ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΠΟΤΟΜΗΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ & ΒΑΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ 29 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

ΟΙ ΧΟΡΟΙ ΤΗΣ ΣΑΛΩΜΗΣ

Αποτομη Κεφαλης Αγιου Ιωαννου

«Ὅπου χορός, ἐκεῖ ὁ Διάβολος». (Ἱ. Χρυσόστομος)

Ὁ Ἡρώδης, ὁ υἱὸς τοῦ Ἠρώδου ἐκείνου, ὅστις ἐφόνευσε τὰ ἀθῶα νήπια της Βηθλεέμ, ἑορτάζει τὰ γενέθλιά του. Φωταψίαι εἰς τὰ ἀνάκτορα. Ὁ ἡγεμὼν «δεῖπνον ἑποίει τοῖς μεγιστᾶσιν αὐτοῦ καὶ τοῖς χιλιάρχοις καὶ τοῖς πρώτοις τῆς Γαλιλαίας». Ἡρώδη! Ὁ λαός σου πάσχει, ἀποθνήσκει ἐκ πείνης, ρακένδυτος περιφέρεται καὶ σὺ σπαταλᾶς τοὺς θησαυροὺς τοῦ Δημοσίου εἰς συμπόσια, εἰς τὰ ὁποῖα πίνουν καὶ τρώγουν καὶ μεθοῦν καὶ κραιπαλοῦν τὰ ἀνθρώπινα κτήνη μὲ τὰς χρυσᾶς των ζώνας καὶ τὰς πολυτελεῖς ἐσθῆτας; Ὁ λαὸς πεινᾶ, οἱ μεγιστάνες διασκεδάζουν. Εἰς τὰς αἰθούσας τῶν ἀνακτόρων θόρυβος χιλίων δαιμόνων. Ὄργανα παίζουν, ἄσματα ἀκούονται, γύναια χορεύουν, ἡ νὺξ προχωρεῖ, τὸ μεσονύκτιον πλησιάζει, ἡ ἁμαρτία κορυφοῦται, καὶ ἰδοὶ μία διαβόητος διὰ τὴν σκανδαλώδη ζωήν της γυνὴ ἡ Ἠρωδιάς, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας ἐρρίφθη εἰς τὰς φυλακὰς τῆς Μαχαιροῦντος ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, παρακινεῖ τὴν θυγατέραν της Σαλώμην νὰ λάβει μέρος εἰς τὸν χορόν. Καὶ ἡ Σαλώμη ἐκτελεῖ τὸ θέλημα τῆς «μαμᾶς» χορεύει μὲ ὅλην της τὴν καρδίαν, χορεύει μὲ ἔξαψιν ὅλων τῶν αἰσθήσεων, χορεύει μὲ σατανικὴν τέχνην, ἐξαπλώνει τὰ δίκτυα, ἀνοίγει ὅλα τὰ πτερὰ τῆς ἠδονῆς, νικᾶ ὅλας τὰς χορευτρίας, ἔρχεται πρώτη εἰς τὸν ἀνακτορικὸν χορὸν καὶ προκαλεῖ τὸν θαυμασμὸν ὅλων, ἰδιαιτέρως τοῦ σαρκολάτρου, τοῦ ἐκφύλου ἐκείνου ἡγεμόνος, ὅστις μὲ ἀνοικτὸν τὸ στόμα παρακολουθεῖ τοὺς στροβιλισμοὺς τῆς ἀναιδεστάτης κόρης, κόρης ἀνταξίας τῆς μητρός. Εἰς τὴν Σαλώμην τώρα ὁ Διάβολος πρέπει νὰ δώση τὸ πρῶτον βραβεῖον.

Ποῖον βραβεῖον; «Ζήτησέ μου – λέγει μὲ ὅρκον ὁ ἔκφρων Ἡρώδης πρὸς τὴν Σαλώμην – ζήτησέ μου ὅ,τι θέλεις καὶ θὰ σοῦ δώσω ἕως τὸ ἥμισυ τῆς βασιλείας μου». Καὶ ἡ Σαλώμη συσκέπτεται μετὰ τῆς μητρός. Πόσα θὰ ἠδύναντο νὰ ζητήσουν αἱ δύο γυναῖκες! Καὶ ὅμως ἀντὶ παντὸς ἄλλου ζητοῦν τὴν κεφαλὴν τοῦ Ἰωάννου. Ἔφριξαν οἱ ἄγγελοι. Τὶ φοβερώτερον τῆς κακῆς γυναικὸς; Ὑπερβαίνει τὴν τίγριν. Εἶνε ἱκανὴ ἡ γυναῖκα νὰ διαπράξη τὸ στυγερώτερον τῶν ἐγκλημάτων ἀρκεῖ νὰ ἱκανοποιήση τὸ πάθος τῆς ἐκδικήσεως. Ἰδοὺ δύο γυναῖκες ζητοῦν τὴν κεφαλὴν τοῦ ἁγιωτέρου τῶν ἀνδρῶν τῆς Π. Διαθήκης.

Ὁ Ἡρώδης ἀνάνδρως ὑποχωρεῖ καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν γυναικῶν ἐκτελεῖται. Κατὰ τὰς πρωϊνὰς ὥρας πρὶν ἀνατείλη ὁ Ἤλιος, ὁ Ἰωάννης ἀποκεφαλίζεται. Καὶ ἡ κεφαλὴ ἐδόθη ἐπὶ πίνακι εἰς τὸ κοράσιον καὶ «τὸ κοράσιον ἔδωκεν αὐτὴν τῆ μητρὶ αὐτῆς». Ἰδοὺ τὸ τέλος τῆς χοροεσπερίδος ἐκείνης. «Ὤ συμπόσιον διαμονικόν! – φωνάζει ὁ Ἱ. Χρυσόστομος. – Ὤ θέατρον σατανικόν. Ὤ παράνομος ὄρχησις, (χορὸς) καὶ μισθὸς ὀρχήσεως παρανομώματος».

Πόσον θὰ ἐπεθύμουν ἡ περικοπὴ τοῦ Ἱ. Εὐαγγελίου (Ματθ. 14, 1-12), ἡ διʼ ὀλίγων λέξεων, μεστῶν βαθυτάτης ἐννοίας, περιγράφουσα τὴν τραγωδίαν νὰ ἐτυποῦτο μὲ μεγάλα τυπογραφικὰ στοιχεῖα καὶ ὑπὸ ζηλωτῶν χριστιανῶν νʼ ἀνηρτᾶτο ὡς πινακὶς εἰς τὰς αἰθούσας ἐκείνας, εἰς τὰς ὁποίας πρόκειται νὰ γίνουν οἱ σημερινοὶ χοροί, χοροὶ Σαλώμης.

Τὸ ἀνθρώπινον κτῆνος, τὸ ὁποῖον ὡργίασε τὴν νύκτα ἐκείνην εἰς τὰ ἀνάκτορα τοῦ Ἡρώδου δὲν ἀπέθανεν. Ζῆ. Ὁ Ἡρώδης, ἡ Ἡρωδιὰς καὶ ἡ Σαλώμη ὑπάρχουν καὶ σήμερον, μὲ ἄλλα ὀνόματα μὲ ἄλλας ἐμφανίσεις. Ὑπάρχουν καὶ σήμερον ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἐν μέσω πεινῶντας καὶ δεινῶς ὑποφέροντος λαοῦ παραθέτουν δεῖπνα – ροταριανὰ δεῖπνα! – ἄλλοι δὲ διοργανώνουν κοσμικὰς συγκεντρώσεις, χοροεσπερίδας καὶ καλοῦν κυρίας καὶ δεσποινίδας διὰ νὰ ἐπιδείξουν τὰς χορευτικάς των ἱκανότητας. Καὶ ὑπὸ τὸ φῶς ἠλεκτρικῶν λαμπτήρων καὶ πολυελαίων, ὑπὸ τοὺς ἤχους ἀλλόφρονος μουσικῆς, εἰς πολυτελεστάτας αἰθούσας λεσχῶν, μεγάρων καὶ σχολείων ἀκόμη, χορεύουν μέχρι τῶν πτωϊνῶν ὡρῶν τὸν χορὸν τῆς Σαλώμης.

Τὶ εἴπον, τὸν χορὸν τῆς Σαλώμης; Κάτι χειρότερον τοῦ χοροῦ ἐκείνου. Ἡ Σαλώμη θὰ ἐκοκκίνιζεν ἀπὸ ἐντροπήν, ἐὰν ἔβλεπε τὰς συγχρόνους γυναῖκας νὰ χορεύουν τοὺς νεωτέρους χοροὺς μὲ τὰ τὀσα παράξενα ὀνόματά των ποὺ εἶνε παρμένα ἀπὸ ξένας γλώσσας καὶ ἀπὸ τὰ λεξιλόγια ἀκόμη τῶν ἀγρίων φυλῶν τῆς Ἀφρικῆς. Ποὺ κατήντησεν ὁ ἄνθρωπος, ὁ Ἕλλην καὶ ἡ Ἑλληνίς! Μόνον οἱ καμῆλες, τὰ καγκουρῶ, αἱ ἀρκούδες καὶ οἱ πίθηκοι τῶν δασῶν θὰ ἠδύναντο νὰ κάμουν τὰς κινήσεις, τὰς ἀηδεῖς κινήσεις ποῦ κάμνουν οἱ ἄνθρωποι εἰς τοὺς σημερινοὺς χοροὺς τῆς ἐκφυλισθείσης ἠπείρου μας.

Οἱ σημερινοὶ χοροί! Δὲν ἔχουν τίποτε ἀπὸ τὴν σεμνότητα τῶν Ἑλληνικῶν χορῶν. Οἱ ἄνδρες καὶ αἱ γυναῖκες χορεύουσαι δὲν χωρίζονται πλέον μὲ μακρὰν τινα ἀπόστασιν, ἀλλὰ ὑπὸ τοὺς ἥχους πλακῶν γραμμοφώνου καὶ παρουσία γονέων, συζύγων καὶ ἀδελφῶν πλησιάζουν, ἔρχονται εἰς ἐπαφὴν σῶμα μὲ σῶμα, ἐναγκαλίζονται ἀναιδῶς καὶ κατὰ ζεύγη στροβιλίζονται δαιμονιωδῶς. Μὴ τολμήσης νὰ τοὺς ἐλέγξης διὰ τοὺς ἀπρεπεῖς, ἁμαρτωλοὺς αὐτοὺς χορούς. Διότι οἱ σημερινοὶ ἄνθρωποι πίνουν τὴν ἁμαρτίαν ὡς ποτήριον ψυχροῦ ὕδατος. Οὐδεμία τύψις! «Χορεύομεν, ἀλλὰ δὲν ἁμαρτάνομεν» ἀπαντοῦν οἱ νέοι εἰς τὰς διαμαρτυρίας τοῦ ἄμβωνος. Ἀλλά, νέοι μου, πόσον ἀπατάσθε. Ζῆτε μέσα εἰς μίαν μολυσμένην ἀτμόσφαιραν καὶ διʼ αὐτὸ δὲν αἰσθάνεσθε τὴν ἠθικὴν δυσοσμίαν τῶν χορευτικῶν κέντρων. Δὲν ἁμαρτάνετε; Ἀλλὰ δὲν εἶσθε οὔτε ἄγγελοι, οὔτε τὸ σῶμα σας εἶνε κατεσκευασμένον ἐκ μαρμάρου. Ἄνθρωποι εἶσθε, τὴν γῆν οἰκοῦντες καὶ σάρκας φέροντες, μὲ αἵμα νεανικόν ποὺ καίει εἰς τὰς φλέβας σας. Ἕνας σπινθὴρ ἀρκεῖ διὰ νὰ ἐκραγῆ ἡ πυρκαϊά. Εἶνε δυνατὸν ἡ πυρίτις νὰ πλησιάζη τὸ πῦρ καὶ νὰ μὴ ἀναφλέγεται; Ἄλλο τόσον εἶνε δυνατὸν καὶ σεῖς νὰ μὴ ἀναφλεχθῆτε ἀνασκαλεύοντες τὸ πῦρ. Ἀλλὰ ἐπιμένετε λέγοντες ὅτι εἶσθε τόσον δυνατοί, ὥστε νὰ μὴ ἐπηρεάζεσθε ἀπὸ τὰς χορευτικὰς περιπτύξεις; Τότε ἐπιτρέψτε μας νὰ σᾶς ἐρωτήσωμεν: Τὶ σκέπτεσθε, καλοί μου νέοι, ὄταν χορεύετε; Τὸν οὐρανόν, τὰ ἄστρα, τοὺς ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους; Ὄχι. Ἀλλὰ τί; Ἐντρέπεσθε ἀσφαλῶς νὰ τὸ εἴπητε, διότι αἱ σκέψεις σας, ὅλος ὁ ψυχικὸς σας κόσμος κατὰ τὴν διάρκειαν τοῦ χοροῦ κατακρημνίζεται μέσα εἰς τὰ νοσογόνα ἕλη τῆς ἁμαρτίας.

Ὀρθῶς κοινωνιολόγος τις παρετήρησεν, ὅτι ἐὰν διὰ κάθε ἁμαρτίαν ποὺ γίνεται εἰς τὰς αἰθούσας τῶν χορῶν, ἔπιπτε καὶ ἕνα ἄστρον, δὲν γνωρίζω πόσα ἄστρα θὰ ἔμενον εἰς τὸν οὐρανόν. Καὶ δὲν εἶνε ὑπερβολικὴ ἡ εἰκὼν αὐτή, ἀρκεῖ νὰ ἐνθυμηθῶμεν τὶ εἴπεν ὁ Κύριος διʼ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἐξακοντίζουν πονηρὰ βλέμματα εἰς τὰς ὅψεις τῶν γυναικῶν. Τοὺς ὠνόμασε μοιχούς. Ἰδοῦ οἱ ἀθάνατοί Του λόγοι: «Πᾶς ὁ βλέπων γυναῖκα πρὸς τὸ ἐπιθυμῆσαι αὐτὴν ἥδη ἐμοίχευσεν ἀυτὴν ἐν τῆ καρδία αὐτοῦ» (Ματθ. 5, 28). Καὶ δὲν εἶνε μόνον τὰ βλέμματα τῶν χορευτῶν φλόγες πυρὸς σατανικοῦ. Ἀλλὰ καὶ αἱ χεῖρες καὶ οἱ πόδες καὶ ὅλη ἡ σωματική των ὕπαρξις ἐγγίζει τὸ πῦρ καὶ καίονται οἱ δυστυχεῖς.

Ὤ! καὶ ἐὰν τὸ ἠννόουν καὶ τὸ ἠσθάνοντο θὰ ἔφευγον μακρὰν ὡς ἀπὸ προσώπου ὄφεως. Ἀπευθύνω πρὸς τοῦτο μίαν ἐρώτησιν πρὸς τοὺς ἄνδρας: Σὺ σύζυγε, ὅστις ἀπαθῶς βλέπεις τὴν γυναῖκα σου εἰς τὰς ἀγκάλας τοῦ ἄλλου νὰ χορεύη, σὲ ἐρωτῶ ἐὰν τὴν ἴδης εἰς τὴν ἰδίαν στάσιν εἰς ἄλλον τόπον καὶ χρόνον τὶ θὰ αἰσθανθῆς; Θʼ ἀνεχθῆς τὸ θέαμα; Θέλεις νὰ τὴν σταματᾶ ἕνας ξένος εἰς τοὺς δρόμους καὶ τὰς πλατείας καὶ νὰ τὴν ἐναγκαλίζεται ὅπως τὴν ἐναγκαλίζονται είς τὰ χορευτικὰ κέντρα; Ἀσφαλῶς ὄχι. Θὰ θεωρήσης τοῦτο τόσον βαρύ, ὥστε ἤ θὰ ἐγκληματίσης ἤ θὰ ζητήσης διαζύγιον. Ἀλλὰ πῶς, ἄνθρωπέ μου, ἡ ἰδία πράξις γενομένη εἰς τὴν αἴθουσαν τοῦ χοροῦ πῶς ἀμνηστεύεται ἐντελῶς ἀπὸ σὲ καὶ τοὺς ὁμοίους σου ἠλιθίους καὶ θεωρεῖται ἕνα ἀθῶον παίγνιον; Ἀλλὰ μὴ περιμένετε λογικὴν ἀπὸ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι κατήργησαν τὸν κώδικα τῆς ἠθικῆς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἀνύψωσαν εἰς τὴν θέσιν τοῦ Εὐαγγελίου ἄλλους κώδικας, τὴν ἐθιμοτυπίαν τῆς αἰσχρᾶς κοινωνίας.

Εἰς τὰς εἰσόδους τῶν χορῶν ὀργιάζει σήμερον ὁ Σατανᾶς. Κατὰ τὰς πρωϊνὰς ὥρας ἐξέρχονται ναυάγια ἠθικά, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, χορευταὶ καὶ χορεύτριαι. Κόλασιν ἔχουν εἰς τὴν ψυχήν. Ὁ Μέγας Βασίλειος καυτηριάζων μίαν χοροεσπερίδα τῆς ἐποχῆς του λέγει περὶ τῶν γυνσικῶν, αἱ ὁποῖαι ἔλαβον μέρος εἰς αὐτὴν τὰ ἐξῆς: «Ποῖας νὰ κλαύσω; τὰς παρθένας κόρας ἤ τὰς ἐγκάμους γυναῖκας; Αἱ μὲν ἐπέστρεψον ἐκ τοῦ χοροῦ χωρὶς πλέον νὰ ἔχουν τὴν παρθενίαν, αἱ δὲ χωρὶς νὰ φέρουν πλέον εἰς τοὺς ἄνδρας των τὴν σωφροσύνην». Καὶ ἐὰν ταῦτα ἔλεγεν ὁ Μ. Βασίλειος διὰ τοὺς χοροὺς τῆς ἐποχῆς του, τὶ νὰ εἴπωμεν ἡμεῖς διὰ τοὺς χοροὺς τῆς ἰδικῆς μας ἐποχῆς;

Εἰς τὰ χοροδιδασκαλεῖα, αἰθούσας τῶν χορῶν ρίπτονται τὰ πρῶτα σπέρματα τῶν αἰσχρῶν ἐρώτων, τῶν συζυγικῶν διενέξεων, τῶν διαζυγίων, τῶν διαφόρων οἰκογενειακῶν δραμάμων, τὰ ὁποῖα συνταράσσουν τὰς σημερινὰς κοινωνίας μας. Χιλιάδες ψυχαὶ καταστρέφονται καὶ ἡ ἠθικὴ ἀποκεφαλίζεται, μέλη Χριστοῦ διασπαράσονται, καὶ ἐπὶ πίνακι προσφέρεται ἡ αἰδὼς καὶ ἡ παρθενικὴ τιμὴ εἰς τὸν Ἑωσφόρον. Βραβεῖς ἀπονέμονται. Ἐσχάτως ἐγράφη, ὅτι ἔκφυλοι ἀριστοκράται τῶν Ἀθηνῶν προσφέρουν ὡς ἔπαθλα εἰς τὰς δεινὰς χορευτρίαςτῶν νεωτέρων χορῶν… μεταξωτὰς περισκελίδας!!

Μὲ τοὺς σημερινοὺς χοροὺς ποὺ κατακλύζουν τὴν Πατρίδα μας δὲν θὰ μείνη Ἑλληνὶς κόρη ἀμόλυντος. Οὐδεμία δὲ δυστυχῶς συστηματικὴ ἀντίδρασις κατὰ τοῦ κακοῦ παρατηρεῖται. Καὶ τὸ μὲν Κράτος ἀδιαφορεῖ, περὶ τὰ οἰκονομικὰ καὶ μόνον ἀσχολούμενον, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία, ἡ Ἱεραρχία, ὁ φρουρὸς οὗτος τῆς ἠθικῆς τοῦ Εὐαγγελίου, τῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ἀπαγορεύουν αὐστηρῶς τοὺς χοροὺς (Ἴδε Κανόνας ξβ΄. – ΣΤ΄ Οἰκουμ. Συνόδου, κβ΄ – Ζ΄ Συνόδου, Θ΄. Καρθαγένης) τὶ πράττει; Διεφώτισε τὸν λαὸν τῆς Ἑλλάδος; Ἐξέδωκεν ἐγκύκλιον; Ἔλαβε φραγγέλιον; Ὕψωσε φωνὴν διαμαρτυρίας ἐνώπιον τῶν ἰσχυρῶν τῆς ἡμέρας, οἱ ὁποῖοι ἀναλαμβάνουν ὑπὸ τὴν προστασίαν των τοιούτους ἀνηθίκους χορούς; Δυστυχῶς ὄχι. Ἡ Ἱεραρχία μας, θὰ τὸ εἴπωμεν, κατατρίβεται εἰς ἄχαριν, ἀψυχολόγητον καὶ ἀνελεύθερον ἀγῶνα κατὰ τῆς παρατάξεως τῶν Παλαιοημερολογητῶν, τῶν ἐν Χριστῶ τοῦτων ὀρθοδόξων ἀδελφῶν μας, ἐνῶ τεράστια ἡθικὰ προβλήματα ἀναμένουν ἐπὶ ἔτη καὶ δεκαετηρίδας ὁλοκλήρους τὴν λύσιν των. Ἀδελφοὶ καὶ Πατέρες! Σαπίζει ἡ κοινωνία μας καὶ ἡμεῖς ἀντὶ νὰ κρατῶμεν καηυτήριον ρίπτομεν ἄνθη ἐπὶ τῶν πληγῶν, ἀντὶ νὰ ἐλέγχωμεν, κολακεύομεν αἰσχρῶς καὶ ἐπικροτοῦμεν τὴν ἀθλιότητα τῶν ἡμερῶν μας. Ποῖον λόγον θὰ δώσωμεν εἰς τὸν Ἑλληνικὸν λαὸν καὶ εἰς τὸν Θεόν; – Ἱεράρχαι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δὲν γνωρίζω τὶ παθόντες, συγκοινωνοῦν τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ αἰῶνος τούτου καὶ διὰ τοῦ ὀνόματός των, ἄν μὴ καὶ διὰ τῆς παρουσίας των, ἐνισχύουν τοιαύτας ἁμαρτωλὰς χοροεσπερίδας.

Ἀναγνῶσται τῆς Σπίθας, μᾶς ἀπέστειλαν ἔκ τινος νήσου τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἀρχιπελάγους ἔντυπον εἰδοποίησιν, κυκλοφορήσασαν κατὰ χιλιάδας, εἰς τὴν ὁποίαν κατάπληκτοι ἀνεγνώσαμεν τὰ ἐξῆς: «Τὴν προσεχῆ Παρασκευὴ 9 Ἰουνίου 1950 ἡ θεατρικὴ παράστασις τοῦ α΄. συστήματος προσκόπων ὑπὸ τὴν προστασίαν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου κ.κ. …. μὲ τὴν ξεκαρδιστικὴ κωμωδία Παβουγάδας, μουσική, τραγούδια – ΧΟΡΟΙ – ποὺ θʼ ἀφήσουν ἐποχὴ». Ἀλλοι δὲ φίλοι ἀναγνῶσται ἐκ μεγάλης πόλεως τῆς Πελοποννήσου μᾶς ἀπέστειλαν μόλις ἐχθὲς τοπικὴν ἐφημερίδα, εἰς τὴν ὁποίαν ἀνεγνώσαμεν ὅτι πρὸς ἐνίσχυσιν πόρων φιλανθρωπικοῦ ἱδρύματος τὸ συμβούλιον προεδρευόμενον ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου …. ἀπεφάσισε μεταξὺ τῶν ἄλλων, ὅπως δοθῆ ἕνας χορὸς ἐπʼ εὐκαιρία τῶν Ἀπόκρεω.

Τὶ νὰ εἴπωμεν; – Ἀποφεύγομεν νʼ ἀναφέρωμεν τὰ ὀνόματα τῶν Μητροπολιτῶν, διότι ὁ σκοπὸς τῶν ἄρθρων μας δὲν εἶνε ἡ διαπόμπευσις τῆς Ἱεραρχίας – αὐτὴ διαπομπεύει ἑαυὴν μὲ τοιαύτας ἐμφανίσεις – ἀλλὰ ὁ ἔλεγχος τῶν τεραστίων σφαλμάτων τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας. Πονοῦμεν καὶ θρηνοῦμεν διὰ τὴν κατάπτωσιν αὐτῆν. Τὸ ἅλας ἐμωράνθη. Τὸ φῶς ἐσβέσθη. Οἱ ἀστέρες πίπτουν. Οἱ ὀδηγοὶ τῆς ἀρετῆς, προαγωγοὶ τῆς ἁμαρτίας κατήνητησαν. Ποῖος νὰ μὴ κλαύση; Ἐὰν ἔζη σήμερον ἕνας Μ. Βασίλειος θὰ ἐκάλει Ἱερὰν Σύνοδον καὶ θὰ τοὺς ἐκαθήσει ἐκ τῶν θρόνων ὡς προδότας τῆς ἠθικῆς τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐνῶ τώρα; Ὑπάρχει φόβος ὄχι αὐτοὶ νὰ κληθοῦν εἰς ἀπολογίαν, ἀλλὰ ὁ μὲ πόνον καὶ δάκρυα γράφων τὸ παρὸν ἐλάχιστος ἱερομόναχος τῆς Ἑλληνικῆς Πατρίδος…

Ὑπὸ τὴν προστασίαν ἀρχιερέων τοῦ 20ου αἰῶνος οἱ χοροί! Βουνὰ καὶ νάπαι τῆς Ἑλλάδος κλαύσατε διὰ τὸ φαινόμενον τοῦτο καὶ σὺ Ἱερὲ Χρυσόστομε ἐκ τῆς ὑψηλῆς σου σκοπιᾶς βόησον «ὅπου χορὸς ἐκεῖ ὁ Διάβολος».

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοὶ Ἕλληνες! Ὁ Ἄδης ἐπλάτυνε τὸ στόμα αὐτοῦ καὶ καταπίνει ψυχάς. Τὰ σχολεία τοῦ Σατανᾶ ηὐξήθησαν καταπληκτικῶς εἰς τὴν χώραν μας. Παρθενικοὶ θησαυροὶ καταστρέφονται. Σκοτειναὶ δυνάμεις ἐργάζονται διὰ τὸν ἐκφυλισμὸν τῆς ἀνθρωπότητος. Πρὸ πολλῶν δεκαετηρίδων ἐδημοσιεύθη βιβλίον πολύκροτον «Τὰ πρωτόκολλα τῶν σοφῶν τῆς Σιών», εἰς τὸ ὁποῖον ἀποκαλύπτεται ἡ κατὰ τῆς ἀνθρωπότητος συνωμοσία. «Μὲ τὰ ἰσχυρὰ ποτὰ – λέγουν οἱ ἄνθρωποι τοῦ σκότους – μὲ τὰ πορνικὰ ἄσματα, μὲ τὴν αἰσχρὰν φιλολογίαν, μὲ τὰ χοροδιδασκαλεῖα θʼ ἀποκτηνώσωμεν τοὺς χριστιανικοὺς λαούς, θὰ ἐκμηδενἰσωμεν τὴν χριστιανικὴν ἠθικήν, θʼ ἀποβλακώσωμεν διὰ «προώρου ἀκολασίας» τὴν νεολαίαν καὶ ὁ χριστιανικὸς πολιτισμὸς θὰ πέση εἰς ἐρείπια». Ταῦτα φθέγγεται ὁ Διάβολος. Ἀλλὰ εἰς τὸ ἔθνος μας ὑπάρχουν καὶ δυνάμεις θεϊκαί, ποὺ κρύπτονται εἰς τὰ στήθη τῶν πιστῶν Ἑλλήνων, καὶ εἶναι ἰκανοὶ νὰ συντρίψουν λεγεῶνες δαιμονίων.

Ἔργον τῆς Ἱεραρχίας εἶνε ἡ ἀφύπνισις τῶν κεκρυμμένων τούτων δυνάμεων τῆς Πίστεως. Μὲ τὴν Ἱεραρχίαν μας ἐπὶ κεφαλῆς, μετανοοῦσαν καὶ κλαίουσαν διὰ τὰ σφάλματά της, ἡ Ἑλλάς, ἡ Χριστιανικὴ Ἑλλάς θὰ ὀργανωθῆ εἰς τάγματα Γεδεών, εἰς παράταξιν Κυρίου, εἰς στρατὸν Ὀρθοδοξίας, διὰ νὰ δώση ὡς εἰς ἄνθρωπος τὴν πνευματικὴν μάχην καὶ ἡ Ἑλλὰς μὲ τὸν Τίμιον Σταυρὸν θὰ νικήση ἐπὶ τοῦ ἠθικοῦ καὶ πνευματικοῦ πεδίου, θὰ πατήση ὑπὸ τοὺς πόδας αὐτῆς τὸν δαίμονα τῆς ἀκολασίας, θὰ κλείση τὰ χοροδιδασκαλεῖα, τὰς αἰθούσας τῶν αἰσχρῶν χορῶν καὶ θὰ μετατρέψη ταύτας εἰς κέντρα χριστιανικῆς διαπαιδαγωγήσεως καὶ ψυχαγωγίας τῆς Ἑλληνικῆς Νεολαίας.

Εἰς τὴν Ἑλλάδα μας ὁ Χριστὸς θὰ νικήση τὸν Διάβολον, ἀρκεῖ ἔκαστος τῶν πιστῶν νὰ εὐρεθῆ εἰς τὴν θέσιν του, καὶ ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ νὰ θυσιάση τὸ πᾶν. Διότι ἄνευ θυσιῶν καὶ ἀγώνων οὐδὲν κατωρθοῦται.

(†) ἐπίσκόπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

ΑΓΙΟΥ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΦΑΝΟΥΡΙΟΥ 27 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

Αγιος Φανουριος

Μαρτυρία Χριστού ή κόσμου;

Λέει κάπου ο Απ. Παύλος για του χριστιανούς «Θεοῦ γεώργιον, Θεοῦ οἰκοδομή ἐστε» (Α΄Κορ. 3:9). Ἡ λέξη γεώργιον σημαίνει χωράφι, είναι συνώνυμη με τη λέξη «γεωργός», που δηλώνει αυτόν που εργάζεται και καλλιεργεί τη γη.

Κάτι ανάλογο έκανε και ο Άγ. Φανούριος πριν φθάσει στο μαρτύριο, καλλιεργούσε τον αγρό της ψυχής του. Το ένα έφερε το άλλο, ἡ καλλιέργεια έφερε την μαρτυρία.

Μάρτυρας τί σημαίνει; Μαρτυρώ με την ζωή μου την αλήθεια! Λέγει κάπου ο προφήτης Ησαΐας: «Γίνεσθέ μοι μάρτυρες…» (Ησ. 43:10). Εμείς τί μαρτυρία δίνουμε στη ζωή; Μαρτυρία Χριστού ή κόσμου;

Ένας μύθος του Αισώπου λέει: Κάποιος οδοιπόρος κατακουρασμένος και πεινασμένος από την κοπιαστική οδοιπορία του, κάθισε στη σκιά ενός δένδρου για να ξεκουραστεί. Όλως αναπάντεχα βρήκε μπροστά του μια χούφτα καρύδια και πεινασμένος καθώς ήταν, τα έσπασε και τα έφαγε. Του έμειναν όμως τα τσόφλια, (αν μπορούσε θα τα έτρωγε κι αυτά!). Σκεπτόταν λοιπόν πως θα τα αξιοποιήσει! Και βρήκε τη λύση. Τα μάζεψε, σε «σωρό» και τα πρόσφερε θυσία στο Θεό! Έπειτα συνέχισε το δρόμο του δοξάζοντας τον Θεό, που τόσο απροσδόκητα του πρόσφερε τροφή και τον αξίωσε να του προσφέρει και θυσία!

Τι έπρεπε να κάνει ο οδοιπόρος αν πράγματι αγαπούσε το Θεό; Ασφαλώς όχι να του προσφέρει ό,τι είχε για πέταμα ! Αλλά να προτιμήσει να μείνει νηστικός, ή έστω να φάει τα μισά και να προσφέρει τα υπόλοιπα, δηλ. κάτι απ’ την «ουσία» στο Θεό με την ελπίδα πως ο Πανάγαθος Θεός δεν θα τον άφηνε. Όμως από τη μεγάλη «ευλάβεια», δηλ. ψευδευλάβεια που είχε στο Θεό, του πρόσφερε τα τσόφλια! Ίσως και να περίμενε κι ανταμοιβή γι αυτή του την «προσφορά». Και στην περίπτωση που κάτι του πήγαινε στραβά στη ζωή να παραπονιόταν στο Θεό, «Εγώ κάτι έκανα για σένα!… Εσύ γιατί με δοκιμάζεις έτσι;…»

Ας προβληματιστούμε κι εμείς μήπως κάνουμε το ίδιο στο Θεό! Μήπως αντί για θυσία, Του «προσφέρουμε» τα «τσόφλια» της ζωή μας! Ό,τι λιγότερο και ευτελές. Μήπως «τρώμε» την ζωή μας, ασχολούμενοι με όλα μας τα βιοτικά και ό,τι «απομένει» το προσφέρουμε ως θυσία στο Χριστό π.χ Το ρίχνουμε στον ύπνο την Κυριακή και πάμε στην Εκκλησία στο «Δι’ ευχών…», ή περνάμε απλά και ανάβουμε ένα κεράκι! Είτε το βράδυ πριν κοιμηθούμε κάνουμε ένα «στραβό» σταυρό κι αυτό με χασμουρητό και μετά αν μας πάνε στραβά στη ζωή μας, στρεφόμαστε κατά του Θεού! Πώς δεν μας πρόσεξε, όπως τον προσέχουμε εμείς!

Είναι αδελφοί μου η σκληρή και πικρή πραγματικότης, ότι ξοδεύουμε τη ζωή μας σε χίλια δυό πράγματα φαί, ντύσιμο, διασκεδάσεις, τηλεόραση, ύπνο, καλοπέραση κ.α και τα έργα του Θεού (προσευχή, εκκλησιασμό, νηστεία, μελέτη πνευματική, εξομολόγηση) τα βάζουμε στο περιθώριο του χρόνου μας.

Ο άγιος Φανούριος τι πρόσφερε στο Θεό; Τσόφλια; Όχι, αλλά θυσίασε για την αγάπη του σ’ Αυτόν τα πάντα, αξιώματα, δόξες, τιμές, νιάτα, ομορφιά, πλούτο, ψυχή και σώμα, έχυσε το αίμα του για την πίστη του! Και εφάρμοσε έμπρακτα αυτό που λέει η Αγία Γραφή: «ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου» (Μαρ. 12:30).

Επιτρέψτε μου αγαπητοί μου έναν παραλληλισμό του Θείου έρωτα προς τον ανθρώπινο έρωτα.

Όταν ένας άντρας αγαπά δυνατά μια γυναίκα δεν υπολογίζει τίποτα. Ό,τι και να του στοιχίσει η συνάντηση μαζί της, θα το υπομείνει αρκεί να βρεθεί κοντά της! Βρέξει, χιονίσει, φυσήξει, καύσωνα κάνει, τίποτα δεν στέκεται εμπόδιο, για να ματαιώσει μια συνάντηση με την αγαπημένη του! Δεν τρώει, δεν κοιμάται, δεν πάει πουθενά, όταν περιμένει αυτήν που αγαπά! Κάτι ανάλογο κάνει και εκείνος που αγαπά τον Θεό, προκειμένου να τον συναντήσει, θυσιάζει για χάρη Του τα πάντα!

Η καλύτερη μαρτυρία του Χριστού είναι μέσα από τα έργα μας! «Οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16).

Αυτό να εφαρμόσουμε κι εμείς αδελφοί μου, έμπρακτα στη ζωή μας αν θέλουμε να ευαρεστήσουμε τον Θεό.

π. Δ. Σ.

ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ 24 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἀπέναντι τῶν ἀπίστων

Αγιος Κοσμας

Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς ἔζησε, ἀγαπητοί μου, σὲ ἐποχὴ δύσκολη. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ἐπεκταθῆ· ἡ σημαία τους ἔφτανε ἀπ᾿ τὴ Βιέννη ὣς τὸ Νεῖλο, κι ἀπ᾿ τὴ Βαγδάτη ὣς τὸ Ἀλγέρι. Ἦταν μιὰ ἰσχυρὴ αὐτοκρατορία, ποὺ τὴν ἔτρεμαν μικροὶ καὶ μεγάλοι. Ἰδίως στὴν Ἀλβανία τόσο εἶχαν ἐπιβληθῆ, ὥστε ἀπὸ τὶς 600 χιλιάδες Χριστιανοὺς εἶχαν μείνει μόνο 50 χιλιάδες. Κι αὐτοὶ θὰ ἔσβηναν καὶ θὰ γίνονταν Τοῦρκοι, ἂν δὲν παρουσιαζόταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.

Κήρυττε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Ἀλλ᾿ ἀπέναντί του δὲν εἶχε μόνο Χριστιανούς, εἶχε καὶ ἄλλους. Πήγαιναν καὶ ὡς κατάσκοποι, γιὰ νὰ πιάσουν κάποια λέξι ἀπὸ τὰ κηρύγματά του καὶ νὰ τὸν κατηγορήσουν στοὺς πασᾶδες. Ἐκεῖνος πρόσεχε. Καὶ ἔσπερνε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ αὐτῶν ἀκόμη τῶν Τούρκων. Ἄλλοι μὲν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν μισοῦσαν, ἄλλοι πάλι τὸν ἄκουγαν ἀπὸ περιέργεια –ἔβλεπες μέσα στὰ ἀκροατήριά του νὰ εἶνε κι αὐτοί–, ἄλλοι ὅμως τὸν ἄκουγαν μὲ μεγάλη εὐχαρίστησι. Γιατὶ δὲν ἦταν ὅλοι οἱ Τοῦρκοι κακοί· ὑπῆρχαν καὶ πολλοὶ ποὺ εἶχαν καλὴ καρδιά. Θὰ ἀναφέρω δυὸ – τρία παραδείγματα.

  • Ὁ σπόρος, ποὺ ἔρριχνε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς, ἔμοιαζε μὲ τοῦ γεωργοῦ· ποὺ σπέρνει, καὶ ἄλλος πέφτει σὲ ἀγκάθια, ἄλλος σὲ πέτρες, ἄλλος στὸ δρόμο τὸν πατημένο, καὶ ἕνα μικρὸ μέρος τοῦ σπόρου ῥιζώνει στὸ καλὸ τὸ χῶμα. Ἔτσι καὶ οἱ Τοῦρκοι ἦταν ἄλλοι πατημένος δρόμος, ἄλλοι ἀγκάθια, μὲ κακίες καὶ ἐλαττώματα. Ἀλλὰ ἔχουμε καὶ μερικὰ παραδείγματα ὅπως ὁ Κοὺρτ – πασᾶς. Αὐτὸς ἦταν ἀγᾶς καὶ κυβερνοῦσε ὁλόκληρη τὴν Ἀλβανία· πρωτεύουσά του εἶχε τὸ Βεράτι. Αὐτὸς πῆγε καὶ ἄκουσε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Καὶ τόσο εὐχαριστήθηκε, ποὺ τοῦ ἔκανε ἕνα σκαμνί, ἄμβωνα, γιὰ ν᾿ ἀνεβαίνῃ νὰ κηρύττῃ. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τὸ εἶχε πάντα μαζί του. Ὅπως ἀκριβῶς συνέβη μὲ τὸν Ἡρῴδη καὶ τὸν Πρόδρομο. Ὁ Ἡρῴδης ἦταν ἀλλόφυλλος, ἀλλόπιστος, ἀκόλαστος. Καὶ ὅμως, λέει τὸ Εὐαγγέλιο, στὴν ἀρχὴ ἄκουγε «ἡδέως», δηλαδὴ μὲ εὐχαρίστησι, τὰ λόγια τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου (Μᾶρκ. 6,20). Ἀλλὰ μετά, ἐξ αἰτίας τῆς Ἡρῳδιάδος, τὸν συνέλαβε καὶ τὸν ἔρριξε στὴ φυλακὴ καὶ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε. Ὅπως λοιπὸν ὁ Ἡρῴδης στὴν ἀρχὴ «ἡδέως ἤκουε» τῶν ῥημάτων Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, ἔτσι καὶ ὁ Κοὺρτ – πασᾶς ἄκουγε εὐχαρίστως τὰ λόγια τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ. Ἀλλὰ κατόπιν ἄλλαξε καὶ διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν. Πῶς ἄλλαξε; Πῆγαν Ἑβραῖοι ἀπὸ τὰ Γιάννενα στὸ Βεράτι. Ἀπ᾿ αὐτούς βρῆκε τὸ θάνατο ὁ ἅγιος Κοσμᾶς. Τὸν μισοῦσαν, γιατὶ τοὺς ἥλεγχε γιὰ τὴν ἀπιστία καὶ τὴν πλεονεξία τους. Αὐτοὶ πῆγαν καὶ βρῆκαν τὸν Κοὺρτ – πασᾶ. Τοῦ ζήτησαν νὰ τὸν βγάλῃ ἀπὸ τὴ μέση. Ἐκεῖνος δίσταζε στὴν ἀρχή. Ἀλλ᾿ ὅταν τοῦ ἔρριξαν τὰ φλουριά, πουγγιὰ χρυσὲς λίρες, τότε διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν. Καὶ ὅπως ὁ Ἰούδας μετανόησε ποὺ παρέδωσε τὸ Χριστό, ἔτσι λένε καὶ ὁ Κοὺρτ – πασᾶς μετανόησε καὶ ἔκλαιγε στὸ σαράι γιατὶ ἔδωσε ἐντολὴ ν᾿ ἀποκεφαλισθῇ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς.
  • Ἄλλο παράδειγμα εἶνε τὸ ἑξῆς. Ὅταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔφτασε στὸ Τεπελένι, βρῆκε ἐκεῖ ἕνα ζωηρὸ Τουρκόπουλο 17 – 18 χρονῶν, ποὺ ἔβοσκε ζῷα. Αὐτὸ τὸν ἐρώτησε·

– Δὲ μοῦ λές, πατέρα, τί θὰ γίνω ἐγώ; θὰ κάθωμαι ἐδῶ καὶ θὰ βόσκω πρόβατα καὶ γίδια; Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τοῦ λέει·

– Ἐσὺ μιὰ μέρα θὰ γίνῃς μεγάλος. Θὰ νικήσῃς, καὶ θά ᾿χῃς ὅλη τὴν Ἀλβανία δική σου. Ὕστερα τὸ Τουρκόπουλο τὸν ξαναρωτᾷ·

– Δὲ μοῦ λές, θὰ πάω καὶ στὴν Πόλι; Λυπημένος τότε ὁ ἅγιος Κοσμᾶς τοῦ εἶπε·

– Θὰ πᾷς, παιδί μου, ἀλλὰ μὲ κόκκινα τὰ γένεια.

Τὸ Τουρκαλβανόπουλο δὲν κατάλαβε τίποτα. Προφητεῖες ἦταν καὶ τὰ δύο ποὺ τοῦ εἶπε. Καὶ οἱ δύο λόγοι πραγματοποιήθηκαν. Ὁ μικρὸς αὐτὸς ἦταν ὁ μετέπειτα περιβόητος Ἀλῆ – πασᾶς. Ὅταν μεγάλωσε γκρέμισε τὸν Κοὺρτ – πασᾶ, κυρίευσε τὸ σαράι του, καὶ ξάπλωσε τὴν ἐπικράτειά του μέχρι κάτω στὸν Ἀχελῷο. Ἔγινε μεγάλος καὶ πολύς. Γυναῖκα εἶχε τὴν περιβόητη κυρὰ – Βασιλική, ποὺ ἐπέδρασε ἐπάνω στὰ ἄγρια ἤθη του. Ὁ Ἀλῆ – πασᾶς λοιπὸν τόσο πολὺ ἀγαποῦσε τὸν ἅγιο Κοσμᾶ, ὥστε μετὰ τὸ μαρτύριό του διέταξε νὰ κάνουν μιὰ θήκη καὶ νὰ βάλουν μέσα τὰ λείψανά του. Καὶ τὰ ὑποδέχθηκε στὰ Γιάννενα μὲ μεγάλη τιμή. Γονάτισε καὶ ἀσπάστηκε τὴν κάρα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ. Ἀργότερα ὑπερηφανεύτηκε καὶ τά ᾿βαλε μὲ τὸ σουλτᾶνο. Τότε ὁ σουλτᾶνος ἔστειλε στρατεύματα καὶ τὸν πολιώρκησαν στὴ λίμνη τῶν Ἰωαννίνων. Τὸν συνέλαβαν, τοῦ ἔκοψαν τὸ κεφάλι καὶ τό ᾽στειλαν πεσκέσι στὸ σουλτᾶνο. Ἔτσι ὁ Ἀλῆ – πασᾶς πῆγε στὴν Πόλι, ἀλλὰ μὲ κόκκινα τὰ γένεια ἀπὸ τὰ αἵματα. Εἶχε λοιπὸν ἐπίδρασι τὸ κήρυγμα τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ καὶ στοὺς ἀλλοπίστους, καὶ σ᾿ αὐτοὺς τοὺς Τούρκους ἀκόμη τύπου Ἀλῆ – πασᾶ.

  • Παράδειγμα ἀκόμη τῆς μεγάλης ἐπιδράσεως τῶν λόγων τοῦ ἁγίου ἦταν καὶ τὸ ἑξῆς. Καθὼς μιλοῦσε, ἐκεῖ στὰ κακοτράχαλα βουνὰ τῆς Ἠπείρου, βγῆκε μέσα ἀπὸ μιὰ σπηλιὰ ἕνας φοβερὸς λῃστής, ποὺ ἔκοβε κεφάλια. Αὐτὸς εἶπε· Ἂς πάω κ᾿ ἐγὼ νὰ τὸν ἀκούσω αὐτόν… Πάει λοιπὸν κι ὁ λῃστὴς ἐκεῖ. Κρύφτηκε σ᾿ ἕνα μέρος καὶ τὸν ἄκουγε. Τὸν ἄκουγε καὶ δὲν χόρταινε. Τόση ἐντύπωσι τοῦ ἔκαναν τὰ λόγια τοῦ ἁγίου, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὴν κρυψῶνα του, τὸν πλησίασε, ἔσπασε μπροστά του τὰ ὅπλα, τὰ μαχαίρια καὶ τὰ κουμπούρια, κι ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἔγινε Χριστιανός.

Αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ἀγαπητοί μου, καὶ αὐτὴ ἦταν ἡ ἐπίδρασί του σὲ ψυχὲς καὶ ἀλλοφύλλων καὶ ἀλλοθρήσκων ἀκόμη. Ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἐκπλήρωσε τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶπε «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. 5,16). Μὲ τὴ διδασκαλία, μὲ τὰ θαύματα, μὲ τὶς προφητεῖες, μὲ τὸν ἅγιο βίο καὶ τὴν ἄμεμπτη πολιτεία του, ἔλαμψε σὰν φῶς καὶ φώτισε ψυχές.

Τὸ συμπέρασμα. Τότε, ἀπὸ τὴ ζωὴ καὶ τὴ διδασκαλία του καὶ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι γίνονταν Χριστιανοί. Σήμερα; Σήμερα ἀντιστράφηκαν τὰ πράγματα. Πιστοὶ γίνονται ἄπιστοι ἐξ αἰτίας ἡμῶν τῶν λεγομένων Χριστιανῶν, κληρικῶν καὶ λαϊκῶν. Βλέπουν οἱ ἄνθρωποι τὰ ἔργα μας, ποὺ δὲν εἶνε χριστιανικά, καὶ ψυχραίνονται.

Εἴμαστε Χριστιανοὶ μόνο μέσα στὴν ἐκκλησία, γιὰ μιὰ μονάχα ὥρα. Κι ὅταν βγοῦμε ἔξω εἴμαστε διάβολοι· ἄλλος στὰ λεφτά, ἄλλος στὶς γυναῖκες, ἄλλος στὰ ἀξιώματα…

Σκανδαλίζουμε τὸν κόσμο καὶ τὸν ἀπομακρύνουμε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἐνῷ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ἔλαμψε σὰν ἥλιος· ἔτσι καὶ οἱ ἄπιστοι ποὺ τὸν ἔβλεπαν γίνονταν Χριστιανοί. Συνέβη πρὸ ἐτῶν τὸ ἑξῆς φοβερό. Ἦρθαν ἀπὸ τὴν Αἰθιοπία κάποιοι νέοι γιὰ νὰ σπουδάσουν. Ἄκουγαν, ὅτι στὴν Ἑλλάδα ὑπάρχουν παπᾶδες, δεσποτάδες, θεολογικὲς σχολές… Μπῆκαν λοιπὸν στὸ καράβι γιὰ νὰ ᾿ρθοῦν ἐδῶ, ποὺ ἄκουγαν πὼς εἶνε τόπος χριστιανικός. Μόλις ὅμως βγῆκαν στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιῶς, ἡ πρώτη λέξι ποὺ ἄκουσαν ἦταν βλαστήμια. Πώ πω πω! φώναξαν, ἔβαλαν τὰ χέρια γιὰ νὰ βουλώσουν τ᾿ αὐτιά τους, καὶ εἶπαν· Νὰ φύγουμε, νὰ φύγουμε ἀπὸ ᾽δῶ…

Λοιπὸν τί παράδειγμα νὰ δώσουμε ἐμεῖς; Ἄχ ἅγιε Κοσμᾶ, ποὺ ἤσουν πραγματικὰ ἅγιος, καὶ ἄπιστοι καὶ Τοῦρκοι πασᾶδες καὶ Ἀλῆ – πασᾶδες ἀκόμα ἔβλεπανε τὴ ζωή σου κι ἄκουγαν τὸ λόγο σου καὶ σὰν μαγνήτης τοὺς τραβοῦσες κοντά σου καὶ τοὺς ἐπηρέαζες κατὰ ποικίλους τρόπους!

Ποῦ εἶνε σήμερα τὸ παράδειγμα ἀπὸ τοὺς παπᾶδες καὶ τοὺς δεσποτάδες καὶ τοὺς ἱεροκήρυκες καὶ τοὺς Χριστιανούς; Οἱ Χριστιανὲς γυναῖκες δὲν γεννοῦν παιδιά, οἱ ἄντρες εἶνε φιλάργυροι καὶ πλεονέκτες…

Διαβολοποιηθήκαμε! Νὰ σᾶς πῶ καὶ κάτι ἄλλο; Δὲν θὰ νικήσουμε τοὺς Τούρκους μὲ τὰ ὅπλα, ὄχι. Τὰ ὅπλα μπορεῖ νὰ συμβάλλουν στὸ νὰ ἐπιβληθῇ κανείς, δὲν ἀντιλέγω· ἀλλὰ δὲν εἶνε νίκη αὐτή. Θὰ τοὺς νικήσουμε μὲ τὰ καλά μας ἔργα. Θὰ τοὺς νικήσουμε, ἂν γίνουμε πραγματικοὶ Χριστιανοί. Εἶνε μεγάλο θέμα αὐτό. Ἂς γίνουμε λοιπὸν πραγματικοὶ Χριστιανοί, Χριστιανοὶ σὰν τὸν ἅγιο Κοσμᾶ. Καὶ τότε ἡ ζωή μας θὰ ἐκπέμπῃ φῶς, γιὰ νὰ φωτιστῇ καὶ ν᾿ ἀλλάξῃ ὁ κόσμος ὅλος· ἀμήν.

(†) ἐπίσκόπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

ΚΥΡΙΑΚΗ Θ’ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2ο)

Ὁ Χριστός εἶναι κύριος τῆς κτίσεως

Ο Χριστος στα Κυματα

ὑπό Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Νύχτα. Ὁ Ἰησοῦς προσευχόταν πάνω στό βουνό. (Μτ. 14:23). Οἱ μαθητές Του μέ τήν ψυχή στό στόμα πάλευαν μέσα στό σκοτάδι μέ τά ἀγριεμένα κύματα τῆς θάλασσας (Ἰω. 6:19). Καί ξαφνικά βλέπουν τόν Ἰησοῦ μέσα στή θάλασσα νά ἔρχεται κοντά τους· δέν ἐρχόταν μέ «σωσσίβιο», οὔτε κολυμβώντας, ἀλλά περπατώντας πάνω στά κύματα τῆς θάλασσας! (Μκ. 6:48). Πράγματα ἀδύνατα γιά ἄνθρωπο! Γι’αὐτό, οἱ μαθητές Του ὅταν «τόν εἶδαν νά περπατεῖ πάνω στήν λίμνη, νόμισαν ὅτι εἶναι φάντασμα, καί ἔβγαλαν κραυγή τρόμου! Ὅλοι δέ ταράχθηκαν! (Μκ. 6:49-50).

Ἕνας ἁπλός ἄνθρωπος ὅση προπόνηση καί νά κάνει, δέν θά καταφέρει νά περπατήσει πάνω στή θάλασσα. Μπορεῖ νά εἶναι περίφημος ἀκροβάτης καί νά περπατάει πάνω σέ λεπτό συρματόσχοινο, πού νά κρέμεται στό χάος (νά τόν βλέπεις καί νά φοβᾶσαι!), ὅμως στά νερά τῆς θάλασσας δέν θά τά καταφέρει νά περπατήσει. Μέ τό πρῶτο βῆμα πού θά κάνει, θά βουλιάξει. Ὅμως ὁ Χριστός ἔκανε αὐτό πού δέν μπορεῖ νά κάνει κανένας ἄνθρωπος ἐπί γῆς: Περπάτησε πάνω στά νερά τῆς θάλασσας, γιατί ἀκριβῶς ἦταν Θεός!

Ἦταν στό βουνό! Καί οἱ μαθητές Του εἶχαν ἤδη διανύσει «εἴκοσι πέντε ἤ τριάντα στάδια» (Ἰω. 6:19) κάπου πέντε χιλιόμετρα! Πῶς ἀπό τό βουνό πῆγε στό λιμάνι; Καί πῶς ἀπό τό λιμάνι βρέθηκε μπροστά τους; Περπατώντας ἀπό τήν ἀρχή πάνω στή θάλασσα ἤ πετώντας σάν τά πουλιά πάνω ἀπό τή θάλασσα καί φθάνοντας στό καραβάκι κατέβηκε στή θάλασσα, καί ἄρχισε νά περπατάει; Γιά τό Χριστό ὅλα αὐτά ἦταν δυνατά, ὅπως ἐπίσης ἦταν δυνατά καί ἄλλα πράγματα (πού δέν περνᾶνε ἀπό τό δικό μας τό μυαλό). Τό πιό πιθανό ἦταν, νά ἐπέλεξε νά ἔρθει «πετώντας», καί μόλις πλησίαζε στούς μαθητές Του, νά «κατέβηκε» στή θάλασσα, καί νά ἄρχισε νά περπατάει! Ἡ συνέχεια:

«Πάτησε» γερά πάνω στά νερά τῆς θάλασσας, καί ἔπιασε ἀπό τό χέρι τόν Πέτρο πού πνιγόταν! (Μτ. 14:30-31). Κρατώντάς τον ἀπό τό χέρι, «μπῆκαν καί αὐτοί μέσα στό πλοῖο» (Μτ. 14:32). Καί μετά; Ἔδωσε ἐντολή στόν δυνατό ἀέρα νά ἡσυχάσει· «ἀμέσως κόπασε ὁ ἄνεμος!». (Μτ. 14:32. & Μκ. 4:37-39). Ὁ Ἰησοῦς μέ τίς ἐνέργειές Του αὐτές, ἀπέδειξε στούς μαθητές Του, ὅτι ἦταν κύριος καί τοῦ ἀέρα καί τῆς θαλάσσης· ὅλης τῆς κτίσεως![1]

Ἐπειδή εἶναι κύριος τῆς κτίσεως (φύσεως) μπορεῖ νά τῆς δώσει ἐντολή, ὥστε νά βρέχει ἐπί σαράντα μέρες ἀσταμάτητα! Καί τό ἔκανε στήν ἐποχή τοῦ Νῶε! Μέ τήν ἐντολή Του «οἱ καταρράκται τοῦ οὐρανοῦ ἠνεώχθησαν» (Γέν. 7:10) ἔπεφταν ἀπό πάνω κύματα ὑδάτων. Καί «ἐρράγησαν πᾶσαι αἱ πηγαί τῆς ἀβύσσου» (Γεν. 7:10). Ἔσπασαν ὅλες οἱ πηγές τῶν ὑπογείων ὑδάτων καί ξεπηδοῦσαν κύματα νεροῦ καί ἀπό τή γῆ! Ἔτσι ὅλη ἡ γῆ σκεπάσθηκε ἀπό νερό. Ἔγινε μιά τεράστια θάλασσα! (Γεν. 7:16) Καί πάνω ἀπό τή θάλασσα αὐτή ἔπλεε ἡ κιβωτός τοῦ Νῶε! Καί ὅλα αὐτά μέ ἐντολή Θεοῦ τοῦ δημιουργοῦ καί κυβερνήτου τῆς κτίσεως!

Μπορεῖ ἐπίσης νά δώσει ἐντολή στή θάλασσα ἤ νά κοπεῖ στή μέση ἤ νά γίνει ἕνας μεγάλος διάδρομος καί τά νερά της νά στέκονται ἀπό μόνα τους δεξιά καί ἀριστερά (χωρίς φράγμα) ὅπως ἔγινε μέ τήν Ἐρυθρά θάλασσα! (Ἔξοδ. 14: 15-31). Ἔγινε ἕνας πανύψηλος ὑδάτινος τεῖχος μέ ὕψος 30-40 μέτρα καί μῆκος 8-10 χιλιόμετρα καί κάτω στεριά! Καί μόνο πού τό ἔβλεπες, σέ ἔπιανε ρῖγος! Μπορεῖ ἀκόμα νά δώσει ἐντολή στή θάλασσα νά στερέψει καί νά γίνει στεριά ἤ νά δώσει ἐντολή στή γῆ νά «μετακομίσει» ἀπό τή θέση της, καί νά ἀνεβεῖ ψηλά στόν οὐρανό καί νά «ἐγκατασταθεῖ» δίπλα ἀπό τή σελήνη ἤ νά δώσει ἐντολή στά ἀστέρια νά ἐξαφανισθοῦν ἀπό τό στερέωμα, ἤ νά ἐξαφανίσει ὁλόκληρο τό σύμπαν καί στή θέση του νά δημιουργήσει ἕνα καινούργιο!

Αὐτός εἶναι ὁ Θεός μας! Αὐτόν προσκυνᾶμε καί αὐτόν πιστεύουμε! Αὐτός καί κανένας ἄλλος, ἔγινε ἄνθρωπος γιά τή σωτηρία μας· γιά νά μᾶς βγάλει ἀπό τά βάθη τῆς ἁμαρτίας, καί νά μᾶς φέρει ὄχι ἁπλά στή γῆ, ἀλλά στόν Οὐρανό! Ἄς Τόν προσκυνοῦμε, ἄς Τόν δοξολογοῦμε, ἄς Τόν λατρεύουμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά μας καί σέ ὅλη μας τή ζωή

[1] «Ὁ Δάσκαλός σας, πληρώνει τούς φόρους» ρώτησαν οἱ εἰσπράκτορες τοῦ Ναοῦ τόν Πέτρο. «Ναί», τούς ἀπάντησε. (Μτ. 17:24-26). (Ἦταν ἕνα δίδραχμο πού οἱ Ἰουδαῖοι ἔδιναν κάθε χρόνο στό Ναό). (Ἔξοδ. 30:13). Καί ὁ Χριστός εἶπε στόν Πέτρο: «Πήγαινε στή θάλασσα, ρίξε τό ἀγκίστρι, πάρε τό πρῶτο ψάρι, πού θά πιάσεις, ἄνοιξε τό στόμα του, καί θά εὕρεις μέσα ἕνα τετράδραχμο. Πάρε το καί δός τους γιά Μένα καί γιά σένα» (Μτ. 17:27). Καί ὅπως εἶπε ὁ Κύριος ἔγινε! Πῶς τό ψάρι ξεγελάσθηκε καί ἔβαλε στό στόμα του ἕνα νόμισμα; Καί γιατί δέν τό κατάπιε ἤ δέν τό ἔφτυσε, ἀλλά τό κράταγε στό στόμα του; Καί πῶς ὁ Χριστός ἦταν σίγουρος, ὅτι τό πρῶτο ψάρι πού θά ἔπιανε ὁ Πέτρος, (ἀπό τά χιλιάδες πού εἶχε ἡ θάλασσα) θά εἶχε στό στόμα του ἕνα τετράδραχμο;! Αὐτός ὁ Ἴδιος πού εἶναι κύριος τῆς κτίσεως, ἔδωσε ἐντολή στό ψάρι καί στή θάλασσα! Ἀνάλογη ἐντολή ἔδωσε (στό ξεκίνημα τοῦ δημοσίου βίου Του), σέ ἑκατοντάδες ψάρια νά πᾶνε στό δίκτυ τῶν ψαράδων, μαθητῶν Του καί νά τό γεμίσουν! «Ἔπιασαν πάρα πολλά ψάρια, τόσα πού ἄρχισε νά σκίζεται τό δίκτυ τους!» (Λκ. 5:6). (Βλ. & Ἰω. 21:6-7)