Ο πρεσβύτερος υιός είναι οι Άγιοι…!

Πολλά καί ἐλπιδοφόρα εἶναι τά μηνύματα πού ἐκπέμπει ὁ Χριστός μέσα ἀπό τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, πού σκιαγράφησε ὁ ἴδιος.

Ἔχει, λοιπόν, σημασία ἀκόμα καί ἡ παραμικρή «κίνηση» τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, τοῦ πρεσβυτέρου υἱοῦ, καί τοῦ στοργικοῦ πατέρα, γιατί ἀκριβῶς τίς «κινήσεις» τίς κάνει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός! Θά μείνουμε, ἐν περιλήψει, σέ δυό-τρία σημεῖα, δίνοντας ἔμφαση στόν πρεσβύτερο υἱό.

Ὁ λόγος πού ὁ νεώτερος υἱός ζήτησε τό μερίδιό του, γιά νά φύγει ἀπό τό σπίτι του, ἦταν: Νά ἀπολαύσει τή ζωή του, χωρίς νά ἔχει πάνω ἀπό τό κεφάλι του τόν «ἔλεγχο», τόν «βραχνᾶ» πατέρα του!

Εἶναι ὁ ἴδιος λόγος πού κάνει τούς φιλόσαρκους ἀνθρώπους νά ἀπομακρύνονται ἀπό τήν Πίστη μας ἤ νά καταφεύγουν σέ θρησκεῖες, πού λένε «ναί» στά πάθη τους καί στίς ἐφάμαρτες ἀπολαύσεις.

Τό θέμα εἶναι, ἄν ἐκεῖ πού πᾶνε καί μέ αὐτά πού κάνουν, βρίσκουν τήν εὐτυχία τους. «Ὅσοι λένε ὅτι εἶναι εὐτυχισμένοι στή ζωή τους, εἶναι ἠλίθιοι!», δήλωσε ὁ Umberto Eco, ἀρνητής τοῦ χριστιανισμοῦ (Ἐλευθεροτυπία 9.4.2008).

Αὐτό πού ἔκανε τόν ἄσωτο υἱό νά ἔρθει εἰς ἑαυτόν, ἦταν ἡ πεῖνα, ἔχοντας τήν κοιλιά γεμάτη ἦταν ἐκτός ἑαυτοῦ!). Καί «ἐλθών εἰς ἑαυτόν», ξεκίνησε γιά τό πατρικό του σπίτι, ἀπό ἐκεῖ πού πρίν φαγώθηκε νά φύγει. Ἡ μέν πεῖνα τόν ὁδήγησε στό σπίτι τοῦ πατέρα, ἡ δέ φιληδονία τόν ἀπομάκρυνε ἀπό τό σπίτι τοῦ πατέρα του! (Καί αὐτό λέει πολλά…!).

Ὁ πατέρας του μόλις τόν εἶδε ἀπό μακρυά, ἔτρεξε, ἔπεσε πάνω του καί τόν καταφίλησε, καί ἔκανε πρός χάρη του μεγάλο πανηγύρι.

Ἐκείνη τή στιγμή κατέφθασε καί ὁ πρεσβύτερος υἱός, πού ἦταν στά χωράφια. «Χολώθηκε!». Ὁ καλός πατέρας τοῦ ἔκανε, μέ ἀγάπη καί διάκριση, μιά σύσταση, «ἔπρεπε νά εὐφρανθεῖς καί νά χαρεῖς γιατί ὁ ἀδερφός σου αὐτός ἦταν νεκρός κι ἀναστήθηκε» (Λκ.15:30).

Οὔτε τόν ἐπέπληξε, οὔτε τόν καταδίκασε ὡς σκληρόκαρδο, ὅπως καταδίκασε τόν (σκληρόκαρδο) δοῦλο τῆς παραβολῆς τῶν ταλάντων, πού ἔκρυψε τό τάλαντο στή γῆ: «Καί τόν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τό σκότος τό ἐξώτερον, ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων» (Μτ. 25:30).

Ὁ πρεσβύτερος υἱός δέν ἦταν ἄξιος καταδίκης, διαφορετικά ὁ Χριστός θά τόν καταδίκαζε, πρός παραδειγματισμό μας. Ἡ ὅλη του ζωή ἀποτελεῖ παράδειγμα πρός μίμηση, καί ὄχι πρός ἀποφυγή.

Ἦταν πάντα δίπλα στόν πατέρα του. «Τέκνον, σύ πάντοτε μετ’ ἐμοῦ εἶ» (Λκ. 16:31). Καί τί ἔκανε ὄντας δίπλα στόν πατέρα του; «Τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι» (Λκ.15:29). Δούλευε! Γιά τόν πατέρα του, καί ὄχι γιά τόν ἑαυτό του, καί δούλευε σκληρά, μέ ἀξῖνες καί μέ ὅλα τά πρωτόγονα μέσα τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, καί χωρίς ποτέ νά τό ρίξει στό φαγοπότι!

«Οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετά τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ», εἶπε στόν πατέρα του (Λκ.15:29). Τό πιό ἀξιοθαύμαστο; Οὐδέποτε, ὡς πρεσβύτερος υἱός, παρέβη ἐντολή τοῦ πατέρα του! (Λκ. 15:29). Πῶς, λοιπόν, ὁ πατέρας του νά καταδίκαζε ἕναν τέτοιο φιλότιμο, ἐργατικό καί ὑπάκουο παιδί;

Ὁ πρεσβύτερος υἱός δέν εἶναι οὔτε οἱ φαρισαῖοι, οὔτε οἱ Ἰουδαῖοι, οὔτε τά σκληρόκαρδα ἀδέρφια, ἀλλά εἶναι οἱ μεγάλοι ἀγωνιστές, οἱ δίκαιοι, οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί πῶς δικαιολογεῖται ὁ θυμός τους, γιά τό γλέντι, πού ἔγινε πρός χάρη τοῦ ἀδερφοῦ τους;

Μπορεῖ νά εἶναι ἅγιοι, ἀλλά δέν εἶναι τέλειοι. Καί μιά τέτοια ἀτέλεια εἶναι καί ὁ ἀναμάρτητος θυμός, πού τούς «πιάνει», (θυμώνουν σάν τά παιδάκια), ὅταν βλέπουν τόν Χριστό νά κατακλύζει μέ τή χάρη Του τούς ἁμαρτωλούς πού γυρίζουν ἐν μετανοίᾳ, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν ἀπολαμβάνουν (ἐπί γῆς) ἕναν τέτοιον κατακλυσμό χάριτος.

Καί καί ὁ λόγος, πού ὁ Χριστός παρεμβάλλει τή στάση τοῦ πρεσβύτερου υἱοῦ, εἶναι, γιατί θέλει νά δείξει, πώς τόσο πολύ σφιγκταλιάζει τά ἄσωτα παιδιά, πού γυρίζουν ἐν μετανοίᾳ, ὥστε ἀκόμα καί τά πιό καλά παιδιά ζηλεύουν αὐτή τήν ἀγκαλιά!

«Πάντα τά ἐμά, σά ἐστίν» (Λκ.15:31), παρηγόρησε ὁ πατέρας τόν πρεσβύτερο υἱό. Σάν νά τοῦ ἔλεγε: Τί παραπονιέσαι; Ὅλα αὐτά πού ἔχω, καί τά ἐρίφια, καί τά σπίτια, καί τά χωράφια, εἶναι δικά σου, καί τά ἀξίζεις, γιατί «σύ πάντοτε μετ’ ἐμοῦ εἶ» (Λκ.15:31). Ἐννοώντας, τή μεγάλη δόξα πού ἀναμένει ὅσους ἐργάζονται μέ κόπο καί ἱδρῶτα γιά τόν ἐπουράνιο Πατέρα τους, χωρίς ποτέ νά παραβαίνουν τίς ἐντολές Του.

Ὁ Θ. Ντοστογιέφσκυ, πεθαίνοντας, παρακάλεσε τά παιδιά του, νά τοῦ διαβάσουν τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου. Κλαίγοντας, τούς εἶπε: «Αὐτή ἡ παραβολή εἶναι ἡ περίληψη τοῦ Εὐαγγελίου». Δείχνει τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Κυρίου, τήν ἄπειρη ἀνεξικακία Του. Ὅ,τι καλύτερο γιά τόν ἀπελπισμένο ἄνθρωπο.

Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Romfea.gr (24-02-2019)

Περί «σαραντισμοῦ»

Ὁ  Θεός «διέταξε» γιά τή γυναίκα λεχώ: Ὅταν συμπληρωθοῦν οἱ μέρες τοῦ καθαρισμοῦ της, θά πάει  στό  Ναό, θά σταθεῖ μπροστά στήν πόρτα,   καί θά προσφέρει στόν Ἱερέα τά ἀνάλογα δῶρα,  πρός ἐξιλέωσή της!  (Λευ. 12: 6-8). Τήν ἐντολή αὐτή  τήρησε καί ἡ παρθένος Μαριάμ. Σαράντα μέρες    μετά τή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ,  πῆγε στό Ναό(Λκ. 2: 22-38). Ἐνῶ, λοιπόν, γέννησε «ἀλοχεύτως», ἐνῶ  δηλαδή  ἦταν πεντακάθαρη, πῆγε  νά «καθαρισθεῖ». Τέτοια ταπείνωση!

Μά τί κακό κάνει ἡ γυναίκα πού γεννᾶ, ὥστε νά θεωρεῖται «ἀκάθαρτη» καί νά χρειάζεται «κάθαρση» ἀπό τήν Ἐκκλησία;  Ὅ,τι ἀποβάλλει τό σῶμα, μπορεῖ νά μήν  εἶναι  ἐφάμαρτο, ὅμως εἶναι   «ἀκάθαρτο».  Ἡ μύξα λ.χ. πού βγαίνει ἀπό τή μύτη,  δέν εἶναι πρᾶγμα ἁμαρτωλό, ἀλλά εἶναι «ἀκάθαρτο». Καί κανένας δέν πάει νά προσκυνήσει μιά εἰκόνα μέ  μύξα στή μύτη του. Κάτι ἀνάλογο ἰσχύει καί μέ  τή λεχώ  γυναίκα, « οὖσα ἐν ρύσει αἵματος». «Παντός ἁγίου οὐχ ἅψεται, καί εἰς τό ἁγιαστήριον οὐκ εἰσελεύσεται» (Λευ. 12: 4), λέει ὁ Κύριος. Δηλαδή, τελεία ἀποκοπή ἀπό τά Ἅγια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ἔκρινε! Κακό;!

 

Ὅ,τι εἶναι ἀπό τό Θεό, εἶναι σωτήριο. Μέ ἄλλα λόγια,  ὅταν ἀπέχεις ἀπό τά «Ἅγια», ἐπειδή τό λέει ὁ Κύριος,  σώζεσαι. Ὅταν τά πλησιάζεις, καταφρονώντας τήν ἐντολή Του,  κολάζεσαι. Εἶναι δυνατόν νά ἑλκύσεις τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, καταφρονώντας τήν ἐντολή Του;

Καί στήν Καινή Διαθήκη τί  γινόταν;  Οἱ γυναῖκες πού γεννοῦσαν, εἶχαν «πρόσβαση» στά Ἅγια;

Ὑπεύθυνοι γι’ αὐτό (στό ξεκίνημα τῆς Ἐκκλησίας) ἦταν οἱ Δώδεκα Ἀπόστολοι. Καί ὅπως φαίνεται, ἡ ἐντολή τους ἦταν νά  τηρηθεῖ, ὅ,τι εἶχε ὁρίσει ὁ  Κύριος στήν  Π. Διαθήκη.  Καί ἔτσι, ἡ διάταξη αὐτή εἰσήχθη  ἐξ ἀρχῆς στήν Ἐκκλησία μέ τίς «εὐλογίες» τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων. Διαφορετικά, δέν θά γινόταν  παράδοση, ὅπως δέν ἔγιναν παράδοση, καί ἄλλες διατάξεις σχετικές μέ τόν καθαρισμό (Λευ.  11:24-28. 14:1-2. 15), γιατί ἀκριβῶς δέν ἐγκρίθηκαν ἀπό τούς  Δώδεκα Ἀποστόλους.

Ἔτσι, λοιπόν,  καθιερώθηκε ὥστε ἡ γυναίκα πού γεννᾶ, μετά ἀπό σαράντα μέρες,  νά πηγαίνει στό Ναό,  νά καθαρίζεται  μέ  τίς εὐχές τῶν Ἱερέων,  καί κεκαθαρμένη νά εἰσέρχεται  στό  Ναό.  « Καταξίωσον αὐτήν διά τῶν εὐχῶν τοῦ τιμίου Πρεσβυτερίου (…) τυχεῖν τῆς εἰσόδου τοῦ Ναοῦ τῆς δόξης Σου (…) «ὅπως ἀξιωθεῖσα εἰσελθεῖν ἐν τῷ ἁγίῳ ναῷ σου», λένε οἱ σχετικές εὐχές. Καί γι’αὐτό,   οἱ εὐχές αὐτές   διαβάζονται  στή γυναίκα  ἀπέξω, στήν ἐξώπορτα τοῦ Ναοῦ, «ὅτι δέν εἶναι συγκεχωρημένον νά ἐμβῆ εἰς αὐτόν πρό τῆς εὐχῆς», σημειώνει ὁ κορυφαῖος λειτουργιολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας Ἅγιος Συμεών ὁ Θεσ/νίκης (Ἅπαντα, σελ. 81). «Ἱσταμένης δέ τῆς μητρός μετά τοῦ βρέφους, πρό τῶν πυλῶν τοῦ Ναοῦ», ὁρίζει τό «Τυπικόν». (Μικρόν Εὐχολόγιον. Εὐχαί εἰς τό ἐκκλησιάσαι παιδίον).

Κάτι ἀνάλογο, σύμφωνα μέ τήν ἐκκλησιαστική παράδοση, ἰσχύει  καί γιά τήν  «ἀδιάθετη» γυναίκα. «Παντός ἁγίου οὐχ ἅψεται, καί εἰς τό ἁγιαστήριον οὐκ εἰσελεύσεται» (Λευ. 12: 4). Ἡ παρθένος Μαριάμ,  ὅταν ἔφθασε  στήν ἡλικία τῶν δεκαπέντε  ἐτῶν,  βγῆκε ἀπό τό Ναό, γιατί  δέν μποροῦσε πιά  νά εἰσέρχεται σ’αὐτόν καθημερινά, «ἐπεί τῆς ἡλικίας ἡ ἀκμη κατελάμβανε, καί μένειν τῶν ἀνακτόρων ἔνδον νομίμως ἀπείργετο», σημειώνει ὁ Ὅσιος  Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνος  (Ἐγκώμιον εἰς τήν κοίμησιν τῆς πανυμνήτου,  στ, P.G. 96: 709).

Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ  Ἁγιορείτης, σχολιάζοντας τόν  Β’ Κανόνα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου Ἀλεξανδρείας, λέει:  «Δέν πρέπει νά  ἐμβαίνουν αἱ τοιαῦται γυναῖκες  εἰς τόν καθ’αὐτό ναόν» (Πηδάλιον, «Ἀστήρ», 1982, σελ. 549).  Κάτι ἀνάλογο  λέγει καί  ὁ σοφός ἑρμηνευτής τῶν Ἱερῶν Κανόνων  Θεόδωρος Βαλσαμῶνος, «εἰς  ναόν δέ τοῦ Θεοῦ εἰσιέναι ἤ μεταλαμβάνειν αὐτάς τῶν ἁγιασμάτων οὐ δεῖ» (Σύνταγμα…, τ. Δ΄, σελ.8). Βέβαια αὐτό δέν ἦταν γενικός κανόνας, γιατί κατά τόπους, κατ’οἰκονομία,  πήγαιναν στήν ἐκκλησία, μέ τή διαφορά, στέκονταν πίσω, πίσω στό Ναό, δέν ἄναβαν κερί, δέν ἀσπάζονταν εἰκόνες, δέν ἔπαιρναν ἀντίδωρο.

Τό ἀξιοπρόσεκτο εἶναι ἐδῶ, πώς τό «τυπικό» αὐτό  ἔγινε  δεκτό καί μάλιστα ἀδιαμαρτύρητα  ἀπό ὅλο τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας!  Κανένας Ἅγιος,  καμία Σύνοδος, Τοπική  ἤ Οἰκουμενική  δέν διανοήθηκαν νά τό «ἀθετήσουν», γιατί  ἀκριβῶς  «καλλιεργεῖ», ταπείνωση,   σεβασμό,   φόβο πρός τά Ἅγια! Τί τό πιό καλό;

Μόνο στήν ἐποχή μας,   ἀμφισβητεῖται ἤ καί καταφρονεῖται παντελῶς αὐτό τό «τυπικό». Ἄραγε,  γιατί;

Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη

Απο Αναστάσιος 04/02/2019