Η ΥΠΟΥΛΗ ΠΑΓΙΔΑ

π. Δημητρίου Μπόκου

Ο πλούσιος νεανίσκος με τις πνευματικές ανησυχίες για την αιώνια ζωή (Ματθ. 19, 16-24) έρχεται στο προσκήνιο ξανά. Όταν διαπιστώνει ότι, για να είναι τέλειος, πρέπει να δώσει στους φτωχούς όλα του τα πλούτη, φεύγει λυπημένος. Και ο Χριστός λέει: Πόσο δύσκολα μπαίνουν στη Βασιλεία του Θεού οι πλούσιοι! (Κυριακή ΙΓ΄ Λουκά).

Ποιο είναι το εμπόδιό τους; Ο πλούτος; Όχι ακριβώς.

Αν ήταν έτσι, κάθε πλούσιος θα πήγαινε στην κόλαση και κάθε φτωχός στον παράδεισο. Δεν γίνεται όμως αυτό. Ο πλούτος δεν εμπόδισε σε τίποτε τον Ιώβ να είναι αληθινός άνθρωπος του Θεού, «άμεμπτος, δίκαιος, θεοσεβής, απεχόμενος από παντός πονηρού πράγματος» (Ιώβ 1, 1). Και ο Θεός τού πρόσθετε πλούτη πάνω στα πλούτη. Πότε το κάνει αυτό ο Θεός; Όταν βλέπει ότι ο πλούτος διασκορπίζεται σε όσους τον χρειάζονται, αντί να παγιδεύει την ψυχή του ιδιοκτήτη του. Ο άνθρωπος τότε ευλογείται από τον Θεό. «Δόξα και πλούτος εν τω οίκω αυτού», επειδή «εσκόρπισεν, έδωκε τοις πένησι» τα αγαθά του, αντί να τα κρατήσει όλα για τον εαυτό του σαν τον άφρονα πλούσιο. «Δυνατόν εν τη γη έσται το σπέρμα αυτού». Τα παιδιά του, οι απόγονοί του, θα προκόψουν. «Η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα» (Ψαλμ. 111, 1-10). Τέτοιοι πλούσιοι δεν δυσκολεύονται καθόλου να μπουν στη Βασιλεία του Θεού.

Πολλοί άλλοι όμως δεν μπαίνουν. Όλοι όσοι παγιδεύονται στην απάτη του πλούτου (Ματθ. 13, 22). Όταν η επιθυμία του γίνεται τυραννική μέσα τους και τους εξουσιάζει. Δεν έχει σημασία αν έχεις πολλά ή τίποτε. Και πάμφτωχος να είσαι, αν ζεις κυριευμένος απ’ τη λαχτάρα του πλούτου, προσηλωμένος μόνο στην επιδίωξή του, είσαι το ίδιο απόβλητος από τη Βασιλεία του Θεού. Το θέμα δεν είναι αν έχεις πλούτο ή όχι, αλλά αν είσαι δέσμιος ή όχι της επιθυμίας του.

Η υλοφροσύνη είναι το πρόβλημα. Η λατρεία του πλούτου. Να είναι κανείς δεμένος με ό,τι έχει, ή να επιθυμεί αδιάκοπα όσα δεν έχει. Το κακό δηλαδή είναι η «προσπάθεια», το πάθος που τον δένει με τον πλούτο. Η αίσθηση ότι είναι το παν. Αυτή είναι η απάτη του πλούτου, η ύπουλη παγίδα με την οποία κρατάει την ψυχή μονίμως αιχμάλωτη. Η φιλαργυρία, η σφοδρή επιθυμία για πλούτο, είναι ρίζα όλων των κακών. Τυχόν απώλεια του πλούτου θεωρείται απόλυτη καταστροφή. Ο Χριστιανός όμως δεν δένεται με τίποτε. Κάνει χρήση του κόσμου με «απροσπάθεια». Στον βαθμό μόνο που είναι απαραίτητο. «Έχοντες τροφάς και σκεπάσματα», ας αρκούμαστε σ’ αυτά, γιατί «οι βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς», που τους βυθίζουν «εις όλεθρον και απώλειαν». Ο Χριστιανός οφείλει να μην τα χάνει καθόλου, ακόμα κι αν χάσει ό,τι έχει. Να μη λυπάται.

Τίποτε δεν φέραμε στον κόσμο όταν γεννηθήκαμε. Είναι φανερό ότι και όταν φύγουμε, δεν θα μπορέσουμε να πάρουμε τίποτε μαζί μας. Δεν είναι ο πλούτος το στήριγμά μας. Είναι αβέβαιος και άδηλος. Σαθρό θεμέλιο. Χάνεται σε μια νύχτα. Ατράνταχτο θεμέλιο είναι μόνο ο Θεός που μας παρέχει τα «πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν». Αντί λοιπόν να θησαυρίζουμε για τον εαυτό μας, οφείλουμε «αγαθοεργείν, πλουτείν εν έργοις καλοίς», να είμαστε ευμετάδοτοι, να κοινωνούμε με τον συνάνθρωπο. Αυτά είναι τα πλούτη που θα πάρουμε μαζί μας. Αυτά και μόνο θα γίνουν «θεμέλιον καλόν εις το μέλλον» (Α΄ Τιμ. 6, 7-19).

Πηγή: «Αντιύλη». Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, Πρέβεζα Τηλ. 26820 23075/25861/6980 898 504. E-mail: antiyli.gr@gmail.com

ΑΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΛΗΤΟΥ 30-11-2022

(†) ἐπισκόπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

Νὰ προσέξουμε τὴν οἰκογένεια

Σήμερα, ἀγαπητοί μου, εἶνε 30 Νοεμβρίου. Ἀπὸ αὔριο ἀρχίζει ὁ χειμώνας (Δεκέμβριος-Ἰανουάριος-Φεβρουάριος). Σήμερα ἑορτάζει ἕνας κορυφαῖος ἅγιος, ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας ὁ πρωτόκλητος.

Ἑορτάζουν σήμερα πολλοί. Ἑορτάζουν ἄντρες ποὺ φέρουν τὸ ὄνομα Ἀνδρέας ἀλλὰ καὶ πολλὲς γυναῖκες ποὺ φέρουν τὸ ὄνομα Ἀνδριάνα. Ἑορτάζει στὴν Πελοπόννησο ἡ Πάτρα, ὅπου μαρτύρησε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας. Ἑορτάζει καὶ ἡ πολύδακρυς Κύπρος μας· στὸ ἄκρο τοῦ νησιοῦ, ποὺ τώρα τὸ κατέχουν οἱ Τοῦρκοι, ὑπάρχει μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου. Ἑορτάζει καὶ τὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ ὁποίου πολιοῦχος εἶνε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας. Ποιός λοιπὸν ἦταν ὁ ἅγιος Ἀνδρέας;

Στοὺς Ἁγίους Τόπους, ἀγαπητοί μου, ὑπάρχει ἡ λίμνη ἢ θάλασσα τῆς Τιβεριάδος ἢ τῆς Γαλιλαίας ἢ τῆς Γεννησαρέτ. Στὰ γύρω χωριὰ κατοικοῦσαν ψαρᾶδες, ποὺ ἔρριχναν τὰ δίχτυα καὶ ζοῦσαν ἀπὸ τὰ ψάρια ποὺ ἔπιαναν.

Φτωχοὶ οἱ ψαρᾶδες, ἔμεναν σὲ καλύβες. Ἀλλὰ μέσα στὶς καλύβες κατοικοῦσαν ἄγγελοι. Τώρα σὲ σπίτια μεγάλα καὶ διαμερίσματα πολυτελῆ, σὲ μέγαρα καὶ παλάτια μὲ ὅλες τὶς ἀνέσεις, κατοικοῦν δαίμονες. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει καὶ γίνονται σεισμοί, ποὺ κατεδαφίζουν ὑπερήφανα κτήρια ἀνομίας.

Στὰ δυτικὰ τῆς λίμνης, σὲ μιὰ καλύβα τῆς Βηθσαϊδά, ζοῦσε καὶ ἡ οἰκογένεια τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα. Ὁ πατέρας του ὁ Ἰωνᾶς ἦταν ἕνας ἅγιος ἄνθρωπος. Τὰ δυὸ παιδιά του ποὺ γνωρίζουμε –θὰ εἶχε καὶ ἄλλα–, εἶνε ὁ Ἀνδρέας ποὺ ἦταν ἄγαμος καὶ ὁ Πέτρος ποὺ εἶχε οἰκογένεια. Βοηθοῦσαν τὸν πατέρα ψαρεύοντας κι αὐτοὶ μαζί του στὴ λίμνη. Ἡ οἰκογένεια, ὅπως εἴπαμε, ἦταν φτωχιὰ ἀλλὰ ἔντιμη καὶ εὐσεβής. Μέσα στὸ σπίτι τοῦ Ἰωνᾶ βασίλευε εἰρήνη, κακὸς λόγος δὲν ἀκουγόταν. Τὰ παιδιὰ ἦταν ὑπάκουα, κι ὁ πατέρας τὰ συμβούλευε –σὰ νὰ τὸν ἀκούω– στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τοὺς ἔλεγε νὰ τηροῦν τὸ νόμο τοῦ Κυρίου, νὰ προσεύχωνται, νὰ διαβάζουν τὴ Βίβλο, νὰ ἐλπίζουν στὸν οὐράνιο πατέρα, νὰ περιμένουν τὸ Μεσσία, τὴ λύτρωσι τοῦ Ἰσραήλ. Ἔτσι ζοῦσε ἡ οἰκογένεια αὐτή, μέσα ἀπ᾽ τὴν ὁποία βγῆκε ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας.

Ὅταν ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος ἄρχισε τὸ κήρυγμα στὸν Ἰορδάνη, ὁ Ἀνδρέας ἦταν ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὸν πλησίασαν καὶ ἔγιναν μαθηταί του. Ἀλλὰ μετὰ τὴ βάπτισι τοῦ Χριστοῦ τὸν ἄκουσαν μιὰ μέρα, αὐτὸς κι ἄλλος ἕνας μαθητής, νὰ δείχνῃ τὸν Ἰησοῦ καὶ νὰ λέῃ· «Ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ», νά τοῦ Θεοῦ τὸ πρόβατο (Ἰω. 1,36), αὐτὸς δηλαδὴ εἶνε ὁ Μεσσίας. Ἀμέσως τότε ἀκολούθησαν τὸν Ἰησοῦ. Πῆγαν ἐκεῖ ποὺ ἔμενε κ᾽ ἔμειναν μαζί του ἐκείνη τὴν ἡμέρα μέχρι τὶς τέσσερις τὸ ἀπόγευμα.

Αὐτὴ ἦταν ἡ πρώτη γνωριμία τοῦ Ἀνδρέα μὲ τὸ Χριστό. Καὶ τόσο ἐνθουσιάστηκε γιὰ τὸ θησαυρὸ ποὺ ἀνακάλυψε, ὥστε γεμᾶτος χαρὰ ἔτρεξε, βρῆκε τὸν ἀδελφό του τὸν Πέτρο καὶ τοῦ λέει· «Εὑρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» (ἔ.ἀ. 1,42). Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ὁ Χριστὸς τοὺς κάλεσε καὶ ἔγιναν ἐπισήμως μαθηταί του.

Ὁ Ἀνδρέας ἔμεινε σταθερὰ πιστὸς στὸ Χριστό. Δὲν τὸν ἀρνήθηκε ὅπως ὁ Πέτρος, δὲν τὸν πρόδωσε ὅπως ὁ Ἰούδας. Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς ἔκανε τὸ πρῶτο θαῦμα στὸ γάμο τῆς Κανᾶ· αὐτὸς ποὺ κάνει τὰ κλήματα νὰ παίρνουν τὸ νερὸ καὶ νὰ τὸ κάνουν χυμό, αὐτὸς καὶ τότε ἔκανε τὸ νερὸ κρασὶ μέσα στὰ δοχεῖα. «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου, καὶ οὐδεὶς λόγος ἐξαρκέσει πρὸς ὕμνον τῶν θαυμασίων σου» (Μ. Ἁγιασμ.). Ἦταν κοντά του σὲ κάθε κήρυγμα, ὅταν ὁ Χριστὸς δίδασκε ἀλήθειες ποὺ ποτέ δὲν εἶχαν ξανακουστῆ κ᾽ οἱ ἄνθρωποι ἔτρεχαν σ᾽ αὐτὸν ὅπως οἱ μέλισσες στὸν ἀνθό. Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς ἔκανε τὰ μεγάλα του θαύματα καὶ ἔβγαζε δαιμόνια. Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς βρέθηκε μὲ τὰ πλήθη στὴν ἔρημο καὶ ρώτησε· «Πόθεν ἀγοράσωμεν ἄρτους ἵνα φάγωσιν οὗτοι;». Τότε ὁ Ἀνδρέας εἶπε· Εἶνε ἐδῶ ἕνα παιδὶ ποὺ ἔχει πέντε κρίθινα ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια, «ἀλλὰ ταῦτα τί ἐστιν εἰς τοσούτους;», ποῦ νὰ φτάσουν αὐτὰ γιὰ τόσους; (Ἰω. 6,5,8). Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ εἶδε τὸν Κύριο νὰ τὰ πολλαπλασιάζῃ καὶ νὰ χορταίνουν ὅλοι ἐκεῖνοι. Ἦταν κοντά του ὅταν πῆγε στὸ μνῆμα καὶ εἶπε στὸ νεκρὸ Λάζαρο «Λάζαρε, δεῦρο ἔξω» (Ἰω. 11,43). Ἦταν κοντά του ὅταν ὁ Χριστὸς μπῆκε στὰ Ἰεροσόλυμα καὶ τὰ πλήθη σὲ μιὰ πρωτοφανῆ αὐθόρμητη ἐκδήλωσι τὸν ὑποδέχθηκαν καὶ τὰ παιδιὰ φώναζαν «Ὡσαννά, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου» (Ἰω. 12,13 – Ψαλμ. 117,26). Κοντὰ στὸ Χριστὸ ἦταν ὁ Ἀνδρέας τὴν εὐλογημένη νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο, στὰ συνταρακτικὰ γεγονότα τῶν παθῶν, στὶς ἐμφανίσεις τοῦ Κυρίου μετὰ τὴν Ἀνάστασι, ὅταν ἦρθε κεκλεισμένων τῶν θυρῶν καὶ εἶπε «Εἰρήνη ὑμῖν» (Ἰω. 20,19,21). Παρὼν ἦταν στὴν Ἀνάληψι, ὅταν ὁ Χριστὸς ἔφυγε γιὰ τοὺς οὐρανούς. Παρὼν καὶ στὴν Πεντηκοστή, ὅταν τὸ Πνεῦμα το ἅγιο κατέβηκε «ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν» (ἀπόλ. Πεντ.) καὶ ἔκανε τοὺς ἀποστόλους πανσόφους διδασκάλους.

Παντοῦ ὁ Ἀνδρέας ἀκολούθησε πιστὰ τὸ Χριστό. Παρὼν ἦταν καὶ σὲ ἕνα περιστατικὸ ποὺ ἔχει σχέσι μ᾽ ἐμᾶς. Πῆγαν στὰ Ἰεροσόλυμα νὰ προσκυνήσουν Ἕλληνες προσήλυτοι, Ἕλληνες δηλαδὴ ποὺ ἤθελαν νὰ ἐνταχθοῦν στὸ λαὸ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἄκουγαν, ὅτι παρουσιάστηκε ἕνας διδάσκαλος ἀνώτερος ἀπὸ τὸν Πλάτωνα τὸν Ἀριστοτέλη καὶ τὸν Σωκράτη, πλησίασαν τοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ καὶ ζήτησαν νὰ τὸν δοῦν. Τότε ὁ Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸ Φίλιππο τοὺς ὡδήγησαν στὸ Χριστὸ καὶ ὁ Κύριος χάρηκε ποὺ εἶδε τὸ ἐνδιαφέρον τους· εἶπε μάλιστα μιὰ προφητεία, λόγια ποὺ ἀποτελοῦν τὸ μεγαλύτερο ἔπαινο γιὰ τὸ ἔθνος μας. Εἶπε· «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰω. 12,23). Ἔτσι ὁ Ἀνδρέας σχετίζεται καὶ μὲ τὸ ἔθνος μας.

Μετὰ τὴν Πεντηκοστὴ ἡ παράδοσις λέει, ὅτι οἱ μαθηταὶ σκορπίστηκαν στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ εὐαγγέλιο, καὶ ὁ Ἀνδρέας πῆρε τὸ ῥαβδί του καὶ πῆγε στὴ Βιθυνία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, στὴν Σκυθία ποὺ βρίσκεται στὰ βόρεια τοῦ Εὐξείνου Πόντου (στὴ ῾Ρωσία, ὅπου καὶ τιμᾶται ἰδιαιτέρως), στὴ Χαλκηδόνα, στὸ Βυζάντιο (τὴ σημερινὴ Κωνσταντινούπολι, γι᾽ αὐτὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο τὸν ἔχει προστάτη), τὴ Θρᾴκη, στὴ Μακεδονία, τὴ Θεσσαλία καὶ τὴν Ἀχαΐα, καθὼς καὶ στὸν Πόντο (Ἀμισό, Τραπεζοῦντα, Ἡράκλεια, Ἄμαστρι καὶ Σινώπη). Ἐκεῖ κήρυξε μέσα σὲ μεγάλες δυσκολίες καὶ ἵδρυσε ἐκκλησίες. Μετὰ τὴ Σινώπη πέρασε ἀπὸ τὴ Νεοκαισάρεια καὶ τὰ Σαμόσατα. Ὅλες αὐτὲς οἱ περιοχὲς ἄκουγαν γιὰ πρώτη φορὰ τὸ κήρυγμα τοῦ εὐαγγελίου.

Ἔφτασε τέλος στὴν Πάτρα. Κήρυξε κ᾽ ἐκεῖ, ἔκανε θαύματα, θεράπευσε ἀρρώστους μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὴ γυναῖκα τοῦ ῾Ρωμαίου ἀνθυπάτου Μαξιμίλα καὶ προσείλκυσε στὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ ὅλη τὴν πόλι τῶν Πατρῶν. Αὐτὸ προκάλεσε τὸ μένος καὶ τὴν κακία τῶν εἰδωλολατρῶν. Ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης τὸν ἔπιασε, τὸν ἔδεσε καὶ τὸν ἔρριξε στὸ μπουντρούμι ὅπου τὸν ἄφησε νηστικό. Ὅταν πλέον ἔφτασε ἡ ὥρα, τὸν ἔβγαλε ἀπὸ τὴ φυλακὴ καὶ τὸν θανάτωσε – πῶς νομίζετε; τὸν σταύρωσε ἀνάποδα, μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω! συνήθως εἰκονίζεται μὲ σταυρὸ χιαστί. Ἔτσι ἔγινε μιμητὴς τοῦ Ἐσταυρωμένου.

Ἀπὸ ποῦ βγῆκε, ἀγαπητοί μου, ὁ ἀπόστολος Ἀνδρέας; Ἀπὸ μιὰ οἰκογένεια. Ἂν δὲν ἦταν ὁ εὐσεβὴς Ἰωνᾶς, θὰ εἴχαμε σήμερα Ἀνδρέα;

Ἡ οἰκογένεια ἔχει μεγάλη σημασία γιὰ τὴ διάπλασι τῶν χαρακτήρων. Ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα εἶνε ἡ ῥίζα τῆς οἰκογενείας καὶ ἡ οἰκογένεια ἡ ῥίζα τῆς κοινωνίας. Ἐὰν ἡ ῥίζα εἶνε σάπια, σάπιοι θὰ εἶνε καὶ οἱ καρποί· ἐὰν ἡ ῥίζα εἶνε γερή, καὶ οἱ καρποὶ θὰ εἶνε καλοί.

Ὑπάρχει σήμερα χριστιανικὴ οἰκογένεια; Ὑπῆρχε κάποτε· καὶ ἦταν αὐτὴ τὸ μεγάλο πανεπιστήμιο. Ὅλα μπορεῖ νὰ τὰ ξεχάσῃς· ἕνα δὲν ξεχνιέται, τὰ λόγια τῆς μάνας τοῦ πατέρα τῆς γιαγιᾶς· φυτεύονται στὴν καρδιά. Τότε οἱ Χριστιανοὶ Ἕλληνες στὶς καλύβες τους τὸ πρωὶ ποὺ ξυπνοῦσαν προσεύχονταν, διάβαζαν Εὐαγγέλιο καὶ βίους ἁγίων. Ἂν ἀκουγόταν κακὸς λόγος, ἡ ἀγράμματη γιαγιὰ ἔβαζε πιπέρι στὸ στόμα. Γνώρισα ἕνα γέροντα καὶ μοῦ ἔδειξε τὴ γλῶσσα του ποὺ ἦταν καμμένη. Μοῦ τὴν ἔκαψε ἡ μάνα μου μὲ κάρβουνο, λέει, ὅταν εἶπα κάποτε ἕνα κακὸ λόγο…

Δεῖξτε μου μιὰ τέτοια οἰκογένεια, νὰ πέσω νὰ φιλήσω τὰ πόδια τους. Δὲν ὑπάρχει. Τὸ σπίτι ἔγινε πλέον ξενοδοχεῖο ὕπνου καὶ φαγητοῦ. Ἔχουμε ἀνάγκη ἀπὸ χριστιανικὲς οἰκογένειες. Ἀπὸ ᾽κεῖ θὰ βγῇ ὁ καλὸς δάσκαλος, ὁ γενναῖος ἀξιωματικός, ὁ εὐλαβὴς κληρικός. Ὅσοι εἶστε γονεῖς, σκεφθῆτε τὴν εὐθύνη σας· προσέξτε πῶς θ᾽ ἀναθρέψετε τὰ παιδιά, ὥστε νὰ γίνουν ἡ ἐλπίδα γιὰ τὸ μέλλον.

Εἴθε ὁ Θεός, διὰ πρεσβειῶν τοῦ ἁγίου Ἀνδρέου, νὰ φυλάῃ ὅλους μας· ἀμήν.

Η γυναίκα που στάθηκε αγέρωχη απέναντι στα Ες Ες

8 Σεπτεμβρίου 1944, ώρα 5:30 το πρωί. Στρατιωτικά γερμανικά οχήματα με ανοικτές τέντες, διασχίζουν την Ιερά Οδό και καταλήγουν στην αρχή μιας μικρής χαράδρας κοντά στη Μονή Δαφνίου, λίγο πριν από την ανηφοριά που βρίσκεται το Χαϊδάρι. Εκεί σταματούν και κατεβάζουν 59 Έλληνες. Τους τοποθετούν σε σειρά και ετοιμάζονται για την εκτέλεση. Ξεχωρίζουν τις εννέα γυναίκες που θα εκτελέσουν πρώτες, πριν από τους άντρες.  

Και ενώ όλοι παγώνουν, μια γυναικεία φωνή ακούγεται θαρρετά: «Θάρρος παιδιά! Ζήτω η πατρίδα μας. Μη λυγίσετε παιδιά!». Ύστερα παίρνει μια-μια τις μελλοθάνατες τις βάζει σε κύκλο κι αρχίζει να τραγουδά το τραγούδι του Ζαλόγγου. 

Είναι η Λέλα Καραγιάννη, η μεγάλη ηρωίδα της Εθνικής μας Αντίστασης, επικεφαλής της οργάνωσης που η ίδια ίδρυσε και χρηματοδοτούσε, τη Μπουμπουλίνα [1]. Γεννημένη το 1898 στη Λίμνη Ευβοίας, κατοικούσε στην Αθήνα με τον Σμυρνιό φαρμακοποιό σύζυγό της Νίκο Καραγιάννη και τα επτά παιδιά τους.

Λίγους μήνες πριν, τον Ιούλιο του 1944 οι Γερμανοί έχουν συλλάβει το συνεργάτη της Γιώργο Ριζόπουλο. Ο Ριζόπουλος έσπασε στην ανάκριση από τα σκληρά βασανιστήρια. Οι ώρες μετρούν αντίστροφα για τη σύλληψή της. Στις 11 Ιουλίου 1944 οι Γερμανοί κάνουν έφοδο στο σπίτι της. Εκείνη νοσηλεύεται στο Νοσοκομείο του Ερυθρού Σταυρού. Στο σπίτι βρίσκονται τα τέσσερα από τα επτά παιδιά της, ο Γιώργος, η Ιωάννα, η Νεφέλη και η Ηλέκτρα. Συλλαμβἀνονται όλα.  Ο Νέλσων, ένας από τους γιους της είναι στη Γλυφάδα. Οι Γερμανοί δεν αργούν να τον εντοπίσουν και να τον συλλάβουν και στη συνέχεια πάνε στον Ερυθρό Σταυρό και από κει την οδηγούν στα κρατητήρια της Μέρλιν.

Δεν είναι η πρώτη φορά που τα μέλη της οικογένειας Καραγιάννη διαβαίνουν τα μπουντρούμια των κατακτητών. Τρία χρόνια πριν, τον Ιούνιο του 1941 ο ένας από τους τρεις γιους της, ο Γιώργος είχε περιθάλψει έναν Αυστραλό τραυματία, τον Τζον Ουίλσον. Ο Ουίλσον έγινε σύντομα καλά, αλλά σε μια βραδινή έξοδο σε ένα μπαρ μέθυσε και αποκάλυψε όλη την περιπέτειά του στον άντρα που καθόταν απέναντί του και τον άκουγε με περισσή προσοχή. Όχι βέβαια από ανθρώπινο ενδιαφέρον, αλλά γιατί ήταν Γερμανός πράκτορας. Ο Γιώργος Καραγιάννης συνελήφθη και κατά τη διάρκεια της ανάκρισης κατάφερε να δραπετεύσει.

Τώρα όμως, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα. Οι Γερμανοί την υποβάλλουν σε βασανιστήρια προκειμένου να μιλήσει. Την κρεμούν ανάποδα, της προκαλούν εξάρθρωση στους ώμους, την χτυπούν στα πλευρά με το πόμολο της πόρτας, την αφήνουν τρεις μέρες χωρίς νερό. Όλα με την καθοδήγηση του διαβόητου βασανιστή Φριτς Μπέκε. Κι όταν πια όλα τα μέσα τους αποδεικνύονται αναποτελεσματικά, φέρνουν μπροστά της τα παιδιά της. Ο Βύρωνας ίσα που στέκεται στα πόδια του. Το πουκάμισό του είναι καταματωμένο, τα πόδια του ήταν καμένα, τα χέρια του κρέμονταν λες και ήταν παράλυτα.

«Αν ποτέ σας πιάσουν οι Γερμανοί, μας είπε, να δείξετε γενναιότητα και να μην λυγίσετε, γιατί έτσι θα επιβαρύνετε περισσότερο την θέση σας.

Προσέξτε καλά, δεν ξέρετε τίποτα για το τι έκανα, έτσι μόνο θα γλυτώσετε, και δεν θέλω να κλάψετε ή να πενθήσετε για μένα, μόνο να σκέπτεστε, ότι ό,τι κάναμε το κάναμε για την πατρίδα και αυτό θα σας ανακουφίζει» τους είπε πει σε ανύποπτη στιγμή, θυμάται ο Βύρωνας.

Η Λέλα μαζεύει με μια υπεράνθρωπη προσπάθεια τα αισθήματά της και κοιτάζοντας το γιο της επιτακτικά λέει μόνο μια λέξη: «Πρόσεχε!»

«Μας έλεγε ότι πίστευε στον Θεό και στην βοήθειά Του για να σωθούμε εμείς, τα παιδιά της» θυμάται ο Βύρωνας.

Ο Μπέκε γρήγορα αντιλαμβάνεται πως απέναντί του έχει μια αγέρωχη γυναίκα που δεν λυγίζει εύκολα. Αρπάζει τα δυο αγόρια και τους κολλάει τα πρόσωπα στον τοίχο. Βγάζει το περίστροφο απ’ τη θήκη του και το σφίγγει στο κεφάλι του Νέλσωνα ουρλιάζοντας: ««Λέλα Καραγιάννη, πρόσεξε καλά, σου δίνω δυο λεπτά προθεσμία, για να μου απαντήσεις σ’ αυτά που σ’ ερωτώ, διαφορετικά θα εκτελέσω, τώρα εδώ μπροστά σου, ένα – ένα τα παιδιά σου, αρχίζοντας από αυτόν εδώ. Λέγε, γιατί θα πιέσω την σκανδάλη …»

Το κεφάλι του παιδιού νιώθει την πίεση του σιδερικού και γέρνει. Ο Μπέκε δείχνει αποφασισμένος να τον εκτελέσει δίχως δεύτερη σκέψη.

Κι ενώ τα δευτερόλεπτα κυλούν απελπιστικά αργά, η ήρεμη και σταθερή φωνή της μάνας δίνει τέλος στο μαρτύριο. «Τα παιδιά μου, εγώ τα γέννησα, δικά μου είναι, αλλά πρέπει να ξέρεις ότι πρωτίστως ανήκουν στην πατρίδα μας. Πρόσεξε καλά, και πάλι σου λέω ότι αυτά δεν ξέρουν τίποτα και άδικα θα τα σκοτώσεις». 

Αμήχανος ο Μπέκε βάζει το περίστροφο στη θήκη και τρέμοντας από οργή και εκδίκηση της λέει: «Τα παιδιά σου τα χρειάζομαι προς το παρόν, και μόλις τελειώσω μ’ αυτά, υπόσχομαι να τα στείλω στο εκτελεστικό απόσπασμα, να μην αμφιβάλλεις γι’ αυτό».

Από το κολαστήριο της οδού Μέρλιν την οδηγούν μαζί με άλλους πατριώτες που είχε συλλάβει η SD, η διαβόητη ασφάλεια των SS στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου. Η αρχική σκέψη των Γερμανών ήταν να τους ανταλλάξουν με δικούς τους αιχμαλώτους. Ο πόλεμος όμως, πήρε άλλη τροπή. Η Γερμανία ήταν πλέον σε δεινή θέση. Η ανταλλαγή των αιχμαλώτων δεν θα γίνει ποτέ. Η εκτέλεσή τους έχει ήδη αποφασιστεί. Δίχως δίκη, χωρίς στρατοδικείο.

Το σούρουπο της 7ης Σεπτεμβρίου διαδόθηκε στο στρατόπεδο ότι ήρθαν κλούβες και ένα απόσπασμα. Ο Νέλσωνας κι ο Βύρωνας τρέμοντας από αγωνία σκαρφαλώνουν στα παραθυράκια του υπογείου όπου κρατούνται. «Βύρων, παίρνουν και τη μαμά!» λέει σπαρακτικά ο Νέλσων. Τρέμοντας ο Βύρων, κάνει μια προσπάθεια να διακρίνει. Και τη βλέπει μαζί με κάποιους συνεργάτες της. Κάποια στιγμή ένας άντρας φεύγει από τη θέση του, πλησιάζει την Καραγιάννη, γονατίζει και της φιλά το χέρι. Είναι ο Γιώργος Ριζόπουλος, ο πρώην συνεργάτης της που έσπασε από τα βασανιστήρια και τους πρόδωσε όλους.

Η Λέλα τον κοιτά ίσια στα μάτια. Κι ύστερα με μια κίνηση όλο μεγαλείο, από εκείνες που εύχεσαι να υπάρχει κάπου κοντά μια κάμερα για να την απαθανατίσει και να τη δείχνουν μετά στο μάθημα της Ιστορίας στα σχολεία, σκύβει και του δίνει συγχώρεση!  

Η πομπή με τα δύο φορτηγά ξεκινά στις 5:30 το πρωί της 8ης Σεπτεμβρίου του 1944.  Κι ενώ έχουν διανύσει μερικές εκατοντάδες μέτρα, ένα χέρι μελλοθάνατου γλιστρά πάνω από τα πλαϊνά σίδερα και αφήνει να πέσει στο δρόμο ένα μικρό δεματάκι. Λίγη ώρα αργότερα ένας μικροπωλητής σκοντάφτει επάνω του και με περιέργεια το ανοίγει. Με έκπληξη, που γρήγορα γίνεται συγκίνηση, διαβάζει ένα σημείωμα που είναι γραμμένο σε χαρτί κονσέρβας: «Ο ευρών παρακαλείται να πάει το παρόν σημείωμα στον Ιερό Ναό Αγίας Ειρήνης, εις τον ιερέα Βασίλειο Χούπη. Είμαι γιος του και εκτελούμαι σήμερα 8-9-1944. Ζήτω η Πατρίς. Πατέρα, μανούλα μου, Κούλα μου. Να με συγχωρήσετε για την πίκρα που θα σας ποτίσω. Θέλω να ζήσετε, για να εκδικηθήτε και να προσεύχεσθε για την ανάπαυση της ψυχής μου. Θάρρος, συγγνώμη. Σας φιλώ, Ιωάννης Χούπης». Τα χέρια του μικροπωλητή τρέμουν και τα δάκρυα αυλακώνουν το πρόσωπό του, ενώ κάτω από το σημείωμα γλιστρά μια εικόνα της Παναγίας.

Τα καμιόνια στο μεταξύ φτάνουν στο άλσος. Οι 12 στρατιώτες παίρνουν θέση απέναντι στους μελλοθανάτους.  Και τότε συμβαίνει κάτι που όμοιό του, δεν έχει καταγράψει η Ιστορία: «Ανάμεσα από τους μελλοθανάτους άνδρας, ξεπετιέται ένα παιδί 19 ετών. Είναι ο Γιάννης Χούπης, […]. Τόσο εντυπωσιάζεται ο Γιάννης από το θάρρος των γυναικών, που ορμά στο κοντινότερο πολυβόλο, το αρπάζει από τα χέρια ενός Γερμανού και το στρέφει εναντίον των. Δυστυχώς δεν ξέρει να το χειρισθεί. Μάταια δοκιμάζει να πυροβολήσει. Οι Γερμανοί τρομοκρατούνται και αρχίζουν να βάλλουν στο σωρό των πατριωτών, όσο να τους σωριάσουν όλους».

Αυτά μετέφερε ο Έλληνας διερμηνέας που ήταν παρών στην εκτέλεση στους μελλοθάνατους Νίκο Μπάρδη και Δημήτρη Αλεξόπουλο, οι οποίοι πήραν χάρη την τελευταία στιγμή λόγω παρέμβασης του δοτού πρωθυπουργού Ιω. Ράλλη.

Ο παπα Βασίλης μαθαίνει το τραγικό νέο της εκτέλεσης του μονάκριβου γιου του, από την πρεσβυτέρα που στο μεταξύ είχε ειδοποιήσει ο μικροπωλητής. Ο τραγικός πατέρας ξεκινά για το Χαϊδάρι. Στο δύσκολο έργο της αναγνώρισης είναι δίπλα του ο διάκος της αγίας Ειρήνης, ένα παλικάρι από την Κύπρο που ήλθε στην Αθήνα για να σπουδάσει Θεολογία. Είναι ο μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Μακάριος.

Ο Γιάννης, ο αριστούχος απόφοιτος του Πρότυπου Βαρβακείου Γυμνασίου και φοιτητής της Νομικής,  κηδεύτηκε την άλλη μέρα στο  Α΄ Κοιμητήριο. Τα «σαράντα», με την πατρίδα πλέον λεύτερη, τα έκανε ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός.

Στο μεταξύ ο τραγικός σύζυγος και πατέρας Νίκος Καραγιάννης κάνει προσπάθειες αφενός να βρει τη σωρό της γυναίκας του και αφετέρου να σώσει τα παιδιά του. Με τη βοήθεια μιας γερμανίδας κατοίκου της Αθήνας τα παιδιά απελευθερώθηκαν στις 9 Σεπτεμβρίου.

Το σώμα της ηρωίδας, διάτρητο από τις σφαίρες, παρέλαβαν οι αδελφές της Μαρία και Καλλιόπη Μινοπούλου και τάφηκε στο 2ο Κοιμητήριο της Αθήνας. Μερικά χρόνια αργότερα έγινε η εκταφή της. «Πλένοντας τα οστά της μετά την εκταφή, διέκρινα τα διαμπερή τραύματα που είχαν αφήσει οι σφαίρες στο κρανίο, στους μηρούς και στις κνήμες», περιγράφει η εγγονή της ηρωίδας, που γεννήθηκε έναν χρόνο μετά την εκτέλεση και πήρε το όνομά της: Λέλα Καραγιάννη.

Η εκτέλεση της Λέλας Καραγιάννης και των άλλων πατριωτών ήταν από τις τελευταίες εκτελέσεις που έκαναν οι Γερμανοί. 34 ημέρες μετά η Αθήνα απελευθερώθηκε. Εκτός από τους 56 Έλληνες που εκτελέστηκαν στις 8 Σεπτεμβρίου, σκοτώθηκε μια Ουγγαρέζα, η Άννα Μπαν, μια Αγγλίδα που συνελήφθη τον Απρίλη του 1944 στην Πάτρα η Μάρτζορυ Δημοπούλου, η οποία ήταν παντρεμένη με τον Τάκη Δημόπουλο από τον Πύργο και ένας αξιωματικός του ιταλικού στρατού, ο  Βιτόριο ντε Κάρλο.

Το 1947, η Ακαδημία Αθηνών απένειμε στη Λέλα Καραγιάννη το Βραβείο Αρετής και Αυτοθυσίας. Ακολούθησε ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Τιμόθεος Α’ το 1948 που απένειμε «στην ηρωίδα Λέλα Καραγιάννη, που έπεσε για την πίστη, την πατρίδα και την ελευθερία τον σταυρό του Παναγίου Τάφου». Και το 1961 ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής Χριστόφορος Β’, της απένειμε «τον τίμιον σταυρόν του Αποστόλου και Ευαγγελιστού Μάρκου Γ’ τάξεως». Το 2020 εκδόθηκε προεδρικό διάταγμα ύστερα από πρόταση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας με το οποίο της απονεμήθηκε ο βαθμός του Ταξιάρχου επί τιμή.

Η Λέλα Καραγιάννη πέρασε στην Ιστορία. Το μυστικό του ηρωισμού της, αυτό που την έκανε  να αναμετρηθεί με αδίστακτους Γερμανούς, αυτό που ενέπνευσε ηρωικές πράξεις σαν εκείνη του Γιαννάκη Χούπη, είναι αυτό που αφηγείται στο ντοκιμαντέρ[1] παραγωγής της ΕΡΤ, ο ίδιος ο γιος της, Βύρωνας: «Όλα (τα παιδιά) μεγαλώσαμε μέσα σ’ ένα χριστιανικό περιβάλλον, με τις παραδόσεις της φυλής μας, όπου η φιλοπατρία ήταν ανωτέρα στην ιεράρχηση των καθηκόντων. Είχαμε πάθος για την πατρίδα μας, που μας το ενέπνευσαν οι γονείς μας και προπάντων η μητέρα μας».

25 Νοεμβρίου 2022
Ημέρα πανελλαδικού εορτασμού της Εθνικής Αντίστασης

___________________

[1] https://www.youtube.com/watch?v=GJ5LNU0Ar3k&ab_channel=Vassilis7Loules (απόσπασμα)

Αν και δεν είναι γνωστό το κριτήριο με το οποίο επέλεξε το όνομα της οργάνωσης, το πατρικό επώνυμο της μητέρας της (Μπούμπουλη), μας επιτρέπει να εικάσουμε το λόγο.

Στόχος της οργάνωσης ήταν αφενός η φυγάδευση Βρετανών στρατιωτών στο Κάιρο και αφετέρου οι δολιοφθορές κατά του εχθρού, μέσα από ένα θαυμάσια οργανωμένο και αποτελεσματικό δίκτυο κατασκοπείας. Ανάμεσα στους συνεργάτες της ήταν ο καπνοβιομήχανος Τάσος Παπαστράτος, ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, η συγγραφέας Ιωάννα Τσάτσου και ο Γεώργιος

Πηγή: https://anastasiosk.blogspot.com/2022/11/blog-post_127.html#more

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΛΟΥΚΑ (3ο). Τοῦ πλουσίου ἄρχοντα (Λουκ. 18:18-27)

ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη 

Τό θέμα εἶναι σοβαρό!

Ἕνας ἄθεος ἔκανε μιά ὁμιλία σέ ἀπίστους. Τούς ἀποδείκνυε μέ ἐπιχειρήματα, ὅτι αὐτά πού λέει τό Εὐαγγέλιο «περί αἰωνίου ζωῆς», εἶναι ψέμα. Εἶχαν ἔρθει πολλοί ἀκροατές· ἀνάμεσά τους ἦταν καί ἕνας μεθυσμένος (ἄπιστος). Κάποια στιγμή ὁ μεθυσμένος πετάχθηκε καί τοῦ φώναξε: «Πέστα μας καλά! Ἀπό σένα κρεμόμαστε! Πρόσεξε μήν μᾶς πάρεις στό λαιμό σου!». Ὁ μεθυσμένος μίλησε ἐλεύθερα. Καί «πρόδωσε» τή βαθιά του ἀμφιβολία γιά τήν ἀπιστία του.

Καί γιατί δέν ἦταν σίγουρος γιά τό «πιστεύω» του; Γιατί ὁ φύσει ἀθάνατος Θεός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο «κατ’ εἰκόνα Του» (Γέν. 1:27) «Ἀντίγραφο» Του. Καί ὅπως κύριο γνώρισμα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀθανασία, ἔτσι καί κύριο γνώρισμα τοῦ «ἀντιγράφου» Του, τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς εἶναι ἡ πίστη στήν ἀθανασία. Πόθος, νοσταλγία, «καϋμός»  γιά ἀθάνατη ζωή. Γι’ αὐτό καί τό σύνολο τῶν ἀνθρώπων πιστεύει (ἔστω καί  ὑποσυνείδητα) ὅτι «κάτι» ὑπάρχει μετά θάνατον! Γι’αὐτό καί ὁ θάνατος εἶναι ἀφύσικος γιά τήν ἀθάνατη ψυχή! Γι’αὐτό οὐδείς θνητός νιώθει ἄνετα, νορμάλ, μπρός στίς κηδεῖες (στό θάνατο) ἀλλά νιώθει ἀφύσικα, ἀμήχανα, πληκτικά.

Αὐτή  ἡ ἔμφυτη πίστη στήν μετά θάνατο ζωή, ἔκανε τόν πάμπλουτο ἄρχοντα πού μᾶς ἀναφέρει ὁ Λουκᾶς (Λουκ. 18:18-27) νά τρέξει στό Χριστό καί νά Τόν ρωτήσει, τί νά κάνω, ὥστε νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή. Βλέπετε, ὅτι τά πολλά του πλούτη δέν στάθηκαν ἱκανά, νά νεκρώσουν ἀπό μέσα του τήν ἔμφυτη «ἰδιότητα», πού ἔχει μέσα του ὁ ἄνθρωπος: Πίστη στήν αἰωνιότητα. Καί αὐτό ἰσχύει γιά κάθε ἄνθρωπο, ἀκόμα γιά τόν ἄπιστο, γιατί ὅλοι ἀνεξαιρέτως οἱ ἄνθρωποι εἶναι «κατ’ εἰκόνα τοῦ ἀθανάτου Θεοῦ».

Ἔτσι ἐξηγεῖται, γιατί ἀκόμα καί τό ἀθεϊστικό ἐπιστημονικό «Λιτερατούρναγα Ρωσσία», (ἔτος 1966 τ. 33), τῆς πρώην Σοβιετικῆς Ἕνωσης ἀσχολήθηκε μέ αὐτό τό θέμα. Συγκεκριμένα: Παρουσίαζε δύο ρώσους ἐπιστήμονας τόν Ἠλία Σελβίνσκι καί τόν Λέβ Ὄζερωφ νά συζητοῦν τό θέμα!  Καί κατέληξαν στό συμπέρασμα: «Τό θέμα αὐτό εἶναι πολύ σοβαρό! Εἶναι ἕνα πολύ μεγάλο φιλοσοφικό, ἱστορικό καί λογοτεχνικό πεδίο ἔρευνας μέ πολύ μεγάλον μέλλον»

«Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὄν λογικό, ἔχοντας τήν τάση νά παραλογίζεται!» ἔλεγε ὁ μεγάλος συγγραφέας Ἐμμανουήλ Ροΐδης (+1904). Καί αὐτός ὁ παραλογισμός του, φαίνεται ἀπό τήν στάση πού τηρεῖ στό μεγάλο θέμα, πού λέγεται μετά θάνατο ζωή! Παρόλο πού τόν ἀπασχολεῖ εἴτε συνειδητά, εἴτε ὑποσυνείδητα, δέν τολμᾶ νά τό συζητήσει, νά τό ψάξει, ἀλλά τό καταβυθίζει μέσα του ἀκόμα πιό βαθιά, μιμούμενος μέ τέλειο τρόπο τήν ἀφέλεια τῆς στρουθοκαμήλου! (Ἡ στρουθοκάμηλος με τό «δίκιο» της, γιατί εἶναι ἄλογο ζῶο!). Καί παράλληλα αὐτοθαυμάζεται γιά τή σοφία του καί γιά τή λεβεντιά του! Ἐκτός ἄν ἡ αἰώνια ζωή εἶναι μιά ἀσήμαντη λεπτομέρεια, πού δέν ἀξίζει κανείς νά ἀσχοληθεῖ οὔτε γιά ἕνα δευτερόλεπτο!

Ὁ ρῶσος φιλόσοφος Νικολάϊ Φεοντόρωφ, (+1903) ὅλη του τήν φιλοσοφία του, τήν σκέψη του, τήν εἶχε ἐπικεντρώσει γύρω ἀπό τή μετά θάνατο ζωή. Καί ὅταν τόν ρωτοῦσαν, «γιατί ἀσχολεῖσαι συνεχῶς μέ αὐτό τό θέμα;», τούς ἀπαντοῦσε: «Ἄν στό θέμα αὐτό ἀστοχήσουμε, τί θέλουμε καί ζοῦμε;». Μέ ἄλλα λόγια, ἄν δέν ξέρουμε, ποῦ θά πᾶμε, ὅταν τελειώσει αὐτό τό ἐπίγειο, μακρυνό καί κοπιαστικό ταξίδι μας, ποιός ὁ λόγος νά ταξιδεύουμε;! Καί μέ τί ψυχολογία ταξιδεύουμε; Ἄν ὅμως ξέρουμε τό τέλος αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ταξιδιοῦ μας, τότε  ἔχει νόημα τό ταξίδι μας! Μέ ἄλλα λόγια ξέρουμε, νά ζοῦμε! Καί ὅμως ἐλάχιστοι ἀπό τούς ἀνθρώπους, προικισμένους μέ τό δῶρο τῆς λογικῆς, ἀσχολοῦνται στά σοβαρά μέ τό σοβαρό αὐτό θέμα τῆς ἐπιγείου ζωῆς μας!

Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ φιλόσοφος Διογένης (4ος αί. π.Χ.) ἕνα μεσημέρι γύριζε τήν πολυσύχναστη «πλατεία» (ἀγορά) τῆς ἀρχαίας Κορίνθου, κρατώντας στό χέρι του ἀναμμένο φανάρι, σάν κάτι νά ἔψαχνε ἐναγωνίως! «Τί σοῦ χρειάζεται τό φανάρι μέρα-μεσημέρι;», τόν ρώτησε κάποιος. «Ψάχνω νά βρῶ ἕναν ἄνθρωπο!». Καί ἦταν ἀνάμεσα σέ ἀνθρωποθάλασσα! Τό μήνυμά του ἦταν σαφές: Ἔψαχνε γιά ἄνθρωπο πού νά ἔχει σωστό σκεπτικό, προβληματισμό, στόχο στή ζωή του. Τέτοιοι ἄνθρωποι σπανίζουν!

Ὁ πλούσιος  ἄρχοντας μπορεῖ νά ἦταν κολλημένος στά πλούτη του, ἀλλά τουλάχιστον ὡς ἄνθρωπος εἶχε ἕναν σοβαρό προβληματισμό γύρω ἀπό τήν αἰώνια ζωή, πού λείπει ἀπό πολλούς. Ἄς πάρουμε λοιπόν καί ἐμεῖς  αὐτόν τόν ὑγιῆ προβληματισμό του, «γιά τό τί πρέπει νά κάνουμε προκειμένου νά κερδίσουμε τήν αἰώνια ζωή», καί ἄς κάνουμε αὐτό πού δεν μπόρεσε νά κάνει αὐτός ὁ ἄρχοντας· ἄς ἀγωνισθοῦμε γιά τήν αἰώνια ζωή· ἄς κάνουμε θυσίες! Θά εἶναι ἡ καλύτερη θυσία πού θά κάνουμε στή ζωή μας! Καί ἔτσι ἡ ζωή μας θά «ἀναβαθμισθεῖ», θά δροσισθεῖ ἀπό τά δροσερά καί ζωηφόρα νερά τῆς αἰωνιότητος. Τότε θά χαιρόμαστε τή ζωή, ἀλλά καί τό θάνατο, γιατί ἀκριβῶς ὁ θάνατος θά εἶναι ἡ ὁδός πού θά μᾶς ὁδηγήσει στήν αἰώνια ζωή.

ΑΓΙΟΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ Ο ΠΑΦΛΑΓΟΝΑΣ 26-11-2022

Τοῦ μακαριστού  Στεργίου Σάκκου, Καθηγητοῦ Πανεπιστημίου ΑΠΘ

Ὁ ἅγιος Στυλιανός-Στεργιανός ( 26 Νοεμβρίου)

Στίς 26 τοῦ μηνός Νοεμβρίου ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τόν ἅγιο Στυλιανό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰδιαίτερα ἀγαπητός στόν λαό καί θεωρεῖται προστάτης τῶν βρεφῶν καί νηπίων. Πολύ χαρακτηριστική ἀλλά καί συγκινητική εἶναι ἡ εἰκόνα του· ὁ ἅγιος κρατώντας ἕνα σπαργανωμένο παιδί στήν ἀγκαλιά του παρουσιάζεται ὡς φιλόστοργη μητέρα καί συγχρόνως ὡς χειροδύναμος πατέρας, πού προσφέρει στό παιδί τήν στοργή καί τήν δύναμη πού αὐτό χρειάζεται. Οἱ γυναῖκες πού δέν γεννοῦν παιδιά ἐπικαλοῦνται τήν πρεσβεία του καί οἱ μητέρες, ὅταν ἀρρωσταίνουν τά μικρά τους, προστρέχουν στήν βοήθειά του.

Ἐνῶ ὅμως εἶναι πολύ διαδεδομένη ἡ γιορτή του καί πολύ λαοφιλής ἡ μνήμη του, δέν εἶναι καλά γνωστή ἡ ἱστορία του. Ὑπάρχει, μάλιστα, μία σύγχυση γύρω ἀπό τό πρόσωπό του, καθώς καί γύρω ἀπό τό ὄνομά του, ἡ ὁποία ἐπιτείνεται, καθόσον σήμερα οἱ χριστιανοί δέν ἐνδιαφέρονται νά διασώζουν ἀκριβῶς τό ὄνομα τοῦ ἁγίου μέ τό ὁποῖο βαπτίσθηκαν. Ἔτσι πολλοί δέν ἀναγνωρίζουν ἄν τά βαπτιστικά Στέλιος, Στέλλα καί Στέργιος, Στεργιανή ἀναφέρονται στόν ἴδιο ἅγιο Στυλιανό ἤ τό δεύτερο ἀναφέρεται σέ ἄλλον ἅγιο. Ἔχουν τήν ἰδέα ὅτι τό Στέργιος μπορεῖ νά προέρχεται ἀπό τό Ἀστέριος ἤ ἀκόμη ἀπό τό Σέργιος, καί δέν ἔχει σχέση μέ τό Στυλιανός. Παρόλο ὅμως πού εἶναι βέβαιο ὅτι ἅγιοι Ἀστέριος καί Σέργιος ὑπάρχουν στήν Ἐκκλησία μας, δέν εἶναι καθόλου βέβαιο ὅτι τό Στέργιος συνδέεται μέ αὐτά τά πρόσωπα καί τά ὀνόματά τους. Νομίζω ὅτι εἶναι μία εὐλαβική προσφορά στήν μνήμη τοῦ ἁγίου καί μία σεμνή συμμετοχή στήν γιορτή του νά προσπαθήσουμε νά γνωρίσουμε καλύτερα τό πρόσωπό του μελετώντας τό ὄνομά του, τό ὁποῖο σέ τέτοιες περιπτώσεις ἀποτελεῖ μία ἱστορική μαρτυρία ταυτότητος.

Τό συναξάριο μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ ἅγιος Στυλιανός καταγόταν ἀπό τήν Παφλαγονία, ὅπου καί ἀπέθανε καί ἐτάφη. Ἔζησε στά χρόνια μεταξύ τοῦ δ΄ καί στ΄ αἰῶνος καί ἔδειξε ἀπό μικρός ὅτι ἀνῆκε ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό. Νωρίς μοίρασε τήν περιουσία του στούς πτωχούς καί ἔγινε μοναχός, ὡς μοναχός δέ ξεπέρασε τούς πάντες σέ κοπιαστική ἄσκηση καί σκλη­ρα­γωγία. Ἀργότερα ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο καί κατοίκησε μέσα σέ μία σπηλιά. Ἡ ἁγιότητά του εἵλκυσε τήν θεία χάρη, καί ἀπέ­κτησε τό χάρισμα νά θεραπεύει ἀνίατες ἀρρώστιες. Ἰδιαίτερα ὅταν μητέρες πού ἔχαναν τά νεογνά τους ἐπικαλοῦνταν τό ὄνομά του, γρήγορα ἀποκτοῦσαν ἄλλα παιδιά.

Μ’ αὐτήν τήν φήμη, τῆς προστασίας τῶν βρεφῶν, ὁ ἅγιος Στυλιανός ἐπεκράτησε στόν λαό, καί ἡ γιορτή του διακρίθηκε. Μέ τό ὄνομά του βαπτίζονταν συχνά τά παιδιά, γιά νά ἔχουν τήν βοήθειά του, ἰδιαίτερα ἄν ἦταν φιλάσθενα ἤ ἄν εἶχε κινδυνεύσει ἡ ὑγεία τους. Στά νεώτερα χρόνια ἡ ἰδιότητα τοῦ ἁγίου νά «στερεώνει» τά μικρά παιδιά στήν ζωή ὑπερίσχυσε τοῦ ὀνόματός του καί ἐπιπλέον ἡ ὁμοηχία τοῦ ὀνόματος Στυλιανός μέ τήν ἰδιότητα τοῦ στερεός συνέβαλε, ὥστε ὁ ἅγιος Στυλιανός νά γίνει στά νεοελληνικά Στεργιανός καί τά παιδιά πού ἔπαιρναν τό ὄνομά του νά λέγονται ἐπίσης Στέργιος, Στεργιανή. Τά ὀνόματα αὐτά ἀπαντοῦν ἰδιαίτερα στούς ὀρεινούς πληθυσμούς τῆς Β. Ἑλλάδος, ἐνῶ στά νότια παραμένουν τά ἀρχικά Στέλιος, Στέλλα. Στούς ὀρεινούς συνηθίζονταν, ἐξάλλου, καί ἄλλα παρεμφερῆ ὀνόματα, πού ὑπαγορεύονταν ἀκριβῶς ἀπό τόν φόβο τῆς θνησιμότητας τῶν βρεφῶν. Ἔτσι μαζί μέ τό Στέργιος, πού δινόταν σάν εὐχή στό παιδί νά στεργιώσει καί σάν προσευχή στόν ἅγιο νά βοηθήσει, ἀκούγονταν συχνά καί τό Ζήσης (= νά ζήσει), τό Ρίζος (=νά ριζώσει) καί ἄλλα ὅμοια.

Ἑπομένως, τό ὄνομα Στέργιος ἀναφέρεται στόν ἅγιο Στυλιανό καί δέν ἔχει σχέση ὡς ὄνομα οὔτε μέ τό Ἀστέριος οὔτε μέ τό Σέργιος. Τό Ἀστέριος ἦταν γνωστό καί στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή καί σημαίνει αὐτόν πού μοιάζει μέ ἀστέρι· τό δέ Σέργιος μᾶς ἦλθε ἀπό τά λατινικά καί ἐξελληνίσθηκε.Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἐν προκειμένῳ μέ τόν ἅγιο Στυλιανό συνέβη ὅ,τι καί μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο· κληροδότησαν στήν Ἐκκλησία ὄχι μόνο τό ἁγιασμένο ὄνομά τους, ἀλλά καί τό εὐλογημένο τους χάρισμα. Πράγματι, ὡς βαπτιστικά σήμερα χρησιμοποιοῦνται τόσο τά Στυλιανός, Ἰωάννης ὅσο καί τά ἀντίστοιχα Στέργιος, Χρυσόστομος.

Τήν ἴδια μέρα μέ τόν ἅγιο Στυλιανό γιορτάζει καί ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης ἤ Στυλίτης, ἕνας ἅγιος πού παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεῖα μέ τόν ἅγιο Στυλιανό. Ἦταν καί αὐτός Παφλαγόνας, ἀπό τήν Ἀδριανούπολη, καί ἔδειξε καί αὐτός ἀπό μικρός ὅτι ἦταν προικισμένος μέ ἐξαιρετικές χάρες. Γεννήθηκε στά χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἡρακλείου, κατά τόν στ΄ αἰ., καί ἔγινε καί αὐτός μοναχός πού διακρίθηκε μέ ποικίλες ἀσκήσεις καί ξεπέρασε τούς πάντες στήν καρτερία, ἀπέκτησε δέ καί τό χάρισμα νά θαυματουργεῖ. Τό ἰδιαίτερο στόν ἅγιο Ἀλύπιο ἦταν ὅτι ἔζησε πάνω σέ ἕναν στύλο -ἐξ οὗ καί ἡ ὀνομασία του Κιονίτης ἤ Στυλίτης (κίων = στύλος)- 66 χρόνια, «σάν ἕνας χάλκινος ἀνδριάντας, παλεύοντας μέ τίς βροχές καί τόν καύσωνα, μέ τούς παγετούς καί τά χιόνια καί μέ τούς ἀνέμους καί τίς λαίλαπες», ὅπως λέει ὁ βιογράφος του.

Ὁρισμένοι ἐρευνητές ἔχουν τήν γνώμη ὅτι ὁ ἅγιος αὐτός ταυτίζεται μέ τόν ἅγιο Στυλιανό, καθόσον ἡ λέξη στυλιανός δέν εἶναι παρά μετάφραση τοῦ κιονίτης, ἡ δέ ζωή τους ἐκτυλίσσεται παρόμοια. Πιθανόν, πράγματι, κάποιες συνθῆκες νά συνέβαλαν ὥστε ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης νά ἔγινε γνωστός μέ τόν μεταφρασμένο τύπο τοῦ ἐπιθέτου του ὡς ἅγιος Στυλιανός, κάποτε δέ νά θεωρήθηκε ὅτι τά δύο ὀνόματα ἀντιπροσώπευαν δύο διαφορετικά πρόσωπα καί νά διακρίθηκαν. Πάντως στήν Ἐκκλησία μας ὁ ἅγιος Στυλιανός, παρ’ ὅλο πού γιορτάζει μαζί μέ τόν ἅγιο Ἀλύπιο τόν Κιονίτη, τιμᾶται ὡς ἰδιαίτερος ἅγιος. Ἀλλά δέν εἶναι καθόλου παράξενο οὔτε ἀπίθανο καί ὁ ἅγιος Στυλιανός νά ὑπῆρξε ἐπίσης ἕνας στυλίτης, καθόσον τό ὄνομά του προέρχεται ἀπό τήν λέξη στύλος. Ἔτσι, λοιπόν, τόν ἅγιό μας, ὁ ὁποῖος ἔγινε ζωντανός στύλος στήν προσπάθειά του νά ἀγγίσει τόν Θεό ἀφήνοντας τά γήινα καί ὑψώνοντας τό πνεῦμα καί τό σῶμα του στόν οὐρανό, τόν ἄγγιξε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν κατέστησε «στεργιωτή» τῶν βρεφῶν καί τῶν νηπίων.

Πηγή: http://aktines.blogspot.com