ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΩΪ

Ο Σταυρος 4

Κύριος ἐν παντί!

7ος λόγος τοῦ σταυροῦ

«Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου» (Λουκ. 23,4)

«Καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα» (Ἰω. 19,30)

Μετά, ἀγαπητοί μου, μετὰ ἀπὸ πέντε περίπου ὡρῶν ἀγωνία καὶ πόνο ἐπάνω στὸ σταυρὸ ὁ μέγας Μάρτυς τοῦ Γολγοθᾶ ἐκπνέει. Σφραγίζει τὴν ἐπίγεια ζωή του μὲ τὴ θερμὴ προσευχὴ «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου» (Λουκ. 23,46), ποὺ ἀποτελεῖ τὸν ἕβδομο καὶ τελευταῖο λόγο του[1]. Ἐν συνεχείᾳ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα» (Ἰω. 19,30). Ἀρκετὰ νωρίτερα, προαναγγέλλοντας ἤρεμος καὶ ἀτάραχος τὸ πάθος ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνάστασί του, εἶχε πεῖ ἐπίσης· «Ἐγὼ τίθημι τὴν ψυχήν μου, ἵνα πάλιν λάβω αὐτήν. οὐδεὶς αἴρει αὐτὴν ἀπ᾽ ἐμοῦ, ἀλλ᾽ ἐγὼ τίθημι αὐτὴν ἀπ᾽ ἐμαυτοῦ· ἐξουσίαν ἔχω θεῖναι αὐτήν, καὶ ἐξουσίαν ἔχω πάλιν λαβεῖν αὐτήν» (Ἰω. 10,17-18). Τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ ἀντικρύσαμε τὸν Κύριό μας νὰ ὑψώνεται γυμνὸς ἐπάνω στὸ ξύλο κι ἀκούσαμε νὰ λέῃ ἀπὸ ᾽κεῖ πάνω ἕναν – ἕνα τοὺς ἑπτὰ λόγους τοῦ σταυροῦ, τοὺς ὁποίους ἐξηγοῦμε. Ἀπὸ αὐτοὺς ὁ 1ος ἦταν φωνὴ ἀγάπης καὶ συγχωρήσεως «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. 23, 34) κι ὁ τελευταῖος εἶνε φωνὴ ἀφοσιώσεως στὸν Πατέρα «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου»[2]. Ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε μέχρι τὴν ὥρα ποὺ ἐπρόφερε τὰ λόγια «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου», ἦταν ζωὴ πονεμένη, ζωὴ θλίψεως καὶ πόνου. Ὅπως τὸ ἀλεύρι ζυμώνεται μὲ τὸ νερό, ἔτσι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ εἶνε ζυμωμένη μὲ δάκρυ[3]. Ὁ Χριστὸς προσευχόταν συνεχῶς. Προσευχήθηκε κατὰ τὴ βάπτισί του. Προσευχήθηκε μόνος. Προσευχήθηκε ὅλη τὴ νύχτα. Προσευχήθηκε στὸ βουνό. Προσευχήθηκε στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Τέλος προσευχήθηκε πάνω στὸ σταυρό, καὶ μὲ προσευχὴ ἔκλεισε τὴν ἐπίγεια ζωή του λέγοντας τὰ λόγια αὐτά[4].

Οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας στὰ λόγια αὐτὰ παρατηροῦν ὅτι ὁ Κύριος ἐνεργεῖ ἐλευθέρως. Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἰεροσολύμων κατηχεῖ· Λόγῳ τῆς ἁμαρτίας ἤμασταν ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ, κι ὁ Θεὸς εἶχε ὁρίσει ὅποιος ἁμαρτάνει νὰ πεθαίνῃ. Ἔπρεπε λοιπὸν νὰ γίνῃ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο· ὁ Θεὸς ἢ μένοντας συνεπὴς στὸ λόγο του νὰ μᾶς θανατώσῃ ὅλους, ἢ δείχνοντας φιλανθρωπία νὰ ἀναιρέσῃ τὴν ἀπόφασί του. Ἀλλὰ βλέπε τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ· τήρησε καὶ ὡς πρὸς τὴν ἀπόφασί του τὴ συνέπεια, καὶ ὡς πρὸς τὴ φιλανθρωπία του τὴν ἐνέργεια. «Φορτώθηκε ὁ Χριστὸς τὶς ἁμαρτίες διὰ τῆς θυσίας τοῦ σώματός του ἐπάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ, ὥστε μὲ τὸ θάνατό του, ἀφοῦ ἀπαλλαχθοῦμε ἀπὸ τὶς ἀνομίες, νὰ ζήσουμε μὲ ἁγιότητα» (Α΄ Πέτρ. 2,24). Δὲν ἦταν μικρὸς αὐτὸς ποὺ πέθαινε γιὰ τὴ σωτηρία μας· δὲν ἦταν ἕνα φυσικὸ πρόβατο, δὲν ἦταν ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος, δὲν ἦταν ἕνας ἀπεσταλμένος μόνο, ἀλλὰ ἦταν ὁ Θεὸς ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος. Δὲν ἦταν τόσο μεγάλη ἡ παρανομία τῶν ἁμαρτωλῶν, ὅση ἦταν ἡ ἁγιότης ἐκείνου ποὺ πέθαινε γιὰ τὴ σωτηρία τους· δὲν ἁμαρτήσαμε τόσο πολὺ ἐμεῖς, ὅσο ἄψογα ἔζησε ἐκεῖνος ποὺ θυσίασε τὴν ψυχή του γιὰ τὴ σωτηρία μας· ἐκεῖνος ποὺ τὴ θυσίασε τότε ποὺ ἤθελε καὶ πάλι τὴν πῆρε πίσω ὅταν ἤθελε. Καὶ θέλεις νὰ μάθῃς ὅτι δὲν παρέδωσε τὴ ζωή του σφαζόμενος μὲ τὴ βία, οὔτε παρέδωσε τὸ πνεῦμα του ἀκουσίως; Ὅταν ἀπευθυνόταν στὸν οὐράνιο Πατέρα του ἔλεγε· «Πατέρα μου, στὰ χέρια σου παραδίδω τὴν ψυχή μου» (Λουκ. 23,46)· τὴν παραδίδω γιὰ νὰ τὴν πάρω πάλι πίσω. «Κι ἀφοῦ εἶπε αὐτά, ἐξέπνευσε»· ὄχι ὅμως γιὰ πολὺ χρόνο, γιατὶ γρήγορα ἀναστήθηκε πάλι ἐκ νεκρῶν[5]. Ἡ Ἐκκλησία μας στὴ λατρεία της ψάλλει· «Φόβῳ σοι ὡς θεραπαινὶς ἡ τελευτὴ προσταχθεῖσα πρόσεισι, τῷ Δεσπότῃ τῆς ζωῆς· δι᾽ αὐτῆς βραβεύοντι ἡμῖν ἀτελεύτητον ζωὴν καὶ τὴν ἀνάστασιν»[6]. Δηλαδή· Ἡ θανή (=ὁ θάνατος), ὅταν ἔλαβε τὴν προσταγή σου, τότε σὰν μιὰ φοβισμένη ὑπηρέτρια πλησιάζει σ᾽ ἐσένα, τὸν Κύριο τῆς ζωῆς, ποὺ δι᾽ αὐτῆς (=τῆς θανατώσεώς σου) χαρίζεις σ᾽ ἐμᾶς τὴν ἀνάστασι καὶ τὴν ἀτέλειωτη ζωή. Ὁ ἅγιος Ἐπιφάνιος Κύπρου λέει· Αὐτὸς ὁ λόγος (τὸ «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθημι τὸ πνεῦμά μου») δὲν εἶνε λόγος ἀνθρώπου. Γιατὶ κανένας ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἐξουσία νὰ θυσιάσῃ τὴν ψυχή του, καὶ πάλι νὰ τὴν πάρῃ πίσω. Κι ὅταν μιλάῃ γιὰ ψυχή, δείχνει ὅτι αὐτὸς ἐνανθρώπησε πραγματικά, ὄχι κατὰ φαντασία[7]. Ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνὸς ἐρωτᾷ· Σὲ ποιόν ἔδωσε τὴν ψυχή του; Στὸν Πατέρα. Διότι πεθαίνοντας φώναξε «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθημι τὸ πνεῦμά μου». Μᾶς κατεῖχε ὅμως βέβαια ὄχι ὁ Πατὴρ ἀλλὰ ὁ διάβολος. Προσοχὴ λοιπὸν γιὰ νὰ λυθῇ ἡ ἀπορία. Κάθε λύτρο ποὺ καταβάλλεται, αὐτὸ μὲν πέφτει στὴν κυριότητα ἐκείνου ποὺ κρατάει κάποιους ὁμήρους, καὶ ἔτσι λυτρώνει ἀπὸ τὸ χέρι του τοὺς κρατουμένους· ἀλλὰ τὸ λύτρο ποὺ δόθηκε ἀπὸ τὸ Χριστό, ἐπειδὴ εἶνε ἐξαιρετικὰ ὑπερφυέστερο ἀπὸ κάθε ἄλλο λύτρο, λύτρωσε μὲν τοὺς κρατουμένους, αὐτὸ ὅμως δὲν ἔπεσε στὴν κυριότητα ἐκείνου ποὺ τοὺς κρατοῦσε ὁμήρους, διότι αὐτὸς δὲν μπόρεσε νὰ τὸ πάρῃ. Ὡς ψυχὴ δηλαδὴ τοῦ Υἱοῦ του, στὸν Πατέρα τὴν εἶχε δώσει ὁ Υἱός. Γι᾽ αὐτὸ καί, ἀφοῦ ἤδη τὸ λύτρο δόθηκε, μολονότι δὲν μπόρεσε ὁ τύραννος νὰ τὸ πάρῃ, οἱ κρατούμενοι ὅμηροι λυτρώθηκαν. Καὶ πῶς «ἔδωκε τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν»; (Ματθ. 20,28). Μὲ τὸ νὰ παραδώσῃ ἑκουσίως τὸν ἑαυτό του σὲ θάνατο χάριν τῆς ἐλευθερίας τῶν ἀνθρώπων. Πεθαίνοντας δηλαδὴ νίκησε τὸν τύραννο, μὲ ἰσχυρὸ πάτημα τὸ ὅτι αὐτὸς θανάτωσε τὸν ἀναμάρτητο. Γιατὶ ὁ θάνατος εἶνε ἐπιτίμιο ἁμαρτίας, καὶ μόνο ὁ Χριστὸς «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησε» (Ἠσ. 53,9 – Α΄ Πέτρ. 2,22)[8].

Τὸ «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παραθήσομαι τὸ πνεῦμά μου» τὸ φώναξε μὲ φωνὴ δυνατή, γιὰ ν᾽ ἀκούσουν ὅλοι καὶ ὅλοι νὰ μάθουν ὅτι μέχρι τὴν τελευταία ὥρα πατέρα ὀνομάζει τὸ Θεό, καὶ σ᾽ αὐτὸν ἀναθέτει τὸ πᾶν, καὶ δὲν εἶνε ἀντίθεος. Κι ἀκόμη γιὰ νὰ μάθουμε ὅτι μὲ τὴν ἐξουσία του, ὅταν αὐτὸς τὸ θέλησε, τότε πεθαίνει. Γιατὶ ἀφοῦ εἶπε ὅτι «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παραθήσομαι τὸ πνεῦμά μου», τότε πλέον ἐπέτρεψε στὸν θάνατο νὰ τὸν πλησιάση[9]. «Καὶ κλίνας τὴν κεφαλὴν παρέδωκε τὸ πνεῦμα» (Ἰω. 19,30). Ἐξέπνευσε ὄχι πρὶν γείρῃ τὸ κεφάλι, ὅπως συμβαίνει σ᾽ ἐμᾶς, ἀλλὰ ἀφοῦ ἔγειρε τὸ κεφάλι τότε ἐξέπνευσε, γιὰ νὰ μάθουμε ὅτι, ὅταν τὸ θέλησε, τότε πέθανε· ὅταν τελέσθηκαν ὅλα, τότε παρέδωσε τὸ πνεῦμα στὰ χέρια τοῦ Πατέρα, ὅπως ἔγραψε ὁ Λουκᾶς[10].

Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας συμπληρώνει· Οἱ ψυχὲς τῶν ἁγίων (φεύγοντας) θὰ τρέξουν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ· αὐτὸ μᾶς προξένησε ὁ Σωτὴρ τῶν ὅλων καὶ Κύριος τὸν καιρὸ τοῦ τιμίου σταυροῦ μὲ τὸ νὰ πῇ «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παραθήσομαι τὸ πνεῦμά μου». Καὶ χάρισε στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων προσβάσιμο τὸν παράδεισο μὲ τὸ νὰ εἰσελάσῃ πρῶτος ὁ ἴδιος καὶ νὰ πῇ στὸ λῃστὴ ποὺ κρεμόταν μαζί του «Σήμερον μετ᾽ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23,43). Ἔτσι λοιπὸν καὶ ὁ μακάριος (διάκονος) Στέφανος λιθοβολούμενος ἔλεγε· «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, δέξαι τὸ πνεῦμά μου» (Πράξ. 7,59). Γιατὶ δὲν πηγαίνουν πλέον οἱ ψυχὲς τῶν ἁγίων στὸν ᾅδη, ὅπως τῶν ἁμαρτωλῶν. Κι αὐτό, νομίζω, εἶνε αὐτὸ ποὺ λέει· «Πλὴν ὁ Θεὸς λυτρώσεται τὴν ψυχήν μου ἐκ χειρὸς ᾅδου ὅταν λαμβάνῃ με» (Ψαλμ. 48,16)[11]. Ἡ κάθε λέξι ἔχει τὴ σημασία της· τὸ «Πάτερ» σημαίνει ὅτι δὲν εἶνε ἀντίθεος ὅπως τὸν κατηγοροῦσαν, τὸ «εἰς χεῖράς σου» ὅτι οἱ ψυχὲς τῶν πιστῶν στὸ ἑξῆς δὲν πηγαίνουν στὸν ᾅδη ἀλλὰ στὸ Θεό, τὸ «παρατίθεμαι» ὅτι ἐνεργεῖ ἐλευθέρως καὶ χωρὶς καταναγκασμό, καὶ τὸ «πνεῦμά μου» σημαίνει ὅτι ἔχει ψυχή, ἔγινε ἄνθρωπος πραγματικὰ καὶ ὄχι φανταστικά.

Χριστιανέ, μπορεῖς ὅσο ζῇς νὰ λές· Οὐράνιε Πατέρα, συγχωρῶ τὸν κάθε ἐχθρό μου; Κι ὅταν κλείσῃς τὰ μάτια στὸ μάταιο τοῦτο κόσμο· «Πατέρα, δέξου τὴν ψυχή μου στὰ χέρια σου»;[12] Ἀδελφοί μου συναμαρτωλοί· ὅταν θὰ ἔρθῃ ἡ ὥρα τοῦ δικοῦ μας θανάτου καὶ κάποιος ξυλουργὸς θὰ κατασκευάζῃ τὸν σταυρὸ ποὺ θὰ στηθῇ στὸ μνῆμα μας, εὔχομαι ὁ καθένας μας νὰ εἶνε σὲ θέσι νὰ πῇ στὸ Θεὸ ὅπως ὁ ἐσταυρωμένος Λυτρωτής μας· «Τετέλεσται»! Κύριε, «εἰς χεῖράς σου παρατίθεμαι τὸ πνεῦμά μου»[13]· ἀμήν.

[1] Πρὸς τὸν Γολγοθᾶν, Ὁ ἑκατόνταρχος [τοῦ 1949 ἢ 1950;], Ἀθῆναι 19894, σ. 173.

[2] Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία συνετάχθη πιθανῶς τὸ 1962. «Κυριακὴ» 1247/2013 [2006]

[3] Ι. Ναὸς Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης 11-4-1974 βράδυ. «Κυριακὴ» 1495/2009

[4] Ἕνα βλέμμα στὸ πανόραμα τῆς ἁγ. Γραφῆς Γ΄, Τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, σ. 34.

[5] ἅγ. Κύριλλος Ἰεροσολ., Κατήχ. ΙΔ΄, λγ΄. Migne 33,812-13.

[6] Παρακλητική, ἦχ. πλ. β΄, Κυριακή, Ἀναστάσ. κανὼν ᾠδὴ α΄.

[7] ἅγ. Ἐπιφάν. Κύπρ., Κατὰ αἱρέσ., βιβλ. Β΄, ξθ΄. Migne 42,277.

[8] Εὐθύμ. Ζιγαβην. Ἑρμ. κατὰ Ματθ. ΜΓ΄. Migne 129,545.

[9] Εὐθύμ. Ζιγαβην. Ἑρμ. κατὰ Ματθ. Migne 129,733.

[10] Εὐθύμ. Ζιγαβην. Ἑρμ. κατὰ Ἰωάν. Migne 129,1472.

[11] Κύριλ. Ἀλεξ., Ἐξήγ. εἰς Ψαλμ. ΜΗ΄. Migne 69,1072-73.

[12] Γραπτὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία συνετάχθη πιθανῶς τὸ ἔτος 1962. «Κυριακὴ» 1247/2013 [2006].

[13] Ι. Ναὸς Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης Μ. Παρασκευὴ 23- 4-1965. Πρὸς τὸν Γολγοθᾶν, σ. 172 «Τετέλεσται». «Κυριακὴ» 1944/2009.

(†) ἐπισκόπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη

Ι.Μ. Εδέσσης: Για τον χρόνο εορτασμού της Αναστάσεως

 

anastasi-lampada

Μὲ ἀφορμὴ διάφορα δημοσιεύματα καὶ ἀνακοινώσεις καθὼς καὶ ἀπορίες πολλῶν πιστῶν γιὰ τὸ θέμα τοῦ χρόνου ἑορτασμοῦ τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως καὶ τῶν κανονικῶν– λειτουργικῶν προϋποθέσεων τῆς τέλεσης τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν ποὺ συνδέονται μὲ αὐτήν, διευκρινίζουμε τὰ παρακάτω ἀπαντώντας σὲ ὁρισμένα ἀπὸ τὰ πιὸ συχνὰ ἑρωτήματα:

1. Ποιὸς ἦταν ὁ ἀκριβὴς χρόνος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου;

• Οὐδεὶς γνωρίζει ἐπακριβῶς τὸν χρόνο τῆς Ἀναστάσεως, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὶς διηγήσεις τῶν ἱερῶν εὐαγγελίων καὶ τὴν πατερικὴ διδασκαλία. Τὸ μόνο βέβαιο εἶναι ὅτι αὐτὴ ἔγινε πρὶν τὴν πρώτη μαρτυρία γιὰ τὸν σεισμὸ καὶ τὴν μετακίνηση τοῦ λίθου ποὺ ἔκλεινε τὸν Πανάγιο Τάφο. Δηλαδὴ πρὶν τὴν ἐπίσκεψη τῶν γυναικῶν, ποὺ περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος (Μθ. 28,1 κ.ἑ.) καὶ περιλαμβάνει τὰ πρόσωπα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου («ἄλλη Μαρία») καὶ τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς.

• Γιὰ τὴν εὐαγγελικὴ αὐτὴ περιγραφὴ οἱ ἅγιοι Γρηγόριος ὁ Νύσσης, Ἱερώνυμος, Κύριλλος Ἀλεξανδρείας καὶ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ἐξηγοῦν, ὅτι δηλώνει πὼς ἡ Ἀνάσταση συνέβη στὴν ἀρχὴ τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος, δηλαδὴ τῆς Κυριακῆς. Πιὸ συγκεκριμένα: α) Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο «ὀψὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων» (Μθ. 28,1) τονίζει τὰ ἑξῆς: «ὁ μέγας Ματθαῖος μόνος τῶν εὐαγγελιστῶν πάντων τὸν καιρὸν δι’ ἀκριβείας παρεσημήνατο εἰπὼν τὴν ἑσπέραν εἶναι τοῦ σαββάτου ὥραν τῆς ἀναστάσεως.» (Περί τῆς τριημέρου προθεσμίας τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ) Δηλαδή: «ὁ μέγας Ματθαῖος, μόνος ἀπὸ ὅλους τοὺς εὐαγγελιστές, τὸ ἐπεσήμανε μὲ ἀκρίβεια, λέγοντας ὅτι μετὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου [τὴν ἑσπέρα] τοῦ Σαββάτου ἦταν ἡ ὥρα τῆς Ἀναστάσεως». β) Ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος γράφει στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὴν Ἐδιβία (407 μ.Χ.) : «Dominus surrexerit vespere sabbati» (PL 22.987), δηλαδή: «ὁ Κύριος ἀναστήθηκε τὴν ἑσπέρα τοῦ Σαββάτου» καὶ τὸν ἴδιο ὅρο (vespere sabbati) χρησιμοποιεῖ καὶ στὴν περίφημη Vulgata (δική του μετάφραση τῆς Καινῆς Διαθήκης στὰ λατινικά) γιὰ τὸ ἐν λόγῳ χωρίο (Μθ. 28,1). γ) Ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας συμφωνεῖ ἐπίσης, ὅτι εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος λέγει ὅτι ἡ Ἀνάσταση ἔγινε τὴν ὥρα ποὺ ἔπεσε τὸ βαθὺ σκοτάδι: «Ματθαῖος γεμὴν τὴν αὐτὴν ἡμῖν ποιούμενος δήλωσιν, ἑσπέρας ἔφη βαθείας οὔσης γενέσθαι τὴν ἀνάστασιν.»(Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον) καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς μὲ βάση αὐτὴ τὴν παραδοχή (βλ. Λόγος εἰς τὸ Ἅγιον Σάββατον) προσθέτει ὅτι ἀπὸ τὴν ὥρα αὐτὴ σταματοῦμε καὶ τὴν νηστεία: «τελέσαντες τὰς ἁγίας τοῦ Πάσχα ἡμέρας, ἑσπέρᾳ βαθείᾳ τοῦ ἁγίου Σαββάτου καταπαύσομεν τὴν νηστείαν». (Περὶ τῶν ἁγίων νηστειῶν, PG95,77) «Βαθεία ἑσπέρα» ὀνομάζεται ἡ ἀρχὴ τῆς νύχτας, ἡ ὥρα ποὺ πέφτει τὸ βαθὺ σκοτάδι. (Βλ. Χάρη Σκαρλακίδη, Ἅγιον Φῶς, ὅπου βρίσκουμε μία ἐξαίρετη καὶ πρωτότυπη θεολογικὴ–ἐπιστημονικὴ παρουσίαση καὶ ἀνάλυση ὅλων τῶν παραπάνω ἐννοιῶν καὶ πατερικῶν μαρτυριῶν ἑρμηνειῶν.)

2. Πότε ἀρχίζει ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα σύμφωνα μὲ τὴν Ἐκκλησιαστικὴ παράδοση;

• Γιὰ τὸ σύστημα μέτρησης τῆς ὥρας τῆς ἐποχῆς, τὸ ὁποῖο ἦταν ἡλιακὸ καὶ διατηρήθηκε ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μέχρι σήμερα, ἡ ἔναρξη τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα τοποθετεῖται μετὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου (Μ. Σάββατο). Δηλαδὴ μὲ τὸ σύχρονο ὡρολόγιο σύστημα στὶς 20.00 περίπου τοῦ Μ. Σαββάτου. Πιὸ ἁπλά, ἀφοῦ δύσει ὁ ἥλιος τὸ Μ. Σάββατο, ἀρχίζει ἡ Κυριακὴ τοῦ Πάσχα. Αὐτὸ ἐννοεῖ καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος ὅταν γράφει: «ὀψὲ σαββάτων, τῇ ἐπιφωσκούσῃ εἰς μίαν σαββάτων». Ἐπίσης καὶ ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς ἀναφερόμενος στὴν ὥρα τῆς Ταφῆς τοῦ Χριστοῦ γράφει: «καὶ ἡμέρα ἦν παρασκευή, σάββατον ἐπέφωσκε» (Λκ. 23,54) ἐπιβεβαιώνοντας, ὅτι τὸ τέλος τῆς ἡμέρας καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς ἑπομένης ταυτίζονται μὲ τὴν δύση τοῦ ἡλίου καὶ τὴν ἀρχὴ τῆς νύχτας. Αὐτὴ ἡ παράδοση θεσμοθετήθηκε ἤδη στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀπὸ τὸν Θεό: «ἀπὸ ἑσπέρας ἕως ἑσπέρας σαββατιεῖτε τὰ σάββατα ὑμῶν» (Λευιτ. 23,32). Συνεπῶς ἡ
Κυριακὴ τοῦ Πάσχα γιὰ τὴν Ἐκκλησία ἀρχίζει μόλις ἀρχίζει ἡ νύκτα τοῦ Μ. Σαββάτου καὶ ὄχι μετὰ τὶς 12 τὸ βράδυ (μὲ τὴν σύγχρονη ὥρα). Ἐπίσης, δὲν ὑπάρχει ἱερὸς κανόνας ποὺ ὁρίζει, ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τῆς ἡμέρας γίνεται στὶς 12 τὰ μεσάνυχτα μὲ τὸ σημερινὸ ὡράριο. Ἡ σύγχρονη ὥρα ἀκολουθεῖ τὸν μεταγενέστερο τρόπο μέτρησης τοῦ εἰκοσιτετραώρου, ὁ ὁποῖος βασίζεται στὴν μέση ὥρα (ἢ μέσο χρόνο) Γκρήνουιτς ποὺ ἄρχισε νὰ καθιερώνεται στὶς διάφορες χῶρες τοῦ κόσμου ἀπὸ τὸν 19ο αἰῶνα (1884) καὶ διαφέρει ἀπὸ τὸν βιβλικὸ καὶ πατροπαράδοτο τρόπο ποὺ μετροῦσε καὶ μετρᾶ τὶς ὥρες καὶ τὶς ἡμέρες ἡ Ἐκκλησία. Ἡ προσαρμογὴ λοιπὸν τῆς τέλεσης τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν στὸ νεώτερο ὡρολόγιο ἔγινε κατ᾿ οἰκονομίαν προκειμένου νὰ ἐξυπηρετήσει τοὺς πιστοὺς ποὺ ζοῦν καὶ ἐργάζονται στὸν κόσμο. Ὑπάρχουν βέβαια μοναστήρια, ὅπως αὐτὰ τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ μέχρι σήμερα τηροῦν τὸ ἡλιακὸ (ἢ βυζαντινὸ ὡρολόγιο) καὶ μὲ βάση αὐτὸ τελοῦν τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες μὲ τὴν πατροπαράδοτη ἀκρίβεια. Ἔτσι ἡ προσωρινὴ μετάθεση τῆς τελετῆς τῆς Ἀναστάσεως στὶς 21.00 ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δὲν ἔρχεται σὲ ἀντίθεση μὲ τὴν ἀρχαία παράδοση τῆς Έκκλησίας μας.

3. Πῶς ἐξηγεῖται ἡ τριήμερη παραμονὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἄδη;

• Μόνον σύμφωνα μὲ ὅσα εἴπαμε παραπάνω ἐξηγεῖται, γιατὶ ὀνομάζουμε τριήμερη τὴν παραμονὴ τοῦ Χριστοῦ στὸν Ἄδη. Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ ἐπῆλθε τὸ μεσημέρι τῆς Μ. Παρασκευῆς κατὰ τὴν ἐνάτη βυζαντινὴ ὥρα, μὲ τὸ σύγχρονο ὡρολόγιο στὶς 15.00, (πρώτη ἡμέρα). Ὅταν νύκτωσε ἄρχισε τὸ Μ. Σάββατο (δεύτερη ἡμέρα), γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔσπευσαν νὰ Τὸν ἐνταφιάσουν, ὥστε νὰ μὴν βρίσκονται στὸν Σταυρὸ τὰ σώματα τοῦ Κυρίου καὶ τῶν ληστῶν τὴν ἡμέρα τοῦ ἑβραϊκοῦ Πάσχα. Ὅταν νύκτωσε τὸ Μ. Σάββατο, ἄρχισε ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς (3η ἡμέρα). Λίγο ἀργότερα, ἀφοῦ νύκτωσε, σύμφωνα μὲ τὸ κατὰ Ματθαῖον εὐαγγέλιο, ἔχουμε καὶ τὴν πρώτη μαρτυρία γιὰ τὸν σεισμό, τὸ ἄνοιγμα τοῦ Τάφου καὶ τὴν πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ στὴν Θεοτόκο.

4. Κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι πρέπει νὰ συμπληρωθοῦν ὁπωσδήποτε 33 ὧρες ἀπὸ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ στὸν Σταυρό, μέχρι τὴν ὥρα τῆς Ἀναστάσεώς Του, γιὰ νὰ ψαλεῖ τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη».

• Αὐτὴ ἡ ἄποψη ὑφίσταται μέν, ἀλλὰ δὲν ἀποτελεῖ ἱερὸ κανόνα ἢ κοινὴ παραδοχὴ στὴν πατερικὴ γραμματεία. Ἔχει συμβολικὸ χαρακτήρα, προκειμένου νὰ συνδεθεῖ μὲ τὰ 33ἔτη τῆς ἐπίγειας παρουσίας τοῦ Κυρίου. Μάλιστα ἕνας γνωστὸς ἱεροκήρυκας καὶ θεολόγος, ὁ μακαριστὸς Ἀρχιμανδρίτης Ἀθανάσιος Μυτιληναῖος ὑπογραμμίζει, ὅτι ἡ ἄποψη αὐτὴ δὲν μπορεῖ νὰ τεκμηριωθεῖ, ἀλλὰ ἑρμηνευτικῇ ἀδείᾳ διατυπώθηκε. Διευκρινίζει ἀκόμη: «Σὲ ‘μᾶς ἡ ἀλλαγὴ τοῦ εἰκοσιτετραώρου γίνεται τὰ μεσάνυχτα. Κατὰ τὸ ἑβραϊκὸ ἡμερολόγιο ἐγίνετο ἀπὸ δύση σὲ δύση ἡλίου. Συνεπῶς, ὁ Χριστὸς ἔμεινε 3 ὧρες τὴν Παρασκευή, εἰκοσιτέσσερεις ὧρες τὸ Σάββατο, εἰκοσιεπτά, καὶ κάποιες ὧρες, ἄγνωστο πόσο, τὴν Κυριακή.» (Ἀπορία 32η, Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία)

5. Μπορεῖ ὅμως ἕνας ἱερέας νὰ τελέσει δύο Θεῖες Λειτουργίες τὸ Μ. Σάββατο; Δὲν τὸ ἀπαγορεύει αὐτὸ ὁ κανόνας τῆς ἐν Ἀντισιοδώρῳ τοπικῆς Ἱερᾶς Συνόδου;

• Στὴν περίπτωση αὐτὴ ἡ τέλεση τῆς Θ. Λειτουργίας τὸ πρωὶ καὶ τὸ βράδυ τοῦ Μ. Σαββάτου (περίπου στὶς 22.00), δὲν γίνεται κατὰ τὴν ἴδια ἡμέρα, ὅπως ἐξηγήσαμε παραπάνω, ἐπειδὴ πραγματοποιεῖται μετὰ τὸ ἑσπέρας τοῦ Μ. Σαββάτου, δηλαδὴ κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα, ποὺ ἔχει ἤδη ἀρχίσει μετὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου. Ἄρα δὲν ὑπάρχει καμία σύγκρουση μὲ τὸν ἐν λόγῳ κανόνα, ὁ ὁποῖος θεσπίσθηκε σὲ ἐποχὴ (613 μ.Χ.) ποὺ ὅλοι θεωροῦσαν δεδομένο, ὅτι ἡ ἔναρξη τῆς ἑπομένης ἡμέρας γίνεται μετὰ τὴν δύση τοῦ ἡλίου.

• Ἐπιπλέον, πρέπει νὰ σημειώσουμε ὅτι κατὰ τὴν παράδοση τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τελοῦνται δύο Θεῖες Λειτουργίες κατὰ τὴν ἴδια Ἐκκλησιαστικὴ ἡμέρα καὶ σὲ λιγότερο ἀπὸ ἕνα εἰκοσιτετράωρο (σύμφωνα μὲ τὸ πολιτικὸ ὡράριο) τρεῖς φορὲς τὸν χρόνο: Χριστούγεννα, Θεοφάνεια καὶ Πάσχα. Τὴν παραμονὴ τῶν ἑορτῶν τελεῖται Ἑσπερινὸς καὶ Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου τὸ πρωί (κατ᾿ οἰκονομίαν, ὅπως γίνεται στὶς ἐνορίες) ἢ τὸ ἀπόγευμα (κανονικά, ὅπως γίνεται στὶς Ἱερὲς Μονές τοῦ Ἁγ. Ὄρους) καὶ τὸ πρωί τῆς ἑπομένης τελεῖται Ὄρθρος καὶ Θ. Λειτουργία τοῦ ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Στὴν περίπτωση τῶν Ἱερῶν Μονῶν ἡ τέλεση τῶν δύο λειτουργιῶν γίνεται σὲ λιγότερο ἀπὸ ἕνα εἰκοσιτετράωρο, ἐνῶ ἀκόμη καὶ στὶς ἐνορίες, τὸ Μ. Σάββατο καὶ τὴν Κυριακὴ τοῦ Πάσχα, παρεμβάλλονται μεταξὺ τῶν δύο λειτουργιῶν λιγότερες ἀπὸ 15 ὧρες.

Μάλιστα τὸ Τυπικὸν τῆς Ἱ. Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα ὁρίζει ἀκόμη μικρότερο χρονικὸ διάστημα μεταξὺ τῆς τελέσως τῶν δύο λειτουργιῶν κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ἀναστάσεως.

6. Μήπως ὅμως παραβιάζεται ὁ Ζ΄ Ἀποστολικὸς κανόνας, ποὺ ὁρίζει νὰ μὴν ἑορτάζουμε τὸ Πάσχα (τὸ «Νομικὸν Φάσκα») μαζὶ μὲ τὸ Ἑβραϊκό, ἀλλὰ πάντοτε μετὰ ἀπὸ αὐτό;

• Φέτος τὸ Ἑβραϊκὸ (Νομικὸ) Πάσχα ἑορτάσθηκε ἤδη στὶς 27 Μαρτίου – 4 Ἀπριλίου (βλ. σχετικὰ δημοσιεύματα στὰ ΜΜΕ). Δὲν θὰ ἑορτασθεῖ τὴν 1η Μαΐου. Ἡ ἡμερομηνία αὐτὴ ὑπάρχει βέβαια στὸ «Πασχάλιον» (βλ. Μ. Ὡρολόγιον), ἀλλὰ δὲν ἰσχύει, ἀφοῦ ἡ ἐπίσημη Ἰουδαϊκὴ θρησκεία δὲν ὑπολογίζει μὲ τὸν ἴδιο τρόπο τὸν ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα.

Οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι καὶ εὐαγγελιστὲς στὴν πλειοψηφία τους δὲν πολυπραγμονοῦν γιὰ τὸν ἀκριβῆ χρόνο τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου. Ἐπικεντρώνουν τὴν προσοχή τους στὸν ἴδιο τὸν Ἀναστάντα. Καλύτερα νὰ μιμηθοῦμε αὐτούς, γιὰ νὰ ἑορτάσουμε τὸ Πάσχα σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι «ἐν ζύμῃ» κακίας, ἀλληλοκατηγορίας ἢ καὶ φαρισαϊκῆς τυπολατρείας.

Γιὰ νὰ ἑορτάσουμε μὲ πνεῦμα ἀληθείας, ἀγάπης καὶ ἐλευθερίας, ποὺ ἐκπηγάζει ἀπὸ τὴν Τριήμερο Ἔγερση τοῦ Κυρίου μας.

Καλὴ Ἀνάσταση!

Πηγη: www.Romfea.gr (26-04-2021)

 

Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΣΥΝΟΔΟΥ

ὑπό Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας μας, ἕνεκα τῆς πανδημίας, ἀποφάσισε, ἡ γιορτή τῆς Ἀναστάσεως, ἐφέτος, (2021) νά γίνει κατ’οἰκονομία, ἀντί στίς «12» τή νύχτα, στίς «9» τό βράδυ.

Καί ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὀφείλουμε νά σεβασθοῦμε τήν ἀπόφαση, διαφορετικά, εἶναι σάν νά θέτουμε τούς ἑαυτούς μας ὑπεράνω τῆς Ἱεράς Συνόδου!

Ὅμως, πολλοί ἀντέδρασαν, καί συνεχίζουν νά ἀντιδροῦν. Μά τό οὐσιῶδες δέν εἶναι τί ὥρα θά γιορτάσουμε τήν Ἀνάσταση, ἀλλά πῶς θά τή γιορτάσουμε.

Πῶς θά φωτισθοῦμε ἀπό τό ἀνέσπερο φῶς της.

Ὅταν ἡ ὀνομαστική γιορτή ἑνός Ἐπισκόπου πέφτει καθημερινή μέρα, ὁ Ἐπίσκοπος μεταθέτει τή γιορτή τοῦ Ἁγίου, στήν ἀμέσως ἑπόμενη Κυριακή, χωρίς κανένας νά διαμαρτύρεται γι’αὐτή τήν καινοτομία.

Ὅταν ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀποφάσισε νά μεταφέρει τή γιορτή τῆς Ἀναστάσεως κατά τρεῖς ὧρες νωρίτερα, ἔγινε ξεσηκωμός! Μά γιατί;

Ὅταν τά Χριστούγεννα πέφτουν μέρα Δευτέρα, οἱ Μεγάλες Ὧρες διαβάζονται τήν προηγούμενη Παρασκευή. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά γιορτή τῶν Φώτων.

Χάνουν μήπως οἱ Μεγάλες Ὧρες τήν ἀξία τους, ἐπειδή δέν διαβάζονται στήν ὥρα τους, τουτέστιν τήν παραμονή;

Ὁ Χριστός σταυρώθηκε Μ. Παρασκευή στίς δώδεκα τό μεσημέρι. Καί μεῖς γιορτάζουμε τή Σταύρωση Μ. Πέμπτη βράδυ, χωρίς νά διαμαρτυρόμαστε γι’αὐτή τή «δυσαρμονία».

Ἡ Ἀποκαθήλωση ἔγινε μετά τίς τρεῖς τό ἀπόγευα, καί ἐμεῖς τή γιορτάζουμε πρίν τίς τρεῖς, χωρίς καί πάλι νά διαμαρτυρόμαστε.

Καί καλῶς, γιατί τά μεγάλα αὐτά γεγονότα, δέν χάνουν τήν ἀξία τους, ἐπειδή δέν τά γιορτάζουμε στήν ὥρα τους.

Τό ἴδιο ἰσχύει καί μέ τήν Ἀνάσταση. Δέν χάνει τήν ἀξία της, ἄν δέν γιορτασθεῖ στήν ὥρα της.

Καί ὅμως πολλοί ἐπιμένουν νά γιορτασθεῖ στήν ὥρα της, ταράσσοντας χωρίς λόγο τό πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Χριστός εἶπε στούς μαθητές Του, ὅτι θά ἀναστηθεῖ τήν τρίτη μέρα (Μτ.16:21), δηλαδή, κατά τή διάρκεια τῆς τρίτης μέρας, καί ὄχι ὅταν συμπληρωθεῖ ἡ τρίτη μέρα.

Σύμφωνα μέ τό τότε ἰουδαϊκό ἡμερολόγιο, ἡ μέρα ἄρχιζε μέ τή δύση τοῦ ἡλίου καί τέλειωνε μέ τή δύση. Πρώτη, λοιπόν, μέρα, ἦταν μέχρι τήν Παρασκευή ἑσπέρας.

Δεύτερη, ἀπό τήν Παρασκευή ἑσπέρας μέχρι Σάββατο ἑσπέρας. Τρίτη, ἀπό τό Σάββατο ἑσπέρας μέχρι τήν Κυριακή ἑσπέρας.

Ξημερώματα Κυριακῆς οἱ μυροφόρες ἔμαθαν ὅτι Χριστός ἀνέστη (Μκ.16:9).

Πρᾶγμα πού σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶχε ἤδη ἀναστηθεῖ. Μπορεῖ νά ἀναστήθηκε καί Σάββατο βράδυ, στό ξεκίνημα τῆς τρίτης μέρας.

Ποιός τό ξέρει; Ποῦ, λοιπόν, τό λάθος μέ τή συγκεκριμένη ἀπόφαση τῆς Ἱ. Συνόδου;

Ναί, ἀλλά μέσα σ’ἕνα εἰκοστετράωρο γίνονται δύο Θ. Λειτουργίες, στήν ἴδια Ἁγία Τράπεζα καί ἀπό τόν ἴδιο Ἱερέα.

Ἐρώτηση: Ἐπιτρέπεται νά γίνεται π.χ. Κυριακη πρωί Θ. Λειτουργία, καί τό βράδυ ἄλλη Θ. Λειτουργία, ἀγρυπνία;

Ἀπό τόν ἴδιο Ἱερέα καί στήν ἴδια Ἁγία Τράπεζα; Ἀρχίζοντας ἡ Θ. Λειτουργία πρό τοῦ Μεσονυκτίου, καί τελειώνοντας κατά τίς δώδεκα; Ἐπιτρέπεται;

Κατά τήν «ἀκρίβεια», ὄχι. Ὅμως κανένας δέν διαμαρτύρεται!

Θά εἰπεῖτε γίνεται κατ’οἰκονομία, χάρη τοῦ λαοῦ. Ὥστε, λοιπόν, ἕνας Ἱερέας μπορεῖ νά κάνει μιά τέτοιοα οἰκονομία, ἡ Ἱ. Σύνοδος δέν μπορεῖ;!

Τό πλέον σωστό θά ἦταν ἡ γιορτή τῆς Ἀναστάσεως, νά γίνεται ξημερώματα τῆς Κυριακῆς, ὄρθρου βαθέως, ὅπως γινόταν ἐξ ἀρχῆς στήν Ἐκκλησία.

Καί γιά τόν πρόσθετο λόγο, στήν περίπτωση αὐτή, δύσκολα κάποιος θά ἄφηνε τή Λειτουργία, νά πάει στό σπίτι του, καί νά τό ρίξει, ὄρθρου βαθέως, στό φαγοπότι, αλλά, οὔτε καί οἱ νεαροί, θά ἄφηναν εὔκολα τόν ὕπνο τους, νά πᾶνε στήν ἐκκλησία, νά χαλάσουν τόν κόσμο μέ τά ποικίλα καί ἐπικίνδυνα βαρελότα, χωρίς νά ἀκούγεται τό «Χριστός Ἀνέστη!»

Μακάρι μελλοντικά ἡ Ἱ. Σύνοδος νά πάρει μιά τέτοια ἀπόφαση! Μακάρι!

Πηγη: www.Romfea.gr (29-04-2021)

 

Η ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

diki_xristou

ὑπό Ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Oἱ Ρωμαῖοι, ἔχοντας ὑπό τήν κατοχή τους τήν Παλαιστίνη, ἔδωσαν τό δικαίωμα στούς Ἀρχιερεῖς της, νά δικάζουν τό λαό. 

Μποροῦσαν νά ἐπιβάλλουν καί τήν ποινή τοῦ θανάτου, διά τοῦ λιθοβολισμοῦ, ὅπως ἔκαναν στόν πρωτομάρτυρα Στέφανο (Πρ.5:17-42), ἀλλά, δέν μπροῦσαν νά ἐπιβάλλουν τόν θάνατο διά τοῦ σταυροῦ (Ἰω.18:31-32),γιατί ἔπρεπε νά πάρουν τήν ἄδεια ἀπό τόν κατακτητή, κάτι πού ἀπεχθάνονταν, γι’αὐτό καί σπανίως ἔπαιρναν τέτοιες ἀποφάσεις, ὅμως, γιά τό Χριστό πῆραν μιά τέτοια ἀπόφαση! Ἐκεῖ τούς ὁδήγησε ὁ φθόνος τους γιά τόν Χριστό! (Μτ.27:18).

Μόλις Τόν συνέλαβαν, Τόν ὁδήγησαν γιά προανάκριση στόν Ἀρχιερέα Ἄννα. Ἡ προανάκριση δέν ἔβγαλε κάτι εἰς βάρος τοῦ Ἰησοῦ.

Καί ἀντί ὁ Ἀρχιερέας Ἄννας νά Τόν ἀπολύσει, Τόν ἔστειλε δεμένο (!) στό Μεγάλο Συνέδριο, μέ πρόεδρο τόν Ἀρχιερέα Καϊάφα (Ἰω.18:15-25).

Πρῶτα Τόν συνέλαβαν, καί μετά ἔψαχναν νά βροῦν κατηγορία εἰς βάρος Του! Ποιός ἄλλωστε, θά τούς ἤλεγχε; 

Αὐτοί εἶχαν τό μαχαίρι, αὐτοί εἶχαν καί τό πεπόνι! «Ἀλίμονο στόν ἀδύνατο πού ἔχει δίκιο…!».

Βέβαια, ὁ Ἰησοῦς, ὅλα αὐτά τά ἔβλεπε, καί τά ἀνεχόταν, γιατί κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό γιά ἕνα καί μόνο λόγο: Γιά νά σταυρωθεῖ γιά τή σωτηρία μας, καί γι’αὐτό ὁδηγήθηκε στό σφαγεῖο «ὡς ἄφωνος ἀμνός».

Ὁ Καϊάφας, προκειμένου νά Τόν καταδικάσει, κάλεσε στό Μεγάλο Δικαστήριο πολλούς ψευδομάρτυρες (Mτ.26:60). 

Ὅμως, πολλοί ἀπ’αὐτούς, βλέποντας τόν ἀγαθό Χριστό δεμένο μέ ἁλυσῖδες, δέν τούς ἔκανε καρδιά, νά καταθέσουν εἰς βάρος Του, καί διαφώνησαν μέ τούς ψευδομάρτυρες! (Mκ.14:55-59).

Καί ἔτσι τό Δικαστήριο δέν μποροῦσε νά πάρει τήν ἀπόφαση πού ἤθελε! Ἔπρεπε, κατά τό νόμο, ἡ κατηγορία νά στηρίζεται τουλάχιστο σέ δύο μάρτυρες (Δευτ.19:15). 

Οὔτε μέ ψευδομάρτυρες μποροῦσαν νά δικάσουν τόν Ἰησοῦ, ἀλλά ἔπρεπε νά Τόν δικάσουν. Καί ἡ ὥρα περνοῦσε, γιατί ἔπρεπε μέχρι τήν Παρασκευή τό ἀπόγευμα νά Τόν ἔχουν ἐκτελέσει. 

Ὁ ἀγχωμένος Καϊάφας ρώτησε τόν Ἰησοῦ, «εἶσαι Υἱός Θεοῦ;», «ναί, εἶμαι» (Μτ.66:63-64), τοῦ ἀπάντησε. «Βλασφημία», ἀναφώνησε ὁ Καϊάφας, ἐννοώντας, ἄν εἶναι δυνατόν, ὁ ἁλυσοδεμένος Ἰησοῦς, νά εἶναι Υἱός Θεοῦ! «Τί μᾶς χρειάζονται λοιπόν οἱ μάρτυρες;!» (Μτ. 26:65). 

Τόν δίκασαν τή νύκτα, κατά παράβαση τοῦ θείου νόμου, πού ἔλεγε, ὅτι οἱ δίκες πρέπει νά γίνονται τή μέρα (Ἱερ.21:12). Ἀφοῦ τή νύχτα πῆραν τήν ἀπόφαση πού ἤθελαν, (Μτ.26:66), ἔκαναν πρωί-πρωί ἕνα τυπικό Δικαστήριο (Μτ.27:1), ὥστε ἡ ἀπόφασή τους νά εἶναι ἔγκυρη!

Ἡ βλασφημία κατά τοῦ Θεοῦ τιμωρεῖτο μέ λιθοβολισμό (Λευ.24:16). Ὅμως, ὁ Ἀρχιερέας Καϊάφας, θέλοντας νά ξευτελίσει παντελῶς τόν Ἰησοῦ, καταφρόνησε τόν θεῖο νόμο, καί ἀποφάσισε νά σταυρώσει τόν Ἰησοῦ!

Ἦταν ἡ χειρίστη ποινή, πού μποροῦσε νά ἐπιβληθεῖ σ΄ ἕναν κατάδικο! Σταύρωναν μόνο τούς ἀκραίους καί ἐπικίνδυνους ἐγκληματίες!

Μ. Παρασκευή πρωί (Ἰω.18:28) πῆγαν τόν Ἰησοῦ δεμένο στόν Πιλάτο, γιά νά πάρουν τήν ὑπογραφή του. 

Αὐτό τό σκηνικό εἶδε ὁ Ἰουδας, καί δέν τό ἄντεξε, γιατί δέν περίμενε οἱ Ἀρχιερεῖς νά πάρουν μιά τέτοια ἀτιμωτική ἀπόφαση, καί αὐτοκτόνησε! (Μτ.27:1-5).

Οἱ Ἀρχιερεῖς βλέποντας τόν Πιλάτο, νά τείνει πρός τήν ἀθώωση τοῦ Ἰησοῦ, ἔβαλαν τό λαό νά φωνάζει, ἀπαιτώντας τή σταύρωσή Του! Φώναζαν καί οἱ Ἀρχιερεῖς! Φώναζαν τόσο δυνατά πού «κάλυπταν» τίς φωνές τοῦ λαοῦ! (Λκ.23:23). 

Καί ἐνῶ εἶχαν ἀποφασίσει νά σταυρώσουν τόν Ἰησοῦ, μέ τήν κατηγορία τῆς βλασφημίας, τώρα ἀποφάσισαν νά Τόν σταυρώσουν μέ τήν κατηγορία, ὅτι εἶναι Βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων! (Ἰω.19:13-17). Ἀρκεῖ νά σταυρωνόταν! 

Σταυρώνοντάς Τον, Τόν ἔβαλαν στή μέση, ἀνάμεσα στούς ληστές, ὄχι τιμῆς ἕνεκεν, ἀλλά γιά νά δείξουν, ὅτι ἦταν ὁ ἀρχηγός τῶν ληστῶν, ὁ ἀρχιληστής…!

Τό ἄκρως σκανδαλιστικό εἶναι ἐδῶ, ὅτι ὁ Χριστός δέν καταδικάσθηκε ἀπό τόν ὑπόκοσμο, ἀπό ληστές, ἀπό ἐγκληματίες, ἀλλά ἀπό τούς θρησκευτικούς ἡγέτες τοῦ λαοῦ, μέ ἀρχηγό τόν Ἀρχιερέα Καϊάφα, γιατί ὁ Ἰησοῦς τούς «ἔκλεψε» τή δόξα! 

Ἡ ἐξουσία τούς διέστρεψε. Ἄν δέν εἶχαν τήν ἐξουσία, μπορεῖ νά μήν ἔφθαναν σ’αὐτό τό χάλι! 

Ἡ ἐνασχόληση τους μέ τίς Γραφές, μέ τό Ναό, τό κήρυγμα, δέν «κατάφεραν» νά τούς περισώσουν…!

Μπορεῖ καί ἐμεῖς ὡς Ἱερεῖς, νά κάνουμε κηρύγματα περί ἀγάπης καί ἀνεξικακίας, νά διαβάζουμε τίς Γραφές, νά συχνάζουμε στίς ἐκκλησιές, ἀλλά, ἄν δέν ἀγνωνιζόμαστε ἐναντίον τῆς κενοδοξίας, τοῦ φθόνου καί τῆς μνησικακίας, θά γίνουμε σίγουρα «Καϊάφας», ἄν δέν ἔχουμε ἤδη γίνει!. 

Ὁ «Καϊάφας» δέν ἀπέθανε!

Πηγη: www.Romfea.gr (29-04-2021)

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΡΩΙ

Ο Σταυρος 3

Ποιό θά ᾽νε τὸ δικό μας τέλος;

6ος λόγος τοῦ σταυροῦ

«Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30)

Χθὲς τὸ βράδυ, ἀγαπητοί μου, ὁ γέρων ἐπίσκοπος, μολονότι κάμπτομαι κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τῶν 86 καὶ πλέον ἐτῶν, προσπάθησα νὰ δώσω μία εἰκόνα τῶν παθῶν τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἰδιαιτέρως νὰ μιλήσω ἐπὶ ἑνὸς λόγου τοῦ Ἐσταυρωμένου, ποὺ εἶπε ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ σταυροῦ, τοῦ ῥήματος «Διψῶ» (Ἰω. 19,28)· εἴπαμε ὅτι τριῶν εἰδῶν εἶνε ἡ δίψα τοῦ Χριστοῦ· δίψα σωματική, δίψα πνευματική, δίψα μυστηριώδης – μυστική. Τώρα ἂς ἔλθουμε στὸν ἕκτο καὶ προτελευταῖο λόγο ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς ἐπὶ τοῦ σταυροῦ· καὶ αὐτὸς εἶνε ἡ λέξι «Τετέλεσται» (Ἰω. 19,30). Τί σημαίνει «Τετέλεσται»; Τί ἔννοια ἔχει τὸ ἀρχαῖο αὐτὸ ῥῆμα; Μήπως ὁ Κύριος τὸ λέει ὡς ἕναν ἀπαισιόδοξο ἐπίλογο τῆς ζωῆς του; Εἶνε βαθὺς ὁ λόγος, πέλαγος, ὠκεανός. Ἐμεῖς θὰ προσπαθήσουμε νὰ δώσουμε μερικὰ δείγματα τοῦ πλούτου τῶν ἐννοιῶν ποὺ περιέχει. Ἐπ᾽ αὐτοῦ, ὅπως χθές, τριμερὴς θὰ εἶνε καὶ σήμερα ἡ σύντομη ὁμιλία μας.

«Τετέλεσται», ἀγαπητοί μου, κατὰ λέξιν θὰ πῇ· «ἔχει τελειώσει», «τέλος», «ἦρθε τὸ τέλος». Ὁ Κύριος λέει τὸ «Τετέλεσται» γιὰ τρεῖς λόγους. Ἐν πρώτοις ἐννοεῖ, ὅτι ἔλαβαν τέλος – ἐκπληρώθηκαν οἱ προφητεῖες τῆς παλαιᾶς διαθήκης. Κανενὸς ἀνθρώπου ἡ ἱστορία δὲν γράφεται προτοῦ νὰ κλείσῃ ἡ ζωή του. Γεννιέται ἂς ποῦμε ἕνα παιδί· τί θὰ γίνῃ ὅταν μεγαλώσῃ, ποιά θὰ εἶνε ἡ ἐξέλιξί του, τὸ μέλλον του; Ἄγνωστο. Μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει. Οἱ ἄνθρωποι βιογραφοῦνται ἀφοῦ κλείσῃ ὁ κύκλος τῆς διαβάσεώς τους. Ὁ βίος τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου γιὰ παράδειγμα ἱστορήθηκε μετὰ τὸ θάνατό του πλέον. Καὶ ὅλων τῶν μεγάλων ἀνδρῶν τῆς ἱστορίας ἡ ζωὴ συγγράφεται ἀφοῦ ὁλοκληρωθοῦν τὰ πεπραγμένα τους. Ἑνὸς μόνο ὁ βίος καὶ τὰ ἔργα γράφτηκαν προτοῦ κἂν νὰ συμβοῦν πάνω στὴ γῆ, δηλαδὴ προφητεύθηκαν· αὐτὸς εἶνε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός. Τὰ σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπό του προαναγγέλθηκαν, καὶ μάλιστα πολὺ νωρίς. Ἡ γέννησίς του καὶ ἡ λύτρωσις ποὺ θὰ ἔφερνε στὸν κόσμο ἀποκαλύφθηκαν πρὶν ἀπὸ πέντε – ἕξι χιλιάδες χρόνια στοὺς ἀνθρώπους! γεγονὸς πρωτοφανές. Πότε ἀκριβῶς; Μέσα στὸν παράδεισο, ἢ μᾶλλον ὅταν ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα ἁμάρτησαν καὶ ἐκδιώχθηκαν ἀπὸ τὸν παράδεισο. Τότε, μέσα στὴ συμφορὰ καὶ τὴν ἀπελπισία τους, ἀκούστηκε ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ, σὰν φωτεινὸ ἄστρο ἐλπίδος μέσα στὸ σκοτάδι, νὰ λέῃ στὸν διάβολο· «Ἔχθραν θήσω, θὰ βάλω ἔχθρα, ἀνάμεσα σ᾽ ἐσένα καὶ στὴ γυναῖκα κι ἀνάμεσα στοὺς ἀπογόνους σου καὶ στὸν ἀπόγονό της»· ἕνας μακρινὸς ἀπόγονος τῆς Εὔας θὰ σοῦ συντρίψῃ τὸ κεφάλι, κ᾽ ἐσὺ θὰ τοῦ τσιμπήσῃς «τὴν πτέρναν» (Γέν. 3,15)· ἐσὺ δηλαδὴ θὰ τοῦ προξενήσῃς μιὰ μικρὴ βλάβη, ἐνῷ ἐκεῖνος θὰ σοῦ δώσῃ καίριο καὶ τελειωτικὸ χτύπημα. Αὐτὸ κατὰ ἀποκάλυψιν τοῦ ἁγίου Πνεύματος γράφτηκε ἀπὸ τὸ Μωυσῆ στὴ Γένεσι 1.500 χρόνια πρὸ Χριστοῦ. Καὶ πράγματι ὁ Χριστὸς συνέτριψε ὁριστικὰ τὸ σατανᾶ, νίκησε τὸ θάνατο, κατέλυσε τὸ βασίλειο τοῦ ᾅδου. Προφητεύθηκε κατόπιν ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, ὅταν κατὰ τὴ θυσία τοῦ Ἰσαὰκ ἕνας κριός, ἕνα κριάρι, μπλεγμένο στὸ φυτὸ σαβέκ (ποὺ προεικόνιζε τὸν σταυρό) πῆρε τὴ θέσι τοῦ παιδιοῦ καὶ θυσιάστηκε ἀντ᾽ αὐτοῦ (βλ. Γέν. 22,1-19). Προφητεύθηκε ἀπὸ τὸ Δαυΐδ. Ὅλο τὸ Ψαλτήριο προφητεύει λεπτομέρειες τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (βλ. π.χ. Ψαλμ. 21ος κ.ἄ.). Ἰδιαιτέρως προφητεύθηκε ἀπὸ τοὺς μεγάλους προφῆτες καὶ ἰδιαιτέρως τὸν Ἠσαΐα, ὁ ὁποῖος ἔγραψε· «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται, καὶ ἡμεῖς ἐλογισάμεθα αὐτὸν εἶναι ἐν πόνῳ καὶ ἐν πληγῇ ὑπὸ Θεοῦ καὶ ἐν κακώσει» (Ἠσ. 53,4).

Ὅλες οἱ λεπτομέρειες τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ εἶνε προφητευμένες. Καὶ ἐρωτοῦμε τοὺς Ἑβραίους, ποὺ δὲν θέλουν νὰ πιστέψουν· Ἂν οἱ προβλέψεις αὐτὲς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης δὲν προσαρμόζωνται, δὲν ταιριάζουν καὶ δὲν ἐκπληρώθηκαν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, τότε σὲ ποιόν θὰ ἐκπληρωθοῦν; Πολλοὶ Ἑβραῖοι ὅμως, στὴν Ἀμερικὴ ἰδίως, μελετώντας τὰ πάθη τοῦ Κυρίου, πίστεψαν σ᾽ αὐτόν, γιατὶ εἶδαν ὅτι οἱ προφητεῖες βρῆκαν τὴν ἐκπλήρωσί τους στὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Μὲ τὸ «Τετέλεσται» λοιπὸν ἐννοεῖ ὅτι ἐξεπλήρωσε ὅλες τὶς προφητεῖες.

Ὁ Χριστὸς λέει τὸ «Τετέλεσται» καὶ ἐννοεῖ ἀκόμη, ὅτι τελείωσε μία ζωή. Ὡραιότερη καὶ τελειότερη ζωὴ δὲν ὑπῆρξε οὔτε θὰ ὑπάρξῃ ἐπὶ τῆς γῆς. Ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος ἔζησε κατὰ τέτοιο τρόπο, ὥστε δὲν ἔχει νὰ παρουσιάσῃ κάτι ἐπίμεμπτο. Ὁ ἥλιος ἔχει τὶς κηλῖδες του, ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ ἀκηλίδωτος. Εἶνε ὁ μόνος ποὺ τόλμησε νὰ προκαλέσῃ· «Τίς ἐλέγχει με περὶ ἁμαρτίας;» (Ἰω. 8,46). Κανείς ἀπολύτως. Ὅλοι ὁμολογοῦν τὴν ἁγιότητά του. Ἡ Πρόκλα, ἡ γυναίκα τοῦ Πιλάτου, τοῦ μήνυσε ἐπειγόντως· Πρόσεξε νὰ μὴν κάνῃς κανένα κακό, γιατὶ «πολλὰ ἔπαθον σήμερον κατ᾽ ὄναρ δι᾽ αὐτόν» (Ματθ. 27,19). Ὁ λῃστὴς ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ὡμολόγησε· «Οὗτος οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε» (Λουκ. 23,41). Ὁ ἑκατόνταρχος, ὅταν εἶδε τὰ ὑπερφυσικὰ φαινόμενα (τὸ σκοτάδι, τὸ καταπέτασμα νὰ σχίζεται, τοὺς νεκροὺς ν᾽ ἀνασταίνωνται, τὸ σεισμὸ κ.τ.λ.), ὡμολόγησε καὶ αὐτός· «Ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς ἦν οὗτος» (Ματθ. 27,54). Ὅλοι καὶ ὅλα ὡμολόγησαν, ὅτι εἶνε Θεός· «Ἐκάλυψεν οὐρανοὺς ἡ ἀρετή σου, Χριστέ» (Ἀμβ. 3,3· καταβ. Ὑπαπ. ᾠδ. δ΄).

Τέλος καὶ μία ἄλλη, τρίτη, ἄποψι τοῦ «Τετέλεσται» παρακαλῶ νὰ προσέξετε. Εἶνε ἆραγε ἀκριβὲς ὅτι ἡ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ τελείωσε; Ἐν μέρει μόνο. Ὁ Χριστὸς εἶνε «διπλοῦς τὴν φύσιν» (θεοτ. πλ. δ΄), ἄνθρωπος καὶ Θεός, τέλειος ἄνθρωπος καὶ τέλειος Θεός. Ὡς ἄνθρωπος τελείωσε τὴ ζωή του στὸ Γολγοθᾶ, ἀλλ᾽ ὡς Θεὸς δὲν πέθανε ποτέ· ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς αἰῶνας αἰώνων. Κάποτε καὶ ὁ ἥλιος θὰ σβήσῃ καὶ τὰ ἄστρα θὰ πέσουν καὶ ὅλα θὰ τελειώσουν, ἀλλ᾽ αὐτὸς θὰ ἐξακολουθῇ νὰ ζῇ αἰωνίως. Τὸ εἶπε ὁ ἴδιος· «Οὐκ ἀφήσω ὑμᾶς ὀρφανούς». «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 14,18· 16,33). Καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ ζῇ ὁ Χριστός. Ποῦ ζῇ; Μέσα στὴν Ἐκκλησία του, γιὰ τὴν ὁποία ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος εἶπε, ὅτι Ἐκκλησία ἴσον· «ὁ Χριστὸς παρατεινόμενος εἰς τοὺς αἰῶνας». Μάλιστα. Καὶ ἡ Ἐκκλησία ζῇ καὶ νικᾷ καὶ θριαμβεύει. Ὅπου ἀκούγεται φλογερὸ κήρυγμα, ὅπου γίνεται ἐξομολόγησις, ὅπου πέφτει ἕνα δάκρυ ἀπὸ τὰ μάτια τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὅπου γίνεται ἕνα βάπτισμα, ὅπου γίνεται προπαντός τὸ μυστήριο τῶν μυστηρίων, ἡ θεία εὐχαριστία, ὅπου ἕνας μάρτυρας θυσιάζεται γιὰ τὸν Κύριο, ἐκεῖ ζῇ ὁ Χριστός. Καὶ θὰ ζῇ εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἂς μαίνωνται οἱ δαίμονες, οἱ ἄθεοι καὶ ἄπιστοι. Στὴ ῾Ρωσία 75 χρόνια βασίλευαν· καὶ εἶχαν πεῖ, ὅτι σὲ μία 5ετία τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ θὰ σβήσῃ, δὲν θ᾽ ἀκούγεται, παρὰ μόνο ὁ Μάρξ. Καὶ πέρασαν τὰ χρόνια, καὶ τώρα ἐκεῖ, παντοῦ στοὺς ναούς, στὴ Μόσχα καὶ τὸ Σταλινγκράντ (ἁγία Πετρούπολι), λατρεύεται ὁ Χριστὸς ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Ἐμεῖς δάκρυα δὲν ἔχουμε, ἀναίσθητοι εἴμαστε· οἱ ῾Ρῶσοι αἰσθάνονται τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ τοῦ ἐσταυρωμένου, ποὺ ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς αἰῶνας αἰώνων.

Ἐμεῖς, ἀγαπητοί μου, ὡς κοινοὶ θνητοί, θὰ ἔχουμε τέλος. Καὶ πρέπει νὰ μὴν ἀμελήσουμε γιὰ τὸ τέλος μας. Ἔχει μεγάλη σημασία τὸ τέλος. Στὶς τελευταῖες στιγμὲς τοῦ μεγάλου Ἀντωνίου, ποὺ εἶχε ζήσει 80 καὶ πλέον χρόνια μὲ σκληρὴ ἄσκησι, τὸν πλησίασαν οἱ μαθηταί του κ᾽ ἐκεῖνος τοὺς ζήτησε· Παρακαλέστε τὸ Θεὸ νὰ μοῦ δώσῃ μετάνοια!… Καὶ ἂν ἕνας μέγας Ἀντώνιος, ποὺ πολέμησε στῆθος μὲ στῆθος τὸ σατανᾶ καὶ νίκησε, ζητοῦσε νὰ τοῦ δώσῃ ὁ Θεὸς μετάνοια, τί νὰ ποῦμε ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀνάξιοι; Νὰ μᾶς δώσῃ μετάνοια. Καὶ μία ἀκόμη στιγμὴ νὰ ὑπολείπεται, ἔχουμε ἀνάγκη τῆς μετανοίας, γιατὶ οὐδεὶς ἀναμάρτητος. Ὁ ἄνθρωπος ἁμαρτάνει· ὁ ἐσταυρωμένος ὅμως Κύριός μας θὰ μᾶς δικάσῃ ὄχι διότι ἁμαρτάνουμε –τὸ ἁμαρτάνειν εἶνε ἀνθρώπινο–, ἀλλὰ διότι δὲν μετανοοῦμε. Ἕνας δὲν μετανοεῖ, ὁ σατανᾶς. Εἴπαμε καὶ ἄλλοτε ὅτι καὶ ὁ Ἰούδας, ἐὰν ἔτρεχε μετανοιωμένος στὸ Χριστὸ λίγο προτοῦ ἐκπνεύσῃ, θὰ τὸν συγχωροῦσε. Εἶνε γεμᾶτος ἔλεος καὶ συγγνώμη ὁ Χριστός. Ἂς τὸν πλησιάσουμε. Ὅσοι εἶστε ἀνεξομολόγητοι, πῶς θὰ πλησιάσετε τὴν θεία κοινωνία; τί Πάσχα θὰ κάνετε; Πάσχα χωρὶς Χριστὸ ἴσον γαστρονομικὴ ἑορτή. «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 – Α΄ Κορ. 15,32). Ὄχι!, ἀδελφοί μου καὶ πατέρες. Βρισκόμαστε σὲ ἡμέρες φοβερές. Ἴσως ἔρχονται δεινὰ μεγάλα. Τί κοιμώμαστε, τί ἀδιαφοροῦμε; Τρέξτε καὶ ἐξομολογηθῆτε στοὺς πνευματικούς. Ἐξομολογηθῆτε καὶ προσευχηθῆτε στὸ Θεὸ νὰ μᾶς δώσῃ «χριστιανὰ τὰ τέλη τῆς ζωῆς ἡμῶν, ἀνώδυνα, ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικὰ καὶ καλὴν ἀπολογίαν…» (πληρωτ.)· ἀμήν.

(†) ἐπισκόπου Φλωρίνης Αὐγουστῖνου Καντιώτη