«Εἶναι αἱρετικός..!»

Ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
«Εἶναι αἱρετικός!». Αὐτή τή βαριά κατηγορία, συκοφαντία ἐκτοξεύουν (εὐκόλως!) Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί σέ ἄλλους Ὀρθοδόξους. Ὅμως, ξέρουν ποιός πράγματι εἶναι αἱρετικός μέ βάση τούς Ἱ. Κανόνες; Tό ἐνδιαφέρον κείμενο, πού ἀναρτήθηκε προσφάτως στό «anastasasiosblogspot.com«, «Π.Ν. Τρεμπέλας, π. Βολουδάκης, «Ὀρθόδοξος Τύπος»-Σταῦρος Μποζοβίτης», μᾶς δίδει τήν ἀφορμή, νά ἀπαντήσουμε σέ αὐτό τό θέμα.

Ἄν ρωτήσουμε ἕναν Ὀρθόδοξο Χριστιανό, πόσες λ.χ. εἶναι οἱ φύσεις τοῦ Χριστοῦ, μπορεῖ νά μᾶς ἀπαντήσει λάθος. Σημαίνει ἄραγε αὐτό, ὅτι αὐτός ὁ συγκεκριμένος Χριστιανός, εἶναι αἱρετικός; Μά πόσοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί γνωρίζουν καλῶς τήν Ὀρθόδοξη Δογματική; Ἔχει, ἡ Δογματική, τόσες πολλές «λεπτομέρειες», πού ἀκόμα καί ἕνας γνώστης τῆς Θεολογίας, μπορεῖ νά εἰπεῖ κάτι τό αἱρετικό. Π.χ., ὁ Παναγιώτης Τρεμπέλας ἔγραψε γιά τό Χριστό κάτι πού θυμίζει Νεστοριανισμό: «Ἡ ἀγαθότης Του καί ἡ ἀρετή Του διῆλθε διάφορα στάδια προόδου ἕως οὗ ἐτελειώθη διά τῶν παθημάτων». (Ἀπολογητικαί Μελέται, τ. Ε΄, Ὁ Ἰησοῦς ἀπό Ναζαρέτ, ἔκδοσις Δ΄, «Σωτήρ» 1973, σελ. 346. Ὑποσημείωση). Μποροῦμε νά τόν «σπιλώσουμε» ὡς αἱρετικό;

Αἱρετικός δέν εἶναι αὐτός πού λέει κάτι τό αἱρετικό, οὔτε ἀκόμα αὐτός πού ἐμμένει στίς αἱρετικές του δοξασίες, ἀλλά αὐτός πού ἔχει καταδικασθεῖ, καί ἀποκοπεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία. «Αἱρετικούς ἀποκαλοῦμε, ὅσους ἔχουν ἀποκηρυχθεῖ καί ἀναθεματισθεῖ ἀπό τήν Ἐκκλησία» (ΣΤ΄ τῆς Β’).
Καί ὅταν ἀποκόβεσαι ἀπό τόν Ἐπίσκοπό σου, ἀποκόβεσαι ἀπό τήν Ἐκκλησία! «Ὅποιος δέν ἔχει κοινωνία μαζί μου εἶναι ἀποκομμένος ἀπ’ὅλη τήν Ἐκκλησία», ἔλεγε ὁ Μ. Βασίλειος (Ἐπιστολή 204, 7 πρός τούς Νεοκαισαρεῖς P.G. 32: 775). Μέ αὐτό τό δεδομένο: «Αἱρετικούς ἀποκαλοῦμεκαί ὅσους ἔχουν μέν Ὀρθόδοξη πίστη, ἀλλά ἔχουν ἀποσχισθεῖ ἀπό τούς Ἐπισκόπους καί «λειτουργοῦν» ἀπό μόνοι τους» ( ΣΤ’ τῆς Β΄).

Καί ἕνα ἐρώτημα: Ὅταν ἕνας Ὀρθόδοξος χαρακτηρίζει ὡς αἱρετικό ἕναν Ὀρθόδοξο, χωρίς ὁ Ὀρθόδοξος νά εἶναι αἱρετικός, ποιός ἀπό τούς δυό εἶναι αἱρετικός;!

https://anastasiosk.blogspot.com (31/08/2023)

ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ

π. Δημητρίου Μπόκου

Ένας νεαρός πλούσιος πλησίασε τον Χριστό και τον ρώτησε τί καλό πρέπει να κάνει για να εισέλθει στην αιώνια ζωή. Ο Χριστός του είπε να φυλάττει τις εντολές του Θεού. «Ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις, ου κλέψεις, ου ψευδομαρτυρήσεις, τίμα τον πατέρα και την μητέρα και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» (Κυριακή ΙΒ΄ Ματθαίου).

Ο άνθρωπος έχει μέσα του βαθύτατη την επιθυμία για ζωή. Αποστρέφεται την ιδέα του θανάτου. Επιστρατεύει κάθε μέσο για να παρατείνει, όσο γίνεται, τη ζωή. Ποθεί την αθανασία, να ζήσει αιώνια. Και όχι απλώς να επιβιώνει, αλλά να ζει καλά. Δεν υπάρχει δυνατότερη επιθυμία στον άνθρωπο από την επιθυμία για ζωή. Ο πλούσιος που ρώτησε τον Χριστό εξέφρασε τον πανανθρώπινο πόθο για συνεχή, ατελεύτητη, χαρούμενη ζωή.

Από την άλλη, ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο για να ζήσει. «Έκτισε γαρ εις το είναι τα πάντα» (Σοφ. Σολ. 1, 14). Για να υπάρχουν αιώνια. Δεν υπήρχε μέσα σ’ αυτά ο ιός του ολέθρου, της απώλειας. Έβαλε τον άνθρωπο στον Παράδεισο, στις καλύτερες συνθήκες ζωής. Μα ο άνθρωπος εξ αρχής διάλεξε ένα δικό του τρόπο για να έχει συνέχεια ζωής, με αποτέλεσμα να αποτύχει οικτρά και αντί της ζωής να καταντήσει στον θάνατο. Και ενώ βλέπει το ατελέσφορο των ενεργειών του, συνεχίζει ακάθεκτος την ίδια τακτική, σαν τυφλός που δεν βλέπει τον γκρεμό στο τέλος του δρόμου του.

Όμως ο Χριστός διατρανώνει ότι μόνο κοντά του υπάρχει ζωή. Οι τεχνικές λύσεις για παράταση ζωής που επινοεί ο άνθρωπος έχουν όλες ημερομηνία λήξης. Ο Χριστός ταυτίζεται με τη ζωή. Είναι όλα όσα απαρτίζουν μια πλήρη ποιοτικά και ατέρμονη χρονικά ζωή. Είμαι, λέγει, η οδός, η αλήθεια, η ανάσταση, η ζωή. Και όσοι τον έζησαν από κοντά, το βεβαιώνουν. «Εν αυτώ ζωή ην», γράφει ο εγγύτερος μαθητής του, ο ευαγγελιστής Ιωάννης. «Η ζωή εν τω Υιώ εστιν. Ο έχων τον Υιόν έχει την ζωήν. Ο μη έχων τον Υιόν του Θεού την ζωήν ουκ έχει» (Ιω. 1, 4. Α΄ Ιω. 5, 11-12).

Πώς γίνεται όμως να έχει κανείς τον Υιό του Θεού; Με τον απλό τρόπο που υποδεικνύει ο ίδιος ο Χριστός στον πλούσιο νεανίσκο. Αν θέλεις να γίνεις μέτοχος της ατελεύτητης ζωής, «τήρησον τας εντολάς». Επειδή, ό,τι μας παρακινεί να κάνουμε ο Θεός, είναι σωτήριο. «Τα ρήματα», τα λόγια που εγώ σας λέγω, «Πνεύμα εστιν και ζωή εστιν». Και όταν άλλοι έφευγαν από τον Χριστό, οι απόστολοι έλεγαν: Εμείς δεν φεύγουμε, γιατί έχουμε καταλάβει ότι τα λόγια σου οδηγούν στην αιώνια ζωή, πράγμα που δεν θα το βρούμε πουθενά αλλού (Ιω. 6, 63-68). Τηρώντας λίγο-λίγο τις εντολές του Θεού, ερχόμαστε σε σχέση μαζί του, μετέχουμε βαθμηδόν στη δική του αληθινή ζωή.

Τί γίνεται όμως, αν δεν το κάνουμε αυτό; Οι άνθρωποι τότε είμαστε αποξενωμένοι, «απηλλοτριωμένοι της ζωής του Θεού». Η πώρωση της καρδιάς φέρνει σκοτισμό στη διάνοιά μας, άγνοια και αναισθησία, με αποτέλεσμα την κατά κόρο παράδοση στην ακολασία και την κάθε ακαθαρσία. Έχουμε έτσι «τον παλαιόν άνθρωπον τον φθειρόμενον κατά τας επιθυμίας της απάτης». Αλλά σκοπός μας είναι να ενδυθούμε «τον καινόν άνθρωπον τον κατά Θεόν κτισθέντα» (Εφ. 4, 17-23).

Ο Χριστός μας έπλασε για να μας μεταδώσει όχι απλώς ζωή, αλλά περίσσευμα, αφθονία ζωής (Ιω, 10, 10). Τέτοια, που αδυνατεί να συλλάβει ο νους μας. Γιατί δεν δοκιμάζουμε με τον τρόπο που μας υποδεικνύει;

Καλή ευλογημένη εβδομάδα! Καλή εκκλησιαστική πρωτοχρονιά!

«Αντιύλη». Ι. Ν. Αγ. Βασιλείου, Πρέβεζα

Τηλ. 26820 23075/25861/6980 898 504. E-mail: antiyli.gr@gmail.com

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2ο)

Υπό Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Πῶς καί πότε σώζεται ὁ πλούσιος;

Ὁ πλούσιος νεανίσκος, πού ἀπό τήν ἐφηβική του ἡλικία τηροῦσε ὅλες τίς ἐντολές (Μτ. 19:20) ρώτησε τό Χριστό, «τί ἄλλο μπορῶ νά κάνω;» (Μτ.19:20). Καί ὁ Χριστός τοῦ ἀπάντησε: «Ἕνα πρᾶγμα σοῦ λείπει: Ἄν θέλεις νά εἶσαι τέλειος, πήγαινε, πούλησε τά ὑπάρχοντά σου, καί δῶσε τά χρήματα στούς πτωχούς. Ἔτσι θά ἔχεις θησαυρό κοντά στό Θεό· κι ἔλα νά μέ ἀκολουθήσεις σηκώνοντας τόν σταυρό σου».(Μκ. 10: 21). «Μόλις ὁ νεαρός ἄκουσε τά λόγια αὐτά ἔφυγε λυπημένος, γιατί εἶχε πολύ μεγάλη περιουσία» (Μτ.19:23). Καί αὐτό ἔγινε μπροστά στόν κόσμο καί στούς μαθητές Του! Σκεφθεῖτε πόσο δεμένος ἦταν μέ τά πλούτη του! «Τότε ὁ Ἰησοῦς εἶπε στούς μαθητές Του: Σᾶς τό λέγω κατηγορηματικά: Δύσκολα θά μπεῖ πλούσιος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Μτ.19:23). (Τό εἶπε ἀποκλειστικά στούς μαθητές Του, γιατί αὐτοί ἄφησαν τά πάντα καί Τόν ἀκολούθησαν (Μτ.19:27) καί ἤθελε ἐκείνη τήν στιγμή νά τούς στηρίξει).

Δηλαδή; Αὐτός ὁ νεανίσκος πού ἦταν τίμιος, πού δέν ἔκλεβε, πού δέν ἀδικοῦσε, πού δέν μοίχευε, πού κοιτοῦσε τούς γονεῖς του  (Μτ.19:18-20) δύσκολα θά σωζόταν; Τότε, γιατί τόν ἀγάπησε ὁ Χριστός; (Μκ. 10: 21). Ἐπειδή θά κολαζόταν;!

Τά  λόγια αὐτά (Μτ. 19:23) δέν εἰπώθηκαν γιά τόν συγκεκριμένο πλούσιο νεανίσκο. Διαφορετικά ὁ Χριστός θά ἔπρεπε νά εἰπεῖ, «αὐτός ὁ νεανίσκος παρόλο πού τήρησε τίς δέκα ἐντολές δύσκολα θά σωθεῖ, γιατί δέν ἤθελε νά γίνει τέλειος» (Μκ. 10:21). Ἀλλά εἰπώθηκαν γιά κάθε σκληρόκαρδο πλούσιο, πού πλουτίζει μέ ἀδικίες, μέ κλοπές καί τά σχετικά. Γιά ἕναν τέτοιο λοιπόν πλούσιο εἶναι δύσκολο νά εἰσέλθει στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Καί ὁ Χριστός γιά νά μᾶς τονίσει τήν σπουδαιότητα τοῦ θέματος (πόσο δηλαδή δύσκολο πρᾶγμα εἶναι νά σωθεῖ ἕνας πλούσιος) μίλησε στή συνέχεια ξανά γιά τό ἴδιο θέμα, λέγοντας τό ἑξῆς ἀξιοπρόσεκτο: «Καί πάλι σᾶς λέγω: Εἶναι πιό εὔκολο νά περάσεις μιά γκαμήλα ἀπό τήν τρύπα τῆς βελόνας, παρά νά μπεῖ πλούσιος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν!» (Μτ. 19: 24). Προηγουμένως εἶπε ὅτι τά πράγματα εἶναι δύσκολα (ὄχι ἀδύνατα). Ἔδινε μερικές ἐλπίδες. Ὅμως τώρα ἀποκλείει κάθε ἐλπίδα! Γιατί ἡ γκαμήλα ὅσο λεπτή καί ἄν εἶναι, εἶναι φύσει ἀδύνατο νά περάσει μέσα ἀπό τή βελονότρυπα! Ἀκόμα πιό δύσκολο (λέει ὁ Χριστός) εἶναι νά εἰσέλθει πλούσιος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν! Μά ὅσο ἁμαρτωλός καί ἄν εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἔχει πάντα τή δυνατότητα νά μετανιώσει καί νά εἰσέλθει στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, γιατί λοιπόν κάτι τέτοιο νά μήν ἰσχύει καί γιά τόν πλούσιο; Καί βέβαια  ἰσχύει.

Ὅταν ὁ Χριστός ἔλεγε, «πιό εὔκολο νά περάσεις μιά γκαμήλα ἀπό τήν τρύπα τῆς βελόνας, παρά νά μπεῖ πλούσιος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Μτ. 19: 24) εἶχε ὑπόψη Του τίς πολύ στενές πόρτες (πού τίς ἔλεγαν  βελονότρυπες) πού εἶχαν τά τείχη τῶν πόλεων. Καί γιά νά περνοῦσε ἡ γκαμήλα καί μάλιστα φορτωμένη μέσα ἀπό μιά τέτοια στενή πόρτα (βελονότρυπα) ἔπρεπε νά πετάξει ἀπό πάνω της τό φορτίο, νά σκύψει, νά πέσει χάμω καί μέ χίλιες δυσκολίες θά κατάφερνε νά περάσει τήν βελονότρυπα. Ἔτσι λοιπόν θά πρέπει νά κάνει καί ὁ πλούσιος, πού πλούτισε μέ ἀδικίες, ἄν θέλει νά σωθεῖ: Νά σκύψει, νά πετάξει ἀπό πάνω του τά πλούτη, νά τά δώσει σέ ἐλεημοσύνες· «κάνετε φίλους σας ἀκόμα κι ἀπό τά χρήματα τῆς ἀδικίας, ὥστε κι ὅταν ἔρθει τό τέλος σας, νά σᾶς δεχθοῦν στίς αἰώνιες κατοικίες» (Λκ. 16:9). (Οἱ δίκαιοι στήν ἄλλη τή ζωή δέν ξεχνοῦν τό καλό πού τούς ἔχεις κάνει ἐπί γῆς καί ὅταν φύγεις ἀπό τόν κόσμο αὐτό, θά σέ καλωσορίσουν στήν αἰώνια ζωή!).

Ὅμως ἐδῶ ἀκριβῶς εἶναι τό δύσκολο γιά ἕναν τέτοιον πλούσιο: Νά ἀπαρνηθεῖ τά πλούτη του, πού σπατάλησε ὅλη του τή ζωή του γιά νά ἀποκτήσει! Ἰδιαίτερα, ὅταν ἕνας τέτοιος πλούσιος ἔχει φθάσει στά γεράματά του, τότε εἶναι ἀκόμα πιό δύσκολο νά τά ἀπαρνηθεῖ, γιατί νιώθει τοῦ κόσμου τίς ἀνασφάλειες, καί προσπαθεῖ νά στηριχθεῖ σέ αὐτά! Ἄν ὅποιος στηρίζεται σέ ἄνθρωπο, ἡ καρδιά του ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Κύριο (Ἱερ. 17:5) ἄς σκεφθοῦμε τί γίνεται, ὅταν στηρίζεται στό ἄψυχο χρῆμα! Γι’αὐτό ὁ Χριστός εἶπε,   «δύσκολα θά μπεῖ πλούσιος στήν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Μτ. 19:23).

Οἱ μαθητές ἀκούγοντας τόν Χριστό νά λέει αὐτά τά λόγια (Μτ. 19:23-24) «ἔμειναν κυριολεκτικά κατάπληκτοι» (Μτ. 19:25). Μπορεῖ καί νά ἀπελπίσθηκαν! «Καί ἔλεγαν μεταξύ τους: Καί ποιός θά μπορέσει νά σωθεῖ;» (Μτ. 19:25). Δεῖγμα ἀπιστίας πρός τόν Κύριο! Καί ὁ Ἰησοῦς τούς κοίταξε μέ νόημα (αὐστηρά, ἐλεγκτικά!) καί στή συνέχεια τούς εἶπε κάτι, πού τούς ἔδωσε ἐλπίδα. «Γιά τούς ἀνθρώπους αὐτό εἶναι ἀδύνατο. Μά γιά τόν Θεό ὅλα εἶναι δυνατά» (Μτ. 19:26). Ἡ σωτηρία λοιπόν εἶναι δύσκολη, ἀδύνατη ἀπό τήν πλευρά τοῦ πλουσίου, ὄχι ὅμως καί ἀπό τήν πλευρά τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι πάντα πρόθυμος νά βοηθήσει τόν κάθε ἄνθρωπο, πού ποθεῖ τή σωτηρία του.

«Μετά Θεόν εἰς Σέ καταφεύγομεν…»

ὑπό Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

«Διάσωσον· ἀπό κινδύνων, τούς δούλους σου, Θεοτόκε· ὅτι πάντες μετά Θεόν, εἰς Σέ καταφεύγομεν». Τήν παρρησία πού ἔχει ἡ Θεοτόκος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου, δέν τήν ἔχουν οὔτε οἱ Ἀρχάγγελοι Μιχαήλ καί Γαβριήλ! Ὄχι μόνο ἐπειδή εἶναι λαμπροτέρα τῶν Ἀρχαγγέλων, ἀλλά ἐπειδή, καί προπαντός, εἶναι Μητέρα τοῦ Κυρίου, καί μία ἦταν ἡ Μητέρα Του. Μόνο στή Θεοτόκο λέμε «Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς», ἐνῶ γιά ὅλους τούς λοιπούς Ἁγίους, «Ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπέρ ἡμῶν».

«Θά κάνουμε παράκληση», ἔλεγαν παλιά, ἐννοώντας Παράκληση στήν Παναγία. Ἤξεραν μία Παράκληση· τῆς Παναγίας, ὅτι «μετά Θεόν εἰς Σέ καταφεύγομεν».

Ἀκόμα καί στίς μνῆμες τῶν Ἁγίων, κατά τήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας, ψέλνεται πρῶτα (!) ὁ παρακλητικός κανόνας τῆς Θεοτόκου, καί μετά ὁ κανόνας τοῦ Ἁγίου, π.χ., «μετά τοῦτο ψάλλονται οἱ Κανόνες, ὅ τῆς Θεοτόκου, καί τοῦ Ἁγίου» (Ὄρθρος. ΚΘ’Αὐγούστου).

Ἡ Τετάρτη καί ἡ Παρασκευή, συμφώνως μέ τήν «Παρακλητική», εἶναι ἀφιερωμένες στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ καί στή Θεοτόκο. Καί κάθε Τρίτη καί Πέμπτη ἑσπέρας σέ Μοναστήρια ψέλνεται ἡ (Μικρή) Παράκληση πρός τή Θεοτόκο. Γιατί, λοιπόν, νά μήν γίνεται τό ἴδιο καί στίς ἐνορίες; Ἐπί τῇ εὐκαιρίᾳ:

Ἡ Ἱ. Σύνοδος δέν ἐπιτρέπει νά ψέλνεται καμία ἄλλη Παράκληση πρός τήν Παναγία, π.χ., πρός τή δεῖνα εἰκόνα της, παρά μόνο ἡ Μικρή ἤ Μεγάλη, πού ψέλνεται τόν 15Αὔγουστο. (Ἐγκύκλιος 2507/6.1990 καί 2976/6. 1999 πρός τήν Ἱ. Ἀρχιεπισκοπή Ἀθηνῶν καί πρός τίς Ἱ. Μητροπόλεις).

Ὁ μακαριστός ἀρχιμ. Δοσίθεος Κανέλλος, γνώστης τοῦ ὀρθοδόξου τυπικοῦ, ἀλλά καί αὐστηρός τηρητής του, ἔλεγε: «Οἱ ἅγιοι στήν Ἐκκλησία ἔχουν τήν «τιμητική» τους ἀνήμερα τῆς μνήμης τους καί μόνο ἀνήμερα». Σωστά! Γιατί τά «πρωτεῖα» στήν ὀρθόδοξη λατρεία μας, τά κατέχουν ὁ Χριστός καί ἡ Παναγία· πρῶτα ὁ Χριστός, μετά ἡ Παναγία· καί μετά, πολύ μετά οἱ Ἅγιοι!

Ἄς σκεφθοῦμε, κατά πόσο εἶναι ὀρθόδοξο, ἀλλά καί πρός τιμή τῆς Θεοτόκου, αὐτό πού γίνεται σήμερα στίς ἐνορίες. Ψέλνονται, ἑβδομαδιαίως, Παρακλήσεις σέ διαφόρους Ἁγίους, καί σπανίως στήν Παναγία, οὔτε στίς ἐκκλησίες πού εἶναι ἀφιερωμένες στή μνήμη της.

Γιατί αὐτή ἡ παραθεώρηση τῆς Παναγίας;

Κατά τά ἄλλα, ψέλνουμε Ἐγκώμια, τάχα πρός τιμή της!

«Ὑπεραγία Θεοτόκε σῶσον ἡμᾶς».

https://anastasiosk.blogspot.com (20/08/2023)

Κατηγορῶ τούς Χριστιανούς

 Ἀλέξανδρος Τσιριντάνης

Ὅταν λέμε ὅτι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος πρέπει νά γυρίσει στό Χριστό, δέν ἐνοοῦμε μόνο νά γίνουν χριστιανοί ὅσοι εἶναι μακριά ἀπό τόν Χριστιανισμό, ἐννοοῦμε πρίν ἀπ᾽ ὅλα πώς στό Χριστό πρέπει νά γυρίσουν ἐκεῖνοι πού κατατάσσουν τούς ἐαυτούς τους στούς ὀπαδούς Του. Ἐνοοῦμε ἀκόμα καί ἐκείνους πού ἐμφανίζονται ζηλωτές Χριστιανοί κι ὅμως ὁ οὐ κατ᾽ ἐπίγνωση ζῆλος τους δέν ἐμφανίζει συνέπεια. Δέν μπορεῖ κανείς ν᾽ ἀσκήσει τόν Χριστιανισμό, ἄν ἀπό τή ζωή ξεχωρίσει ἔστω καί ἕνα ἐλάχιστο πολλοστημόριο, γιατί δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει ζωή πού ἀποφεύγει τήν ἀλήθεια. Ἄν ὁ Χριστιανισμός εἶναι κάτι, εἶναι τό πᾶν. Τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός.

Ἡ φράση αὐτή τοῦ Παύλου (Κολ. Γ´ 11) δίδει τό νόημα τοῦ Χριστιανισμοῦ ἀπό τήν ἄποψη τοῦ περιεχομένου τῆς ἠθικῆς ἐπιταγῆς του. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι τό θεμέλιο γιά νά κτισθεῖ ὁλόκληρος ὁ βίος μας ἐπάνω σ᾽ αὐτόν. 

Ἡ καθολικότης ἦταν τό κύριο χαρακτηριστικό πού ξεχώρισε τόν Χριστιανισμό καί προκάλεσε τούς διωγμούς. Τή Ρώμη δέν τήν ἄφηνε νά συμβιβαστεῖ τό γεγονός ὅτι ὁ Χριστιανισμός ρύθμιζε ὅλη τήν ζωή τοῦ ἀνθρώπου χωρίς ἐξαιρέσεις. Δέν ὑπάρχει μόνο γιά τό πολύ κοινό μιά κατά συνθήκη θρησκευτικότητα μά καί γιά τίς κατ᾽ ἐξοχήν θρησκευτικές φύσεις. Στόν ἄνθρωπο μέ τήν συνηθισμένη θρησκευτικότητα ὁ χωρισμός αυτός ὁδηγεῖ σέ μιά τυπική ἐκτέλεση τῶν λατρευτικῶν καθηκόντων. Ὁ ὑπόλοιπος βίος  εἶναι ἀτομική του ὑπόθεση. Σέ κείνους πάλι πού εἶναι φύσεις ξεχωριστά θρησκευτικές, ὁδηγεῖ σέ μιά ὑποτίμηση τοῦ μή θρησκευτικοῦ βίου. Ὁ θρησκευτικός αὐτός ἄνθρωπος ἀποφεύγει κάθε τί, πού δέν εἶναι ἐπαφή μέ τόν Θεό.

Τήν ἀγάπη δέν τήν ἀσκεῖ πρός τούς ἀνθρώπους ἀλλά μόνο πρός τό Θεό. Ἡ μονομερής αὐτή ἀποσυντεθημένη θρησκευτικότητα τῆς τυποκρατίας, πού σκοτώνει τό πνεῦμα, εἶναι φαρισαϊκή. Εἶναι γνωστό πώς ὁ Χριστός ὑπῆρξε πολέμιος τοῦ Φαρισαίου καί εἶναι γνωστό πώς ὁ πόλεμος αὐτός κατέληξε στό Γολγοθᾶ, στό Σταυρό καί τόν Σταυρό τόν ἀκολούθησε ἡ Ἀνάσταση καί ἡ Πεντηκοστή. Ὅμως ὁ Φαρισαίος βρῆκε τόπο νά κάνει πάλι τήν ἐμφάνισή του, ὄχι σάν σταυρωτής ἀλλά σάν μαθητής. Ὁ χριστιανισμός κυβερνᾶ ὅλη τή ζωή μας ἡ ὁποία πρέπει νά εἶναι χριστιανική ἁγία, ὄχι μόνο ἡ λατρευτική, μά ὅλη ἡ ζωή τοῦ ἀτόμου, ἡ ἐπαγγελματική, ἡ κοινωνική, ἡ οἰκογενειακή, ἡ δημόσια, ἡ ζωή τῆς πράξεως καί ἡ ζωή τῆς λογικῆς καί τοῦ συναισθήματος, ἡ ζωή τῆς ἐπιστήμης καί ἡ ζωή τῆς ψυχαγωγίας. Ὅλη ἡ ζωή ἀπό τήν προσευχή ὡς τό ποδόσφαιρο πρέπει νά εἶναι ζωή χριστιανοῦ. Ὁ χριστιανός εἶναι στήν κοινωνία ζύμη, πού «ὅλον τό φύραμα ζυμοῖ». Δέν πλανιέται ὁ χριστιανός γιά τήν ἀρρώστεια καί τήν σαπίλα τούτης τῆς κοινωνίας. Μά ἡ ἐπίγνωση αὐτή τοῦ δίδει εὐθύνες, δέν τοῦ ἐμπνέει ἀποστροφή, ἀλλά ἀγάπη, ὄχι πρός τήν ἀρρώστεια ἀλλά πρός τόν ἄρρωστο. Δέν τοῦ ἐμπνέει φυγή, μά ἴσα-ἴσα συμπάθεια καί δύναμη γιά νά φέρει στήν κοινωνία τοῦτο τό Εὐαγγέλιο.

Ἀπόσπασμα δύο ἄρθρων τοῦ καθηγητοῦ Α. Τσιριντάνη 
(βλ. ΑΚΤΙΝΕΣ 1947, σελ. 241-245 καί 289-294).