Την Κυριακή των Βαΐων καταλύεται το ψάρι.

Μητροπολίτης Χονγκ Κονγκ Νεκτάριος

Την Κυριακή των Βαΐων καταλύεται το ψάρι. Μόνο ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης έχει διαφορετική γνώμη. Όσοι θέλετε να ακολουθήσετε την αυστηρή γραμμή φάτε σουπιές…

Οι προ των εορτών νηστείες της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας

Από ΘΕΟΛΟΓΙΑ, τόμος 76, τεύχος 1, Αθήναι 2005.
Μαρία Σωτηροπούλου Δρ. θεολογίας
6. Τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων
Τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων θεωροῦνται ἐκτὸς τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς. Ὁ Συμεὼν Θεσσαλονίκης ἀναφέρει σχετικῶς ὅτι «οἱ τὰ ἰδιόμελα δὲ γεγραφότες Πατέρες, τῇ Παρασκευῇ τοῦ Λαζάρου ψάλλειν ἐκθέμενοι Τὴν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστήν, τὴν ἔγερσὶν τε τοῦ Λαζάρου καὶ τὴν ἑορτὴν τῶν Βαΐων ὡς ἰδίας ἑορτάζοντες ἑορτάς, καὶ ἔτι τὴν ἁγίαν ἑβδομάδα τῶν τοῦ Κυρίου σωτηρίων παθῶν, ἰδία παρὰ τὴν νηστείαν ἄγοντες τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν, δι’ αὐτὰ ἐξαιρέτως τὰ τοῦ Κυρίου ἁγιώτατα πάθη, ἃ ὑπὲρ ἠμῶν ἤνεγκε, τὴν ἀπάθειαν ἡμῖν χορηγῶν»(82).
Αὐτὲς λοιπὸν οἱ δύο ἡμέρες, τυπικῶς εὑρίσκονται στὴν Μ. Τεσσαρακοστη(83), οὐσιαστικῶς ὅμως εἶναι ἐκτὸς αὐτῆς, δεδομένου ὅτι ἡ Μ. Τεσσαρακοστὴ ἀρχίζει τὴν Δευτέρα, μετὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου, καὶ τελειώνει τὴν Παρασκευὴ τῆς λεγομένης «βουβῆς» ἑβδομάδος, ἤτοι τὴν Παρασκευὴ πρὸ τοῦ Σαββάτου τοῦ Λαζάρου. Ὑπολογίζονται δηλαδὴ πέντε ὁλόκληρες ἑβδομάδες (ἀπὸ τὴν Πρώτη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν μέχρι τὴν Πέμπτη ἑβδομάδα), πολλαπλασιαζόμενες ἐπὶ ἑπτὰ ἡμέρες καθεμία, καὶ προστιθέμενες σ’ αὐτὲς καὶ πέντε ἡμέρες ἀπὸ τὴν Ἕκτη ἑβδομάδα (δηλαδὴ ἀπὸ Δευτέρα ἕως Παρασκευὴ τῆς «βουβῆς»)• ἔτσι μαθηματικῶς ἔχομεν: 5Χ7(ἡμ.)=35+5 ἡμ. τῆς Στ’=40.
Ἐν ἀναφορᾷ πρὸς τὴν νηστεία αὐτῶν τῶν δύο ἡμερῶν ὑπάρχει μία διαφοροποίηση, ἰδίως γιὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, στὸ ζήτημα τοῦ ἂν καταλύεται ψάρι ἢ ὄχι. Ἡ γνώμη τοῦ Θεοδώρου Στουδίτου εἶναι ὅτι τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων «τρώγεται ψάρι»: «Ἰχθύας δὲ οὐδαμῶς ἐσθίομεν τῶν τὴν ἁγίαν ταύτην νηστείαν (=τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς), πλὴν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου, καὶ τῇ Κυριακῇ τῶν Βαΐων, εἰς δόξαν τοῦ κατελθόντος ἐκ τῆς νηστείας καὶ συνεσθιασθέντος ἐπὶ τῇ τοῦ Λαζάρου ἐγέρσει• ἢ καὶ ἀριδήλως ὡς μία οὖσα καὶ αὐτὴ τῶν τοῦ Χριστοῦ θείων ἑορτῶν»(84). Κατὰ τὸν ὅσιον τοῦτον ἡ ἰχθυοφαγία ἐπιτρέπεται ὄχι μόνον τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων ἀλλὰ καὶ τὸ Σάββατον τοῦ Λαζάρου, καθότι καὶ αὐτὴ θεωρεῖται Δεσποτικὴ ἑορτὴ (=ἑορτή τοῦ Χριστοῦ)• ὅμως, γιὰ νὰ διατηρηθῆ ἡ δόξα τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων, ψάρι τρώγεται μόνον τὴν Κυριακή(85).
Διὰ τὸν ἅγιο ὅμως Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη (ὅπως ἤδη ἀνεφέραμεν), ὁ ὁποῖος ἐπικαλεῖται τὰ Τυπικά, χειρόγραφα ἢ τυπωμένα, τοῦ Ἁγίου Ὅρους, μόνον σὲ μία ἡμέρα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς τρώγεται ψάρι, δηλαδὴ στὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ(86). Μὲ τὴν κατάλυση ἰχθύος κατὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων φαίνεται νὰ συμφωνῆ καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ ὁποῖος δὲν ἀναφέρει μὲν τίποτε συγκεκριμένο, ἐξ ὅσων ὅμως γράφει συνάγεται ἡ ἰχθυοφαγία τῆς ἐν προκειμένῳ Κυριακῆς(87). Ἄλλωστε, ὅπως σημειώνεται στὴν ἀρχὴ τῆς παραγράφου, ἡ ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου καὶ ἡ Κυριακὴ τῶν Βαΐων εὑρίσκονται, ὡς ἰδιαίτερες ἑορτές, ἔξω ἀπὸ τὴν Μ. Τεσσαρακοστή. Εἶναι χαρακτηριστικὴ ἡ θέση τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, ὅταν λέγουν: «Μεθ’ ἅς», δηλαδὴ μετὰ τὶς ἑορτὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανείων, «ὑμῖν φυλακτέα ἡ νηστεία τῆς τεσσαρακοστῆς, μνήμην περιέχουσα τῆς τοῦ Κυρίου πολιτείας τε καὶ νομοθεσίας. Ἐπιτελείσθω δὲ ἡ νηστεία αὕτη πρὸ τῆς νηστείας τοῦ Πάσχα, ἀρχομένη μὲν ἀπὸ δευτέρας, πληρουμένη δὲ εἰς παρασκευήν. Μεθ’ ἅς ἀπονηστεύσαντες ἄρξασθε τῆς ἁγίας τοῦ Πάσχα ἑβδομάδος, νηστεύοντες αὐτὴν πάντες μετὰ φόβου καὶ τρόμου…»(88). Εἶναι λοιπὸν ἐνδεικτικοὶ οἱ ὅροι «ἀπονηστεύσαντες» καὶ «ἄρξασθε», δεικνύοντες ὅτι μία νηστεία τελειώνει καὶ μία ἄλλη ἀρχίζει. Αὐτὴ ποὺ τελειώνει εἶναι ἡ νηστεία τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς καὶ αὐτὴ ποὺ ἀρχίζει εἶναι ἡ νηστεία τῆς Μ. Ἐβδομάδος. Ἄρα, οἱ ἑορτὲς τῆς ἐγέρσεως τοῦ Λαζάρου καὶ τῆς Κυριακῆς τῶν Βαΐων εὑρίσκονται σὰν ἀνεξάρτητες ἀνάμεσα στὶς δύο νηστεῖες. Αὐτὴ λοιπὸν ἡ θέση αὐτῶν τῶν τριῶν ἑορτῶν ἴσως νὰ δίδη τὸ δικαίωμα νὰ ὁμιλοῦν περὶ ἡμερῶν, κατὰ τὶς ὁποῖες καταλύεται ψάρι, τὴν Κυριακὴ δέ, κατὰ μία ἄποψη, καὶ αὐγό(89).

Σημειώσεις
82. Συμεὼν Θεσσαλονίκης, Ἀπόκρισις NB’, PG 155, 897C. Ὡς πρὸς τὸ Στιχηρὸν ἰδιόμελον «Τὴν ψυχωφελῆ πληρώσαντες τεσσαρακοστήν, καὶ τὴν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ Πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν Φιλάνθρωπε…», βλ. ΤΡ1ΩΔ1ΟΝ, Σάββατον πρὸ τῶν Βαΐων, Τοῦ ἁγίου καὶ δικαίου Λαζάρου, ἔκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ, Ἐν Ἀθήναις 1993.
83. Γιὰ τὸν ἀκριβῆ ὑπολογισμὸ τῶν τεσσαράκοντα ἡμερῶν, βλ. Ξενοφῶντος Σπ. Παπαχαραλάμπους, Ἡ ἀληθὴς νηστεία…, σελ. 77-79.
84. Θεοδώρου Στουδίτου, Διδασκαλία χρονικὴ τῆς μονῆς τοῦ Στουδίου 9, PG 99, 1700.
85. Βλ. Ξενοφῶντος Σπ. Παπαχαραλάμπους, Ἡ ἀληθὴς νηστεία…, σελ. 71.
86. Βλ. Πηδάλιον, σελ. 92, σημ. 1.
87. Βλ. Ξενοφῶντος Παπαχαραλάμπους, Ἡ ἀληθὴς νηστεία…, σελ. 69.
88. Ἀποστολικαὶ Διαταγαί, 13, 3-4, SC 329, σελ. 246.
89. Γιὰ τὸ πρόβλημα τῆς καταλύσεως αὐγοῦ κατὰ τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων, γράφει ὁ Χρ. Ἐνισλείδης (Ὁ θεσμὸς τῆς νηστείας, σελ. 87) καὶ ἀναφέρει ὁ Ξενοφῶν Παπαχαραλάμπους (Ἡ ἀληθὴς νηστεία…, σελ. 71).

https://anastasiosk.blogspot.com

Μεγάλη Σαρακοστή: Τιμάς πραγματικά την Καθαρά Δευτέρα ή μήπως γιορτάζεις την «Ακάθαρτη»;

Το να νηστέψεις μια μέρα και να «λερώνεσαι» για όλη την υπόλοιπη Σαρακοστή, δεν έχει κανένα απολύτως νόημα

Συντάκτης: Ελευθέριος Ανδρώνης

Καλό Στάδιο! Καλή και ευλογημένη Σαρακοστή!

Θα πούμε κάτι που δεν θίγεται παρά από ελάχιστους, αλλά δυστυχώς είναι γεγονός: πολύς κόσμος δεν γνωρίζει τον λόγο που η Καθαρά Δευτέρα, λέγεται «Καθαρά». Δεν μπαίνουν καν στον κόπο να αναρωτηθούν. Τι το καθαρό έχει αυτή η μέρα; Μήπως καθαρίζει ο καιρός με κανένα «μαγικό» τρόπο; Μήπως βάζουμε στη χλωρίνη το… ημερολόγιο; Ή μήπως καθαρίζουμε τίποτα ρούχα και απλώνουμε μπουγάδα;

Το έθιμο καλά κρατεί και στις παλιές γενιές και στις νέες. Αλλά κυρίως διότι οι περισσότεροι το σχετίζουν με την ικανοποίηση του στομαχιού. Έχουν αδειάσει αυτή την ιερή ημέρα από την ουσία της και έχουν κρατήσει μόνο το καύκαλο της: την απόλαυση των σαρακοστιανών εδεσμάτων. Και μάλιστα ΚΑΙ σε αυτό κάνουν λάθος. Αναστενάζουν οι ταβέρνες και τα οικογενειακά τραπέζια από ανθρώπους που τρώνε αχόρταγα όλα τα νηστίσιμα και τα καλούδια της θάλασσας.

Η Καθαρά Δευτέρα όμως πρεσβεύει το ακριβώς αντίθετο από τις γαστριμαργικές απολαύσεις. Αυτές τις έχεις όλο τον υπόλοιπο χρόνο, όταν δεν έχει νηστεία. Η Καθαρά Δευτέρα μπορεί να χαροποιεί τον περισσότερο κόσμο επειδή είναι αργία, αλλά στην ουσία της είναι ημέρα πένθους, νηστείας και ολιγοφαγίας. Ονομάστηκε «Καθαρά» γιατί καλούμαστε να καθαριστούμε από τους ψυχοσωματικούς ρύπους που κουβαλάμε μαζί μας.

Καθαρίζουμε το σώμα με την αποχή από τις αρτύσιμες τροφές και καθαρίζουμε την ψυχή με το πετραχήλι και με τη νήψη της καρδιάς. Συμμετέχουμε πιο ενεργά στις Ακολουθίες, εντείνουμε τον πνευματικό αγώνα, προσευχόμαστε περισσότερο, διαβάζουμε περισσότερο Καινή Διαθήκη και χριστιανικά βιβλία, φυλάμε περισσότερο τις 5 αισθήσεις μας, αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στα του Θεού και λιγότερα στα του κόσμου.

Η Καθαρά Δευτέρα δεν έχει κανένα νόημα ως ημέρα (και ως έθιμο γενικότερα) αν κάνουμε νηστεία μόνο εκείνη τη μέρα και σε όλο το υπόλοιπο Στάδιο τρώμε τα πάντα σαν καταναλωτικά χοιρίδια. Δεν έχει κανένα νόημα να καθαρίσουμε το σώμα από τις αρτύσιμες τροφές για μια μέρα, και να λερωνόμαστε όλη την υπόλοιπη Σαρακοστή, σωματικώς και ψυχικώς. Διότι ο Νυμφίος Χριστός καταφθάνει στο τέλος του Σταδίου. Και μέχρι τότε πρέπει να τον αναμένουμε καθαροί και τακτοποιημένοι.

Ειδάλλως δεν δικαιούσαι να πιστεύεις ότι τιμάς την Καθαρά Δευτέρα, αλλά μάλλον γιορτάζεις μια ιδιωτική σου «Ακάθαρτη Δευτέρα» ως ένα ακόμα καταναλωτικό όργιο που θα συνεχίσεις για 40 μέρες. Για να το κλείσεις με ένα ακόμα πιο λυσσασμένο καταναλωτικό όργιο, την ημέρα του Πάσχα.

Και τι θα αλλάξει στη ζωή σου; Βρώμικος θα περάσεις έξω από το Στάδιο και βρώμικος θα συναπαντήσεις στην έξοδο τους αθλητές, για να προσποιηθείς ότι κι εσύ… τερμάτισες. Για να παραμυθιαστείς ότι συμμετέχεις κι εσύ στη χαρά τους. Και τι τερμάτισες το Πάσχα για να το γιορτάσεις; Απολύτως τίποτα δεν τερμάτισες. Ίδιος είσαι. Και ο ισόβιος μαραθώνιος της ηδονοθηρίας συνεχίζεται. Τρέχεις ακατάπαυστα ως δούλος της γαστέρας σου για να ικανοποιήσεις τις προσταγές της. Και δεν χορταίνεις ποτέ. Και δεν ξαποσταίνεις ποτέ. Και δεν αναπαύεσαι ποτέ.

Είναι αυτό λοιπόν, Καθαρά Δευτέρα;

Αλλά και το πέταγμα του χαρταετού, πολλοί το κάνουν – ελάχιστοι γνωρίζουν ΓΙΑΤΙ έχει καθιερωθεί και ΤΙ συμβολίζει. «Είναι για να χαίρονται τα παιδάκια», λένε αλόγιστα μερικοί. Βεβαίως και χαίρονται τα παιδάκια, αλλά δεν είναι αυτό το νόημα της παράδοσης. Ο συμβολισμός του πετάγματος του χαρταετού στην ελληνική χριστιανική παράδοση συμβολίζει το πέταγμα της ανθρώπινης ψυχής προς το Θείο.

Το σώμα καθαρίζεται με τη νηστεία και ο χαρταετός αποτυπώνει τον προορισμό του πνεύματος του ανθρώπου, που είναι να πετά ψηλά και να πορεύεται προς τον δημιουργό του. Πόσο όμορφες και ψυχωφελείς παραδόσεις μας άφησαν οι πρόγονοι, κι όμως εμείς τις γυμνώσαμε από τα νοήματά τους!

Φέτος λοιπόν (και για κάθε επόμενη Καθαρά Δευτέρα), μαζί με τη χαρά του παιδιού, να του μπολιάσουμε στην ψυχούλα του και τα υψηλά νοήματα της μέρας. Να του εξηγήσουμε τι συμβολίζει εκείνος ο χαρταετός που πετά στο αστραφτερό γαλάζιο του ελληνικού ουρανού. Να του πούμε ποια είναι η πραγματική Καθαρά Δευτέρα και ποια είναι η κούφια εθιμοτυπία. Και κυρίως να καθαριστούμε εμείς οι ίδιοι, για να δίνουμε το καλό παράδειγμα, μεταδίδοντας φως Χριστού.

sportime.gr 18 Μαρ 2024

Περί Νηστείας

Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Γεωργίου

Ἡ νηστεία εἶναι ἱερός θεσμός πού ἀπαντᾶται συχνά στό ἐκκλησιαστικό ἡμερολόγιο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Συναντᾶται, μέ διάφορες μορφές καί διαφορετική συχνότητα, τόσο στίς ἄλλες χριστιανικές ὁμολογίες, ὅσο καί σέ ἄλλες θρησκεῖες.

Στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡστόσο, παρά τήν ἱερότητά του, ὁ θεσμός εἶναι πολλές φορές παρεξηγημένος, τόσο ἀπό αὐτούς πού νηστεύουν, ὅσο καί ἀπό αὐτούς πού δέν νηστεύουν.

Αὐτοί πού δέν νηστεύουν θεωροῦν τόν θεσμό τῆς νηστείας ἀνωφελῆ καί ἀχρείαστο. Αὐτοί ἔχουν λύσει τό πρόβλημα, ἀφοῦ κατάργησαν τή νηστεία. Τό σημεῖο μέχρι τοῦ ὁποίου ἔχει καταργηθεῖ ἡ νηστεία μποροῦμε νά τό καταλάβουμε μ’ ἕναν περίπατο τήν Καθαρά Δευτέρα στούς ἀγρούς. Εἶναι ἔντονη καί τήν ἡμέρα αὐτή, μέρα ἀπόλυτης νηστείας, ἡ μυρωδιά ψηνομένων κρεάτων. Οἱ ἄνθρωποι πού ὑπάγονται στήν κατηγορία αὐτή δέν διαβλέπουν κανένα σκοπό, καμμιά σκοπιμότητα στή νηστεία. Ἄν τούς μιλήσεις γιά νηστεία εἰσπράσσεις μειδιάματα συγκατάβασης ἤ εἰρωνείας.

Μά κι οἱ περισσότεροι ἀπ’ αὐτούς πού νηστεύουν νομίζουν πώς μέ τήν πράξη αὐτή εὐχαριστεῖται ὁ Θεός ἁπλῶς καί μόνον διότι δέν ἔφαγαν ἀπό τό ἕνα ἤ τό ἄλλο εἶδος φαγητοῦ. Στό βάθος, δηλαδή, τῆς σκέψης τους ὑπάρχει μία ἀντίληψη, πού δέν εἶναι χριστιανική, ἀλλά καί πού εἶχε ἐμφανισθεῖ πολύ νωρίς μεταξύ τῶν Χριστιανῶν.

Πρόκειται γιά τήν ἀντίληψη ὅτι μερικά φαγητά μολύνουν ἠθικά τόν ἄνθρωπο καί πρέπει νά ἀποφεύγονται, εἴτε πάντα, εἴτε κατά ὁρισμένες περιόδους, ἀπό ὅλους ἐκείνους πού θέλουν νά εἶναι εὐάρεστοι  εἰς τόν Κύριο. Ἡ ἀντίληψη αὐτή ὑπῆρχε καί ὑπάρχει ἀκόμα σ’ ἄλλες θρησκεῖες (π.χ. στούς Ἑβραίους καί Μουσουλμάνους πού ἀποφεύγουν τό χοιρινό κρέας). Μόλις ὅμως ἐμφανίστηκε καί μεταξύ τῶν Χριστιανῶν (ἀπό ἐπίδραση προφανῶς τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ), οἱ Ἀπόστολοι ἔσπευσαν νά τήν ἀποδοκιμάσουν, νά τήν χαρακτηρίσουν ὡς αἵρεσιν καί «διδασκαλίαν δαιμονίων» (Α΄ Τιμ. δ΄, 1). Σέ σχετική περίπτωση, διατύπωσε ὁ Χριστός τή διδασκαλία του ὡς πρός τό τί μολύνει τόν ἄνθρωπο. Εἶπε ὁ Χριστός πώς ἡ τροφή αὐτή καθ’ ἑαυτήν δέν ἀσκεῖ καμμιά ἠθική ἐπίδραση στόν ἄνθρωπο· γιατί ἀπό τό στόμα προχωρεῖ στά πεπτικά ὄργανα γιά νά κρατήσει ὁ ὀργανισμός ὅ,τι τοῦ εἶναι χρήσιμο γιά τή συντήρησή του καί ἀποβάλλει κατόπιν ὅ,τι δέν τοῦ χρειάζεται. Ἑπομένως ὅ,τι εἰσέρχεται στό στόμα δέν μολύνει τόν ἄνθρωπο. Ἐκεῖνο πού μολύνει τόν ἄνθρωπο, εἶπε ὁ Χριστός, εἶναι ὅ,τι ἐξέρχεται ἀπό τό στόμα, ἀφοῦ προέρχεται ἀπό τήν καρδία, τή σκέψη καί τό πνεῦμα του. Διότι ἀπό τήν καρδία προέρχονται οἱ πονηροί διαλογισμοί, οἱ φόνοι, οἱ ἀκολασίες, οἱ κλοπές, οἱ βλασφημίες καί τά παρόμοια πού μολύνουν τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.

Δέν ἔχει, λοιπόν, αὐτό τό νόημα ἡ νηστεία. Δέν εἶναι ἀποχή ἀπό ὁρισμένα εἴδη τροφῶν γιατί οἱ τροφές αὐτές εἶναι μολυσμένες. Τόν σκοπό τῆς νηστείας θά τόν δοῦμε μέσα ἀπό τήν πράξη τῆς Ἐκκλησίας καί μέσα ἀπό μερικά γεγονότα ὅπως περιγράφονται στήν Ἁγία Γραφή.

A) Ἡ νηστεία πρῶτα ἀπ’ ὅλα ἐπιδιώκει τήν ὑποταγή τῆς ὕλης στίς ἀπαιτήσεις τοῦ πνεύματος. Δέν μάχεται τήν ἴδια τήν ὕλη, ἀλλά τήν ἀνταρσία τῆς ὑλικῆς ἀτομικότητας, τήν ἐπαναστατημένη ὁρμή τῆς αὐθυπαρξίας. Ἔχει σάν σκοπό τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν καί ὄχι τοῦ σώματος. Εἶναι παθοκτόνος καί ὄχι σωματοκτόνος. Πολλές φορές ἡ ἐπαναστατημένη ὑλική φύσις μας ἀντιστρατεύεται τό πνεῦμα. Γι’ αὐτό λέει ὁ Μ. Βασίλειος «εἰ θέλεις ἰσχυρόν ποιῆσαι τόν νοῦν, δάμασον διά νηστείας τήν σάρκα». Αὐτό τό νόημα ἔχουν καί τά λόγια τοῦ Ἀπ. Παύλου «ὑποπιάζω μου τό σῶμα καί δουλαγωγῶ». Ἐξ ἄλλου, λέει ὁ Ἀπ. Παῦλος «ὅσον ὁ ἔξω ἡμῶν ἄνθρωπος διαφθείρεται, τόσον ὁ ἔσωθεν ἀνακαινοῦται».

Τό νά στεροῦμε τό ἐγώ μας ἀπό τήν ἱκανοποίηση ὁρισμένων ἐπιθυμιῶν του, εἶναι μία ἄσκηση καί γυμνασία ἀπαραίτητη γιά τόν ἀγώνα τοῦ ἀνθρώπου ἐναντίον τοῦ κακοῦ. Ἡ νηστεία δέν εἶναι ἐκδήλωση ἄρνησης τῆς ζωῆς ἤ τῶν ἱκανοποιήσεών της. Εἶναι μόνο προσωρινή στέρηση μέ σκοπό τήν ἄσκηση τοῦ ἐγώ, τήν κάθαρση, τήν ἐνδυνάμωσή του γιά ψηλότερες καί οὐσιαστικότερες κατακτήσεις καί ἱκανοποιήσεις μέσα στή ζωή. Ἡ νηστεία δέν εἶναι ἄρνηση, εἶναι θέση. Μόνον ὡς θέση ἡ νηστεία ἔχει χριστιανικό χαρακτήρα. Μ’ αὐτήν ὁ Χριστιανός ἀσκεῖται ὥστε νά μήν ὑποκύπτει στό πρῶτο δέλεαρ τοῦ κόσμου, νά εἶναι ἕτοιμος σάν στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ νά πολεμήσει κατά τῆς δυνάμεως τοῦ πονηροῦ. Ἀσκούμαστε μέ τό νά λέμε ὄχι στήν ἐπιθυμία μας γιά κάποιο φαγητό. Ἔτσι ὅταν ἔρθει κι ὁ πραγματικός πειρασμός ἀπό τόν πονηρό, νά λέμε ὄχι. 

Οὔτε καί αὐτοσκοπός εἶναι ἡ νηστεία. Σκοπεῖ στήν ἐξάσκησή μας στήν ἐγκράτεια γιά νά ’μαστε ἕτοιμοι νά ἀντιταχθοῦμε στόν πονηρό. Ὅπως μία στρατιωτική μονάδα ὅταν κάμνει ἀσκήσεις δέν ἔχει σάν ἀντικειμενικό σκοπό τήν κατάκτηση τοῦ στόχου πού ἄμεσα προβάλλεται ἀπό τήν ἄσκηση, ἀλλά τή γενικότερη ἑτοιμότητα γιά τίς μάχες πού τυχόν θά διεξαγάγει στό μέλλον μέ τόν ἐχθρό, ἔτσι κι ἡ νηστεία κι οἱ ἄλλες πνευματικές ἀσκήσεις εἶναι τά μέσα πού ὡς ἀντικειμενικό σκοπό ἔχουν τή γενικότερη ἐγκράτεια. Ἄν, ἑπομένως, μποροῦμε νά νηστεύουμε, μποροῦμε δηλαδή νά συγκρατήσουμε τήν πίεση πού ἐξασκοῦν τά γευστικά μας ὄργανα πάνω στή θέλησή μας, ἀλλά ἀφήνουμε ἀχαλίνωτη τή γλώσσα μας γιά κατηγορίες καί καταλαλιές, ἤ τίς ἄλλες αἰσθήσεις ἀνεξέλεγκτες, τότε πιθανόν νά κερδίζουμε στή συγκεκριμένη ἄσκηση τῆς νηστείας, ἀλλά ἡττώμαστε στίς ἄλλες, τίς ἀληθινές μάχες πρός τόν ἐχθρό. Καί θά συμφωνεῖτε ὅλοι πώς θά ’ταν προτιμότερο νά συνέβαινε ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Δηλαδή ἄς μή νηστεύαμε  (ἄς ἀποτυγχάναμε δηλαδή στήν ἄσκηση) κι ἄς ἦταν ἡ ἄλλη ζωή μας χριστιανική, ἄς νικούσαμε δηλαδή στίς πραγματικές μάχες.

Ἡ θρησκεία μας δέν εἶναι μία ὑλιστική ἐκδήλωση. Ἡ σχέση μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων δέν ὑποβιβάζεται σέ μιάν παχυλή ἐκτίμηση φαγητῶν καί ποτῶν. Ὑπάρχει ἡ διάταξη τῆς νηστείας, ἀλλά μόνη της εἶναι ἀνωφελής. Συνδυάζεται μέ τίς ἄλλες ἀρετές γιά νά εἶναι εὐάρεστη στόν Θεό. Διαφορετικά θά ’ταν μία δίαιτα πού θά μποροῦσε νά γίνει καί γιά ἄλλους σκοπούς. Ἕνα τροπάριο τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας λέγει χαρακτηριστικά: «Ἀληθής νηστεία (εἶναι) ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους καὶ ἐπιορκίας· ἡ τούτων ἔνδεια νηστεία ἐστίν ἀληθής καί εὐπρόσδεκτος».

Τό ὅτι τέτοιο εἶναι τό νόημα τῆς χριστιανικῆς νηστείας φαίνεται κι ἀπό τίς διατάξεις πού τήν διέπουν:

α) Στούς ἀρρώστους ἐπιτρέπεται ἡ κατάλυση, ἡ ἀθέτηση τῆς νηστείας. Θά ’ταν σωματοκτόνος καί ὄχι παθοκτόνος σ’ αὐτή τήν περίπτωση ἡ νηστεία.

β) Καταδικάζεται καί ἡ ὑπέρμετρη ἄσκηση, γιατί θά ἐξασθενοῦσε τό σῶμα καί θά κατατρυχόταν ἡ ψυχή. Ἀρρώστιες τοῦ σώματος ταλαιπωροῦν καί τήν ψυχή, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἑνιαία ψυχοσωματική ὀντότητα. Κι ἀφοῦ σκοπός τῆς νηστείας εἶναι ἡ ὑποβοήθηση τῆς ψυχῆς, εἶναι φυσικό νά ἀποφεύγεται καθετί πού θά ὁδηγοῦσε σέ ἀντίθετο ἀποτέλεσμα.

γ) Δέν παραβλέπεται, ὕστερα, καί τό γεγονός πώς ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ὁρισμένων συστατικῶν τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά στερηθεῖ γιά μεγάλες περιόδους. Χρειαζόμαστε π.χ. καί ζωϊκές πρωτεΐνες, γιατί ὁ ὀργανισμός μας δέν μπορεῖ νά συνθέσει κάποια ἀμινοξέα καί θά πρέπει νά τά πάρει ἕτοιμα ἀπό ζωϊκές τροφές. Ἔτσι στίς περιόδους τῶν νηστειῶν ἐπιτρέπονται καί ὁρισμένα θαλάσσια εἴδη (χταπόδια, καλαμάρια, σουπιές) πού ἐφοδιάζουν τόν ἄνθρωπο μέ τίς πρωτεΐνες αὐτές. Εἴπαμε ἡ νηστεία εἶναι μόνον παθοκτόνος.

δ) Μέσα σ’ αὐτά τά πλαίσια καί μέσα στά ὅρια τῆς γενικότερης ἐγκράτειας τοποθετεῖται καί τό γεγονός ότι ἀπό μερικά συγγενικά εἴδη, τό ἕνα ἐπιτρέπεται καί τό ἄλλο ἀπαγορεύεται σέ καιρούς νηστείας. Ἐπιτρέπονται π.χ. οἱ ἐλιές καί ἀπαγορεύεται κάποτε τό λάδι. Ἤ ἐπιτρέπεται ὁ ταραμάς κι ἀπαγορεύεται τό ψάρι. Εἶναι γιατί μέ τό λάδι μπορεῖς νά κάμεις ποικιλία φαγητῶν (ἄρα δέν ἐξασκεῖς ἐγκράτεια ὅσην ἐπιβάλλεται στίς μέρες πού ἀπαγορεύεται ἡ χρήση του) ἐνῶ οἱ ἐλιές θά καταναλωθοῦν ὡς ἐλιές. Τό ἴδιο καί μέ τό ψάρι καί τόν ταραμά.

ε) Ἔτσι ἐξηγεῖται τό γιατί καταδικάζεται, καί δέν θεωρεῖται νηστεία, ἡ χρησιμοποίηση ἀκριβοτάτων καί γευστικοτάτων φαγητῶν, ἔστω καί νηστήσιμων, στίς περιόδους τῆς νηστείας. Θά ’ταν ἀντίφαση στίς πράξεις μας ἄν ἀποφεύγαμε τή μαρίδα καί τρώγαμε γαρίδες. Ἤ ἄν ἀποφεύγαμε τίς σαρδέλλες καί τρώγαμε χαβιάρι. Τό βαθύτερο νόημα τῆς νηστείας εἶναι ἡ ἐξάσκησή μας στήν ἐγκράτεια. Στίς μέρες τῆς νηστείας θά πρέπει τά φαγητά μας νά εἶναι λιτά καί ἁπλά γιά νά στηρίζουν τό σῶμα μας στήν ἐργασία κι ὄχι γιά νά μᾶς εὐχαριστοῦν ὡς ἐδέσματα. Ἡ ἐθελούσια στέρηση τῆς εὐχαρίστησης ἀπό φαγητό ἀποτελεῖ τήν ἐξάσκησή μας στήν ἐγκράτεια. Ἄν ἡ νηστεία συνιστᾶ  ἁπλῶς ποικιλία στό ἐδεσματολόγιό μας καί τά νηστήσιμα φαγητά μας συνοδεύονται μέ ὅλα τά σχετικά καρυκεύματα, τότε ἡ νηστεία μας χάνει κάθε νόημα ἐγκράτειας. Ἐξάλλου ἁπλά καί φτηνά φαγητά στίς περιόδους νηστείας μᾶς ἐξοικονομοῦν χρήματα πρός ἐξάσκηση καί τῆς ἀρετῆς τῆς ἐλεημοσύνης, τῆς βοήθειας πρός τούς ἔχοντας ἀνάγκη, ἀρετῆς πού ἐντείνεται σέ περιόδους νηστείας. 

Κι ἀφοῦ αὐτό τό νόημα ἔχει ἡ νηστεία εἶναι φυσικό νά καταδικάζεται ἀπό τόν Θεό σάν ἀνωφελής ἡ ἁπλή ἀποχή ἀπό τά φαγητά. Γι’ αὐτό καί ὁ Φαρισαῖος παρ’ ὅλο ὅτι νήστευε «δίς τοῦ Σαββάτου» κατακρίθηκε.

B) Ἡ νηστεία στήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά καί σήμερα, εἶχε καί ἔχει καί τήν ἔννοια τῆς μετάνοιας, τῆς συντριβῆς μπροστά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὅταν οἱ προφῆτες καλοῦν τόν λαό νά μετανοήσει, τόν προτρέπουν σέ νηστεία. Καί ἡ ἡμέρα τοῦ Ἐξιλασμοῦ, ἡμέρα μετάνοιας, ἦταν ἡμέρα ἀσιτίας. Ὅταν ὁ Ἰωνάς στάλθηκε στή Νινευή γιά νά κηρύξει μετάνοια, διάταξε πρῶτα – πρῶτα νηστεία στούς κατοίκους της. Γράφει ἡ Παλαιά Διαθήκη πώς «ἐπίστευσαν οἱ ἄνδρες Νινευή καί ἐκήρυξαν νηστείαν καί ἐνεδύσαντο σάκκους». Ὁ ἴδιος ὁ βασιλιάς τῆς Νινευή σέ ἔνδειξη μετάνοιας διέταξε: «Οἱ ἄνθρωποι καί τά κτήνη καί οἱ βόες καί τά πρόβατα μή γευσάσθωσαν, μηδέ νεμέσθωσαν, μηδέ ὕδωρ πιέτωσαν».

Μετάνοια καί ταπείνωση, λοιπόν, εἶναι ὁ ἄλλος σκοπός τῆς νηστείας. Ταπεινωνόμαστε μέ τό νά δεχόμαστε ἐντολές ἀπό ἄλλον. Ὅταν εἴμαστε αὐτόνομοι κάνουμε ὅ,τι θέλουμε. Ἐδῶ δεχόμαστε τήν ἐντολή τῆς νηστείας ἀπό τόν Θεό, δηλώνουμε δηλαδή ὅτι ἔχουμε Κύριον, δέν εἴμαστε αὐτόνομοι. Γι’ αὐτό και οἱ νηστεῖες τοποθετοῦνται πρίν ἀπό μεγάλες γιορτές καί μεγάλα γεγονότα. Πρίν ἀπό τά Χριστούγεννα καί τό Πάσχα. Σέ συνδυασμό μέ τίς ἄλλες ἀρετές πού θά πρέπει νά τήν συνοδεύουν, ἡ νηστεία ἔχει σκοπό νά μᾶς ὁδηγήσει στόν ἄξιο ἑορτασμό τῶν γεγονότων αὐτῶν. Ἰδιαίτερα ἡ νηστεία τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, ἡ καθ’ αὑτό νηστεία τῶν Χριστιανῶν, εἶναι μία κίνηση ὁλοκληρωτικῆς ἀφιέρωσης στόν Θεό. Οἱ Ἑβραῖοι εἶχαν μίαν εὐσεβῆ συνήθεια πού καταγράφηκε ἀργότερα στίς διατάξεις τοῦ Νόμου: Ἀφιέρωναν τό 1/10 τῶν εἰσοδημάτων τους στόν ναό. Ἀπό αὐτό συντηροῦνταν οἱ λευΐτες, οἱ χῆρες καί τά ὀρφανά. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί, ὁ νέος Ἰσραήλ τῆς Χάριτος, κάνουμε κάτι πολύ πιό οὐσιαστικό. Ἀφιερώνουμε στόν Θεό τό 1/10 τῆς ζωῆς μας, τό 1/10 κάθε χρονιᾶς. 365 μέρες ἔχει ὁ χρόνος, τό 1/10 του εἶναι 36,5 μέρες καί γιά τό στρογγύλευμα: 40. Αὐτό λοιπόν εἶναι τό δεύτερο νόημα τῆς νηστείας. Νόημα ὁλοκληρωτικῆς ἀφιέρωσης, μετάνοιας καί συντριβῆς μπροστά στόν Θεό, ἀναγνώριση τῆς κυριότητάς Του στή ζωή μας.

Ὅταν ἐπρόκειτο νά παρουσιαστεῖ ὁ Θεός «ἐν γνόφῳ καί θυέλλῃ καί ἀστραπαῖς καί βρονταῖς» στό Σινά, οἱ Ἑβραῖοι διατάχτηκαν νά τηρήσουν τριήμερη νηστεία. Νά νιώσουν, νά συναισθανθοῦν τή σοβαρότητα ἐκείνης τῆς Θεοφάνειας. Ἡ Θεοφάνεια στή Βηθλεέμ, κατά τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ ἤ στόν Γολγοθᾶ, ὅμως, εἶναι ἀσύγκριτα ψηλότερη ἀπό τή Θεοφάνεια στό Σινά καί πρέπει μέ νηστεία νά προετοιμαστεῖ γιά νά τήν δεχτεῖ ὁ νέος Ἰσραήλ, ὁ λαός τοῦ Θεοῦ. Ταπεινώνεται  ὁ ἴδιος ὁ Θεός καί φτάνει γιά τή δική μας σωτηρία νά γίνει ἄνθρωπος ὅμοιος μ’ ἐμᾶς, ἤ νά ἀνεβεῖ γιά χάριν μας στόν Σταυρό. Ἄς ἀναγνωρίσουμε τήν εὐεργεσία κι ἄς ταπεινωθοῦμε μπροστά του μέ τή νηστεία.

Γ) Ἔχει ὅμως ἡ νηστεία καί κάποιον ἄλλο σκοπό, πού ἴσως νά μήν περνᾶ ἀπό τόν νοῦ μας. Τονίζει τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, τήν κοινότητα τῶν Χριστιανῶν. Εἶναι ἡ νηστεία γεγονός Ἐκκλησιαστικό κι ὄχι ἀτομικό. Μέ τή νηστεία καλούμαστε νά ὑπερβοῦμε τά ὅρια τῆς ἀτομικότητάς μας. Τό ἔνστικτο τῆς αὐτοσυντήρησης εἶναι ἀπό τά ἰσχυρότερα στόν ἄνθρωπο. Κι ἡ λήψη τροφῆς ἀπό τόν καθένα μας ἔχει σάν σκοπό τήν ἀναπλήρωση τῶν ἀπωλειῶν καί τήν αὔξηση τοῦ ἀτόμου, εἶναι μία αὐτοσυντήρηση τῆς ἀτομικότητας. Ἔρχεται ὅμως ἡ νηστεία καί καταργεῖ τήν αὐτονομημένη λήψη τροφῆς καί τήν μεταβάλλει σέ ὑπακοή στό κοινό θέλημα καί στήν κοινή πράξη τῆς Ἐκκλησίας. Ὑποτάσσουμε ἔτσι τίς ἀτομικές μας προτιμήσεις καί ἐπιλογές στούς ἐκκλησιαστικούς κανόνες τῆς νηστείας πού ὁρίζουν τό εἶδος τῆς τροφῆς. Δέν νιώθει πιά ὁ καθένας μας σάν μία ξεχωριστή μονάδα ἀλλά σάν μέλος ἑνός ἑνιαίου συνόλου.

Νηστεύουμε π.χ. κατά τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή καί ξέρουμε πώς τό ἴδιο κάνουν ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί στά πέρατα τοῦ κόσμου, στήν Ἀγγλία, στήν Ἀμερική, στήν Ἀφρική, παντοῦ. Ἐρχόμαστε σέ κοινωνία, σέ σχέση μέ τούς ἄλλους Χριστιανούς, τούς ἀδελφούς μας, καί συμβάλλουμε ἔτσι στήν ἑνότητα τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Στίς προηγούμενες ἐποχές, οἱ Χριστιανοί εἶχαν βαθιά συναίσθηση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος. Γι’ αὐτό κι εἶχαν σάν τρόπο διάκρισης τῶν Χριστιανῶν ἀπό τούς Μουσουλμάνους τήν τήρηση τῶν διατεταγμένων νηστειῶν. Ἔλεγαν -μᾶς ἔμεινε ἡ φράση- πώς αὐτός δέν νηστεύει, εἶναι Τοῦρκος.

Τέτοιο περιεχόμενο δίνει ἡ Ἐκκλησία στή νηστεία. Καί πιστεύω πώς ὕστερα ἀπ’ αὐτά πού εἴπαμε δέν θά ὑπάρχει κανένας καλόπιστος πού νά εἰρωνεύεται αὐτόν τόν θεσμό ἤ νά ἀμφιβάλλει γιά τήν ἀξία του. Ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ζωή ἄσκησης καί νηστείας. Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μετά τή βάπτισή Του ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο καί νήστεψε γιά σαράντα μέρες πολεμώντας, μέ τόν τρόπο αὐτό, τόν διάβολο. Δι’ αὐτῆς λέει ἡ ὑμνολογία «Μωσῆς Θεόπτης ἐχρημάτισεν. Ἠλίας νηστεύσας, οὐρανούς ἀπέκλεισε. Τρεῖς δέ Παῖδες Ἀβραμιαῖοι, τύραννον παρανομοῦντα, διά νηστείας ἐνίκησαν». Μιλώντας ὁ Χριστός κάποτε στούς ἀποστόλους κι ἀπαντώντας σέ ἐρώτησή τους γιατί αὐτοί δέν μπόρεσαν νά ἐκβάλουν κάποιο δαιμόνιο, τούς εἶπε: «Τοῦτο τό γένος οὐκ ἐκπορεύεται, εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ».

Δέν δικαιολογοῦνται, λοιπόν, οὔτε παραγνώριση, οὔτε γέλωτες, οὔτε εἰρωνεῖες  γιά τή νηστεία. Μπορεῖ ἡ εἰρωνεία κι ὁ γέλωτας νά ’ναι δικαιολογημένα ὅταν πρόκειται γιά κάποια καρικατούρα νηστείας, ὄχι ὅμως ὅταν πρόκειται γιά τή νηστεία αὐτή καθ’ ἑαυτή, ὅπως τήν ἐκθέσαμε πιό πάνω κι ὅπως τήν διδάσκει ἡ Ἐκκλησία.

Ἄς σπεύσουμε, λοιπόν,  διά τῆς νηστείας, ἀφοῦ ἔχει τέτοια σπουδαιότητα καί τέτοιο χαρακτήρα, «τά ὄμματα τῆς ψυχῆς καθᾶραι» ἰδιαίτερα αὐτή τήν περίοδο, τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, γιά νά μπορέσουμε ἐπάξια νά ἀτενίσουμε Τόν ταπεινωθέντα γιά μᾶς μέχρι σταυροῦ καί ταφῆς καί νά οἰκειοποιηθοῦμε τή λύτρωση πού μᾶς ἐχάρισε μέ τό Πάθος καί τήν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός.

*Το παρόν κείμενο δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό “Παρέμβαση Εκκλησιαστική”, τεύχος 57 (Ιανουάριος – Απρίλιος 2024), σελ. 484-489.

Για σένα που σκέφτεσαι να νηστέψεις…

π. Σπυρίδων Σκουτής

Αγαπημένε μου αδερφέ, δεν έχει νόημα αν αυτή την περίοδο αντικαταστήσεις την διατροφική σου καθημερινότητα με τροφές vegan, ούτε αν δεν αγγίζεις σεξουαλικά τον άνθρωπο που παντρεύτηκες. Αν αυτά τα κάνεις τυπικά και πας να ανοίξεις το στόμα σου στη Θεία Κοινωνία στις 25η Δεκεμβρίου με κλειστή την καρδιά σου, δεν θα έχει κανένα απολύτως νόημα αυτό που θα έχεις κάνει. Θα είναι ένας τυπικός αγώνας για τον αγώνα και όχι για έναν άλλο έρωτα, το Θείο Βρέφος.

Δεν είναι η νηστεία απλά μια τυπική αποχή από τις τροφές και από τον άνθρωπο που παντρευτήκαμε, ούτε κάνουμε τη νηστεία για να είμαστε τα «καλά παιδιά» του Θεού. Δεν έχει τέτοιες «ανάγκες» ο Θεός.

Στη νηστεία, η πυξίδα της καρδιάς αλλάζει προσανατολισμό. Πλέον κοιτάει τον ήλιο της δικαιοσύνης, τον Χριστό.

Λίγο φαγάκι, για να δώσεις και σε κάποιον που δεν έχει..

Αν θέλεις να κάνεις εγκράτεια, θα την κάνεις κατόπιν συμφωνίας με τον άνθρωπο που στεφανώθηκες εν Χριστώ και φυσικά σεβόμενος τις αντοχές και τις ανάγκες του άλλου, πάντα κάτω από το πετραχείλι.

Θα αυξήσεις όμως την προσευχή;

Αν δεν αγγίζεις τον άνθρωπό σου, αλλά από την άλλη δεν αγγίζεις με τον αγώνα και την προσευχή σου τον Θεό, τότε η εγκράτεια είναι ένα τυπικό Φαρισαϊστικό γεγονός για να νιώσεις ότι κάποιος είσαι και κάτι κάνεις.

Αν θες να νηστέψεις . . .

Ακούμπησε περισσότερο τα γόνατά σου μαζί με την καρδιά σου στο πάτωμα, ώστε να κραυγάζεις για έλεος και σωτηρία. 

Κοίταξε λιγάκι τον πλησίον σου. Φάε λιγότερο, όχι για να χάσεις κιλά, αλλά για να δώσεις και σε αυτόν που δεν κάνει δίαιτα, αλλά πεινάει.

Μην ξεχάσεις και τον πνευματικό, όχι για να του πεις για τη ζωή σου, αλλά για να αφήσεις την παλιά σου ζωή και να ακολουθήσεις τον Χριστό.

Παρακάλεσε τον Χριστό να σου φωτίσει το σκότος.

Να σου ανοίξει τα μάτια της καρδιάς.

Δεν νηστεύουμε για να απέχουμε, αλλά για να ερωτευτούμε …

Θέλεις λοιπόν να νηστέψεις; Να το κάνεις με την καρδιά σου όπως κάνεις τόσα άλλα όμορφα πράγματα στη ζωή σου .

Η νηστεία είναι μία κίνηση έρωτος που δεν περιγράφεται με λόγια, αλλά βιώνεται με την καρδιά.

Μην το κάνεις τυπικά, να το κάνεις με ένα γόνατο στο πάτωμα, παρέα με ένα δάκρυ.

Καλό αγώνα αδέρφια . . .
euxh . gr 

ΝΗΣΤΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ;

π. Εφραὶμ Τριανταφυλλόπουλος

Ἀκοῦστε τὴν ἑξῆς «ἔξυπνη» ἀρλούμπα: Τί νὰ τὸ κάνεις νὰ νηστεύεις καὶ νὰ τρῶς τὸν διπλανό σου; Δὲν χρειάζεται ἡ νηστεία. Καλὸς ἄνθρωπος νὰ εἶσαι. Νὰ κοιτᾶς τὰ ἐξερχόμενα, ἄσε τὰ εἰσερχόμενα.
Ἀ π ά ν τ η σ η:
Πόσο ὑποκριτικὸ μήνυμα!
Ποῦ τὰ βρήκατε αὐτά, ἐσεῖς οἱ «καλοὶ ἄνθρωποι» μέν, ἀλλὰ ποὺ δὲν θέλετε νὰ ἀκοῦτε γιὰ «νηστεία καὶ κάτι τέτοια»;
1) Νηστεύω γιὰ τὸν Χριστό. Καὶ Κεῖνος τὸ ἔκανε ὄχι γιὰ 15, ἀλλὰ γιὰ 40 μέρες καὶ μάλιστα, χωρὶς τίποτα νὰ φάει ἢ νὰ πιεῖ, γιὰ νὰ κάνουμε καὶ μεῖς τὸ κατὰ δύναμιν ἔχοντας τὸ ὑπόδειγμα Ἐκείνου.
2) Νηστεύω γιὰ τὶς ἁμαρτίες μου, ὥστε νὰ ξεφεύγω ὅσο μπορῶ ἀπὸ τὸν ἐγωπαθὴ ἑαυτό μου. Γιὰ νὰ κάνω κάτι γιὰ κάποιον Ἄλλο, ποὺ νὰ μοῦ στοιχίσει. Τὸν σκέπτομαι… Τὸ ἔχει ὑπόψη Του καὶ Κεῖνος καὶ ἐπεμβαίνει στὴ ζωή μου.
3) Δὲν νήστεψα στὸν Παράδεισο καὶ τὸν ἔχασα.
4) Δὲν μπορεῖς νὰ νηστέψεις ἀπὸ τὸ κρέας καὶ τὸ γάλα καὶ νηστεύεις ἀπὸ τὰ κακὰ ἔργα καὶ τὶς κακὲς σκέψεις; Πέτυχες τὸ δύσκολο καὶ δὲν μπορεῖς ἢ περιφρονεῖς τὸ εὔκολο; Δὲν μπορεῖς νὰ δαμάσεις τὰ εἰσερχόμενα ὑλικά, καὶ μπορεῖς νὰ δαμάσεις τὰ ἐξερχόμενα πνευματικά; Ποιόν κοροϊδεύεις πλανημένε ἀδελφούλη;
5) Καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο γιὰ τὸν ὁποῖο μὲ τόση ἀπαξίωση λέτε ὅτι νηστεύει ἀλλὰ τρώει τὸν διπλανό του, γιατί δὲν κάνετε τὸν καλὸ λογισμὸ ὅτι ἂν δὲν νήστευε μποροῦσε νὰ εἶχε φάει καὶ σᾶς τοὺς ἴδιους, ἀλλὰ ἡ νηστεία ποὺ τόσο περιφρονεῖτε, τὸν «φρέναρε» καὶ σᾶς γλύτωσε; Ἔ; Γιατί;
Καλὴ Παναγιά, φίλοι καὶ ἀδελφοί μου!

https://anastasiosk.blogspot.com