ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ
ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Γύρω ἀπό τήν χρήση τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ ἐπικρατεῖ στίς ἡμέρες μας μιά σύγχυση. Ἄλλοι λένε, πώς μποροῦμε νά τόν πίνουμε καθημερινά, (ὅπως καί τόν Μικρό Ἁγιασμό) καί ἄλλοι λένε «ὄχι, ἀλλά χρειάζεται προηγουμένως νηστεία». Πῶς καί ποῦ θά βροῦμε τήν σωστή ἀπάντηση; Κοιτώντας πρός τά πίσω· πρός τήν παράδοση. Τί ὑπῆρχε ἐν ἰσχύϊ στήν Ἐκκλησία μας. Ἔτσι «περπατᾶμε» ὀρθόδοξα.
Ἀνέκαθεν οἱ χριστιανοί, ἀνήμερα τῶν Θεοφανείων ἔπαιρναν Μεγάλο Ἁγιασμό στά σπίτια τους, ράντιζαν τά ὑπάρχοντά τους, καί τόν κρατοῦσαν (στά σπίτια τους) σάν «εὐλογία», «εἰς ἐνιαυτόν ὁλόκληρον φυλάττουσιν», μᾶς πληροφορεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (P. G. 49, 366). (Περισσότερα: Παν. Τρεμπέλα, «Μικρόν Εὐχολόγιον» τ. Β΄ σελ. 53-57). Μεγάλος Ἁγιασμός γινόταν καί τό ἀπόγευμα τῆς παραμονῆς «ἀποκλειστικώς καί μόνον νά ὑδρευθῶσιν οἱ πιστοί»,(Παν. Τρεμπέλας, Μικρόν Εὐχολόγιον, τ, Β΄σελ.17). Καί ἀπό ὅτι φαίνεται, ἔπιναν (Μεγάλο Ἁγιασμό) καί τήν παραμονή ἑσπέρας, ἐφόσον μέχρι τότε παρέμειναν νηστικοί, γιά νά κοινωνήσουν κατά τήν ἑσπερινή Θ. Λειτουργία. Ὅμως σύν τῷ χρόνῳ ὁ Μ. Ἁγιασμός ἀπό παραμονή ἑσπέρας, «μεταφέρθηκε» παραμονή πρωί. Καί τό ἐρώτημα εἶναι, ἄν καί στήν περίπτωση αὐτή, ἔπιναν Μ. Ἁγιασμό, χωρίς δηλαδή νά ἔχει προηγηθεῖ νηστεία. Δέν ἔχουμε ἐπ’ αὐτοῦ σαφεῖς καί ξεκάθαρες μαρτυρίες πού νά μᾶς λένε τό «ναί» ἤ τό «ὄχι».
Ὑποστηρίζεται, πώς ἡ νηστεία παραμονῆς τῶν Φώτων, εἶναι γιά τή γιορτή (τῶν Φώτων) καί ὄχι γιά τή μετάληψη τοῦ Μεγάλου Ἁγιασμοῦ. Ὅμως: Παραμονή τῶν Φώτων γινόταν ἑσπερινή Θ. Λειτουργία, ὁπότε νήστευαν, ὄχι γιά τή γιορτή τῶν Φώτων, ἀλλά γιά τήν ἑσπερινή Θ. Λειτουργία. Παρόλο ὅμως πού ἡ ἑσπερινή Λειτουργία τῆς παραμονῆς ἔγινε πρωϊνή, (τῆς παραμονῆς), ἡ νηστεία, (πού τηρεῖτο γιά τήν ἑσπερινή Λειτουργία), διατηρήθηκε. Γιατί; Γιά τή γιορτή τῶν Θεοφανείων; Εἶναι δυνατόν νά ἔχουμε 15 μέρες νηστεία γιά τή γιορτή τῆς Παναγίας, 40 γιά τά Χριστούγεννα, κάπου 50 γιά τό Πάσχα, (καί κατά τόν ἀείμνηστο κ.Ἰω. Φουντούλη, παλιά νήστευαν ἀκόμα μιά ἑβδομάδα ἐν ὄψει τῶν ἑορτῶν τοῦ «ἁγίου Δημητρίου», τοῦ «Σταυροῦ», τῶν «Ταξιαρχῶν» κ.ἄ.), . καί γιά τή μεγάλη Δεσποτική γιορτή τῶν Θεοφανείων νά ἔχουμε μόνο μία ἡμέρα;
Τό ἐπιχείρημα, ὅτι μεσολαβεῖ ἡ δωδεκαήμερη κατάλυση εἰς πάντα, καί δέν ἦταν δυνατό ἡ νηστεία γιά τά Θεοφάνεια νά γίνει παραπάνω ἀπό μία ἡμέρα, δέν εὐσταθεῖ. Μέχρι καί τόν 8ον αἰώνα, ἡ κατάλυση εἰς πάντα ἔκλεινε στήν ἀπόδοση τῶν Χριστουγέννων, ἤτοι 31 Δεκεμβρίου «καί γάρ ὡς αὐτήν τήν ἡμέραν (τῶν Χριστουγέννων) καί ἑτέρας ἕξ διαλύομεν» (Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, P.G. 99, 1697). Θά μποροῦσε λοιπόν ἡ Ἐκκλησία, μέ τό κλείσιμο τῆς γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων (31 Δεκεμβρίου), νά καθιερώσει πενθήμερη νηστεία γιά τή γιορτή τῶν Θεοφανείων. Ὄχι μόνο δέν τό ἔκανε, ἀλλά συνέχισε τήν κατάλυση εἰς πάντα μέχρι καί τήν παραμονή! Σημειωθήτω πώς μέχρι καί τόν 12ον αἰώνα ἡ νηστεία τῶν Χριστουγέννων ἦταν μόνο μιά ἑβδομάδα. ( Γ. Ράλλη-Μ.Ποτλῆ, Σύνταγμα…, τ. Δ΄σελ. 488, ΝΕ’ Ἀπόκρισις Θεοδώρου Βαλσαμῶνος (12ος αἰ). Ὅταν αὐξήθηκαν οἱ μέρες τῆς νηστείας τῶν Χριστουγέννων, αὐξήθηκε καί ἡ κατάλυση, ἀπό ἑπτά μέρες, ἔγινε δώδεκα. Ἡ νηστεία δηλαδή τῆς παραμονῆς δέν καταλύθηκε οὔτε ἀπό τήν μετέπειτα «ἐπιδρομή» τῆς δωδεκαημέρου καταλύσεως! Γιατί;
Ὅλα τά «στοιχεῖα» δείχνουν πώς ἡ μονοήμερη αὐτή νηστεία παρέμεινε γιά τήν μετάληψη τοῦ Μ. Ἁγιασμοῦ. Ἀνήμερα τῆς γιορτῆς «κρατοῦσαν» Μεγάλο Ἁγιασμό στά σπίτια τους «εἰς ἐνιαυτόν ὁλόκληρον φυλάττουσιν», μᾶς εἶπε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος (P. G. 49, 366). Δέν μᾶς εἶπε, πώς ἔπιναν καθημερινά, (γιατί χρειάζοταν νηστεία), ἀλλά τόν κρατοῦσαν σάν εὐλογία στά σπίτια τους. Εἶχαν τότε τέτοια «ψύχωση» μέ τή νηστεία, ὥστε ἔνιωθαν ντροπή (!) νά πᾶνε στήν ἐκκλησία, νά ἀκούσουν κήρυγμα, ἐπειδή καί μόνο ἔτυχε νά καταλύσουν λίγο τή νηστεία! ( Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὁμιλ. 9 & 10 εἰς Ἀδριάντας). Πόσο μᾶλλον νά πιοῦν Μεγάλο Ἁγιασμό!
Καί αὐτό ἴσχυε μέχρι τελευταῖα στήν πατρίδα μας. «Τό ὕδωρ τοῦτο (τῶν Θεοφανείων) ἐχρησιμοποίουν ὡς καί ἡμεῖς σήμερον», σημειώνει ὁ καθηγητής Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἀρχιμ. Βασ. Στεφανίδης, (Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ἔκδοση Δ΄, σελ. 117). Μέ τό «σήμερον» δέν ἐννοεῖ τό δικό μας «σήμερα», (πού ἄλλαξαν πράγματα καί καταστάσεις…), ἀλλά τήν ἐποχή, τή δεκαετία τοῦ 1940, πού ὁ καθηγητής συνέγραφε τό βιβλίο του. Καί ἄν ρωτήσουμε τούς παλαιοτέρους, πού ἔζησαν στήν ἐποχή ἐκείνη, θά μᾶς εἰποῦν αὐτό πού ἀναφέρει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: Κρατοῦσαν τόν ἁγιασμό σάν «εὐλογία» στό σπίτι τους, χωρίς νά πίνουν καί νά ραντίζουν, ἐκτός ἀπό τήν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων. «Τήν παραμονή ὅλοι νήστευαν, γιά νά πιοῦν ἁγιασμό τό πρωί τῆς γιορτῆς», μᾶς πληροφορεῖ ἡ Μικρασιάτισσα Φιλιώ Χαϊδεμένου). (Τρεῖς αἰῶνες, μιά ζωή», ἐκδόσεις «Λιβάνη» σελ.64). Ἄν ὁ Μεγάλος Ἁγιασμός ἦταν σέ καθημερινή χρήση (μετάληψη, ραντισμός, κ.λ.π.), δέν ὑπῆρχε λόγος νά προκύψει ἀργότερα (8ος μ.Χ. αἰ.), ὁ Μικρός Ἁγιασμός.
Ο ΜΕΓΑΣ ΑΓΙΑΣΜΟΣ
π. Βασίλειου Ε. Βολουδάκη
Στις 5 Ιανουαρίου, τελείται στους Ορθοδόξους Ιερούς Ναούς η Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού και εν συνεχεία οι ιερείς αγιάζουν τα σπίτια όσων χριστιανών το επιθυμούν και το ζητήσουν.
Η ίδια Ακολουθία τελείται και την επομένη, εορτή των Θεοφανείων, κατά την οποία εορτή πανηγυρίζουμε το γεγονός της Φανερώσεως επί της γης του Χριστού ως Μονογενούς Υιού και λόγου του Θεού Πατρός. Ταυτοχρόνως εορτάζουμε και τη φανέρωση της Αγίας Τριάδος, καθ’ ότι, όπως ψάλλει η Εκκλησία μας «Τριάδος η φανέρωσις εν Ιορδάνη γέγονεν».
Ο αγιασμός και των δύο ημερών, 5ης και 6ης Ιανουαρίου, είναι ίδιος. Δηλαδή έχει την ίδια αγιαστική δύναμη.
Μερικοί, όμως, παρασυρόμενοι από το γεγονός ότι την παραμονή των Θεοφανείων παραλείπεται η ανάγνωση της πρώτης μεγάλης Ευχής ισχυρίζονται ότι, ένεκα αυτής της ελλείψεως, ο αγιασμός της 6ης Ιανουαρίου είναι μεγαλυτέρας αγιαστικής χάριτος. Οι υποστηρικτές αυτής της απόψεως δεν έχουν δίκιο, διότι η παραλειπομένη ευχή δεν είναι αγιαστική αλλά κηρυκτική. Αναλύει θεολογικά το νόημα της εορτής χωρίς, όμως, να περιέχει επίκληση της αγιαστικής Θ. Χάριτος.
Πραγματική διαφορά αγιαστικής δυνάμεως υπάρχει μεταξύ του Μεγάλου Αγιασμού και του Μικρού αγιασμού που τελείται στην αρχή κάθε μηνός.
Η διαφορά αγιαστικής Χάριτος Μικρού και Μεγάλου Αγιασμού δεν είναι ποιοτική αλλά ποσοτική. Δεν διαφέρει η ποιότητα της Θ. Χάριτος, η Οποία είναι η αυτή πάντοτε αλλά διαφέρει η ποσότητα. Το ίδιο συμβαίνει και με την Ιερωσύνη. Και οι τρεις βαθμοί της, Επίσκοπος, Πρεσβύτερος, Διάκονος έχουν λάβει την ίδια ποιότητα Θ. Χάριτος αλλά όχι την ίδια ποσότητα και γι’ αυτό υπάρχει διαφορά στην ενέργεια των τριών βαθμίδων της Ιερωσύνης.
Ο Μέγας Αγιασμός είναι το σπουδαιότερο φάρμακο της Εκκλησίας μας μετά τη Θ. Κοινωνία και γι’ αυτό μεταλαμβάνουμε του αγιασμού πριν να λάβουμε το αντίδωρο, ενώ, αντιθέτως, ο μικρός Αγιασμός, ως τέταρτος κατά σειράν δυνάμεως, λαμβάνεται μετά το αντίδωρο. Μέγα Αγιασμό λαμβάνουν και όσοι δεν έχουν τις προϋποθέσεις και την ανάλογη προετοιμασία για τη Θ. Μετάληψη.
Ο Μέγας Αγιασμός συνδέεται άμεσα με το μυστήριο της Μετανοίας και την Εξομολόγηση, καθ’ ότι η αρχή του ανάγεται στο βάπτισμα μετανοίας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το οποίο ενεργοποιήθηκε και ολοκληρώθηκε με την Παρουσία και την Βάπτιση του Κυρίου μας στον Ιορδάνη ποταμό.
Η σύνδεση του Μ. Αγιασμού με το μυστήριο της Μετανοίας επιτάσσει να προηγείται της μεταλήψεως του Μ. Αγιασμού νηστεία άνευ ελαίου, δεδομένου ότι η νηστεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη μετάνοια. Η ανέλαιος νηστεία για την μετάληψη του Μ. Αγιασμού τηρείται πάντοτε και όχι μόνο κατά την παραμονή των Θεοφανείων, εφ’ όσον μετάληψη Μεγάλου Αγιασμού γίνεται καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.
Εξαίρεση στην ανέλαιο νηστεία γίνεται αν συμπέσει η παραμονή των Θεοφανείων, ημέρα Σάββατο ή Κυριακή, οπότε γίνεται κατάλυση ελαίου, διότι ποτέ δεν νηστεύουμε το λάδι, τα Σάββατα και τις Κυριακές παρεκτός μόνο το Μέγα Σάββατο.
Οι αγιαστικές Ευχές καθιστούν το νερό του Μ. Αγιασμού ισοδύναμο με το νερό της βαπτίσεως και γι’ αυτό ο Μ. Αγιασμός χρησιμοποιείται για την βάπτιση βρεφών, που είναι ετοιμοθάνατα, ή βαρειά άρρωστα προς επιτάχυνση της Ακολουθίας της Βαπτίσεως. Επίσης, εάν τελεσθεί βάπτιση την ημέρα των Θεοφανείων χρησιμοποιείται στην κολυμβήθρα Μέγας Αγιασμός, χωρίς να αναγνωσθεί η Ευχή του Αγιασμού του ύδατος αλλά μόνο τα λόγια, που αφορούν στον βαπτιζόμενο. Η Ακολουθία του Μικρού Αγιασμού (που τελείται κάθε μήνα) δεν περιέχει αγιαστική Ευχή, δηλαδή επίκληση της χάριτος του Αγίου Πνεύματος αλλά ο αγιασμός του ύδατος γίνεται μόνο με την κατάδυση του Τιμίου Σταυρού. Επίσης, ο Μικρός Αγιασμός ρίπτεται και ραντίζεται στο έδαφος καθ’ όλο το έτος εν αντιθέσει με τον Μεγάλο Αγιασμό, ο οποίος, όπως μαρτυρείται στους χειρογράφους κώδικες «ου ρίπτεται το σύνολον» (κωδ. 978 του Σινά) κατά τις λοιπές ημέρες, πλην των ημερών της παραμονής και της εορτής των Θεοφανείων.
Ο Μέγας Αγιασμός φυλάσσεται καθ’ όλο το έτος στο Ιερό Βήμα του Ναού και χρησιμοποιείται από τους Ιερείς στις περιπτώσεις, που προαναφέραμε αλλά και σε άλλες περιστάσεις. Συνεπώς δεν συντρέχει λόγος να φυλάσσεται και στα σπίτια των χριστιανών, δεδομένου ότι για να διατηρηθεί στο σπίτι πρέπει να επικρατούν σ’ αυτό πνευματικές συνθήκες. Εξ άλλου η Εκκλησία μας είναι το «ταμείον της Θ. Χάριτος» και φυσικά δεν θα αρνηθεί ποτέ να μας χορηγήσει τον Μεγάλο Αγιασμό, όταν η περίσταση το καλέσει και ο Πνευματικός κρίνει ότι θα αποβεί «προς ωφέλειαν επιτήδειος».