ναῶν, τούς ὁποίους ἐμεῖς οἱ ἀπαίδευτοι «κοινούς ἡγησάμεθα»;

Ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση μᾶς διδάσκει ὄχι μόνο γιά τήν ἱερότητα τῶν Ναῶν ἀλλά καί πώς «ὅσα εἶναι ἐπ’ ὀνόματι Θεοῦ δέν δίδεται ἄδεια νά τά μεταχειρίζεται ἁπλῶς καί ὡς ἔτυχε ἕκαστος. Διά τοῦτο, πᾶσαν ὕλην, ἡγιασμένην οὖσαν μέ τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, πρέπει νά τήν εὐλαβώμεθα καί κεράμους καί λίθους καί ξύλα, ἐπειδή εἶναι ὅλα ἡγιασμένα διά τοῦ Θείου Ὀνόματος καί πλήρη Χάριτος καί μεταδοτικά Χαρίτων καί Ἁγιασμοῦ»! (Ἅπαντα ἁγ. Συμεών Θεσσαλονίκης σελ. 144-145). Καί μᾶς διδάσκει καί κάτι ἄλλο, ἡ Ἐκκλησία μας, πάλι διά στόματος τοῦ ἁγίου Συμεών, γιατί δέν εἶναι ἀκίνδυνο νά τό ἀγνοοῦμε, ἐμεῖς οἱ ἀναίσθητοι, πού δέν ἔχουμε τήν εὐαισθησία τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ νά ἀντιλαμβανόμεθα «τά ἐν τῷ Ναῷ τοῦ Θεοῦ συμβαίνοντα», ἀλλά ἀναισθήτως καί ἀσυναισθήτως, μέ τήν εὐχέρεια τῆς ἀθεόφοβης «ἐπιστημοσύνης» μας, τά καταφρονοῦμε: «Πολλάκις προφανῶς καί ἐμπράκτως εἴδομεν αὐτό τό μεταδοτικόν τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν Ἱερῶν καί ὅτι οἱ καταφρονηταί αὐτῶν ἔπαθον καί ἐν σώματι, καθώς ὁ Ζᾶν ἐκεῖνος, καί τελείως ἀπώλοντο· καί ὄχι εἷς ἤ δύο ἀλλά πολλοί»! (ὅ. ἀ.)

ΚΑΘΥΒΡΙΖΕΤΑΙ ΤΟ «ΣΩΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»!

Εἶναι ἰδιαιτέρως ἀποκαρδιωτική καί πνευματικά ἀνησυχητική ἡ διαπίστωση ὅτι στήν Ἁγιοτόκο Ἑλλάδα, στή Χώρα, πού ταυτίσθηκε ἡ Ζωή τοῦ Λαοῦ μας μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας καί οἱ Ἱεροί μας Ναοί ἦσαν γιά μᾶς πιό ἀπαραίτητοι ἀπό τά σπίτια μας, νά ἀκούγονται στίς μέρες μας ἀπό τούς Ποιμένες αὐτές καί ἄλλες ἀνίερες διατυπώσεις, πού προσβάλλουν εὐθέως «ὅλον τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας», ἀφοῦ ἔφθασαν νά καθυβρίζουν ἀκόμη καί αὐτό Τὀ Ἄχραντον Σῶμα καί τό Τίμιον Αἷμα τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, χρησιμοποιοῦντες κατά τήν Θ. Κοινωνία τῶν Πιστῶν πολλαπλές (πλαστικές ἤ ἄλλες) λαβίδες… γιά ὑγειονομική ἀσφάλεια τῶν ἀνθρώπων(!), εἰς ἀντικατάστασιν τῆς Μιᾶς Λαβίδος, ἡ ὁποία διατρανώνει τό Μυστήριο καί σαλπίζει ἐμπράκτως ὅτι τό διά τῆς Ἁγίας Λαβίδος μεταδιδόμενον εἶναι «ΤΟ ΣΩΜΑ καί ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ», κατά τήν διατύπωση τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς! Τήν Σκηνή τοῦ Μαρτυρίου ἐκάλυπτε Θεία Νεφέλη καί τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας μένει, ἄραγε, γυμνό καί ἐγκαταλελειμμένο στήν Ἁγία Λαβίδα, ἀνίσχυρο νά ἐμποδίσῃ τίς ὅποιες βλαπτικές ἐπιδράσεις, πού τυχόν περιφέρονται στήν ἀτμόσφαιρα; Εἶναι λόγια καί Ὀρθόδοξα πιστεύματα Ἀρχιερέων αὐτά, ὅταν καί οἱ στοιχειωδῶς Πιστοί τά ἀποκρούουν μέ ἀποτροπιασμό; Μέ ποιά Ἀρχιερατική συνείδηση ἔδωσαν κάποιοι ἐντολή στούς Ἱερεῖς τους νά κοινωνοῦν τούς Πιστούς μέ πολλαπλές Λαβίδες, διδάσκοντες ἔμπρακτα μέ ψευδώνυμη καί βλάσφημη γνώση τούς ἀνθρώπους ὅτι ἔχουν ἀνάγκη νά προστατευθοῦν ἀκόμη καί ἀπό Αὐτόν τόν Ἴδιον τόν Θεό τους γιατί Ἐκεῖνος εἶναι ἀνήμπορος νά ἀπολυμάνη τήν Ἁγία Λαβίδα;

Η ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΙΔΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΥΛΗΣ ΔΙΑ ΤΗΣ Θ. ΧΑΡΙΤΟΣ

Γνωρίζουν, ἄραγε, Θεολογία, ὅσοι Ἀρχιερεῖς, Κληρικοί καί Θεολόγοι δέν μποροῦν νά διακρίνουν μεταξύ τῆς μεταπτωτικῆς καταστάσεως τῆς ὕλης καί τῆς ἄρσεως τῶν περιορισμῶν καί τῆς καταστάσεως τῆς ὕλης μέ τήν ἐπέλευση τῆς Θείας Χάριτος; Διαχωρίζουν τά αἰσθητά ἀπό τά πνευματικά, τά ὁρατά ἀπό τά ἀόρατα καί τά μέν ἀόρατα θεωροῦν ὡς ἀμίαντα, τά δέ αἰσθητά ὡς ἐπιδεχόμενα μολυσμῶν, ἀκόμη καί ἄν εὑρίσκονται στό Ναό, ἀκόμη καί ἄν τελοῦνται Ἱερά Μυστήρια, φέροντες ὡς παράδειγμα τό ὅτι στούς Ναούς εἰσέρχονται κατσαρίδες καί ἄλλα ἀκάθαρτα ὄντα, χωρίς νά ἐμποδίζονται νά εἰσέλθουν! Εἶναι, ὅμως, παραδείγματα αὐτά; Ἀκόμη καί ὁ Διάβολος δέν ἐμποδίζεται ἀπό τόν Θεό νά εἰσέλθη στό Ναό, δέν εἶναι, ὅμως, ἀνεξέλεγκτος νά βλάψῃ τούς Πιστούς, παρεκτός ἄν τόν καλέσουν ἐκεῖνοι καί “τοῦ πιάσουν κουβέντα”. Ἔτσι καί τά ζωϋφια, ἀλλά καί τά μικρόβια κυκλοφοροῦν παντοῦ, ὡστόσο, μέσα στούς Ναούς ἀναστέλλεται ἡ βλαπτική τους ἐνέργεια γιατί ὁ Οἶκος τοῦ Θεοῦ εἶναι Ἰατρεῖον ψυχῶν καί σωμάτων καί ἐποπτεύεται ὑπό τῆς Θείας Χάριτος ὥστε, ὄχι μόνο νά μή μολύνῃ ἤ βλάψῃ τούς ἐκκλησιαζομένους ἀλλά καί νά τούς χαρίσῃ ὑγεία καί ἄφεση ἁμαρτιῶν.

Ὁ Θεός δέν καταργεῖ τήν ὕλη. Τά σώματα παραμένουν σώματα, ἀλλά ὁ Χριστός περπάτησε στά κύματα, ὄχι καταργῶντας, ἀλλά ἀναστέλλοντας τήν βαρύτητα, πού εἶναι μεταπτωτικό δεσμευτικό ἐπιτίμιο, εἰδικά γιά τήν γῆ, ἐπειδή ἔχει κατοίκους της τούς βεβαρημένους μέ τήν Προγονική Παρακοή. Ὁ Χριστός καί οἱ Ἅγιοί Του, περπατοῦν στά κύματα χωρίς νά βυθίζονται. Τό ἔδειξε αὐτό ὁ Θεός μας καί πρό τῆς Σαρκώσεώς Του, στόν Προφήτη Ἐλισαῖο. Τό ἔχει πολλαπλῶς καί πολλάκις ἔμπρακτα διδάξει ὅτι «οὐκ ἦλθε καταλῦσαι, ἀλλά πληρῶσαι». Δέν ἦλθε νά καταργήσῃ τήν Κτίση, ἀλλά νά τήν πληρώσῃ Θείας Χάριτος, γιά τήν ἀναστολή τῶν ἐπιτιμίων καί τῶν περιορισμῶν της.

Μᾶς εἶπε ἀκόμη ὅτι ὄχι μόνο Ἐκεῖνος θά κάνη τέτοια ἔργα, πού θά φανερώνουν τήν ἀναστολή καί τό ἀνενέργητο τῶν μεταπτωτικῶν βλαπτικῶν ἰδιοτήτων τῆς Κτίσεως, ἀλλά καί οἱ «ἀληθῶς εἰς Αὐτόν πιστεύοντες». Μᾶς εἶπε: «Σημεῖα δέ τοῖς πιστεύσασι ταῦτα παρακολουθήσει, ἐν τῷ Ὀνόματί μου….ὄφεις ἀροῦσι, κἄν θανάσιμόν τι πίωσι, οὐ μή αὐτούς βλάψῃ» (Μάρκ. 16,17-18). Χωρίς νά ἀφαιρεθῆ τό δηλητήριο, ἀπό τό πόμα τῶν Πιστῶν, αἴρεται ἡ βλαπτική δράση τοῦ δηλητηρίου. Αὐτό τό ἔζησαν πολλοί ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ ἐπί τῶν ἡμερῶν μας καί στήν καθημερινή τους ζωή, ἐκτός τῶν Μυστηρίων, μένοντες ἀβλαβεῖς ἀπό τήν κακότητα τῶν πολεμίων τους ἤ καί ἀπό τήν ἀμέλεια τῶν ἀπρόσεκτων ἀνθρώπων. Πολύ δέ περισσότερο τό ἔζησαν καί τό ἐπαλήθευσαν αὐτό στό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, μένοντες ἐντελῶς ἀβλαβεῖς, ὅπως ὁ ἅγιος Νικόλαος Πλανᾶς, καταλύοντας ὁλόκληρο τό φιαλίδιο τοῦ ἰσχυροτάτου καί θανατηφόρου σέ μεγαλύτερη δόση φαρμάκου του, πού τοῦ ἔδωσε ἀπό ἀπροσεξία ἡ θυγατέρα του ἀντί τοῦ φιαλιδίου τοῦ Νάματος(!), καί ὁ ἅγιος Ἱερομόναχος π. Μᾶρκος Μανώλης, ὁ ὁποῖος κατέλυσε ὁλόκληρο τό Ἅγιο Ποτήριο μέ θραύσματα γυαλιῶν!

Ὁ διαχωρισμός τῶν βλαπτικῶν ἰδιοτήτων τῆς Κτίσεως τῇ ἐπελευσει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι βασικό Δόγμα τῆς Πίστεώς μας, ἐφ’ ὅσον, μάλιστα, ἔχει πλειστάκις ἐπαναληφθεῖ στήν πράξη γιά νά γίνῃ βίωμά μας. Γι’ αὐτό καί ἔχει ὑμνολογηθεῖ, ὥστε καί διά τῆς ἀκροάσεως τῶν Ἱερῶν Ὕμνων, νά θεολογοῦμε Ὀρθοδόξως: «Σέ τόν ἐν πυρί δροσίσαντα Παῖδας θεολογήσαντας καί Παρθένῳ ἀκηράτῳ ἐνοικήσαντα Θεόν Λόγον ὑμνοῦμεν» (Καταβασία ζ΄ὠδῆς Ὑπαπαντῆς).

Ἡ καυστική ἰδιότητα διαχωρίσθηκε ἀπό τήν φωτιστική καί τούς μέν δημίους κατέκαυσε, τούς δέ Τρεῖς Παίδας ἐδρόσισε. Καί πάλι: «Ἀστέκτῳ πυρί ἑνωθέντες οἱ Θεοσεβείας προεστῶτες Νεανιαι, τῇ φλογί δέ μή λωβηθέντες, Θεῖον ὕμνον ἔμελπον» (Καταβασία η’ ὠδῆς τῆς Ὑπαπαντῆς).

«Η ΛΑΒΙΣ Η ΜΥΣΤΙΚΗ, Η ΤΟΝ ΑΝΘΡΑΚΑ ΧΡΙΣΤΟΝ…»

Ἄφησα τελευταῖο τόν λόγο γιά αὐτήν καθ’ ἑαυτήν τήν Ἁγία Λαβίδα, μέ τήν ὁποία μεταδίδεται στούς Πιστούς ἡ Θ. Κοινωνία, συνδέοντάς την μέ τήν Δογματική Διδασκαλία τοῦ Μυστηρίου τῆς Θείας Εὐχαριστίας.

 Ἐλέχθη ἀπό Ἀρχιερατικά χείλη ὅτι ὁ τρόπος μεταδόσεως τῆς Θείας Κοινωνίας δέν εἶναι δογματικό ζήτημα. Σέ αὐτό συμφωνοῦμε ὑπό προύποθέσεις: Βεβαίως δέν εἶναι δογματικό θέμα, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἐάν σέ κάποια ἔκτακτη περίπτωση, κατά τήν ὁποία στερούμεθα Λειτουργικῶν σκευῶν, φερ’ εἰπεῖν σέ ἕνα πανέρημο τόπο ἤ ἐν καιρῷ πολέμου, δέν θά στερηθοῦμε τήν Θ. Κοινωνία λόγῳ ἐλλείψεως Λαβίδος!

Ἐάν, ὅμως, ὅπως ἐν προκειμένῳ μέ τόν πειρασμό τοῦ Κορώνα ἰοῦ, ἀντικαταστήσουμε τήν μία Ἁγία Λαβίδα μέ πολλές, ἤ ἀπολυμαίνουμε τήν μία Λαβίδα, μετά ἀπό τήν μετάληψη κάθε Πιστοῦ, τότε ἀνάγεται τό πρόβλημα στή Δογματική, διότι πλήττεται σαφῶς καί ἀπεριφράστως τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐφ’ ὅσον de facto, στήν Πράξη, ἀμφισβητεῖται ἡ Φωτιστική, ἡ Ἰαματική, ἡ Θεωτική ἤ κατά τόν μέγα σύγχρονο Θεολόγο Ἅγιον Ἰουστῖνον Πόποβιτς ἀμφισβητεῖται ὅτι «τό Θεῖον Αἷμα εἶναι Θεανθρώπινη Δύναμη»! (Δογματική, Ἔκδ. Ἱ. Μ. Βατοπαιδίου, σελ.733).

Πῶς, ἄραγε οἱ Ἐπίσκοποι, πού ἤδη –χωρίς Ποιμαντική διάκριση καί Θεολογική γνώση– υἱοθέτησαν τήν πολλαπλῆ χρήση Λαβίδων θά ἐξηγήσουν στόν Λαό τοῦ Θεοῦ ὅτι φοβοῦνται πώς ἡ Θεανθρώπινη Δύναμη εἶναι τόσο μηδαμινή καί ἀσήμαντη πού δέν μπορεῖ νά ἐνεργήσῃ, οὔτε κἄν ὡς ἀντισηπτικό; Τί χρειάζεται καί τί μπορεῖ νά προσφέρῃ στούς ἀνθρώπους μιά κατ’ Ὄνομα μόνον «Θεία Κοινωνία», ἀλλά στήν πράξη Ἀρχιερατικό κατασκεύασμα, «κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν» τῶν ἀθεϊστικῶν πιστευμάτων; Καί νά προσθέσουμε, σέ ὅλον αὐτόν τόν τραγέλαφον ὅτι δέν ὁμιλοῦμε γιά τήν Θ. Κοινωνία ἤδη μολυσμένων μέ τόν ἰό ἀνθρώπων, ἀλλά γιά ὑγιεστάτους, μέ τό ὑποτιθέμενο ἐνδεχόμενο τῆς ἀσθενείας!

Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία μας δέν μᾶς ἀφήνει στή ζοφερή καί θνησιμαία “θεολογική” ἀδολεσχία. Μᾶς κηρύσσει, κραυγάζουσα μυστικῶς στά «τῶν πιστῶν ὦτα»: «Θεουργόν Αἷμα, φρῖξον ἄνθρωπε βλέπων, ἄνθραξ γάρ ἐστί τούς ἀναξίους φλέγον». Βλέπε ἄνθρωπε στή Θ. Κοινωνία Ἐκεῖνον «Ὅν οἱ Ἄνω Λειτουργοί τρόμῳ λιτανεύουσι» να «ἀγκαλίζεται χερσί» τῶν ἐπιγείων Λειτουργῶν Του! «Ὦ θαύματος καινοῦ, Πάντων τῶν πάλαι Θαυμάτων»! Πῶς, χάριν Ἐκείνης, τῆς Παρθένου Μαριάμ, πού αὐτή ΜΟΝΗ ἔγινε «Ἡ Λαβίς ἡ Μυστική, ἡ τόν ἄνθρακα Χριστόν συλλαβοῦσα ἐν γαστρί», μᾶς ἔδωσε τήν δυνατότητα τῆς Κοινωνίας μέ Τόν «Ἄνθρακα Χριστόν», παρ’ ὅτι «ἄνθρωποι ὄντες καί ἀκάθαρτα χείλη ἔχοντες» – κατά τόν Μεγάλον Προφήτην Ἡσαϊαν– καί ρυπαροί μέχρι τό βαθύτερο εἶναι μας!

Γνωρίζω ὅτι τό θέμα τοῦ ἄρθρου μας δέν ἐξαντλεῖται σέ κάποιες σελίδες, ὅπως, ἐπίσης, γνωρίζω ὅτι ἐθίγησαν χωρίς συστηματική κατάταξη τά γραφόμενα, ἀλλά ζητῶ τήν ἐπιείκεια τῶν ἀναγνωστῶν, διότι δέν ἔγινε ἡ συγγραφή μου μέ τήν ἄνεση τῶν ἀκαδημαϊκῶν συνθηκῶν, ἀλλά μέ τίς συνθῆκες πού ἐπικρατοῦν σέ μιά μάχη ἐπί τῶν χαρακωμάτων, ὅπου ὁ ἀγῶνας ὅλων εἶναι νά περισωθῇ, πρίν εἶναι ἀργά, «τό κινδυνευόμενον». Αὐτό προσπάθησα νά πράξω ὡς ἁπλός στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ μας, καί, μάλιστα, ὡς ἐλεύθερος σκοπευτής!

π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

Περιοδικό «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ», Ιανουάριος 2021, Αριθ. τεύχ. 221, σελ. 6-16